8 Σεπ 2015

Το ιδανικό σενάριο

 Το ιδανικό σενάριο



Ίσως είναι λίγο νωρίς, αλλά από μια άποψη, καλύτερα να τα ‘χουμε από τώρα στο νου μας, για να είμαστε προετοιμασμένοι.

Ποιο θα ήταν το ιδανικό σενάριο για τις εκλογές που έρχονται; ΚΚΕ 90%.
Αλλά αν μιλάμε για το ιδανικό εντός ρεαλιστικών πλαισίων, θα μπορούσαμε να πούμε για τον επαναπατρισμό αρκετών εξαπατημένων συζύγων-ψηφοφόρων, που έκαναν το αγροτικό τους στην κυβερνώσα αριστερά και τώρα επιστρέφουν σπίτι τους –αν και κάποιοι έφυγαν μάλλον μια και καλή, καταλαβαίνοντας πως το Κκε λέει πολύ διαφορετικά πράγματα απ’ αυτά που είχαν κατά νου. Η αποχή ως απότοκο και της απογοήτευσης είναι αστάθμητος παράγοντας που καθιστά δύσκολες κι επισφαλείς τις προβλέψεις για ποσοστά και ακριβή αριθμό ψήφων. Εφόσον μιλάμε όμως για το ιδανικό, μπορούμε να πάρουμε το σενάριο κάποιων δημοσκοπήσεων που δείχνουν το κόμμα στην τρίτη θέση και σε κάθε περίπτωση αποτυπώνουν μια δυναμική.

Κι ύστερα; Ύστερα πολλά θα κριθούν από τα κουκιά που θα μαζέψει η συμμαχία των προθύμων και τη μεταξύ τους κατανομή. Το πρώτο κόμμα, με το μπόνους των 50 εδρών, θα έχει σίγουρα πρωτοβουλία κινήσεων και την ευκαιρία να σχηματίσει κυβέρνηση συνεργασίας, με ένα ή δύο μικρότερα κόμματα (έχει πάντα πλάκα να λες το Πασόκ μικρό κόμμα). Το ιδανικό σενάριο θα ήταν να καταφύγουν, είτε λόγω συσχετισμών, είτε λόγω άνωθεν εντολών, σε ένα μεγάλο συνασπισμό Νδ-Σύριζα.

Ποιος θα είναι τότε όμως αξιωματική αντιπολίτευση; Ήδη διατυπώνονται προβληματισμοί από στελέχη αστικών κομμάτων για αυτό το ζήτημα, αν είναι εκ νέου τρίτο κόμμα η Χρυσή Αυγή. Φαντάσου να ‘ταν το Κουκουέ τρίτο κόμμα, πόσο θα προβληματιστούν. Και θυμήσου, σφε αναγνώστη, πώς είχαν κάνει το 11’ το μεγάλο συνασπισμό Νδ-Πασοκ, με τον Παπαδήμο, και με τη Νδ να συνεισφέρει «εξωκοινοβουλευτικούς» υπουργούς στην κυβέρνηση, για να μη χαρίσουν στους κομμουνιστές τα κοινοβουλευτικά προνόμια της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ας μιλήσουμε και με πιο συγκεκριμένες εκτιμήσεις για τα ποσοστά. Θα ήταν «ιδανικό» να μην πιάσει ούτε 55% ο δικομματισμός, να μείνουν κάτω από το 30% κι οι δύο εταίροι του, να μην πιάσουν τόπο τα εκβιαστικά διλήμματα, τώρα που ο κόσμος καταλαβαίνει καλύτερα από ποτέ πόσο κάλπικα είναι. Θα ήταν ιδανικό να μην τσιμπήσει στη νέα μιντιακή-διαδικτυακή φούσκα του Λεβέντη και να τον αφήσει εκτός βουλής, να επιβεβαίωσει ότι τα χρυσαυγίτικα φασισταριά έχουν πιάσει εκλογικό ταβάνι, κι ότι οι φασίστες του ποταμίσιου κέντρου ξεφουσκώνουν.  Ότι ο αργός θάνατος του Πασόκ είναι μη αναστρέψιμος, ότι οι Ανελ ήταν μια ψεκασμένη παρένθεση, ότι οι εκλογικές εισπράξεις της κινηματογραφικής συνέχειας του Σύριζα (δηλ του παλιού Πασόκ), δηλ της ΛαΕ, βαίνουν μειούμενες, πως ο λαός δε θα εγκλωβιστεί στις αυταπάτες ενός νέου αναχώματος. Και γενικά δε θα εκφράσει την απογοήτευσή του, αυτό το γαμώτο, που λέει κι ο απερχόμενος πρωθυπουργός, με αποχή-αδιαφορία και γιούχου ψήφο, αλλά θα μετατρέψει την οργή του σε συνειδητή δράση και σε ένα βήμα που δε θα εξαντληθεί στις κάλπες.

Κι ύστερα; Ύστερα, ύστερα... μα δεν υπάρχει ύστερα, που να μπορεί να κριθεί με εκλογικούς όρους. Τις χρήσιμες υπομνήσεις, για τη σχετική αξία του εκλογικού δικαιώματος ως ενός απλού δείκτη ωριμότητας της εργατικής τάξης και τίποτα περισσότερο (Ένγκελς) δεν πρέπει να τις επικαλούμαστε επιλεκτικά, για να δικαιολογήσουμε ένα άσχημο αποτέλεσμα και για να μην απογοητευτούν οι φίλοι του κόμματος, αλλά και στις καλές στιγμές ή μάλλον πρωστίστως σε αυτές. Θυμάμαι πχ την Αλέκα να λέει μετά τις εκλογές του 12’ πως μπορεί να περίμενε ο κόσμος κάτι παραπάνω, αλλά το κόμμα έβλεπε πως δε θα αντιστοιχούσε στις δυνάμεις του, στους πραγματικούς συσχετισμούς και την απήχησή του, στο βαθμό συνειδητοποίησης και οργάνωσης της εργατικής τάξης. Και δε νομίζω να έχουν αλλάξει πολλά έκτοτε, τουλάχιστον όχι εντυπωσιακά, ώστε να δικαιολογούν ή να υποστηρίζουν ένα αντίστοιχα καλό ποσοστό.

Αυτά δεν τα σημειώνω, για να υποτιμήσω τη σημασία της εκλογικής μάχης και προπαντός την καταλυτική επίδραση που έχει στον κόσμο μας, την κομματική βάση και το στενό περίγυρο η εκάστοτε εκλογική επίδοση. Ούτε μπορεί φυσικά να αγνοηθεί η πείρα από το διάστημα μετά τις εκλογές του 12’ και το 4,5% του κόμματος, που δεν ήταν προφανώς άσχετο κι ανεξάρτητο από την κινηματική νηνεμία που ακολούθησε.

Εφόσον όμως καταλαβαίνουμε ότι αυτή η αμφίδρομη σχέση λειτουργεί κυρίως αντίστροφα, ότι δηλ οι εκλογές επηρεάζουν εν μέρει το κίνημα θετικά ή αρνητικά, αλλά δεν μπορούν να μπούνε στο επίκεντρο της προσοχής μας και να αποτελούν το απόλυτο κριτήριο της δράσης μας, οφείλουμε να προβληματιστούμε και να σκεφτούμε από τώρα πώς θα παλέψουμε από καλύτερες θέσεις (ακόμα κι αν δε φτάσουμε τελικά το... 90% -ή μάλλον πολύ περισσότερο, εφόσον τελικά το φτάναμε):
Α. να καταφέρουμε να σπάσουμε τη μετεκλογική νιρβάνα, για να μην επικρατήσει ξανά η σιωπή νεκροταφείου των πρώτων μηνών μετά την 25η Γενάρη (που ήταν πάντως αρκετά διαφορετική από την επικείμενη αναμέτρηση, αλλά συνηθίζουμε να την ξεχνάμε εξαιτίας των πυκνών εξελίξεων του καλοκαιριού).
Και Β. να μετατοπιστεί το κέντρο βάρους και να παρθούν δραστικές πρωτοβουλίες για τη ριζική αλλαγή συσχετισμών στο εργατικό κίνημα –ιδίως μετά την τελεσίδικη κι εξώφθαλμη χρεοκοπία της Γσεε.

Αλλά αυτό είναι το θέμα μιας διαφορετικής ανάρτησης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ