9 Οκτ 2016

Με αφορμή την αρνητική πορεία της Ντόιτσε Μπανκ και τις διεθνείς επιδράσεις

Με αφορμή την αρνητική πορεία της Ντόιτσε Μπανκ και τις διεθνείς επιδράσεις

Το κτίριο της Ντόιτσε Μπανκ στη Φρανκφούρτη της Γερμανίας
Το κτίριο της Ντόιτσε Μπανκ στη Φρανκφούρτη της Γερμανίας
Η δυσχερής κατάσταση της Ντόιτσε Μπανκ απασχολεί έντονα τον αστικό Τύπο, τα αστικά οικονομικά επιτελεία, με αρθρογραφία και σχόλια για τις αρνητικές συνέπειες στο ευρωπαϊκό και το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και φόβους ακόμη και για πιθανή κατάρρευση. Η τράπεζα λέει ότι τα 215 δισ. δολάρια που διαθέτει σε μετρητά και ρευστά διαθέσιμα είναι επαρκή για να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε βραχυπρόθεσμα προβλήματα. Ο διευθύνων σύμβουλος της Ντόιτσε Μπανκ, Τζον Κράιαν, είπε ότι «νέες φήμες» προκαλούν την πτώση της τιμής της μετοχής της και ότι «μας υπονομεύουν δυνάμεις των αγορών». Βεβαίως, διεθνή και ευρωπαϊκά οικονομικά επιτελεία εκτιμούν ότι η τράπεζα έχει περιορισμένα κεφάλαια.
Ο μεγάλος ντόρος ξεκίνησε όταν το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ ανακοίνωσε ότι θα της επιβάλει πρόστιμο 14 δισ. δολαρίων μετά τις έρευνες σε βάρος της για καταχρηστική πώληση τίτλων ενυπόθηκων δανείων από την περίοδο έναρξης της κρίσης. Εχει γραφτεί, επίσης, ότι με παραποίηση στοιχείων στα πραγματικά κέρδη και τις ζημιές η Ντόιτσε Μπανκ έκρυψε ζημιές ύψους 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων!
Οι μετοχές της υποχώρησαν την προηγούμενη βδομάδα κάτω από τα 10 ευρώ, στο χαμηλότερο επίπεδο από το 1983, στη συνέχεια όμως ανέβηκαν όταν δημοσιεύτηκε ότι η τράπεζα βρίσκεται κοντά σε συμφωνία με τις ΗΠΑ για διακανονισμό του προστίμου στα 5,4 δισ. δολάρια.
Στο μεταξύ, κάποιες από τις μεγαλύτερες γερμανικές βιομηχανίες εξέφρασαν στήριξη στην Ντόιτσε Μπανκ, όπως οι E.ΟΝ, «Daimler», BASF, «Siemens», αφού «οι ισχυρές γερμανικές τράπεζες είναι σημαντικές για μια ισχυρή γερμανική οικονομία», που θα πληγεί «αν θα έχουμε πρόσβαση σε διεθνείς κεφαλαιαγορές μόνο μέσω τραπεζών σε άλλες χώρες», έγραψε η «Frankfurter Allgemeine».
Βρίσκονται στα μαχαίρια
Η γερμανική κυβέρνηση καταγγέλλει τις ΗΠΑ για «οικονομικό πόλεμο». Ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής οικονομικής επιτροπής της Γερμανίας, Peter Ramsauer, δήλωσε στη «Welt am Sonntag» πως η κίνηση του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης κατά της τράπεζας «έχει τα χαρακτηριστικά οικονομικού πολέμου», σύμφωνα με τους «Financial Times» (αναδημοσίευση «euro2day», 3/10/2016). Οι ΗΠΑ έχουν μια «μακρά παράδοση» να εξαπολύουν εμπορικό πόλεμο «αν ωφελεί τη δική τους οικονομία», οι δε «εκβιαστικές απαιτήσεις για πρόστιμα» στην περίπτωση της Deutsche Bank αποτελούν ένα τέτοιο παράδειγμα.
Ο Markus Ferber, Γερμανός ευρωβουλευτής, είπε στη «Welt» ότι είναι μια «απάντηση οφθαλμόν αντί οφθαλμού» από τις αμερικανικές αρχές στην πρόσφατη κίνηση της Κομισιόν κατά της «Apple», αφού αποφάσισε ότι η Ιρλανδία πρέπει να επιβάλει πρόστιμο 13 δισ. ευρώ στην «Apple» για διαφυγόντες φόρους.
Επίσης, η Κομισιόν έχει προειδοποιήσει ότι θα επιβάλει πρόστιμο 7,4 δισ. δολαρίων στην αμερικανική «Google», που αντιπροσωπεύουν το 10% του ετήσιου παγκόσμιου τζίρου της, πρόστιμο αρκετά υψηλό ώστε να εξασφαλίσει ότι θα αποτρέψει πρακτικές καταχρηστικής εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης. Από πού προκύπτει; Η «Google» παρέχει οικονομικά κίνητρα στους κατασκευαστές κινητών τηλεφώνων, συμπεριλαμβανομένων των «έξυπνων» (smartphones), ώστε να εξασφαλίζει εκ των προτέρων την εγκατάσταση του δικού της λειτουργικού συστήματος, του Android, (smartphones), περιορίζοντάς τους τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν ανταγωνιστικά λειτουργικά συστήματα. Η «Google», στην αναζήτηση μέσω κινητού, έχει μερίδιο αγοράς άνω του 90%, από το 2009 έως σήμερα, σχεδόν σε όλες τις χώρες της ΕΕ. Κατηγορείται για παραβίαση των κοινοτικών κανόνων περί θεμιτού ανταγωνισμού.
Πράγματι, με τις ΗΠΑ η Γερμανία βρίσκεται στα μαχαίρια. Για παράδειγμα, μετά το χτύπημα των ΗΠΑ και τη ζημιά στην αυτοκινητοβιομηχανία «Volkswagen», στην οποία έγιναν αγωγές από το αμερικανικό Δημόσιο για αποζημίωση 46 δισεκατομμυρίων δολαρίων για παράβαση περιβαλλοντικών νόμων, καθώς και αγωγή από 278 θεσμικούς επενδυτές από όλον τον κόσμο, ζητώντας αποζημίωση 3,3 δισ. ευρώ, επιβλήθηκε πρόστιμο στην Ντόιτσε Μπανκ, 2,5 δισ. δολαρίων, με δικαστική αγωγή από το αμερικανικό Δημόσιο για μη κάλυψη των υποχρεώσεών της προς ενυπόθηκα δάνεια ύψους 3,1 δισ. δολαρίων στις ΗΠΑ.
Στα stress tests στις ΗΠΑ κόπηκε η Ντόιτσε Μπανκ για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά επειδή εμφανίζει μόνιμες αδυναμίες στον προγραμματισμό των κεφαλαίων, ενώ «τα ήδη αδύναμα κεφαλαιακά διαθέσιμα την καθιστούν πιο ευάλωτη σε μια οικονομική αναταραχή».
Αμέσως μετά η γερμανική Αρχή Ανταγωνισμού και Καταπολέμησης των μονοπωλίων χτυπά για αθέμιτο ανταγωνισμό την ισχυρή θέση της «Amazon» στην αγορά ψηφιακών ηχητικών βιβλίων (audiobook) όπως, άλλωστε, και της «Apple», διερευνώντας ταυτόχρονα την πολιτική των δύο εταιρειών σε ό,τι αφορά τις αποστολές των audiobook (ηλεκτρονικά βιβλία), μέσα από την πλατφόρμα του iTunes.
Επίσης, γερμανικά μονοπώλια έχουν επιθετική πολιτική εξαγορών αμερικανικών μονοπωλίων, με πιο πρόσφατη αυτή της αμερικανικής αγροχημικής και βιοτεχνολογικής εταιρείας «Monsanto» από την «Bayer». Αλλά και γερμανικά μονοπώλια χτυπούν αμερικανικά μέσα στις ίδιες τις ΗΠΑ, όπως τα καταστήματα της «Aldi», που κατάφεραν να χτυπήσουν τη «Wal-Mart» προσφέροντας τρόφιμα σε τιμές χαμηλότερες, ενώ η «Aldi» αυξάνει συνεχώς τους τζίρους στις ΗΠΑ. Τα περισσότερα από τα νέα καταστήματα που ανοίγει βρίσκονται ακριβώς δίπλα από καταστήματα της «Wal-Mart».
Είναι μόνο το πρόστιμο και ο οικονομικός πόλεμος;
Υπάρχει «οικονομικός πόλεμος»; Υπάρχει. Οι ανταγωνισμοί ΗΠΑ - Γερμανίας οξύνονται στο έπακρο. Θυμίζουμε την όξυνση γύρω από τη Διατλαντική Συνεργασία Εμπορίου και Επενδύσεων (ΤΤΙΡ). Ο Γερμανός αντικαγκελάριος, Ζ. Γκάμπριελ, λέει ότι οι διαπραγματεύσεις με τις ΗΠΑ είναι ουσιαστικά νεκρές και πρέπει να σταματήσουν. Η Α. Μέρκελ λέει να συνεχιστούν. Δείχνει και ενδοκαπιταλιστικούς ανταγωνισμούς ανάμεσα σε μερίδες του κεφαλαίου στη Γερμανία.
Η προσέγγιση όμως ότι τα προβλήματα της Ντόιτσε Μπανκ οφείλονται μόνο στο πρόστιμο των ΗΠΑ ή στον οικονομικό πόλεμο δε δείχνει όλη την πραγματικότητα. Ας το δούμε.
Πριν από τρεις μήνες, το ΔΝΤ στην ετήσια έκθεσή του για το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα αναφέρει ότι η Ντόιτσε Μπανκ «είναι η τράπεζα με μεγάλη διεθνή επιρροή και εκτεταμένες διασυνδέσεις με τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς θεσμούς, η οποία συμβάλλει περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη τράπεζα στην αύξηση του συστημικού κινδύνου του παγκόσμιου τραπεζικού κλάδου». Η Ντόιτσε Μπανκ δημοσιοποίησε ετήσιες απώλειες το 2015 για πρώτη φορά μετά το 2008 και το 2016 εκτιμάται ότι θα έχει επίσης απώλειες.
Η ΕΚΤ κατηγορείται από τη γερμανική κυβέρνηση ότι ευθύνεται για τις δυσκολίες της Ντόιτσε Μπανκ λόγω της πολιτικής των χαμηλών επιτοκίων, άρα και μείωσης των κερδών, αλλά ο Μ. Ντράγκι, τους απάντησε στην κλειστή συνεδρίαση της οικονομικής επιτροπής της Βουλής: «Εάν μια τράπεζα αποτελεί συστημική απειλή για την Ευρωζώνη, δεν μπορεί να είναι λόγω των χαμηλών επιτοκίων. Εχει να κάνει με άλλους λόγους».
Οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς» έγραψαν επίσης ότι η Ντόιτσε Μπανκ κατέχει «τοξικά» ομόλογα ύψους 53 τρισ. ευρώ.
Αλλά και αυτό το πρόβλημα των «τοξικών» ομολόγων δεν είναι καινούργιο. Το 2010, με αφορμή την αναζήτηση τρόπων διάσωσης κρατών - μελών της ΕΕ με μεγάλο κρατικό χρέος (π.χ. Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία κ.λπ.) η γερμανική κυβέρνηση πρότεινε τη συμμετοχή ιδιωτικών τραπεζών στο μηχανισμό διάσωσης. Αλλά ο τότε επικεφαλής της Ντόιτσε Μπανκ, Γιόζεφ Ακερμαν, αντιδρούσε λέγοντας ότι η συγκεκριμένη πρόταση βάζει σε κίνδυνο και το γερμανικό τραπεζικό σύστημα, το οποίο είναι «φορτωμένο» με περισσότερα από 240 δισ. ευρώ «τοξικά» ιρλανδικά ομόλογα, τα οποία ονόμαζε «γουρουνάκια». Η Ντόιτσε Μπανκ είχε τα περισσότερα, όπως είναι εκτεθειμένη και τώρα σε ομόλογα ιταλικών τραπεζών με τεράστια «κόκκινα» δάνεια.
Ολα, όμως, αυτά τα σημάδια δείχνουν ότι η καπιταλιστική οικονομική κρίση απαξίωσε κεφάλαια, η κρίση φαίνεται ότι είναι και η βασική αιτία για τη δυσχερή κατάσταση της τράπεζας.
Ενδογερμανικές κόντρες
Ο Ζίγκμαρ Γκάμπριελ είπε: «Δεν ήξερα αν πρέπει να γελάσω ή να κλάψω όταν η τράπεζα η οποία μετέτρεψε την κερδοσκοπία στο επιχειρηματικό της μοντέλο ανέφερε πως έπεσε θύμα κερδοσκόπων». Η παρέμβασή του δείχνει κι εδώ ότι υπάρχουν ισχυρές ενδοκαπιταλιστικές κόντρες ανάμεσα σε μερίδες του γερμανικού κεφαλαίου, αφού σε αντίθεση με τον Β. Σόιμπλε, που την υπερασπίζεται, ο ίδιος λέει «καλά να πάθει».
Το γεγονός ότι η Ντόιτσε Μπανκ παρουσιάζει ζημιές, η μετοχή της μειώνεται, δυσκολεύεται να αντλήσει κεφάλαια και βρίσκεται καθημερινά στο προσκήνιο των φόβων των αστών για γενικότερη ζημιά στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά και σ' αυτό της ΕΕ και της Ευρωζώνης, αποτελεί μια αρνητική παράμετρο σε μια παγκόσμια οικονομία που συνεχώς επιβραδύνεται.
Η δε συνεχής όξυνση των ανταγωνισμών ΗΠΑ - Γερμανίας, ο «οικονομικός πόλεμος», που επιδιώκει την ενδυνάμωση των μονοπωλίων κάθε κράτους στην παγκόσμια αγορά, σε συνδυασμό με την υπονόμευση των μονοπωλίων των ανταγωνιστών μεταξύ τους, δείχνει δυσκολίες στην ανάπτυξη των δύο αυτών οικονομιών. Και έχει επίσης σχέση με τους ανταγωνισμούς για την πρωτοκαθεδρία στην Ευρώπη. Για παράδειγμα, την ώρα που οξύνεται η αντιπαράθεση ΗΠΑ - Ρωσίας, ο Ζ. Γκάμπριελ μίλησε για άρση των κυρώσεων στη Ρωσία. Επίσης, ο Αμερικανός υπουργός Οικονομικών, Τζακ Λιου, μίλησε προχτές ξανά για αναδιάρθρωση του χρέους της Ελλάδας άμεσα, το ΔΝΤ μίλησε για «κούρεμα», αλλά ο Β. Σόιμπλε απάντησε ότι «είναι αποπροσανατολιστική η συζήτηση για το χρέος».
Πιο σύνθετη η κατάσταση
Την ίδια ώρα, τους ανταγωνισμούς δεν πρέπει να τους βλέπουμε μόνο ανάμεσα στα δύο κράτη. Είναι πιο σύνθετοι. Η έκφρασή τους και στο εσωτερικό των κρατών, όπως για παράδειγμα στη Γερμανία (υπάρχουν και στις ΗΠΑ, π.χ. η πρωτοφανής σκληρότητα της προεκλογικής αντιπαράθεσης Δημοκρατικών - Ρεπουμπλικάνων, Κλίντον - Τραμπ, ή η έκφραση διαφωνιών από κρατικά επιτελεία για την πολιτική Ομπάμα στο Συριακό), κάνει τη διεθνή κατάσταση ακόμη πιο σύνθετη. Αλλωστε, οι διαφορετικές μερίδες του κεφαλαίου σε κάθε κράτος αναζητούν, ή έχουν και διαφορετικές συμμαχίες διεθνώς, αναζητώντας και διαφοροποιημένη εσωτερική και εξωτερική πολιτική, αφού είναι διαφορετικές οι ανάγκες και οι προτεραιότητές τους.
Ταυτόχρονα οξύνονται οι ανταγωνισμοί και μέσα στην ΕΕ, με αφορμή το Προσφυγικό, αλλά υπό την επίδραση της αδύναμης ανάκαμψης. Που επιδρά σε στροφή στις εθνικές πολιτικές, αλλά και στην αντιπαράθεση για την οικονομική διακυβέρνηση ή στη χαλάρωση των δεικτών του Συμφώνου Σταθερότητας, ανάμεσα στα κράτη του Νότου και σε Γερμανία, Φινλανδία κ.λπ. αφού είναι διαφορετικές οι ανάγκες και οι προτεραιότητες. Αυτή η σύνθετη πραγματικότητα κάνει τις οικονομικές συγκρούσεις απρόβλεπτες και αλυσιδωτές με αντανάκλαση και στο πολιτικό πεδίο και στο γεωστρατηγικό. Για παράδειγμα, στη Συρία οξύνεται η αντιπαράθεση ΗΠΑ - Ρωσίας. Την ίδια ώρα, η Γερμανία μέσω Τουρκίας αναζητά δίαυλο συμμετοχής στη δράση σ' αυτήν την περιοχή.
Βεβαίως, όλες αυτές οι εξελίξεις αποτελούν μέρος ενός παζλ ιμπεριαλιστικής επικίνδυνης διαπάλης σε μια περιοχή με ακατάπαυστη την πολεμική σύγκρουση. Και η Ελλάδα είναι στο επίκεντρο αυτής της περιοχής αναλαμβάνοντας η κυβέρνηση πρωτοβουλίες προώθησης των ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών, στο όνομα της γεωστρατηγικής αναβάθμισης του κεφαλαίου. Επικίνδυνη στρατηγική που βάζει το λαό ολοένα και πιο βαθιά στη λαιμητόμο της ιμπεριαλιστικής σφαγής. Το λαό που σε τέτοιες διαμορφούμενες συνθήκες, πρέπει να παλέψει με τη δική του σημαία, κόντρα στην εξουσία του κεφαλαίου, και όχι με τη σημαία των λεγόμενων «εθνικών συμφερόντων», δηλαδή των αστών.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ