Η σχέση εργάσιμου - ελεύθερου χρόνου και το τσάκισμα των εργατών
Σύμφωνα με την έρευνα, αντί η οικογενειακή ζωή των εργαζομένων να διευκολύνεται μέσα από τις συνθήκες εργασίας, αυτό που συμβαίνει είναι η οικογενειακή ζωή να έχει προσαρμοσθεί στις απαιτήσεις της απασχόλησης. Στις χώρες του ευρωπαϊκού Βορρά, π.χ. Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο, αλλά και στη Γαλλία, η δυσαρέσκεια οφείλεται στο ότι δε διαθέτουν αρκετό χρόνο στην οικογένεια. Ενώ, στις χώρες της Κεντρικής και Νότιας Ευρώπης, ο λόγος είναι ότι η σχέση αυτή επηρεάζεται αρνητικά από την κόπωση που νιώθουν οι εργαζόμενοι, εξαιτίας των μη ικανοποιητικών συνθηκών εργασίας, αλλά και των πολλών ωρών εργασίας.
Η συγκεκριμένη διαπίστωση έχει σημασία μόνο βεβαίως εάν αποκαλύπτονται και οι αιτίες διαμόρφωσης αυτής της πραγματικότητας. Για παράδειγμα, το ρεπορτάζ της «Καθημερινής», παρουσιάζοντας τη συγκεκριμένη έρευνα σχολιάζει: «Τελικά, το μεγάλο "βαρίδι" στη ζυγαριά της σχέσης της εργασίας με την προσωπική είτε οικογενειακή ζωή των εργαζομένων είναι ο χρόνος. Και ο χρόνος γίνεται ακόμη και ο μεγάλος "ένοχος" όταν παραβιάζει τα δεδομένα όρια που δικαιούνται να έχουν οι άνθρωποι στις δύο αυτές σφαίρες της ζωής τους».
Οι διαπιστώσεις συγκαλύπτουν
Πράγματι, αν μείνει κανείς στη διαπίστωση της συγκεκριμένης πραγματικότητας το πρώτο που θα πει είναι ότι ευθύνεται ο χρόνος. Μόνο που ο χρόνος είναι ημερήσιος και μοιράζεται σε εργάσιμο και ελεύθερο. Ο ελεύθερος χρόνος χρειάζεται για την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, ώστε να μπορεί και την επομένη μέρα ο εργαζόμενος να δουλεύει το ίδιο όπως και την προηγούμενη (σ.σ. μέσα στον ελεύθερο χρόνο υπολογίζουμε και το χρόνο του ύπνου).
Ταυτόχρονα, μέσα στον ελεύθερο χρόνο είναι η ενασχόληση με την οικογένεια και τις ανάγκες της, σε συνδυασμό με την εκπλήρωση όλων των συναισθηματικών αναγκών των ανθρώπων που πηγάζουν μέσα και από τις οικογενειακές σχέσεις,(σχέσεις των δύο φύλων, σχέσεις με τα παιδιά), άλλες σχέσεις όπως συγγενικές, φιλικές. Αλλά και ο αναγκαίος χρόνος για ενασχόληση με την πολιτικοκοινωνική και συνδικαλιστική δράση, την ανάπαυση, την ψυχαγωγία με δημιουργικό περιεχόμενο, δηλαδή ενασχόληση με την ενημέρωση των πολιτικών, οικονομικών, κοινωνικών εξελίξεων, το βιβλίο, το θέατρο, τη μουσική, το σινεμά, τον αθλητισμό κ.λπ. Δηλαδή, όλα όσα διαμορφώνουν συνεχώς και αναπτύσσουν τον εργαζόμενο ως προσωπικότητα, όσο γίνεται πιο πλήρη και ολοκληρωμένη.
Επομένως, η συγκεκριμένη πραγματικότητα στερεί από τον εργαζόμενο πολλά περισσότερα, αλλά βεβαίως επειδή η οικογένεια αποτελεί προτεραιότητα, στην οποία οι εργαζόμενοι δεν ανταποκρίνονται όπως θα ήθελαν, εμφανίζεται στην έρευνα ως το στοιχείο της δυσαρέσκειάς τους.
Αλήθεια, όμως, η συγκεκριμένη πραγματικότητα διαμορφώνεται ουδέτερα, από μόνη της; Οι εργαζόμενοι επιλέγουν να ζουν σε τέτοιες συνθήκες δουλειάς και ελεύθερου χρόνου, ή αναγκάζονται; Η απάντηση σ' αυτό το ερώτημα μπορεί να ξετυλίξει το κουβάρι όχι μόνο των αιτιών, αλλά να συμβάλει και στη διέξοδο για τους εργαζόμενους.
Στις καπιταλιστές σχέσεις η αιτία
Οι
συνθήκες εργασίας, και πρώτ' απ' όλα το εύρος του εργάσιμου χρόνου στη
διάρκεια του 24ωρου, καθορίζονται από τους ιδιοκτήτες των μέσων
παραγωγής, από τους ιδιοκτήτες, δηλαδή, των επιχειρηματικών ομίλων, που
οργανώνουν την παραγωγή με σκοπό τα ολοένα και μεγαλύτερα κέρδη. Τα
κέρδη (η υπεραξία) δημιουργούνται στη διάρκεια της εργασίας από την
εργατική δύναμη, στη συνένωσή της με τα μέσα παραγωγής.Οσο μεγαλύτερος είναι ο εργάσιμος χρόνος στη διάρκεια της μέρας, τόσο μεγαλύτερα είναι τα κέρδη. Οσο, επίσης, πιο εντατική είναι η δουλειά, όσο πιο μεγάλη η παραγωγικότητα της εργασίας, τόσο μεγαλύτερα είναι τα κέρδη. Το ίδιο ισχύει και με τους μισθούς. Οσο μικρότεροι είναι τόσο μεγαλύτερα είναι τα κέρδη. Αρα, η αιτία βρίσκεται στην καπιταλιστική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, στο νόμο του κέρδους, δηλαδή στις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής.
Δύο παράγοντες, λοιπόν, διαμορφώνουν την πραγματικότητα που διαπιστώνει η έρευνα. Οι μισθοί που συνεχώς μειώνονται, επομένως δε φτάνουν να καλύψουν στοιχειώδεις ανάγκες της εργατικής οικογένειας, άρα αναγκάζεται - αν βεβαίως καταφέρει να βρει δουλειά - να δουλεύει έως και δύο 8ωρα τη μέρα. Ο δεύτερος παράγοντας είναι η αύξηση του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου από τους καπιταλιστές. Υπάρχει, βεβαίως, και ο συνδυασμός και των δύο αυτών παραγόντων. Σε κάθε περίπτωση, είτε δε μένει χρόνος για ενασχόληση με την οικογένεια, είτε η κούραση είναι τόσο εξαντλητική, που επίσης δεν επιτρέπει τέτοια ενασχόληση.
Η ανεπανόρθωτη φθορά της εργατικής δύναμης
Εμείς
θα προσθέταμε ένα ακόμη ζήτημα: Η συγκεκριμένη πραγματικότητα στη σχέση
εργάσιμου χρόνου/ελεύθερου χρόνου, όπως καταγράφεται στην έρευνα, δε
δίνει τη δυνατότητα αναπλήρωσης της εργατικής δύναμης, με αποτέλεσμα να
έχουμε μόνιμη και μη αναστρέψιμη φθορά της υγείας του εργάτη, που οδηγεί
στη μείωση της διάρκειας της ζωής του, ενώ αυξάνονται κατακόρυφα τα
εργατικά δυστυχήματα.Ο Κ. Μαρξ στον πρώτο τόμο του «Κεφαλαίου» αναφέρει σχετικά: «Η αξία της εργατικής δύναμης, εξαιτίας της φθοράς της, μεγαλώνει όταν μεγαλώνει η διάρκεια της λειτουργίας της και μεγαλώνει σε μεγαλύτερη αναλογία από την αύξηση της διάρκειας της λειτουργίας της» (σελ. 562 - 564). Ενώ στη σελίδα 278 αναφέρει: «με την παράταση της εργάσιμης ημέρας η κεφαλαιοκρατική παραγωγή, που είναι ουσιαστικά παραγωγή υπεραξίας, απορρόφηση υπερεργασίας, δεν προκαλεί απλώς το μαρασμό της ανθρώπινης εργατικής δύναμης, που της στερούν τους κανονικούς όρους της ηθικής και φυσικής ανάπτυξης και δραστηριότητάς της. Προκαλεί την πρόωρη εξάντληση και θανάτωση αυτής της ίδιας της εργατικής δύναμης. Παρατείνει για ένα ορισμένο διάστημα τον παραγωγικό χρόνο του εργάτη, συντομεύοντας το χρόνο της ζωής του».
Το ζήτημα του εργάσιμου χρόνου υπόκειται στους νόμους της ταξικής πάλης. Δεν είναι τυχαίο ότι το κεφάλαιο, έχοντας τεράστιες δυσκολίες στην αναπαραγωγή του, επιδιώκει την ολοένα αυξανόμενη ένταση της εκμετάλλευσης, άρα διαμορφώνει συνθήκες αύξησης του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου.
Η οριστική διέξοδος, όμως, βρίσκεται σ' αυτό που εν συντομία έγραφε ο Φρ. Ενγκελς στο άρθρο1 του «Δίκαιος μισθός για δίκαιη εργάσιμη ημέρα»: «Πολλά θα μπορούσε να πει κάποιος και για τη δίκαιη εργάσιμη μέρα, δικαιοσύνη που είναι ίδια και απαράλλαχτη με τη δικαιοσύνη για το μισθό. Αλλά αυτό είμαστε αναγκασμένοι να το αφήσουμε για κάποια άλλη φορά. Από τα παραπάνω, γίνεται απολύτως ξεκάθαρο, ότι το παλιό σύνθημα έφαγε τα ψωμιά του και είναι αμφίβολο αν μας κάνει για σήμερα. Η δικαιοσύνη της πολιτικής οικονομίας, όσο η τελευταία εκφράζει πιστά τους νόμους, με τους οποίους διοικείται η σημερινή κοινωνία, είναι η δικαιοσύνη που τάσσεται εξ ολοκλήρου με τη μια πλευρά. Με την πλευρά του κεφαλαίου. Ας θάψουμε λοιπόν για πάντα το παλιό σύνθημα και ας το αντικαταστήσουμε με το εξής: Τα μέσα εργασίας - πρώτες ύλες, φάμπρικες μηχανές - στην ιδιοκτησία των ίδιων των εργατών».
Παραπομπή:
1. Το άρθρο αυτό γράφτηκε την Πρωτομαγιά και στις 2 Μάη του 1881. Δέκα περίπου χρόνια, δηλαδή, μετά την Παρισινή Κομμούνα και 5 χρόνια πριν τα γεγονότα του Σικάγου. Είναι το πρώτο από μια σειρά άρθρα που γράφτηκαν από τον Ενγκελς για την εφημερίδα «The Labour Standart» («Η σημαία της Εργασίας») - Εβδομαδιαία αγγλική εφημερίδα, όργανο των τρεντ-γιούνιον (συνδικάτα) που έβγαινε στο Λονδίνο από το 1881 μέχρι το 1885 υπό τη διεύθυνση του Τζ. Σίπτον, με την οποία συνεργάστηκε από τον Μάη μέχρι τον Αύγουστο του 1881.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου