1 Ιουλ 2013

Το γρηγοριανό ημερολόγιο της ήττας

Το γρηγοριανό ημερολόγιο της ήττας 
 Αν το κόμμα είναι ο καθρέφτης της πορείας κάθε συντρόφου τότε οι περιπέτειες του κομμουνιστικού κινήματος στον αιώνα που μας πέρασε δικαιολογούν ένα μεγάλο φάσμα από πρωτότυπες, δαιδαλώδεις προσωπικές διαδρομές και μετακινήσεις πάσης φύσης, με πολιτικούς γυρολόγους σαν τον... (άστο καλύτερα ονόματα δε λέμε, υπολήψεις δε θίγουμε). Συνεπώς στον χώρο μας (με την ευρεία έννοια) μπορείς να συναντήσεις σχεδόν τα πάντα: σκληροπυρηνικούς που μαλάκωσαν κι έγιναν νερόβραστοι, δογματικούς που αλλαξοπίστησαν, ορθόδοξους που αναθεώρησαν, αριβίστες που κοιμήθηκαν κομμουνιστές και ξύπνησαν σοσιαλδημοκράτες, έχοντας δει το όνειρο και το φως το αληθινό (εν τούτω ήττα). Και γενικώς κάθε καρυδιάς καρύδι, που όσο σκληρό κι αν φαινόταν, απέβαλε το περίβλημά του στον καρυοθραύστη του 89-91’. Αλλά και σαν εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα, με ένα λόγο ένα προς πενήντα, κάποιοι από την αντίπερα όχθη, που διέβησαν τον ρουβίκωνα, προς τη δική μας πλευρά και συστρατεύτηκαν με το κομμουνιστικό κίνημα. Κι όσο μεγαλύτερη απόσταση μας χωρίζει απ’ τα γεγονότα και τη στάση τους, τόσο νομίζουμε πως μπορούμε να τα κατανοήσουμε να τα ερμηνεύσουμε χωρίς να τα δικαιολογήσουμε, ακόμα και για όσους «λύγισαν», απογοητεύτηκαν και πήγαν σπίτι τους. Είναι κι αυτή μια στάσις, νιώθεται, που λέει κι ο ποιητής.

 Κι εφόσον τίποτα ανθρώπινο δε μας είναι ξένο, όλα νιώθονται κι όλα εξηγούνται. Προσωπικά όμως εκείνη η κατηγορία που δυσκολεύομαι να κατανοήσω και να ερμηνεύσω τη στάση της είναι οι πρώην σύντροφοι που έζησαν και τις δυο μεγάλες διασπάσεις, το 68’ και το 91’, κι άντεξαν στην πρώτη για να λυγίσουν στη δεύτερη. Το ‘παιξαν δηλ άσο ημίχρονο διπλό τελικό, με ανατροπή αποτελέσματος, της σοβιετικής ένωσης και των ιδανικών στα οποία αφιέρωσαν όλη την προηγούμενη ζωή τους, για να τα εγκαταλείψουν στα γεράματα. Θα μου πεις πως το παλιρροϊκό κύμα της ήττας και η αίσθηση που προκάλεσε ήταν πολύ σφοδρότερα το 91’ κι άγγιξαν πολύ περισσότερο κόσμο και σε πολύ ευρύτερη κλίμακα, ακόμα και στον περίγυρό μας, πέραν των οργανωμένων δυνάμεων, περιορίζοντας αισθητά την εμβέλεια και την ακτινοβολία των ιδεών μας.

 Αυτή ακριβώς την ήττα αποπνέει και το βιβλίο με τις μαρτυρίες και τους στοχασμούς του φαράκου, που γράφτηκε στον απόηχο της αντεπανάστασης, εν έτει 1993, κι απλώνει το τραγούδι της ήττας σε όλη την ιστορική του αφήγηση, σκεπάζοντας αναδρομικά τα γεγονότα του πρόσφατου και μακρινού παρελθόντος με την απογοήτευση και το μηδενισμό του δικού του ιστορικού χρόνου.

-Μα ο φαράκος; απορούν παλιοί και νεότεροι.
 Οι νεότεροι όταν χάνουν από υπερβολική σιγουριά στο τρίβιαλ την ερώτηση «ποιον διαδέχτηκε στη θέση του γγ της κετουκε η αλέκα παπαρήγα το 91;» και απαντούν γεμάτοι χαρά «τον χαρίλαο» -που ήταν μέχρι τότε στα πράγματα, ως πρόεδρος του συν και πλάστιγγα που έγειρε υπέρ της αλέκας στο κρίσιμο 13ο συνέδριο- αγνοώντας το μεταβατικό πέρασμα του φαράκου κατά τη διετία 89-91.
 Και αυτό ακριβώς αναρωτιούνται και οι παλιότεροι (μα ο φαράκος;) που θυμούνται το πέρασμά του απ’ τη θέση του γγ, αλλά δε φαντάζονταν την κατάληξή του: ανανεωτής ο φαράκος που είχε αντέξει στο βουνό και τη διάσπαση του 68’; Που διηύθυνε το ρίζο επί μια 15ετία σχεδόν και μας πρόσφερε μοναδικές προλεκάλτ στιγμές στις διαλέξεις του για την ηθική στις σχέσεις των δυο φύλων, κουβαλώντας έναν αναχρονιστικό πουριτανισμό –ή μάλλον την ηθική της εποχής του; (Η σχετική μπροσούρα είναι στο πρόγραμμα για να παρουσιαστεί στο προσεχές μέλλον σε ειδική ανάρτηση).

 Ε ναι λοιπόν, ο φαράκος. Που καταφέρνει τουλάχιστον να τα ‘χει καλά με την ύστερη συνείδησή του και παραμένει συνεπής στην εσωτερική λογική των γεγονότων, δικαιώνοντας αναδρομικά το κκε ες και «την πολύτιμη συμβολή του στην υπόθεση της ανανέωσης του κομμουνιστικού κινήματος». Και αναθεωρώντας ταυτόχρονα το παρελθόν του, τις θέσεις του και τη δική του στάση κατά τη 12η ολομέλεια και τη διάσπαση του κόμματος. Γιατί δε γίνεται να διαχωρίσουμε την πολιτική ουσία της διάσπασης του 68’ απ’ αυτήν του 91’. Η δεύτερη έρχεται ως συνέπεια της πρώτης, τη συμπληρώνει και την οδηγεί στις τελικές της συνέπειες. Και ο κοινός τους τόπος, το κοινό πολιτικό περιεχόμενό τους, δεν είναι άλλο από τη διάλυση του κκε –είτε με τη διάχυση-αυτοδιάλυσή του σε ευρύτερα πολιτικά μορφώματα (εδα, ενιαίος συν) είτε με την υποκατάστασή του από αυτά- κι η απώλεια των επαναστατικών του χαρακτηριστικών. Και σε τελική ανάλυση η άρνηση του «απαρχαιωμένου, μαρξιστικού δόγματος» και της κομμουνιστικής ιδεολογίας.

 Για να το κάνουμε πιο λιανά, το πολιτικό απότοκο της διάσπασης του 68’ ήταν το κκε εσ, η καραμανλική αριστερά, όπως πολύ εύστοχα την είχε βαφτίσει ο φαράκος της εποχής, η οποία πολύ γρήγορα απέβαλε και τυπικά τον όρο «κομμουνιστικό» από τον τίτλο της και με τα πολλά μετεξελίχθηκε στη σημερινή υπεύθυνη δημαρ, το αποσμητικό χώρου της συγκυβέρνησης, όπως την χαρακτήρισε ο (επίσης προερχόμενος από το εσωτερικού) παπαδημούλης του σύριζα, θεωρώντας προφανώς μυρωδάτο λουλούδι τον δικό του χώρο. Ο οποίος προέκυψε από τη διάσπαση του 91’ –που είχε ως πολιτικό της πρελούδιο το «ελληνικό 68’»- κι ετοιμάζεται κι αυτός για τα κυβερνητικά πόστα, αλλά με πρωταγωνιστικό ρόλο. Αν λοιπόν αποτελεί κοινή παραδοχή πως η (νεο)δημοκρατική αριστερά του κουβέλη έχει μόνο το όνομα, αλλά καμία απολύτως αριστερή χάρη που να το δικαιολογεί, τι είναι αυτό που θα διαφοροποιούσε τα συμπεράσματά μας για το πολιτικό προϊόν της δεύτερης σχάσης, που δικαίωσε αναδρομικά το κκε εσ. και ακολούθησε με λίγα χρόνια διαφορά την ίδια ακριβώς πορεία προς τη σοσιαλδημοκρατική μετάλλαξη; Η διαφορά ιστορικής φάσης; Ο λαφαζάνης και το αριστερό ρεύμα; (Θα μιλήσουμε και για αυτούς στο δεύτερο μέρος).

 Ίσως κάποιοι μαοϊκοί, ζαχαριαδικοί ή όπως αλλιώς αυτοπροσδιορίζονται διαφωνήσουν με την παραπάνω ανάλυση και πουν πως δεν υπάρχει καμία λογική αντίφαση, θεωρώντας πως το κκε είχε διαλυθεί κατ’ ουσίαν πολύ νωρίτερα, με την έκτη ολομέλεια και όσα ακολούθησαν στις οργανώσεις της τασκένδης, έχοντας μπει προ πολλού σε ρότα μετάλλαξης. Και ότι η πολιτική λογική του φαράκου ήταν αντιπροσωπευτικό δείγμα της ομάδας του κολιγιάννη, που δε διέφερε ουσιαστικά από την ομάδα παρτσαλίδη κι όσους συγκρότησαν στη συνέχεια το λεγόμενο κκε εσωτερικού.
 Ανεξάρτητα όμως από το βαθμό σοβαρότητας ή γραφικότητας όσων ασκούν αυτή την κριτική –γιατί υπάρχουν διάφορες διαβαθμίσεις στον χώρο- όλοι τους επαναλαμβάνουν το ίδιο λάθος με την ανάλυσή τους για τον παλινορθωμένο –ήδη από το 56’- καπιταλισμό στη σοβιετική ένωση και τη νέα αστική τάξη (νατ). Σημειώνουν μάλιστα ως παραδείγματα που ενισχύουν τον ισχυρισμό τους την περίπτωση της λδ κίνας και αρκετών κκ που μεταλλάχτηκαν εν μία νυκτί σε σοσιαλδημοκρατικά, διατηρώντας όμως το όνομα και την εξωτερική μορφή.

 Ξεχνάνε όμως πως η σοβιετία δεν ήταν κίνα και το κκε δεν ήταν σαν τα ευρωκομμουνιστικά κόμματα της γαλλίας και της ιταλίας. Κι αυτό δε σημαίνει πως δεν υπήρχε οπορτουνιστική στροφή μετά το εικοστό συνέδριο, αλλά ότι η οριστική εξάλειψη των επαναστατικών τους χαρακτηριστικών (του κκε και της σοβιετίας) περνούσε υποχρεωτικά μέσα από τη διάλυσή τους, τον τερματισμό της υπόστασής τους σαν πολιτικές οντότητες. Στην περίπτωση της εσσδ το κατάφεραν, με το κκε όμως απέτυχαν οριακά. Κι αυτό είναι που τους στοιχειώνει μέχρι σήμερα, μαζί με το σοβιετικό φάντασμα που πλανάται πάνω από την ευρώπη κι όλο τον κόσμο.

 Θεωρητικά τα παραπάνω προορίζονταν να είναι ένα σύντομο προλογικό σημείωμα για την παρουσίαση του βιβλίου του φαράκου που ανέφερα, στη σειρά βιβλία για το καλοκαίρι. Στην πορεία ωστόσο ξέφυγε αρκετά σε έκταση και κατέληξε να γίνει ξεχωριστό κείμενο. Οπότε η παρουσίαση του βιβλίου μετατίθεται χρονικά για επόμενη ανάρτηση.
 Προβοκάτσια από Μπρεζνιεφικό απολίθωμα  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ