Μπαράζ αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων για τη σωτηρία του κεφαλαίου
Eurokinissi
|
Οπως χαρακτηριστικά τονίζεται, «οι προκλήσεις είναι πολλές και μεγάλες και πηγάζουν όχι μόνο από απρόβλεπτες εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον, αλλά κυρίως από κινδύνους που ενδέχεται να επηρεάσουν την εγχώρια μακροοικονομική συγκυρία, όπως είναι η καθυστέρηση της ολοκλήρωσης της πρώτης αξιολόγησης». Ανάμεσα σε αυτές, ο Γ. Στουρνάρας, από το βήμα της Γενικής Συνέλευσης των μετόχων της ΤτΕ, ξεχώρισε «την ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος και την ευθυγράμμιση της φορολογίας του αγροτικού εισοδήματος». Πρόκειται για τα νέας κοπής αντιλαϊκά μέτρα, μόνιμου χαρακτήρα, και όχι μόνο για την ολοκλήρωση της «αξιολόγησης», αλλά και δράσεις «απαραίτητες για να εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του συστήματος της Κοινωνικής Ασφάλισης και του δημοσίου χρέους, καθώς και για να αποκαταστήσουν την κοινωνική και φορολογική δικαιοσύνη μεταξύ γενεών και μεταξύ ομάδων φορολογουμένων».
Τα παραπάνω αποτελούν το επόμενο βήμα προκειμένου στη συνέχεια να προχωρήσει η ακολουθία των αναδιαρθρώσεων που κρίνονται αναγκαίες για την ανάκαμψη του κεφαλαίου και των επιχειρηματικών κερδών. Σε αυτό το φόντο, η ΤτΕ ανάμεσα σε άλλους θέτει τους παρακάτω άξονες:
Τραπεζικό σύστημα: Η ενίσχυσή του περνά «μέσα από την αντιμετώπιση του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων». Τονίζεται ότι θα τεθούν συγκεκριμένοι στόχοι ανά τραπεζικό όμιλο, με ορίζοντα εφαρμογής από τον Ιούνη του 2016 και με παρακολούθηση ανά τρίμηνο. Τα παραπάνω, μεταξύ άλλων, συνδέονται με τη «δημιουργία δευτερογενούς αγοράς μη εξυπηρετούμενων δανείων, την επίσπευση δικαστικών διαδικασιών και με την ευκολία ρευστοποίησης των εξασφαλίσεων από τις τράπεζες». Τα παραπάνω «φωτογραφίζουν» και την πρώτη κατοικία της λαϊκής οικογένειας.
Σε αυτό το πλαίσιο, προωθείται εμπροσθοβαρές χρονοδιάγραμμα, προκειμένου μέσα στην επόμενη διετία (μέχρι το 2018) να υπάρξει σημαντική μείωση των «κόκκινων» δανείων. Προβλέπονται παρεμβάσεις για την αναδιάρθρωση των βιώσιμων επιχειρήσεων, με κρίσιμο ζήτημα την ανάληψη ενεργητικών πρωτοβουλιών, όπως για την αλλαγή διοικήσεων υπερχρεωμένων εταιρειών, σε περίπτωση που αυτές δεν «συνεργάζονται» με τις τράπεζες, αλλά και αλλαγές τόσο στη «δομή όσο και στα επιχειρηματικά σχέδια της οφειλέτριας επιχείρησης». Επιπλέον, απαιτείται η κοινή από τις τράπεζες δράση σε περίπτωση εταιρικών κοινοπρακτικών δανείων, καθώς, όπως διαπιστώνεται, «σχεδόν το σύνολο των μεγάλων επιχειρηματικών δανείων αφορούν περισσότερους του ενός πιστωτές».
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, το 2015 υπήρξε αύξηση του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Ειδικότερα, στο τέλος Σεπτέμβρη 2015 το ποσοστό του συνόλου των μη εξυπηρετούμενων δανείων έφτασε στο 43,6% επί της μάζας των δανείων (από 39,9% το Δεκέμβρη του 2014). Στην ίδια περίοδο τα «κόκκινα» στεγαστικά δάνεια έφτασαν σε 39,8%, τα καταναλωτικά σε 55,4% και τα επιχειρηματικά σε 43,3%. Οπως αναφέρεται, στην εξέλιξη αυτή συνέβαλαν και η αναβολή της εφαρμογής του Κώδικα Δεοντολογίας για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και η λιγότερο ενεργητική διαχείριση του χαρτοφυλακίου δανείων από τις τράπεζες, «με έμφαση κυρίως σε λύσεις βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα».
Επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων. Στο επόμενο διάστημα στοχεύουν ειδικότερα:
-- Στα δίκτυα και τις υπηρεσίες (Μεταφορές, Ενέργεια, Τηλεπικοινωνίες, Εμπόριο) με την άρση των περιορισμών και την απλοποίηση των κανονιστικών ρυθμίσεων «που υπονομεύουν τον ανταγωνισμό».
-- Στην αγορά εργασίας, έμφαση δίνεται στην «απλούστευση και τον εξορθολογισμό της ισχύουσας εργατικής νομοθεσίας μέσω της κωδικοποίησής της σε έναν Κώδικα Εργατικής Νομοθεσίας», στη δημιουργία «πλαισίου για την ενθάρρυνση της μαθητείας και της επαγγελματικής κατάρτισης», στην «καταπολέμηση της αδήλωτης εργασίας».
-- Στην κρατική διοίκηση, απαιτείται η εφαρμογή προγράμματος μεταρρυθμίσεων «με σκοπό τον εκσυγχρονισμό και την αποκομματικοποίησή της».
Ιδιωτικοποιήσεις. Κρίνεται ως ζήτημα «καθοριστικής σημασίας για την οικονομική ανάπτυξη», ιδιαίτερα στην περίπτωση που «συνοδεύονται από ισχυρή δέσμευση για μελλοντικές επενδύσεις» έτσι ώστε να «ενισχύουν περαιτέρω την εισροή στη χώρα παραγωγικών κεφαλαίων, που αυξάνουν την απασχόληση και τη συνολική ενεργό ζήτηση». Σύμφωνα με την έκθεση, η ακίνητη περιουσία του Δημοσίου, «εάν αξιοποιηθεί σωστά μέσω της αναβάθμισης των χρήσεων γης και με απόλυτο σεβασμό στο περιβάλλον, μπορεί να προσελκύσει σημαντικές, άμεσες ξένες επενδύσεις».
Μείγμα πολιτικής: Με δεδομένη τη «συνέχιση της προσαρμογής στους τομείς των οικονομικών της γενικής κυβέρνησης και του συστήματος Κοινωνικής Ασφάλισης» το ζητούμενο είναι ο επανακαθορισμός του μείγματος της αντιλαϊκής πολιτικής. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, «η έως τώρα έμφαση στην αύξηση των φορολογικών συντελεστών επί των εισοδημάτων από εργασία και των κερδών των επιχειρήσεων, καθώς και των ασφαλιστικών εισφορών, ενισχύει τα κίνητρα για φοροδιαφυγή και εισφοροδιαφυγή (...) Εξασθενίζει τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα των ελληνικών επιχειρήσεων και αποτρέπει προσπάθειες για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας».
Σε κάθε περίπτωση, το μείγμα της πολιτικής περιλαμβάνει την «κατάργηση ποικίλων εξαιρέσεων από τις γενικές διατάξεις φορολογίας», την ασφαλιστική νομοθεσία, τον «επανασχεδιασμό» των αυτοτελών πόρων για την Τοπική Διοίκηση, την «καλύτερη στόχευση των κοινωνικών δαπανών» (δηλαδή κοινωνικά - προνοιακά επιδόματα), την ενίσχυση της κινητικότητας του ανθρώπινου δυναμικού του κράτους.
«Ενθάρρυνση επενδύσεων». Μεταξύ 2007 και 2014, η συνολική επενδυτική δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώθηκε στο μισό. Η ανάκαμψή τους στηρίζεται στην «εμπέδωση περιβάλλοντος οικονομικής και πολιτικής σταθερότητας που ενδυναμώνει το κλίμα εμπιστοσύνης των επιχειρηματιών και ενθαρρύνει την ανάληψη επενδυτικών σχεδίων». Κεντρικός άξονας είναι «η ταχεία μεταστροφή του εγχώριου παραγωγικού υποδείγματος από την παραγωγή μη εμπορεύσιμων προς την παραγωγή εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου