23 Ιουν 2014

Οι επιδιώξεις της ελληνικής αστικής τάξης και ο ρόλος του πολιτικού προσωπικού της

Οι επιδιώξεις της ελληνικής αστικής τάξης και ο ρόλος του πολιτικού προσωπικού της

Ο έλληνας αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και ΥΠ.ΕΞ. Ε. Βενιζέλος με το Γ.Γ. του ΝΑΤΟ Α. Ρασμουσεν
Eurokinissi
Οι πρόσφατες εξελίξεις στο Ιράκ, σε συνδυασμό με την κατάσταση και τις συνεχιζόμενες συγκρούσεις στην Ουκρανία, αποτελούν δύο τρανταχτά παραδείγματα που επιβεβαιώνουν την όξυνση των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων. Ο αδυσώπητος ανταγωνισμός για τον έλεγχο των αγορών, της Ενέργειας και των δρόμων μεταφοράς της, οδηγεί σε συγκρούσεις που πλέον, όλο και πιο συχνά, ξεφεύγουν από το επίπεδο της «αψιμαχίας» ή των μεμονωμένων «θερμών επεισοδίων» και αποκτούν πιο πολύ χαρακτηριστικά πολεμικής σύγκρουσης.
Μέσα σε αυτό το επικίνδυνο για τους λαούς τοπίο, έχουν ιδιαίτερη σημασία η στάση και οι επιδιώξεις της ελληνικής αστικής τάξης, ο ρόλος που επιχειρεί να παίξει για λογαριασμό της το πολιτικό της προσωπικό. Σε συνθήκες που η θέση της, μετά την εκδήλωση της βαθιάς καπιταλιστικής κρίσης, εξασθένισε συγκριτικά με τη θέση της Τουρκίας και του Ισραήλ, η ελληνική αστική τάξη αντιμετωπίζει τις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή ως μια ευκαιρία να «ρεφάρει», να βελτιώσει τη θέση της στην ΕΕ, συνολικότερα στην περιοχή.
Η γεωστρατηγική θέση και η θεωρία του «παράγοντα σταθερότητας»
Σε αυτό το πλαίσιο, η ελληνική αστική τάξη και σύσσωμο το πολιτικό της προσωπικό επιχειρούν να αναδείξουν στην πράξη τη σημασία της γεωστρατηγικής θέσης της Ελλάδας για την υλοποίηση των ιμπεριαλιστικών σχεδίων στην Ανατολική Μεσόγειο και στην ευρύτερη περιοχή, να αναδείξουν τη δυνατότητα πολύμορφης συμβολής της για την επιτυχή έκβασή τους.
«Ενα τόξο αστάθειας ξεκινά από την Ουκρανία και τη γύρω περιοχή και φτάνει μέχρι την Τυνησία, περνώντας από τη Συρία και τη Βόρειο Αφρική. Σε αυτό το τόξο, η Ελλάδα είναι παράγοντας σταθερότητας»... Η αναφορά αυτή του υπουργού Αμυνας, Δ. Αβραμόπουλου, μετά από μια συνάντηση με τον Βούλγαρο ομόλογό του τον περασμένο Μάρτη, είναι ουσιαστικά η χαρακτηριστική για τις επιδιώξεις της ντόπιας αστικής τάξης μόνιμη επωδός που συνοδεύει όλες τις επαφές της κυβέρνησης με αξιωματούχους άλλων χωρών.
Ιδιαίτερη έμφαση σε ό,τι αφορά τα «γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα» δίνεται από την ελληνική κυβέρνηση στα ζητήματα της «ενεργειακής διπλωματίας»: Μετά την όξυνση της σύγκρουσης στην Ουκρανία και καθώς η ΕΕ εκτιμά ότι είναι πιθανό ακόμη και «το ενδεχόμενο μείζονος διακοπής εφοδιασμού τον προσεχή χειμώνα», η ελληνική αστική τάξη εκτιμά ότι τα ενεργειακά μπορούν να είναι το ισχυρό της «χαρτί» στην προσπάθεια να αναβαθμίσει τη θέση της.
Σε αυτό το πλαίσιο αναπτύσσει έντονη κινητικότητα: Δύο χαρακτηριστικά και πρόσφατα παραδείγματα αποτελούν η συνάντηση του πρωθυπουργού Αντ. Σαμαρά με τον Επίτροπο Ενέργειας της ΕΕ, Γκ. Ετινγκερ στα τέλη Μάη, «για το ρόλο της Ελλάδας στην ευρωπαϊκή στρατηγική αερίου», όπως δήλωσε ο τελευταίος, καθώς και η συνάντηση του Ελληνα πρωθυπουργού με τον Πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν, Ι. Αλίεφ στις αρχές της περασμένης βδομάδας, για την επιτάχυνση των έργων για τον ενεργειακό εφοδιασμό των ευρωενωσιακών μονοπωλίων, με παράκαμψη της Ρωσίας και της Ουκρανίας. Εργων όπως είναι ο αγωγός ΤΑΡ που θα μεταφέρει αζέρικο αέριο στην Ευρώπη μέσω Ελλάδας, καθώς και ο ελληνοβουλγαρικός αγωγός IGB, ο οποίος σχεδιάζεται να τροφοδοτεί με φυσικό αέριο της Κασπίας τη νοτιοανατολική Ευρώπη.
Χαρακτηριστική, από αυτήν την άποψη, είναι η ανακοίνωση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών μετά τη διυπουργική σύσκεψη που ακολούθησε τις παραπάνω συναντήσεις και στην οποία, όπως αναφέρεται, συζητήθηκαν «θέματα που σχετίζονται με τον αγωγό φυσικού αερίου ΤΑP, καθώς και ζητήματα που αφορούν την προοπτική δημιουργίας νέων εναλλακτικών οδεύσεων, όπως, για παράδειγμα, ο «κεντρικός διάδρομος» Αιγαίου - Βαλτικής. Τέλος, ειδική αναφορά έγινε στην κρισιμότητα που έχει η εθνική υποδομή της Ρεβυθούσας και η προοπτική αναβάθμισής της, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά, συνολικά, για την περιφερειακή ενεργειακή πολιτική της ΕΕ».
Η ελληνική αστική τάξη, μάλιστα, επιλέγει αυτήν τη συμπόρευση με τους ενεργειακούς - και όχι μόνο - σχεδιασμούς των ΗΠΑ και την ΕΕ, παρότι αντιλαμβάνεται ότι η επιλογή αυτή οξύνει και δυσκολεύει τις σχέσεις της με τη Ρωσία, γεγονός που πλήττει άμεσα και ορισμένα τμήματα των ντόπιων ομίλων (όπως στον κλάδο του τουρισμού, των μεταφορών κ.ά.) που έχουν εκτεταμένες οικονομικές σχέσεις με τη ρωσική πλευρά.
Ταυτόχρονα, βέβαια, το «χαρτί» της «ενεργειακής διπλωματίας», όπως και αυτό του «διαμετακομιστικού κόμβου», μεταφέρει για τα καλά τη διεθνή ενδοϊμπεριαλιστική αντιπαράθεση στο εσωτερικό της ίδιας της Ελλάδας: Ισχυρά μονοπώλια άλλων χωρών, σε συνεργασία με ντόπιους επιχειρηματικούς ομίλους, κονταροχτυπιούνται για τον έλεγχο των υποδομών και των εταιρειών στρατηγικής σημασίας: ΔΕΠΑ, ΔΕΣΦΑ, λιμάνια, σιδηρόδρομοι κ.ο.κ.
Με «ατού» τη συμμετοχή στις ευρωατλαντικές λυκοσυμμαχίες
Για να προωθήσει τις στρατηγικές της επιδιώξεις η ελληνική αστική τάξη αξιοποιεί τη συμμετοχή της στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Ειδικά στο α' εξάμηνο του 2014, η κυβέρνηση προσπάθησε να εκμεταλλευτεί στο έπακρο τις θεσμικές δυνατότητες που της έδινε η ελληνική προεδρία στο Συμβούλιο της ΕΕ, σε μια περίοδο μάλιστα που εντείνεται με γρήγορους ρυθμούς η ιμπεριαλιστική επιθετικότητα της λυκοσυμμαχίας, με την ενεργητική προώθηση του στρατιωτικού της βραχίονα, της Κοινής Πολιτικής Αμυνας και Ασφάλειας, με απροκάλυπτες ιμπεριαλιστικές παρεμβάσεις, όπως αυτή που πραγματοποίησε στην Ουκρανία, πριν ακόμα από τη «σφήνα» των ΗΠΑ.
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται, μεταξύ άλλων, η ενεργός εμπλοκή της Ελλάδας στη νέα ιμπεριαλιστική επέμβαση στην ΕΕ στην Κεντροαφρικανική Δημοκρατία, η προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να πρωτοστατήσει στην ένταξη των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ, στα πάρε - δώσε της ΕΕ με αραβικές χώρες και χώρες της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Αντίστοιχο στόχο είχαν οι αλλεπάλληλες κυβερνητικές επαφές στην αρχή του εξαμήνου της Ελληνικής Προεδρίας με κυβερνήσεις χωρών που πρωτοστατούν στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς (ΗΠΑ, Γαλλία, Γερμανία, Ισραήλ κ.ά.).
Χαρακτηριστικό ήταν, εξάλλου, το ταξίδι του αντιπροέδρου και υπουργού Εξωτερικών της ελληνικής κυβέρνησης Ευ. Βενιζέλου στην Ουκρανία, εκεί όπου έσπευσε «πρώτος - πρώτος» να συναντηθεί με τον Ολ. Τουρτσίνοφ, μόλις αυτός ορίστηκε πρόεδρος της πραξικοπηματικής «κυβέρνησης» που κατέλαβε την εξουσία, χάρη στην ανοιχτή επέμβαση της ΕΕ και των ΗΠΑ, στον ανταγωνισμό τους με τη Ρωσία...
Σε αυτές τις συνθήκες, μάλιστα, παράλληλα με τις εντεινόμενες «συνεκπαιδεύσεις» με δυνάμεις των ΗΠΑ και άλλων ισχυρών ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, τη συμμετοχή σε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, την προσαρμογή δομών των ΕΔ στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς (βλ. αναλυτικότερα για όλα αυτά στη διπλανή σελίδα), είναι χαρακτηριστικό ότι η ελληνική κυβέρνηση «διαφημίζει» τελευταία όλο και πιο έντονα τις δυνατότητες των Ενόπλων Δυνάμεων της χώρας και το ρόλο που μπορούν να παίξουν ακριβώς σε αυτούς τους σχεδιασμούς. «Φέρνουμε τα αμυντικά μας συστήματα το ένα κοντά στο άλλο», δήλωνε μετά τη συνάντησή του με τον Ισραηλινό υπουργό Εξωτερικών, ο Ελληνας υπουργός Αμυνας Δ. Αβραμόπουλος, «με σκοπό να αναλάβουμε νέο ρόλο στο πλαίσιο των στόχων μας για την περιοχή» και συμπλήρωνε: «Εχουμε θέσει το αμυντικό μας σύστημα στην υπηρεσία των στόχων και των σκοπών του διεθνούς δικαίου και της διεθνούς έννομης τάξεως». Ενα «διεθνές δίκαιο», βέβαια, που χρησιμοποιείται ως «φύλλο συκής» σε όλες τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις όπου Γης...
Η Ελλάδα, βέβαια, είναι ένα καπιταλιστικό κράτος με συγκεκριμένη οικονομική, πολιτική και στρατιωτική δύναμη που δεν της επιτρέπει να παίξει ηγετικό ρόλο στις ευρύτερες εξελίξεις. Η ντόπια αστική τάξη, ωστόσο, επιδιώκει στο μέτρο των δυνάμεών της και μέσα από τη ενεργό συμμετοχή της σε ΕΕ και ΝΑΤΟ να αναβαθμίσει στο μέγιστο δυνατό τη θέση της.
ΣΥΡΙΖΑ: Στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ με... όλη τη δύναμη της φωνής του
Σε αυτήν την προσπάθεια, η ελληνική αστική τάξη δε στηρίζεται μόνο στην κυβέρνηση, αλλά σε όλες τις δυνάμεις της αστικής διαχείρισης και φυσικά στην αξιωματική αντιπολίτευση, τον ΣΥΡΙΖΑ: Με δεδομένο ότι θέλει την Ελλάδα εντός του καπιταλιστικού δρόμου ανάπτυξης, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, κριτήριο της εξωτερικής πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να είναι άλλο από την επιδίωξη του ελληνικού κεφαλαίου να βελτιώσει τη θέση του στην ΕΕ και την ευρύτερη περιοχή.
Μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι ο Αλ. Τσίπρας, ελάχιστες μέρες πριν από τις ευρωεκλογές, σε τηλεοπτική του συνέντευξη (και όχι σε κάποια «ανύποπτη στιγμή» και σε περιορισμένο ακροατήριο) επέλεξε να κάνει μια τόσο ανοιχτή δήλωση αφοσίωσης στις στρατηγικές επιλογές του ντόπιου κεφαλαίου: «Ισχυρίζομαι, και το λέω με όλη τη δύναμη της φωνής μου, πως η χώρα ανήκει στο δυτικό πλαίσιο, ανήκει στην ΕΕ, στο ΝΑΤΟ, αυτό δεν αμφισβητείται».
Είναι προφανές ότι ως δύναμη που διεκδικεί με πολλές πιθανότητες την αστική διακυβέρνηση και πρέπει να δίνει συνεχώς διαπιστευτήρια στο κεφάλαιο εντός και εκτός Ελλάδας, ο ΣΥΡΙΖΑ δε θα μπορούσε να αρκεστεί πια στη διατύπωσή του περί «Ευρώπης χωρίς ΝΑΤΟ», έστω κι αν αυτή έτσι κι αλλιώς στην ουσία δεν ήταν παρά μια «ντρίμπλα», για να μη φαίνεται το γεγονός ότι αρνείται να βάλει θέμα εξόδου της χώρας από το ΝΑΤΟ.
Τι άλλο είπε ο Αλ. Τσίπρας στην ίδια συνέντευξη; «Με απασχολεί η χώρα σε αυτήν την κρίσιμη γεωπολιτική συγκυρία να αποκτήσει στηρίγματα (...) Να έχει συμμάχους ισχυρές χώρες που παίζουν ρόλο στα γεωπολιτικά πράγματα»... Ολοφάνερη η δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ για ενίσχυση των συμμαχιών της ελληνικής αστικής τάξης, με ισχυρούς «παίχτες» μάλιστα, που «παίζουν ρόλο» στους επικίνδυνους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς. Σε αυτήν την κατεύθυνση εντάσσεται άλλωστε και το προεκλογικό ταξίδι του Αλ. Τσίπρα στη Μόσχα: Στην προσπάθεια να πείσει ότι μπορεί να «παίξει» μέσα στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, να «πατήσει» και σε ανταγωνιζόμενα ισχυρά ιμπεριαλιστικά κέντρα.
Τι το «ριζοσπαστικό» και «καινοτόμο» έχει άραγε αυτή η τακτική του ΣΥΡΙΖΑ για «πολυδιάστατη» εξωτερική πολιτική; Μήπως οι «μπίζνες» με την Κίνα που προωθεί η συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ (την ίδια ώρα μάλιστα που οξύνονται οι αντιθέσεις και μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, αλλά και μεταξύ ΕΕ και Κίνας) δεν αποτελούν αντίστοιχη προσπάθεια να κάνει τέτοιο «παιχνίδι»; Μέχρι και η, τάχα «αντισυστημική», Χρυσή Αυγή, πριν από λίγες μέρες, με άρθρο στην ιστοσελίδα της, «πλασαριζόταν» ως η δύναμη που μπορεί να βρει τη «χρυσή τομή» στους διεθνείς ανταγωνισμούς που ακουμπάνε την Ελλάδα, «να την επωμιστεί και να τη διαχειριστεί». Οι λαοί, βέβαια, με πιο πρόσφατο παράδειγμα αυτό της Ουκρανίας, έχουν πικρή πείρα από τις αστικές τάξεις που πήγανε να «παίξουν» σε πολλά ταμπλό στους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς...
***
Ανεξάρτητα από την εκπλήρωση ή μη των στόχων του ντόπιου κεφαλαίου, ο δρόμος αυτός μόνο νέα βάσανα μπορεί να φέρει στο λαό, μετατρέποντας τα «γεωστρατηγικά πλεονεκτήματα», τον ορυκτό και φυσικό πλούτο κάθε χώρας σε «κόλαση» και όχι ευλογία για τους λαούς.
Η εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα πρέπει σε κάθε περίπτωση να μη στοιχηθούν πίσω από τους στόχους των καπιταλιστών, να παλέψουν ενάντια στα ιμπεριαλιστικά σχέδια ΝΑΤΟ - ΕΕ - ΗΠΑ, για την αποδέσμευση από όλους τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς. Η κατάκτηση της εξουσίας από την εργατική τάξη και τα σύμμαχα λαϊκά στρώματα είναι ο μόνος δρόμος για την ένωση των λαών στη βάση της κοινωνικής ευημερίας και της ειρηνικής διεθνιστικής συμβίωσής τους.
Ευκαιρία να διαδηλώσουμε ενάντια σ' αυτά τα σχέδια είναι το Διήμερο που διοργανώνει η ΚΝΕ 4-6 Ιούλη στο Στόμιο Λάρισας ενάντια στο νέο στρατηγείο της ΕΕ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ