tsipras5
Γράφει ο Οικοδόμος //
Αν ζούσε κανείς ως παρατηρητής τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα της «κρίσης» δεν θα δυσκολευόταν να αντιληφτεί το μένος της λυκοσυμμαχίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των «καλών παιδιών» τους που κυβέρνησαν τη χώρα μέχρι τον Γενάρη, εναντίον των εργαζομένων και των φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων. Στη σύντομη προεκλογική περίοδο που προηγήθηκε του δημοψηφίσματος, ακόμα και ένας όχι και τόσο καλοπροαίρετος Έλληνας «ευρωπαϊστής» δεν μπορεί να μην ενοχλήθηκε από την άθλια μηντιακή τρομολαγνεία, τη διασπορά ψευδών ειδήσεων και του φόβου, καθώς και το πνίξιμο ―πολύ συχνά― της αντίθετης από την δική τους «άποψη», από τη συμμαχία των καναλιών.
Η κυβέρνηση ως ένας από τους κύριους μονομάχους μιας αναμέτρησης συμφερόντων στους κόλπους της ΕΕ που εξελίχτηκε σε εκλογική μάχη στην Ελλάδα, φέρει τεράστιες ευθύνες για τον εγκλωβισμό του λαού στα αδιέξοδα των αντιλαϊκών πολιτικών του ευρωμονόδρομου και της συνέχισης (όπως όλα δείχνουν) των μνημονίων. Φέρει τεράστιες ευθύνες για τον ευνουχισμό της δυναμικής που αναπτύχθηκε πριν τις βουλευτικές εκλογές του Γενάρη, με το φούντωμα στην πλειοψηφία του λαού της ελπίδας ότι κάτι μπορεί ν’ αλλάξει και τις προσδοκίες ότι κάτι καλό θα γίνει, που γεννήθηκαν από την καθαρή εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και τις δηλώσεις των στελεχών του τις πρώτες βδομάδες μετά την ανάληψη των κυβερνητικών θώκων.
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχοντας τη στήριξη της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού στο πλευρό της, είχε τη δυνατότητα να διαπραγματευτεί για τα συμφέροντα του λαού (όπως πίστεψαν και ακόμα πιστεύουν χιλιάδες καλοπροαίρετοι αριστεροί και δημοκρατικοί άνθρωποι) και δεν το έπραξε. Κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων με τους «θεσμούς» της δόθηκαν οι ευκαιρίες, αν ήθελε, να αναδείξει στο λαό, σε όλες τις διαστάσεις, τι σημαίνει Ευρωπαϊκή Ένωση των επιχειρηματικών συμφερόντων και ανταγωνισμών, ποιους στόχους βάζει για το ξεπέρασμα της κρίσης με τους λαούς (και τον ελληνικό) να ματώνουν, και ποιους ―αντιλαϊκούς― όρους σπεύδει να διαμορφώσει για την επόμενη μέρα, της «ανάπτυξης» που, όπως και η παρούσα κυβέρνηση, ευαγγελίζονται. Ειδικά φτάνοντας στο τέλος της διαπραγμάτευσης και αφού δεν υπήρχαν πια αμφιβολίες ούτε και στους πιο αδαείς (αν ακόμα υπάρχουν) τι εστί ΕΕ, ο Αλέξης Τσίπρας και η κυβέρνησή του είχαν τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν το δημοψήφισμα ως μια θαρραλέα πράξη αντίστασης του ελληνικού λαού στους εμπνευστές της δυστυχίας του και να δρομολογήσουν εξελίξεις που να ανοίγουν το δρόμο σε φιλολαϊκή κατεύθυνση.
Δεν έκαναν τίποτα από τα παραπάνω για τον απλούστατο λόγο ότι η απόσταση από το να δηλώνεις «κυβέρνηση της Αριστεράς» μέχρι να υπηρετείς τα συμφέροντα του λαού είναι μεγάλη. Αναλώθηκαν σε ευχολόγια και εκθέσεις ιδεών για ευρωπαϊκά ιδεώδη και αξίες, την ώρα που έβαζαν την υπογραφή τους κάτω από «προτάσεις» καρμανιόλες, που στέλνουν τον λαό δεμένο στο Κολοσσαίο ενός διαφαινόμενου νέου μνημονίου. Προτάσεις που ο Αλέξης Τσίπρας δεν έπαψε να επικαλείται και να υπερασπίζεται, μέχρι και σήμερα, ως το «καλύτερο δυνατό» της κυβέρνησής του στην διαπραγμάτευση.
Οι μάσκες, όμως, για τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα είχαν πέσει προ πολλού. Προεκλογικά δεν άφησαν εσωτερικό και διεθνή «θεσμό» του κεφαλαίου που να μη δηλώσουν πίστη και υποταγή, την ώρα που παραπλανούσαν το λαό με τις αριστερές φιλολαϊκές ρητορείες τους, πατώντας στην απογοήτευσή του και την οργή του για τους μισητούς «σαμαροβενιζέλους». Αυτό που κατάφερε ο Τσίπρας, «τρώγοντας» πρώτα τον Βενιζέλο και απόψε τον Σαμαρά (ανακοίνωσε ο ίδιος την παραίτησή του από την ηγεσία της ΝΔ) είναι να εγκλωβίσει την ανοχή της πλειοψηφίας του λαού (ακόμα και πολλών ψηφοφόρων άλλων κομμάτων), «κατασκευάζοντας» συνενόχους στις αντιλαϊκές πολιτικές που δεν πρόκειται να σταματήσουν.
tsipras5a
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι μια μεγάλη νίκη της κυβέρνησης που πιστώνεται σχεδόν εξ’ ολοκλήρου στον Αλέξη Τσίπρα. Μέσα στο μεγάλο ποσοστό του «όχι», που προεκλογικά ερμηνευόταν από πολλούς και με διαφορετικούς τρόπους, βρίσκονται οι ανησυχίες, οι προσδοκίες, η πίστη για ξόρκισμα του κακού και η ελπίδα εκατομμυρίων ανθρώπων ότι δεν θα διαψευστούν από την κυβέρνηση. Ο λαός με το ποσοστό αυτό ανανεώνει την εμπιστοσύνη του στην συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, και μαζί ανανεώνει τις προσδοκίες του για καλύτερες μέρες. Ο λαός, που στην πλειοψηφία του δεν μπορεί να διανοηθεί τη ζωή του εκτός της ΕΕ και ζητά την πάση θυσία παραμονή του στην ευρωζώνη, ψήφισε για καλύτερη ζωή.
Η επόμενη μέρα, παρά τις θριαμβολογίες των νικητών, δεν θα είναι μια καλύτερη μέρα για τους εργαζόμενους και τα δοκιμαζόμενα λαϊκά στρώματα. Όσο αδιαμφισβήτητη είναι η νίκη του «όχι» το ίδιο βέβαιο είναι ότι το εργατικό-λαϊκό κίνημα έχει να αντιμετωπίσει μια ακόμα πιο δύσκολη και περίπλοκη κατάσταση και να αντιπαλέψει επιπλέον τον εφησυχασμό που ακολουθεί κάθε εκλογικό αποτέλεσμα αλλά και την προβλεπόμενη προσπάθεια της κυβέρνησης, στις νέες διαπραγματεύσεις με τους δανειστές να «κεφαλαιοποιήσει» τη δυναμική του «όχι» μετατρέποντάς το σε «ναι» σε νέες αντιλαϊκές συμφωνίες.
Αυτό που και οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών καταδεικνύουν είναι ότι η πραγματική εξουσία δεν εξασκείται από τις κυβερνήσεις (πολύ περισσότερο δε από τις προθέσεις τους) αλλά από την κυρίαρχη τάξη στο δοσμένο κοινωνικό σύστημα, που κρατά τα «κλειδιά» της οικονομίας. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο Τσίπρας και άλλα στελέχη (πχ Φίλης) του ΣΥΡΙΖΑ είπαν «έχουμε την κυβέρνηση, αλλά όχι την εξουσία». Αυτή είναι η μισή αλήθεια.
Την… άλλη μισή οφείλει να την πει το εργατικό-λαϊκό κίνημα από αύριο κιόλας. Οι ταξικές δυνάμεις στους χώρους δουλειάς, στα συνδικάτα, στις γειτονιές, ανασυντάσσοντας τις δυνάμεις τους καλούνται να οργανώσουν την πάλη του λαού για την επιβίωσή του, δίνοντας έμφαση πρώτα απ’ όλα στην αλληλεγγύη στους περισσότερο δοκιμαζόμενους· με αντίσταση και υπεράσπιση των δικαιωμάτων και κατακτήσεων που γλίτωσαν μέχρι τώρα και πάλη για αναπλήρωση απωλειών, κρατώντας ψηλά τα λάβαρα του αγώνα ενάντια στην ΕΕ, το κεφάλαιο και την εξουσία τους.
tsip5p
Ανεξάρτητα από τις όποιες επερχόμενες εξελίξεις, η Ιστορία θα καταγράψει τις πολύτιμες υπηρεσίες που ο Αλέξης Τσίπρας και το κόμμα του πρόσφεραν στην αναστήλωση του σαθρού οικοδομήματος του καπιταλισμού σε Ελλάδα και Ευρώπη, λειτουργώντας ως βαλβίδα αποσυμπίεσης της λαϊκής δυσαρέσκειας και οργής. Αποπροσανατολίζοντας σαν χαλασμένη πυξίδα στην ανασφάλεια και στις φοβίες έναν λαό σαστισμένο από τις αλλεπάλληλες απογοητεύσεις και διαψεύσεις, εκπαιδευμένο από δεκαετίες να βολοδέρνει από δίπολο σε δίπολο, να μπερδεύει την αξιοπρέπεια με το βόλεμα και, με «απ’ ευθείας ανάθεση» (όπως τα περισσότερα άλλωστε σ’ αυτή τη χώρα) να αναθέτει τις τύχες του σε «μεσσίες».