ΠΛΕΥΡΕΣ ΤΗΣ ΚΑΘΟΔΗΓΗΤΙΚΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΣΤΡΑΤΟΛΟΓΙΑ
- της Λουΐζας Ράζου
Η ΚΕ του ΚΚΕ, με τη συμπλήρωση των 95 χρόνων του, έδωσε στη δημοσιότητα διακήρυξη1 στην οποία καθορίζει τους στόχους και το περιεχόμενο του γιορτασμού των 100 χρόνων που συμπληρώνονται το 2018. Ολόκληρη η πενταετία που διανύουμε από τα 95 στα 100 χρόνια θέλουμε να αποτελέσει μια περίοδο πλατιάς ανάδειξης στο λαό της ιστορικής προσφοράς του ΚΚΕ στην εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα, τις γυναίκες, τη νεολαία. Ταυτόχρονα θέλουμε να αξιοποιήσουμε τα χρόνια αυτά για την πιο συστηματική διάδοση του σκοπού ύπαρξης του ΚΚΕ, που δεν είναι άλλος από την καθοδήγηση της πάλης της εργατικής τάξης για την ανατροπή του εκμεταλλευτικού καπιταλιστικού συστήματος και την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής - κομμουνιστικής κοινωνίας.
Βεβαίως,
η προσπάθεια αυτή ξεδιπλώνεται παράλληλα με τη δράση των μελών του
Κόμματος και της ΚΝΕ σε όλα τα κρίσιμα μέτωπα της καθημερινής πάλης,
στον αγώνα για όλα τα ζητήματα που επιδρούν στη ζωή της εργατικής,
λαϊκής οικογένειας. Με λίγα λόγια, επιδιώκουμε η πορεία του Κόμματος
προς το 2018 να είναι μια πορεία μαχητικής διαμόρφωσης των προϋποθέσεων
για την αντεπίθεση του εργατικού κινήματος απέναντι σε όλη τη γραμμή της
αστικής διαχείρισης.
Φυσικά,
έχουμε πλήρη επίγνωση των συνθηκών μέσα στις οποίες θα ξεδιπλωθεί η
πολύμορφη κομματική παρέμβαση τα επόμενα χρόνια. Έχουμε πλήρη επίγνωση
ότι οι συνθήκες δε θα είναι καθόλου ευνοϊκές για την προβολή των
επαναστατικών επιδιώξεων του Κόμματος. Την ίδια στιγμή όμως έχουμε πλήρη
επίγνωση ότι το μέτωπο του αντιπάλου δεν είναι τόσο αρραγές όσο
φαίνεται με μια πρώτη ματιά, ότι σοβούν στο εσωτερικό του οι αντιθέσεις,
ότι αυτές οι αντιθέσεις σε συνδυασμό με την αντιλαϊκή επίθεση της
αστικής τάξης θα δημιουργούν προϋποθέσεις για να βγει στο προσκήνιο η
εργατική τάξη.
Για
να γίνει όμως αυτό πραγματικότητα απαιτείται και ένας πολύ σημαντικός
παράγοντας: Η ύπαρξη επαναστατικού κόμματος, αποφασισμένου, με
επεξεργασμένο σύγχρονο πρόγραμμα, με καθημερινή παρέμβαση που
υποτάσσεται και υπηρετεί τους στρατηγικούς του σκοπούς, δεμένο με τις
εργατικές, λαϊκές μάζες, με γερές κομματικές οργανώσεις σφυρηλατημένες
στο καμίνι της ταξικής πάλης.
Η
επαναστατική αισιοδοξία μας προκύπτει πρώτα και κύρια από την ιδεολογία
μας, από τη γνώση των νόμων κίνησης της κοινωνίας, από τον πλούτο που
μας δίνει η επεξεργασία της πείρας του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος
και του ίδιου του Κόμματός μας. Είναι σίγουρο ότι η όλη προσπάθεια θα
ανεβάσει το μπόι του Κόμματος και της ΚΝΕ, αφού η πραγματοποίηση των
φιλόδοξων ποιοτικών και ποσοτικών στόχων που θέτουμε μέχρι τα 100χρονα
προϋποθέτει τη συνολική βελτίωση του θεωρητικού - πολιτικού επιπέδου του
Κόμματος, της ικανότητάς του να παρεμβαίνει εύστοχα στις σύγχρονες
συνθήκες της ταξικής πάλης.
Στη Διακήρυξη της ΚΕ σημειώνεται: «Να
ενισχυθεί η ικανότητα του Κόμματος σε όλα τα επίπεδα, σε κάθε χώρο και
κλάδο εργασίας, σε κάθε πόλη και χωριό ώστε: Να πρωτοστατεί στην
ανάπτυξη αγώνων διεκδίκησης χωρίς να αποσπά αυτήν τη δράση από τη ζύμωση
και πάλη για την ιστορική αποστολή της εργατικής τάξης, την κατάργηση
των εκμεταλλευτικών κοινωνικών σχέσεων, το περιεχόμενο των σοσιαλιστικών
- κομμουνιστικών σχέσεων. Να συνδέει κάθε οικονομικό και πολιτικό αγώνα
και κάτω από οποιονδήποτε συσχετισμό με το κύριο πολιτικό καθήκον, την
πάλη για την επαναστατική εργατική εξουσία. Να αποκρούει την
αντικομμουνιστική επίθεση και να επαγρυπνεί».
Η ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΚΑΙ Η ΣΤΡΑΤΟΛΟΓΙΑ ΣΕ ΕΝΑ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ
Το
ζήτημα της οικοδόμησης και της στρατολογίας δεν είναι καινούργιο, αλλά
δε θα γίνει και ποτέ παλιό. Ουσιαστικά διαπερνά το κομμουνιστικό κίνημα
και το Κόμμα μας από τα πρώτα χρόνια της ύπαρξής του. Όχι τυχαία
καταλαμβάνει μεγάλο μέρος του λενινιστικού θεωρητικού έργου. Το πώς, το πού, με ποιες αρχές και για ποιο σκοπό συγκροτείται το ΚΚ αποτελεί θεμελιακό ζήτημα.
Στο
παρόν άρθρο δε φιλοδοξούμε να επαναφέρουμε γενικές θεωρητικές αρχές για
τη συγκρότηση του Κόμματος, που άλλωστε έχουν επιβεβαιωθεί από τη
συνολική πορεία της ταξικής πάλης μέχρι τις μέρες μας, από τις νίκες και
τις ήττες του διεθνούς εργατικού κινήματος. Απλώς θα σημειώσουμε ότι
αυτές οι αρχές έχουν επιβεβαιωθεί σε όλες τις συνθήκες δράσης των
κομμουνιστικών κομμάτων, σε συνθήκες παρανομίας και σε συνθήκες αστικής
νομιμότητας, σε συνθήκες οικοδόμησης του σοσιαλισμού όσο και σε συνθήκες
δράσης στο έδαφος του καπιταλισμού. Σε κάθε περίπτωση, η συγκρότηση
επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος βασίζεται πάντα στις ίδιες γενικές
αρχές που απορρέουν από τον ίδιο το χαρακτήρα και την αποστολή του. Το
κομμουνιστικό κόμμα αποτελεί την οργανωμένη ιδεολογική και πολιτική
πρωτοπορία της εργατικής τάξης, την ανώτατη μορφή οργάνωσής της.
Αποτελείται από εθελοντές - ομοϊδεάτες που αγωνίζονται κάτω από
οποιεσδήποτε συνθήκες για την ανατροπή του καπιταλισμού και την
οικοδόμηση της σοσιαλιστικής - κομμουνιστικής κοινωνίας. Η συνένωση των
μελών του Κόμματος μέσα στις οργανώσεις του, στην πάλη για το σκοπό της
απελευθέρωσης της εργατικής τάξης από τα δεσμά της καπιταλιστικής
εκμετάλλευσης, γίνεται στη βάση της αποδοχής του Καταστατικού και του
Προγράμματός του. Πρόκειται για συνειδητή απόφαση και επιλογή που
απαιτεί συνεχή επιβεβαίωση μέσα από την καθημερινή δράση και στάση του
κομμουνιστή και της κομμουνίστριας.
Ο
επαναστατικός χαρακτήρας όμως ενός κομμουνιστικού κόμματος δεν είναι
δοσμένος «μια κι έξω», δοκιμάζεται και επιβεβαιώνεται καθημερινά. Αυτή η
επιβεβαίωση προϋποθέτει την ικανότητα του Κόμματος να ωριμάζει, να
αφουγκράζεται την ίδια τη ζωή, να αντλεί τα σωστά συμπεράσματα από την
ίδια την πορεία του. Το ΚΚΕ κάνει συντεταγμένη προσπάθεια μελέτης και
άντλησης συμπερασμάτων από την Ιστορία του ελληνικού και διεθνούς
κομμουνιστικού κινήματος, από την προσπάθεια σοσιαλιστικής οικοδόμησης
κατά τον 20ό αιώνα. Η συλλογική επεξεργασία και συζήτηση μετατρέπεται σε
υλική δύναμη, σε θετικό πολλαπλασιαστή της δράσης των μελών του
Κόμματος και της ΚΝΕ, σε δυνάμωμα της διαπάλης που διεξάγουν με τον
ταξικό αντίπαλο, τους μηχανισμούς και τα κόμματά του.
Βασικό
τμήμα των συμπερασμάτων αυτών σχετίζεται με το ρόλο του ΚΚ σε όλες τις
φάσεις της ταξικής πάλης. Συμπυκνώνοντας κάπως τη θετική και αρνητική
πείρα στο ζήτημα αυτό, θα μπορούσαμε να πούμε το εξής: Η ανάπτυξη του
Κόμματος είναι μια συνεχής διαδικασία. Δε χωρά κανένας εφησυχασμός,
καμία επανάπαυση, ιδιαίτερα στα καθοδηγητικά όργανα του Κόμματος, από το
κατεκτημένο επίπεδο λειτουργίας και δράσης, από την ιδεολογικοπολιτική
ενότητα που διαπιστώνεται. Όσο και αν τα παραπάνω είναι αδήριτη ανάγκη
να εξασφαλίζονται, άλλο τόσο πρέπει να είναι συνείδηση ότι μόνιμα θα
βρισκόμαστε μπροστά στο καθήκον να ανυψώνεται η κομματική δουλειά και να
αντιστοιχείται με το ρόλο και την αποστολή μας, με βάση τις
συγκεκριμένες συνθήκες της πάλης κάθε φορά.
Ας
αξιοποιήσουμε ένα απόσπασμα από το 2ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής
Διεθνούς, για να συζητήσουμε τα χαρακτηριστικά που πρέπει να αποκτά το
Κομμουνιστικό Κόμμα: «Το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν είναι αναγκαίο στην
εργατική τάξη μονάχα πριν και κατά την κατάκτηση της εξουσίας, αλλά
ακόμα και μετά από την κατάκτηση αυτή. Η Ιστορία του Ρωσικού
Κομμουνιστικού Κόμματος, που τρία χρόνια τώρα κρατάει την εξουσία,
δείχνει ότι ο ρόλος του Κομμουνιστικού Κόμματος όχι μόνο δεν ελαττώθηκε
μετά από την κατάκτηση της εξουσίας, αλλά και αυξήθηκε σημαντικά.
Ωστόσο, ως τη μέρα της κατάκτησης της εξουσίας από το προλεταριάτο, το
Κόμμα του προλεταριάτου δεν αποτελεί παρά μόνο ένα τμήμα της εργατικής
τάξης. Είναι όμως το τμήμα που οργάνωσε τη νίκη»2.
Το
κομμουνιστικό κόμμα αποτελεί λοιπόν στον καπιταλισμό το «τμήμα που
οργανώνει τη νίκη» της εργατικής τάξης έναντι της αστικής, αποτελεί την
οργανωμένη ιδεολογικοπολιτική πρωτοπορία της εργατικής τάξης. Έχει
μεγάλη σημασία πού διαρθρώνεται αυτή η πρωτοπορία, πώς αναπτύσσεται, τι
δεσμούς αναπτύσσει με τις ευρύτερες εργατικές μάζες.
Το
Κομμουνιστικό Κόμμα οφείλει, για να δικαιώσει τα επαναστατικά του
καθήκοντα, να στηρίζεται σε γερές oργανώσεις στους τόπους δουλειάς,
κύρια στους στρατηγικούς τομείς της οικονομίας. Εκεί συγκεντρώνεται η
εργατική τάξη, εκεί βρίσκονται τα πιο γερά μυαλά της που η ίδια η θέση
τους στην παραγωγή τα καθιστούν λιγότερο ευάλωτα στην αστική ιδεολογία,
εκεί σφυρηλατούνται οι αποφασισμένοι αγωνιστές που δοκιμάζονται στο
έδαφος της μαζικής πρακτικής πολιτικής δουλειάς.
Η ΕΣΩΟΡΓΑΝΩΤΙΚΗ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ
Το
πόσο προωθούνται οι επιμέρους στόχοι της κομματικής οικοδόμησης
–συμπεριλαμβανομένων των στόχων της στρατολογίας– οφείλει να γίνεται
αντικείμενο συζήτησης στο σύνολο των καθοδηγητικών οργάνων του Κόμματος,
από την ΚΕ ως τις ΚΟΒ. Δεν ξεκινάμε από το μηδέν. Υπάρχει πλούσια
πείρα, παλιότερη και πρόσφατη. Μια βασική διαπίστωση είναι ότι η πορεία
αποκατάστασης των επαναστατικών χαρακτηριστικών του Κόμματος, έτσι όπως
κλιμακώθηκε από την περίοδο εκδήλωσης των αντεπαναστατικών ανατροπών το
1991 μέχρι την πρόσφατη αποτύπωσή τους στις αποφάσεις του 19ου
Συνεδρίου, ήταν βασική προϋπόθεση για να αντέξει το Κόμμα μας σε
συνθήκες όπου ο οπορτουνισμός πήρε κεφάλι και ο ιμπεριαλισμός
(μονοπωλιακός καπιταλισμός) δε φαίνεται άμεσα να απειλείται.
Παρά
τις υποκειμενικές αδυναμίες και ανεπάρκειες που επιβιώνουν στη δουλειά
μας, μπορούμε να πούμε ότι οι επιδιώξεις της αστικής τάξης και των
μηχανισμών της να αξιοποιήσουν τη σύνθετη κατάσταση που δημιουργήθηκε με
τη βαθιά και παρατεταμένη καπιταλιστική οικονομική κρίση για να
περιθωριοποιήσουν το Κόμμα μας, να το συντρίψουν, δεν πραγματοποιήθηκαν.
Παρά το εκλογικό πλήγμα του Ιούνη του 2012, το Κόμμα μας ανασυντάχτηκε
και έδρασε μέσα σε πολύ δύσκολες συνθήκες για να κρατηθεί ζωντανή η
σπίθα της αντεπίθεσης του εργατικού κινήματος.
Το
ΚΚΕ δεν κλονίστηκε και δεν ταλαντεύτηκε, αντίθετα, ανέδειξε ακόμα πιο
συστηματικά την οριοθέτησή του από αστικά κυβερνητικά σενάρια
ενσωμάτωσης του λαϊκού παράγοντα και έθεσε με μεγαλύτερη ορμή τη
σύγχρονη γραμμή πάλης που στοχεύει να οδηγήσει το λαό στην εξουσία και
στην οργάνωση της οικονομίας στη βάση της ικανοποίησης των σύγχρονων
λαϊκών αναγκών. Αν το Κόμμα δεν είχε βγάλει συμπεράσματα και ήταν
διαποτισμένο από τον αστικό κοινοβουλευτισμό, κατάσταση στην οποία
περιέπεσαν εδώ και δεκαετίες ιστορικά ΚΚ, σήμερα δε θα συζητάγαμε για
την οικοδόμηση και τη στρατολογία.
Σημαντικός
παράγοντας που μας προφύλαξε από μια τέτοια αρνητική –για την υπόθεση
της εργατικής τάξης– εξέλιξη στη χώρα μας είναι βεβαίως η
ιδεολογικοπολιτική θωράκιση και οι σύγχρονες προγραμματικές μας
επεξεργασίες. Είναι ακόμα ο επίμονος προσανατολισμός να εξασφαλίζεται η
εργατική σύνθεση του Κόμματος και η κλαδική οργάνωσή του, η συνεχής
προσπάθειά του να δουλεύουν οι οργανώσεις του παντού με ταξικό
προσανατολισμό, στον κλάδο, στην επιχείρηση, στη συνοικία, στο χωριό,
στα σχολεία και στις σχολές.
Τα
βήματα είναι βασανιστικά και έχουμε πολλά ακόμα να κάνουμε ώστε να
αναπτυχθούν οι κομματικές δυνάμεις και να βελτιωθεί αποφασιστικά το
ποσοστό των οργανωμένων εργατών και εργατριών στο Κόμμα. Ωστόσο αυτό που
μέχρι τώρα έχουμε διαφυλάξει είναι αυτό που μας υποχρεώνει να κάνουμε
πιο αποφασιστικά και συστηματικά βήματα στην οικοδόμηση και στη
στρατολογία στην εργατική τάξη, για να πετύχουμε το σκοπό μας. Ας
σκεφτούμε και ας αξιολογήσουμε ορισμένες πλευρές της τελευταίας
περιόδου: Ποια θα ήταν η έκταση της ζημιάς για το Κόμμα όταν η
προπαγάνδα του αντιπάλου –δείχνοντας από την πλευρά του ταξική
ετοιμότητα και επαγρύπνηση– πέρασε από «το ΚΚΕ κλείνει τα εργοστάσια και
τα λιμάνια» στο περί «συστημικού ΚΚΕ», αν οι ίδιοι οι εργάτες δεν είχαν
τη ζωντανή πείρα της δράσης των κομμουνιστών μέσα και έξω από τις πύλες
των εργοστασίων, των άλλων χώρων δουλειάς, για να αναδειχτούν οι
πραγματικές αιτίες της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, για να
οργανωθεί η πάλη με κριτήριο τα εργατικά, λαϊκά συμφέροντα;
Εκατοντάδες
εργάτες σε κάθε χώρο δουλειάς έβλεπαν τους κομμουνιστές να αντέχουν
στις πιέσεις της εργοδοσίας, να μη λυγίζουν στην τρομοκρατία της
απόλυσης, να οργανώνουν τη σύγκρουση με τους ίδιους «αυτοπροσώπως» τους
πραγματικούς αντιπάλους της εργατικής τάξης. Στις εργατογειτονιές
έβλεπαν τους κομμουνιστές κόντρα στις δυσκολίες να κάνουν τη νύχτα μέρα
για να διαφωτίσουν, να ενημερώσουν, να κινητοποιήσουν τον κόσμο. Η
αστική και οπορτουνιστική προπαγάνδα θα δηλητηρίαζε πολύ περισσότερο τις
λαϊκές συνειδήσεις, αν σε όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Αττική
είχαμε υποκύψει σε μια δουλειά «από τα πάνω», ενάντια στη λεγόμενη
μνημονιακή πολιτική, και δε βγαίναμε μπροστά –σε όσους χώρους δουλειάς
μπορούσαμε να φτάσουμε– ενάντια στην πολιτική της ΕΕ και του κεφαλαίου,
ενάντια στην αστική εξουσία. Οι συνειδήσεις των πρωτοπόρων εργαζόμενων
θα βρίσκονταν σε μεγαλύτερη σύγχυση αν δεν εξασφαλιζόταν η συστηματική
ενημέρωση «από πρώτο χέρι» των οπαδών του Κόμματος, με χιλιάδες
συσκέψεις που οργανώνονταν –και συνεχίζουν να οργανώνονται– συχνά-πυκνά
πολλαπλασιάζοντας τη φωνή του, αν δε γίνονταν εκατοντάδες οπαδοί του
Κόμματος η ζωντανή «ντουντούκα» των θέσεών μας.
Όμως
σήμερα χρειαζόμαστε κάτι παραπάνω από υποστηρικτές της πολιτικής μας.
Θέλουμε τα πιο συνειδητά παιδιά της εργατικής τάξης και των λαϊκών
στρωμάτων να γίνουν σύντροφοί μας, να πάρουν απόφαση ζωής για τους
ίδιους και για τα παιδιά τους.
Το
στοιχείο της ιδεολογικής, πολιτικής και οργανωτικής αντοχής του
Κόμματος, αυτήν την κρίσιμη περίοδο της καπιταλιστικής οικονομικής
κρίσης και της σχετικής αναμόρφωσης του αστικού πολιτικού σκηνικού,
είναι «ένα το κρατούμενο». Επιβεβαιώθηκε από τις ίδιες τις εξελίξεις ότι
έχουμε σωστό προσανατολισμό. Όμως δεν πρέπει να συσκοτιστεί το γεγονός
ότι η οργανωτική ανάπτυξη, η εργατική σύνθεση και η διάταξη των δυνάμεων
του Κόμματος απαιτεί ουσιαστική βελτίωση. Είναι γεγονός ότι «λείπουμε»
από μεγάλους χώρους δουλειάς και επιχειρήσεις, ότι οι δυνάμεις μας σε
στρατηγικούς κλάδους της οικονομίας είναι εξαιρετικά περιορισμένες,
γεγονός που επιβεβαιώνει ότι δε φτάνει να συμφωνούμε «στα λόγια» στην
κατεύθυνση. Απαιτείται η συμφωνία αυτή να εκφράζεται με συγκεκριμένα
«έργα», που αφορούν τη συνεχή βελτίωση της καθοδήγησης των οργάνων και
των στελεχών, ανεβασμένο πνεύμα ευθύνης, κατάστρωση ολοκληρωμένου
επιτελικού σχεδίου, έλεγχος της υλοποίησής του, έγκαιρη λήψη μέτρων για
το ξεπέρασμα των καθυστερήσεων και των υποκειμενικών δυσκολιών.
Είναι
γεγονός ότι στην προώθηση του καθήκοντος της οικοδόμησης του Κόμματος
επιδρούν παράγοντες ανεξάρτητοι από τη δική μας θέληση. Τέτοιοι
παράγοντες που βαραίνουν αντικειμενικά είναι η κατάσταση του εργατικού
κινήματος και η κυριαρχία της γραμμής της ενσωμάτωσης σε αυτό, η
υποχώρηση του επαναστατικού κινήματος μετά από τις αντεπαναστατικές
ανατροπές, η έλλειψη του «αντίπαλου εργατικού δέους». Όμως το
περιεχόμενο της καθοδηγητικής δουλειάς μπορεί να διαμορφώνει
προϋποθέσεις άμβλυνσης της επίδρασης αυτών των αντικειμενικών δυσκολιών,
να καλλιεργεί ταυτόχρονα το έδαφος για συγκεκριμένα θετικά αποτελέσματα
στους δείκτες ισχυροποίησης του Κόμματος.
Τέτοιοι
παράγοντες που εξαρτιόνται από εμάς είναι η εξειδίκευση της ιδεολογικής
και πολιτικής παρέμβασης κατά κλάδο, η επεξεργασία του περιεχομένου της
πάλης μέσα στο εργατικό κίνημα, στα άλλα μέτωπα πάλης. Αυτή η
εξειδίκευση απαιτεί καλή γνώση του χώρου, των οικονομικών εξελίξεων στον
κλάδο, της πολιτικής της εργοδοσίας, των εργασιακών σχέσεων των
εργαζόμενων. Απαιτεί ακόμα γνώση της παρέμβασης των άλλων πολιτικών και
συνδικαλιστικών δυνάμεων, των ιδεολογημάτων που αξιοποιεί η εργοδοσία,
τους υλικούς όρους που χρησιμοποιεί για να κρατάει «ήσυχους» τους
εργαζόμενους και πολλά άλλα. Οι δυνάμεις που έχουμε σε τέτοιους χώρους ή
που έχουν χρεωθεί να δουλεύουν σε αυτούς χρειάζονται συστηματικό
ιδεολογικό και πολιτικό εξοπλισμό και επιχειρηματολογία για να τα
βγάλουν πέρα στη διαπάλη. Η καθοδήγησή τους δεν μπορεί να έχει τυπικό
χαρακτήρα. Η αντιμετώπιση των αστικών και ρεφορμιστικών αντιλήψεων και
της καλλιέργειας του συντεχνιασμού απαιτεί ευρύ πεδίο παρέμβασης για όλα
τα προβλήματα της εργατικής τάξης, με στόχο να καλλιεργείται η
αναγκαιότητα της ταξικής ενότητας, η αναγκαιότητα να δοθεί η μάχη με
όρους «τάξη απέναντι σε τάξη».
Σε
αυτό το έδαφος κρίνεται η πρωτοβουλία των στελεχών και η συνεχής
ανησυχία τους για το πώς θα βελτιώσουν τη δουλειά τους στους τομείς που
τους έχουν χρεώσει τα κομματικά όργανα. Οφείλουν να φροντίζουν οι ίδιοι
να έχουν εικόνα των εξελίξεων και διεργασιών. Πρέπει επίσης να
προφυλάσσονται από απολυτότητες και μονομέρειες που οδηγούν σε λάθη που
θα εκφραστούν στην επεξεργασία του περιεχομένου της κομματικής
παρέμβασης στην οργάνωση της πάλης, στον καθορισμό των συνθημάτων, των
αιτημάτων, των μορφών που είναι κάθε φορά απαραίτητες με βάση τη
συγκεκριμένη κατάσταση. Βασική τους ευθύνη είναι να δώσουν ώθηση στο
καθήκον της οικοδόμησης εξασφαλίζοντας υψηλό επίπεδο συζήτησης στις ΚΟΒ,
ένταξη τόσο των ίδιων όσο και όλων των διαθέσιμων δυνάμεων στο
πρόγραμμα δράσης.
Σε
αυτήν την παρέμβαση πρέπει να παίρνουμε υπόψη και τα νέα δεδομένα που
δημιούργησε η πρόσφατη περίοδος. Η καπιταλιστική οικονομική κρίση
επιδείνωσε την κατάσταση για την εργατική τάξη της χώρας μας. Εργοστάσια
έκλεισαν ή προχώρησαν σε μαζικές απολύσεις, χιλιάδες εργάτες βρέθηκαν
στην ανεργία, μαζί τους μέλη και φίλοι του Κόμματος. Στα νοσοκομεία,
στους ΟΤΑ, σε άλλους χώρους του κρατικού τομέα έχουν χρόνια να γίνουν
προσλήψεις και όσες γίνονται αφορούν κυρίως περιστασιακή εργασία
συμβασιούχων, 5μηνιτών κλπ.
Αυτοί
οι παράγοντες δυσκολεύουν την οργάνωση της δουλειάς στους χώρους.
Επιπλέον δυσκολίες βάζει και η επαίσχυντη τακτική των άλλων πολιτικών
και συνδικαλιστικών δυνάμεων, οι οποίες για παράδειγμα σε πολλά σωματεία
τόσο του κρατικού όσο και του ιδιωτικού τομέα αποκλείουν τη συμμετοχή
των εργαζόμενων με ελαστικές ή εργολαβικές σχέσεις εργασίας. Ταυτόχρονα,
ο φόβος, η ανασφάλεια ορθώνουν νέα εμπόδια στη συνείδηση εργατικών,
λαϊκών μαζών που σπρώχνονται να υιοθετήσουν ως δικούς τους τούς στόχους
του κεφαλαίου.
Αυτά
και άλλα ζητήματα επιδρούν αρνητικά. Πρέπει να τα πάρουμε υπόψη μας,
αλλά η περιγραφική αναπαραγωγή τους δεν προσθέτει τίποτε στη δουλειά
μας. Αυτές οι δυσκολίες δεν πρέπει, ωστόσο, να αποσπώνται από τις νέες
δυνατότητες παρέμβασης του Κόμματος που οι ίδιοι παράγοντες δημιουργούν.
Στο
έδαφος της κυριαρχίας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και του
αρνητικού συσχετισμού διεξαγωγής της ταξικής πάλης θα ορθώνονται πάντα
δυσκολίες και εμπόδια για να προσεγγίζονται μαζικά εργατικές μάζες με
την επαναστατική πολιτική. Σε συνθήκες καπιταλιστικής ανάπτυξης αυτές οι
δυσκολίες θα απορρέουν από τις σχετικές δυνατότητες ευελιξίας που
δημιουργούνται στην αστική πολιτική, από τη δυνατότητά της να παίρνει
μέτρα διαχείρισης που δημιουργούν την αίσθηση της ασφάλειας και της
σταθερότητας, που δημιουργούν προσδοκίες. Σε συνθήκες καπιταλιστικής
κρίσης, από την άλλη, δυναμώνει η σύγχυση, ο φόβος, η ανάθεση.
Και
στις δύο φάσεις οι παράγοντες της ενσωμάτωσης είναι ισχυροί. Δεν είναι
όμως αδιατάρακτοι. Απαιτείται μάχη και συνεχής προσπάθεια ώστε να
διαπαιδαγωγείται πολιτικά και αγωνιστικά όσο το δυνατόν ευρύτερο τμήμα
της εργατικής τάξης, να συνδέει την πάλη του με την προοπτική της
οριστικής ρήξης με την καπιταλιστική εκμετάλλευση, που είναι η πηγή των
δεινών της εργατικής τάξης. Αυτή η σύνδεση δεν μπορεί παρά να γίνεται
στο έδαφος της διεκδίκησης της ικανοποίησης των σύγχρονων λαϊκών αναγκών
σε όλα τα μέτωπα πάλης και της προώθησης της Λαϊκής Συμμαχίας των
εργατών, των μικρών αυτοαπασχολούμενων της πόλης και της υπαίθρου, των
γυναικών, της νεολαίας εργατικής, λαϊκής προέλευσης, δεν μπορεί να
γίνεται παρά μόνο μέσω της ενίσχυσης της πάλης με το ΠΑΜΕ, την ΠΑΣΥ, το
ΜΑΣ και την ΟΓΕ.
Μόνο
έτσι θα δημιουργούνται ρήγματα στην κόπωση, στην απογοήτευση, στα
ιδεολογήματα περί μη αποτελεσματικότητας των αγώνων. Μόνο έτσι θα
αποκρούεται η προσπάθεια της αστικής τάξης να παρεμβάλλει εμπόδια στην
άνοδο της πολιτικής επιρροής του Κόμματος στην εργατική τάξη, θα ανοίγει
ο δρόμος της στράτευσης των πιο πρωτοπόρων εργαζόμενων με το Πρόγραμμα
του Κόμματος και της συνειδητής πάλης μέσα από τις γραμμές του.
Άλλος
δρόμος από την καλλιέργεια αντεπίθεσης των κομμουνιστικών ιδεών δεν
υπάρχει. Ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες, μια τέτοια συνδυασμένη
ιδεολογικοπολιτική δουλειά παίζει ρόλο οργανωτικού παράγοντα, είναι
απαραίτητη για την όξυνση της ταξικής πάλης.
Οι
πολύμορφες πρωτοβουλίες της ΚΕ και των ΚΟ προς τιμή των 100 χρόνων του
Κόμματος αποτελούν οργανικό στοιχείο της δουλειάς για την οικοδόμηση και
τη στρατολογία. Πρόκειται για μια πολύμορφη δραστηριότητα που
εξελίσσεται σε όλους τους τομείς. Αφορά εκδηλώσεις τιμής και ανάδειξης
της ιστορικής προσφοράς του Κόμματος, του μαζικού ηρωισμού των μελών και
στελεχών του που έδρασαν σε συνθήκες απίστευτων διωγμών και παρανομίας,
που θυσιάστηκαν αλύγιστοι ακόμα και μπροστά στο θάνατο. Αφορά
πολιτιστικές εκδηλώσεις που ενδυναμώνουν τη σχέση του ΚΚΕ με ό,τι πιο
προοδευτικό και ριζοσπαστικό έχει γεννήσει ο λαϊκός πολιτισμός, η
λογοτεχνία, η ποίηση και οι τέχνες. Αφορά ιστορικές - πολιτικές
εκδηλώσεις που βασίζονται σε μια πλούσια εκδοτική δραστηριότητα, καθώς
και σχετικά αφιερώματα στο «Ριζοσπάστη», στον «Οδηγητή», στην ΚΟΜΕΠ. Όλα
αυτά θέλουμε και πρέπει να αγκαλιαστούν από χιλιάδες εργάτες και
εργάτριες, νέους και νέες. Σε αυτόν το στόχο συμβάλλει και η οργανωμένη
διάδοση του μαρξιστικού - λενινιστικού έργου και γενικότερα του
πολιτικού βιβλίου, σε συνδυασμό με την αξιοποίηση και συζήτηση της
αρθρογραφίας της ΚΟΜΕΠ με πλατύ κύκλο οπαδών του Κόμματος.
Αυτό
που ισχυριζόμαστε λοιπόν είναι ότι –παρά το κυρίαρχο ρεύμα– υπάρχουν
μέσα στις σημερινές συνθήκες και ισχυρές ενδείξεις ότι μπορούν οι
Κομματικές Οργανώσεις ως το 2018 να έχουν πετύχει ένα «μεγάλο άλμα στην κομματική οικοδόμηση και στην ιδεολογική και πολιτική ισχυροποίηση του ΚΚΕ στην εργατική τάξη»3.
Ο ισχυρισμός αυτός –εκτός των άλλων παραγόντων– στηρίζεται και στις
καταγεγραμμένες δυνατότητες των ΚΟ, στους στόχους που έχουν διαμορφώσει
οι Επιτροπές Περιοχής και οι Τομεακές Επιτροπές, με βάση τη συζήτηση που
έχει γίνει στις ΚΟΒ και στις κομματικές ομάδες. Αυτό θα είναι το
ελάχιστο μέτρο αξιολόγησης της δουλειάς μας.
Από
μια πλευρά, τώρα στα δύσκολα, μπορούμε να ξεχωρίσουμε τα πιο
ριζοσπαστικά ταξικά στοιχεία της εργατικής τάξης που σε συνθήκες
πρωτόγνωρες δοκιμάζονται και μπορούν να βοηθηθούν να κάνουν το βήμα να
οργανωθούν στο Κόμμα τους. Γι’ αυτό απαιτείται από κάθε κομματικό κρίκο
μια καλά σχεδιασμένη, οργανωμένη, πολύμορφη και πολύπλευρη δουλειά για
την οικοδόμηση νέων και γερών ΚΟΒ, πρώτα και κύρια εργατικών - κλαδικών.
Δε μιλάμε λοιπόν για μια απλή καμπάνια στρατολογίας νέων μελών στο
Κόμμα, αλλά για μια ιστορικής σημασίας προσπάθεια, αφού όπως σημειώνεται
στην Ανακοίνωση της ΚΕ: «Βασικός παράγοντας που κρίνει το ρόλο και
την αποτελεσματικότητα του Κόμματος στο εργατικό κίνημα, στην ταξική
πάλη, είναι η κομματική οικοδόμηση στη βιομηχανία, σε κλάδους
στρατηγικής σημασίας, η αύξηση της δύναμης και επιρροής στη μεγάλη μάζα
της εργατικής τάξης και ιδιαιτέρα στα νεότερα τμήματά της. Αυτή η
οργανωμένη δύναμη, ατσαλωμένη και αποφασισμένη στα βιομηχανικά, εμπορικά
και συγκοινωνιακά κέντρα, στα κέντρα επικοινωνιών και ενέργειας, είναι
το θεμέλιο του Κόμματος και η προϋπόθεση για τη συγκέντρωση των
απαραίτητων δυνάμεων στα κρίσιμα μέτωπα της ταξικής πάλης και σήμερα και
πολύ περισσότερο αύριο, ώστε να ανταποκριθεί στην ιστορική του
αποστολή»4.
Η
πορεία της ταξικής πάλης μπορεί να φέρει –και θα φέρει αργά ή γρήγορα–
στην ημερήσια διάταξη την επαναστατική δυνατότητα για κατάκτηση της
εξουσίας ως επιστέγασμα της πάλης των εργατικών, λαϊκών μαζών. Η
μετατροπή αυτής της δυνατότητας σε πραγματικότητα θα εξαρτηθεί
αποφασιστικά από το αν ευρύτερες λαϊκές μάζες θα μπουν μαχητικά κάτω από
την καθοδήγηση των κομμουνιστών στην αγωνιστική δράση και –σε συνθήκες
επαναστατικής κατάστασης– στην επαναστατική πάλη.
Αυτή
η προοπτική δε θα κριθεί στο μέλλον, όταν ξεσπάσει επαναστατική
κατάσταση, χωρίς να έχει μπει ο σπόρος από πριν. Κρίνεται σήμερα, όπου η
μονότονη καθημερινή πολιτική και μαζική δουλειά απαιτεί υπομονή και
επιμονή. Απαιτεί επαναστατική καρτερικότητα για να καρπίσει η σπορά και
επαναστατική ανυπομονησία για να αντιμετωπιστούν αποφασιστικά οι
αδυναμίες, οι καθυστερήσεις, οι ανεπάρκειες της κομματικής δουλειάς.
Αυτό απαιτείται να λύσουμε σήμερα, κάνοντας ένα αποφασιστικό βήμα στην
ποιότητα της καθοδηγητικής δουλειάς.
ΚΑΠΟΙΑ ΠΙΟ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΜΑΣ
Ας δούμε πιο συγκεκριμένα κάποια ζητήματα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε σε αυτήν τη δουλειά.
Είναι
γεγονός ότι στο φόντο των συνεδριακών αποφάσεων και των συνδιασκέψεων
των Κομματικών Οργανώσεων έχει διαμορφωθεί καλύτερα τα τελευταία χρόνια
ένα σχέδιο μαζικής πολιτικής δουλειάς σε εργοστάσια και επιχειρήσεις
στρατηγικής σημασίας. Έχει προχωρήσει σ’ ένα βαθμό και μια ορισμένη
διάταξη δυνάμεων, η οποία «χωράει» βέβαια ενίσχυση και βελτίωση. Επίσης
προωθούνται μορφές ενιαίας δουλειάς από τις κλαδικές και εδαφικές
κομματικές δυνάμεις. Ο κίνδυνος, ωστόσο, που ελλοχεύει εδώ είναι να
αδυνατίσει η προσπάθεια, να γίνει ρουτινιάρικη, να εξαντληθεί κάτω από
το βάρος των αργόσυρτων αποτελεσμάτων. Κι όμως είναι πολλά τα
παραδείγματα που επιβεβαιώνουν ότι αυτή η κοπιαστική δουλειά όχι μόνο
δεν πάει χαμένη, αλλά μπορεί να αποδειχτεί και εξαιρετικά πολύτιμη. Δεν
είναι λίγοι οι εργάτες που για καιρό σκυφτοί κι αμίλητοι μπορεί να
έπαιρναν την ανακοίνωση έξω από την πύλη του εργοστασίου, ενώ στη
συνέχεια –σε μια δύσκολη καμπή της πάλης, μπροστά στις απολύσεις, στην
απληρωσιά, στην εργοδοτική τρομοκρατία– εμπιστεύτηκαν το Κόμμα και τους
κομμουνιστές. Δεν είναι και λίγοι αυτοί που άνοιξαν τα σπίτια τους για
να μιλήσει το Κόμμα στο συγγενικό και φιλικό τους περιβάλλον. Και δεν
είναι «λίγο» η απόφαση κάποιων να κάνουν το θαρραλέο βήμα οργάνωσης στο
Κόμμα. Η αντικειμενική εξέταση της πείρας από τα κομματικά όργανα
φωτίζει τέτοιες πλευρές, οδηγεί σε μέτρα ενίσχυσης του σχεδίου
οικοδόμησης, ενώ αποτελεί βασικό ζήτημα που κρίνει την καθοδηγητική
επάρκεια οργάνων και στελεχών.
Ένα
άλλο πρόβλημα που παραμένει –παρά τα βήματα που έχουν γίνει– είναι το
γεγονός ότι η απορρόφηση μεγάλου τμήματος των κομματικών δυνάμεων στα
αναγκαία καθήκοντα της οργάνωσης της πάλης δε συνδυάζεται πάνα επαρκώς
με τους στόχους οικοδόμησης και στρατολογίας. Παραμένουν δηλαδή ισχυρά
στοιχεία αμορφίας και μπούγιου στη δουλειά μας, ενώ υπάρχουν οι μέθοδοι
και οι τρόποι να αντιμετωπιστούν, χωρίς να έρχονται σε τεχνητή
«αντιπαράθεση» με τα καθήκοντα. Είναι ζήτημα καθοδήγησης, ας πούμε, αν
θα αποτελέσουν οργανικά στοιχεία της εκτίμησης μιας κινητοποίησης, μιας
απεργίας, μιας αγωνιστικής πρωτοβουλίας δείκτες όπως πόσοι υποψήφιοι για
στρατολογία δούλεψαν για την επιτυχία της, πόσες προτάσεις έγιναν ή
πόσες νέες περιπτώσεις παρουσιάζονται. Ή, ακόμα πιο σημαντικό, πώς
δουλέψαμε στους συγκεκριμένους χώρους που ιεραρχούμε για οικοδόμηση, τι
πείρα βγαίνει.
Ακόμα
παραπέρα, πώς και σε ποιο βάθος εξετάζουν τα καθοδηγητικά όργανα την
πείρα από μια περίοδο της πάλης, κατά πόσο αυτή γενικεύεται σ’ ό,τι
αφορά την επίδρασή της στην προώθηση της ταξικής συνειδητοποίησης των
εργαζόμενων. Σε ποιο βάθος απασχολεί τα καθοδηγητικά όργανα η απόσταση
που χωρίζει τη συνδικαλιστική και πολιτική μας επιρροή. Είναι σαφές ότι
δε μιλάμε για ταύτιση, γιατί τέτοια δεν μπορεί να υπάρξει. Ειδικά
σήμερα, με την κατάσταση που επικρατεί σε πολλούς χώρους δουλειάς, για
ν’ ανοίξει ένας δρόμος στη συνδικαλιστική παρέμβαση χρειάζεται να βρεθεί
ένα κομματικό στήριγμα για να εκφραστεί η ταξική γραμμή συσπείρωσης στο
συνδικαλιστικό κίνημα. Από την άλλη, η προσπάθεια αλλαγής του
συσχετισμού δύναμης σ’ ένα σωματείο –επιχειρησιακό ή κλαδικό– δεν μπορεί
να είναι στέρεη αν δε συνοδεύεται από τη διαμόρφωση ενός κομματικού
πυρήνα που θα παρεμβαίνει ολοκληρωμένα, θα διεξάγει τη διαπάλη, θα
πρωτοστατεί στην οργάνωση της πάλης και στον προσανατολισμό της, θα
μοιράζει τα υλικά του Κόμματος, θα διακινεί το «Ριζοσπάστη», θα
οργανώνει κομματικές συσκέψεις. Όπου δεν τα κάνουμε αυτά, αργά ή γρήγορα
ξεστρατίζει η κομματική δουλειά, ενώ μειώνεται και η συνδικαλιστική
επιρροή. Όπου δεν τα κάνουμε αυτά, καλλιεργείται το έδαφος να
εμφανιστούν λαθεμένες απόψεις που συνήθως διαχωρίζουν με σινικά τείχη τη
συνδικαλιστική με την πολιτική δουλειά, είτε την ταυτίζουν. Και στη μία
και στην άλλη περίπτωση δε διαμορφώνονται προϋποθέσεις ευνοϊκές για να
αναπτυχθεί η κομματική οικοδόμηση.
Ένα
άλλο ζήτημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε είναι το γεγονός ότι δεν έχει
προχωρήσει σε όλες τις ΚΟΒ η προτροπή να αναπροσαρμόσουν τον περίγυρό
τους με κριτήρια κοινωνικοταξικά και ηλικιακά. Όπου υλοποιήθηκε αυτή η
κατεύθυνση, συζητήσαμε και σχεδιάσαμε την παρέμβασή μας με καλύτερους
όρους. Σε αυτές τις περιπτώσεις αξιοποιήθηκαν εφεδρείες που δεν
προσμετρούσαμε στην προσπάθεια ανασύνταξης του εργατικού κινήματος.
Βρήκαμε «ψηφοφόρους» του Κόμματος που δουλεύουν σε μεγάλες επιχειρήσεις,
ακόμα και σε μονοπωλιακούς ομίλους που δεν μπορούσαμε να φανταστούμε
ότι υπάρχουν. Τώρα συζητάμε αλλιώς μαζί τους, δεν είναι απλοί ψηφοφόροι,
αλλά ένας εργατικός περίγυρος που μορφοποιείται και αποκτά πιο
σταθερούς και βαθιούς δεσμούς με την πολιτική και το Πρόγραμμα του
Κόμματος. Όπως, χαρακτηριστικά ανέφερε ένας σύντροφος σε μια σχετική
κομματική δουλειά, «ανακαλύψαμε “φιλάθλους” που έβλεπαν την ομάδα τους
από την τηλεόραση (δηλαδή παρακολουθούσαν και στήριζαν το Κόμμα εκ του
μακρόθεν, με την ψήφο τους, με την οικονομική τους ενίσχυση ή τον
«Κυριακάτικο Ριζοσπάστη»), αλλά μπορούν να πειστούν να πάνε στο γήπεδο
και –γιατί όχι;– κάποιοι από αυτούς να παίξουνε και μπάλα»!
ΓΙΑ ΤΗ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΔΟΥΛΕΙΑΣ ΣΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΥΣ
Θα
αξιοποιήσουμε το παράδειγμα του κλάδου των τηλεπικοινωνιών και της
πληροφορικής για να αναδείξουμε τη σημασία της δουλειάς στους νέους
εργαζόμενους. Πρόκειται για κλάδο που λόγω της φύσης του, που έγκειται
στην παραγωγή και τον έλεγχο των επικοινωνιών, είναι κλάδος στρατηγικής
σημασίας. Παράλληλα, είναι κλάδος που επιδρά σημαντικά σε όλους τους
κλάδους της καπιταλιστικής οικονομίας, συνολικά στην κοινωνική παραγωγή.
Οι τηλεπικοινωνίες αποτελούν έναν κλάδο στον οποίο συνενώνονται τόσο
καθεαυτό τηλεπικοινωνιακό έργο, το οποίο αποτελεί βιομηχανία, όσο και
αμιγώς εμπορική δραστηριότητα. Η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρήσεων
δραστηριοποιούνται στην Αττική, με 30.000 περίπου εργαζόμενους.
Ορισμένες
εξελίξεις που αφορούν τον κλάδο συνοψίζονται στα εξής: Τα μονοπώλια
έκαναν προσπάθεια να αντιμετωπίσουν την κρίση με ενιαίο τρόπο, ενώ
παράλληλα κάθε μονοπώλιο προσπαθεί να ενισχύσει τη δική του θέση με
στόχο την αύξηση των κερδών τόσο μέσω της εξασφάλισης φθηνής εργατικής
δύναμης και της αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης όσο και μέσω της
αναζήτησης δυνατοτήτων κερδοφορίας σε νέα πεδία. Ταυτόχρονα προχωρά η
συγκέντρωση και η συγκεντροποίηση στον κλάδο μέσα από εξαγορές,
συγχωνεύσεις, ενοποίηση δικτύων, με εθελούσιες στον ΟΤΕ, με απολύσεις
και αντικατάσταση παλιών εργαζόμενων με νέους με λιγότερα δικαιώματα.
Ο
κλάδος συγκεντρώνει μεγάλο τμήμα εργατικού δυναμικού νέου σε ηλικία,
που παρέχει εξειδικευμένη μισθωτή εργασία με μια ποικιλία εργασιακών
σχέσεων. Με εξαίρεση τα σωματεία του ΟΤΕ (για ευνόητους λόγους), ο
βαθμός συνδικαλιστικής οργάνωσης του κλάδου παραμένει μικρός. Θετική
εξέλιξη αποτελεί η σχετική μαζικοποίηση του ΣΕΤΗΠ (Σωματείο Εργαζομένων
Τηλεπικοινωνιών-Πληροφορικής), όπου στις τελευταίες αρχαιρεσίες ψήφισαν
47% περισσότεροι εργαζόμενοι. Είναι ένα βήμα που κατακτήθηκε με σκληρή
δουλειά από τις δυνάμεις μας που δρουν στον κλάδο, κόντρα στον αρνητικό
συσχετισμό.
Τα
σωματεία που υπάρχουν σε όλες τις μεγάλες επιχειρήσεις βρίσκονται
συνήθως στα χέρια δυνάμεων ενός πολύμορφου οπορτουνισμού ο οποίος, παρά
την επαναστατική φρασεολογία, κάνει τη δουλειά της εργοδοσίας, αφού τα
αιτήματα πάλης, το περιεχόμενο και η γραμμή του οδηγούν στην ενσωμάτωση.
Οι δυνάμεις αυτές έχουν σταθερό μέτωπο στο ΠΑΜΕ, σπέρνουν τον
αντικομμουνισμό. Οι δυνάμεις μας σε αυτά τα σωματεία παλεύουν από θέσεις
μειοψηφίας.
Μέσα
σ’ αυτές τις συνθήκες έδρασε ο Τομέας που έχει συγκροτηθεί εδώ και
μερικά χρόνια στην ΚΟ Αττικής. Ξεκίνησε με λιγοστές δυνάμεις, αλλά είναι
ήδη αισθητή η δράση του Κόμματος και έχει αξιοσημείωτα αποτελέσματα
στην οικοδόμηση. Αξιοποιήθηκε η δυνατότητα να συγκεντρωθούν δυνάμεις που
έπιασαν δουλειά στον κλάδο, σε συνδυασμό με τη συνδικαλιστική δράση και
τη συστηματική πολιτική παρέμβαση, που οδήγησε σε νέες στρατολογίες.
Σημαντικός
παράγοντας είναι η δουλειά που προηγείται στις σχολές που οι απόφοιτοί
τους προορίζονται για δουλειά στον κλάδο, όπως ορισμένες πολυτεχνικές
σχολές, οι σχολές πληροφορικής των ΤΕΙ και οι αντίστοιχες ειδικότητες
των ΙΕΚ. Το συστηματικό ενδιαφέρον των μονοπωλίων για παρέμβαση σ’ αυτές
τις σχολές είναι κάτι παραπάνω από εκφρασμένο, από τις απλές μορφές των
σεμιναρίων και των εκδηλώσεων που διοργανώνουν, μέχρι τα κοινά
επιχειρηματικά - ερευνητικά προγράμματα που «τρέχουν» σε πλήθος
εργαστηρίων και μεταπτυχιακών προγραμμάτων αυτών των σχολών. Αυτοί
χτίζουν το επιστημονικό δυναμικό που θα τροφοδοτήσει την καπιταλιστική
κερδοφορία, εμείς χτίζουμε την πρωτοπορία που θα τους ανατρέψει.
Οι
εργαζόμενοι και σε αυτούς τους κλάδους μπορούν να καταλάβουν από την
πείρα της δουλειάς τους ποιες είναι οι δυνατότητες της επιστήμης και της
τεχνολογίας, πώς μπορούν να αξιοποιηθούν σε συνθήκες εργατικής εξουσίας
προς όφελος της ικανοποίησης των σύγχρονων αναγκών. Ταυτόχρονα, βλέπουν
ότι αυτές οι δυνατότητες αξιοποιούνται σήμερα από τα μονοπώλια προς
όφελος της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Επιπλέον τμήμα των εργαζομένων σε
αυτούς τους κλάδους γίνεται αποδέκτης ισχυρών αυταπατών περί
καριερισμού και ανέλιξης στις επιχειρήσεις, περί της επιχειρηματικής
δράσης –συνεργατικής ή μη– που επιβραβεύεται κλπ. Σε αυτό το έδαφος
πρέπει να διεξαχθεί σφοδρή διαπάλη για το κέρδισμα συνειδήσεων.
Αντίστοιχος
προσανατολισμός ισχύει και για άλλους σημαντικούς χώρους της
βιομηχανίας, όπως είναι το φάρμακο, γενικότερα η χημική βιομηχανία, η
ενέργεια, τομείς των μεταφορών, των κατασκευών. Επίσης, για επαγγέλματα
του κλάδου της υγείας, του χρηματοπιστωτικού, της εκπαίδευσης κ.ά. Η
σύνδεση με τις σχολές ΑΕΙ-ΤΕΙ ως τις ΕΠΑΣ του ΟΑΕΔ σημαίνει ουσιαστικά
δουλειά στην αυριανή βάρδια της εργατικής τάξης, καθήκον που δεν πρέπει
να εναποτεθεί μόνο στις δυνάμεις της ΚΝΕ, όπως έχουμε σχετικά
αποφασίσει. Σημαίνει συγκεκριμένα καθήκοντα και υποχρεώσεις για τα
κομματικά όργανα και τις ΚΟΒ.
ΓΙΑ ΤΗ ΔΟΥΛΕΙΑ ΜΑΣ ΣΤΙΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ
Το
άρθρο 10 του Καταστατικού του Κόμματος αναφέρει: «Η ένταξη γυναικών από
την εργατική τάξη και τα άλλα λαϊκά στρώματα στο Κόμμα πρέπει να είναι
μόνιμη φροντίδα των κομματικών μελών. Όλες οι Κομματικές Οργανώσεις
οφείλουν να αναπτύσσουν μόνιμα και σταθερά τη δράση τους για τα
δικαιώματα, την ισοτιμία και χειραφέτηση των γυναικών, τη συμμετοχή τους
στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες».
Η
σχετική πρόβλεψη του Καταστατικού δεν είναι καινούργια, υπήρχε και στο
προηγούμενο. Το ότι περιλαμβάνεται στο Καταστατικό μας υπογραμμίζει τη
θεμελιακή διαπίστωση ότι δεν πρόκειται να προχωρήσει η συγκέντρωση
δυνάμεων για την επανάσταση χωρίς την απαραίτητη εξειδίκευση της
πολιτικής του Κόμματος στις εργάτριες και μισθωτές εργαζόμενες, στις
αυτοαπασχολούμενες και γενικά στις γυναίκες των λαϊκών στρωμάτων. Το
περιεχόμενο της δουλειάς στις γυναίκες και οι μορφές προσέγγισής τους
είναι απαιτητικό και δύσκολο καθήκον.
Στο
ζήτημα αυτό πρέπει να ομολογήσουμε ότι, παρόλο που από χρόνια
εκδηλώνεται ένας καλύτερος προσανατολισμός στην ανάδειξη των αιτιών της
γυναικείας ανισοτιμίας και εκμετάλλευσης, παραμένουν ισχυρές επιβιώσεις
υποτίμησης στις γραμμές μας για την ανάγκη εξειδίκευσης της δουλειάς μας
στις γυναίκες. Μάλλον πρόκειται για την εκδήλωση ενός βαθύτερου
προβλήματος που πρέπει να αντιμετωπίσουν τα καθοδηγητικά όργανα. Εδώ η
αναγκαία εξειδίκευση της ιδεολογικοπολιτικής δουλειάς στις γυναίκες
απαιτεί γνώση της ταξικής φύσης του γυναικείου ζητήματος, παρακολούθηση
των σύγχρονων εκφράσεών του μέσω της στρατηγικής του κεφαλαίου. Απαιτεί
στοχευμένη δουλειά κατά κλάδο, γνώση των εξελίξεων στους χώρους. Απαιτεί
διάθεση και εκπαίδευση στελεχών, που συχνά δε γίνεται ή γίνεται τυπικά
στο πλαίσιο του καταμερισμού πολλών κομματικών οργάνων.
Αυτή
η κατάσταση πρέπει να αλλάξει. Αν μιλάμε για οικοδόμηση και στρατολογία
στο φάρμακο, στα τρόφιμα, στις τηλεπικοινωνίες, στο εμπόριο και στις
υπηρεσίες, στους εκπαιδευτικούς και στις τράπεζες, στα νοσοκομεία και
στον ιδιωτικό τομέα της υγείας, μιλάμε για τη στρατολόγηση πρώτα και
κύρια γυναικών.
ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΚΑΙ ΚΑΛΥΤΕΡΑ
Αναμφισβήτητα,
οι ΚΟ έχουν ανταποκριθεί όλο αυτό το χρονικό διάστημα σε μια μεγάλης
έκτασης δουλειά, με βάση τις αποφάσεις της ΚΕ και τις κατευθύνσεις των
καθοδηγητικών οργάνων. Τελικά, το πρόβλημα της οργανωτικής ανάπτυξης θα
αντιμετωπίζεται όσο θα καταφέρνουμε να υποτάσσουμε την πολιτική
επικαιρότητα και τις εξελίξεις στον πολιτικό σχεδιασμό του Κόμματος, όσο
θα αντιστεκόμαστε με πρακτικό πνεύμα σε κάθε στοιχείο
αποσπασματικότητας και ασυνέχειας στη δουλειά μας, κρατώντας ανοιχτό το
μέτωπο απέναντι σε κάθε τεχνητό διαχωρισμό των κομματικών καθηκόντων.
Από
αυτήν την πλευρά η πορεία προς τα 100 χρόνια του Κόμματος το 2018 είναι
ευκαιρία για να αναπτυχθεί και στο εσωτερικό του Κόμματος μια βαθιά
δουλειά, που θα οδηγεί σε μια νέα άνοδο του επιπέδου γνώσης των
σύγχρονων προβλημάτων καθοδήγησης και ανάπτυξης του εργατικού και λαϊκού
κινήματος.
Πολύ
περισσότερο που πάνω από το 50% της κομματικής δύναμης έχει ενταχτεί
στο Κόμμα μετά από το 1991. Πολύ περισσότερο που τα τελευταία χρόνια
υπάρχει και καταγράφεται μια φυσιολογική και θετική ανάδειξη κομματικών
στελεχών στον οργανωτικό, αλλά και σε άλλους τομείς δουλειάς του
Κόμματος.
Πρέπει
συλλογικά και ατομικά να φροντίζουμε να αναδείξουν όλοι αυτοί οι
σύντροφοι και οι συντρόφισσες συνδυασμένα τις κομμουνιστικές αρετές της
γνώσης της ιδεολογίας μας και της αφομοίωσης της στρατηγικής μας, του
κομματικού φιλότιμου και της εργατικής συνέπειας, της κομμουνιστικής
σεμνότητας και της συντροφικής αλληλεγγύης. Είναι χαρακτηριστικά που
ατσαλώνουν τους κομμουνιστές και διαμορφώνουν προϋποθέσεις να γίνουν
λαϊκοί ηγέτες στο χώρο τους, άξιοι εκπρόσωποι και συνεχιστές της
100χρονης πορείας του Κόμματος πάντα στην πρώτη γραμμή των ταξικών
αγώνων του λαού μας, κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
Η Λουΐζα Ράζου είναι μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ.
1.
Διακήρυξη της ΚΕ του ΚΚΕ: «95 χρόνια αγώνες και θυσίες του ΚΚΕ:
Διδασκόμαστε και συνεχίζουμε για το λαό, με στόχο το σοσιαλισμό»,
εφημερίδα «Ριζοσπάστης», 17 Νοέμβρη 2013.
2. Θέσεις και Καταστατικό όπως ψηφίστηκαν στο 2ο Συνέδριο της ΚΔ (6-25.7.1920), εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», 2007, σελ. 85.
3. Από την Ανακοίνωση της ΚΕ για την προκήρυξη της άμιλλας οικοδόμησης και στρατολογίας (Μάρτης 2015).
4. Ό.π..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου