Η «Διακήρυξη της Μαδρίτης»
Αν
δυο στοιχεία ξεχωρίζουν από τη «Διακήρυξη» των ηγετών του Νότου που
υπογράφτηκε προχτές στη Μαδρίτη, και φέρει φαρδιά - πλατιά την υπογραφή
της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, αυτά δεν είναι άλλα από τη στήριξη της
πρόσφατης ιμπεριαλιστικής επίθεσης των ΗΠΑ στη Συρία και την εκ νέου
«κατά το δυνατόν κοινή» παρέμβαση για το μέλλον της ΕΕ, που η συνοχή της
δοκιμάζεται από τους ενδοαστικούς ανταγωνισμούς που οξύνθηκαν τα
προηγούμενα χρόνια.
Σε ό,τι αφορά την πρόσφατη επίθεση των ΗΠΑ στη συριακή βάση, η «Διακήρυξη» όχι απλά δικαιώνει «πανηγυρικά» τα προσχήματα που χρησιμοποιούνται κάθε φορά σε τέτοιες επεμβάσεις, αλλά και την ίδια την πυραυλική επίθεση, κάνοντας λόγο για «κατανοητή πρόθεση».
Επιπλέον, με το μανδύα της «απαραίτητης πολιτικής λύσης» - για τον οποίο η κυβέρνηση πανηγυρίζει γιατί μπήκε, λέει, κατόπιν δικής της παρέμβασης - βάζει τις βάσεις για ακόμα μεγαλύτερη εμπλοκή των ευρωπαϊκών κρατών στην περιοχή, που θεωρείται έτσι κι αλλιώς «ζωτικός χώρος» για τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, ενεργειακών και άλλων.
Δεν είναι, επίσης, τυχαίο ότι στη «Διακήρυξη» χαιρετίζονται οι πρόσφατες αποφάσεις της ΕΕ για τη «στρατηγική αυτονομία» της, με την ενίσχυση της στρατιωτικοποίησής της, όπως αυτή προβλέπεται και από την Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Αμυνας της ΕΕ, στόχοι που, όπως λέγεται στο κείμενο, θα επιτρέψουν «στην Ευρώπη να συμβάλει στην ειρήνη και τη σταθερότητα στη γειτονιά της και πέρα από αυτή, ιδίως στην περιοχή της Μεσογείου και της Αφρικής», έτσι ώστε η ΕΕ «να αποτελέσει πραγματικό πάροχο ασφάλειας» για τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, στον ανταγωνισμό τους με αυτά άλλων καπιταλιστικών κρατών και ιμπεριαλιστικών κέντρων.
Στο πλαίσιο αυτό, άλλωστε, επαναλαμβάνεται στη «Διακήρυξη» και η ανάγκη ενίσχυσης των κατασταλτικών μηχανισμών και της πολιτικής της ΕΕ στο Μεταναστευτικό, αλλά και κατασκευάζονται τα προσχήματα των επόμενων ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, με αναφορές όπως ότι «η ασφάλεια των πολιτών μας (...) εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ειρήνη και τη σταθερότητα πέρα από τα σύνορά μας».
Το δεύτερο στοιχείο δεν είναι τίποτα παραπάνω από την προσπάθεια να εκφραστεί ένα «μίνιμουμ» κοινών αξιώσεων των καπιταλιστικών κρατών του Νότου σε ό,τι αφορά το μέλλον της ΕΕ, σε συνθήκες όπου η αγιάτρευτη «κατάρα» της καπιταλιστικής ανισομετρίας μεγαλώνει, οξύνει τους ενδοαστικούς ανταγωνισμούς και μαζί δοκιμάζει τη συνοχή της ιμπεριαλιστικής ένωσης, όπως δείχνει και το Brexit.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ηγέτες των καπιταλιστικών κρατών του Νότου υπογραμμίζουν την «απαρέγκλιτη προάσπιση της ενότητας» της λυκοσυμμαχίας και τονίζουν τη σημασία για «αποφασιστική πρόοδο σχετικά με την ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης», επιχειρώντας με αυτόν και άλλους τρόπους (π.χ. δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασφάλισης των Καταθέσεων) να «μοιραστούν» τα βάρη της καπιταλιστικής κρίσης και των μεγάλων κρατικών χρεών με τους ανταγωνιστές τους στο εσωτερικό της Ευρωζώνης.
Ταυτόχρονα, ζητάνε «πλήρη σεβασμό των εθνικών αρμοδιοτήτων», της δυνατότητάς τους δηλαδή να στηρίζουν με επιπλέον μέτρα την κερδοφορία και «ανταγωνιστικότητα» των δικών τους μονοπωλίων.
Κι όμως: Πάνω σε αυτά τα επίδικα για το κεφάλαιο στήνεται ξανά στα πόδια του και το παραμύθι της «σύγκλισης» των καπιταλιστικών οικονομιών προς όφελος τάχα των λαών. Παραμύθι στο οποίο η κυβέρνηση πρωταγωνιστεί, αναζητώντας τάχα, όπως λέει και το χτεσινό κύριο άρθρο της «Αυγής», το «κατάλληλο μείγμα» «σταθερότητας και αλληλεγγύης» και «ένα νέο όραμα για την ΕΕ».
Είτε «νέα» είτε «παλιά», τα «οράματα» των καπιταλιστικών κρατών αποτελούν εξίσου επικίνδυνα και δηλητηριώδη για τους λαούς σενάρια. Και βέβαια, ούτε απαλλάσσουν τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες από τις αντιφάσεις και τους ανταγωνισμούς, που οξύνονται στο έδαφος της καπιταλιστικής ανισομετρίας που βρίσκεται στα «γονίδια» του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος.
Σε ό,τι αφορά την πρόσφατη επίθεση των ΗΠΑ στη συριακή βάση, η «Διακήρυξη» όχι απλά δικαιώνει «πανηγυρικά» τα προσχήματα που χρησιμοποιούνται κάθε φορά σε τέτοιες επεμβάσεις, αλλά και την ίδια την πυραυλική επίθεση, κάνοντας λόγο για «κατανοητή πρόθεση».
Επιπλέον, με το μανδύα της «απαραίτητης πολιτικής λύσης» - για τον οποίο η κυβέρνηση πανηγυρίζει γιατί μπήκε, λέει, κατόπιν δικής της παρέμβασης - βάζει τις βάσεις για ακόμα μεγαλύτερη εμπλοκή των ευρωπαϊκών κρατών στην περιοχή, που θεωρείται έτσι κι αλλιώς «ζωτικός χώρος» για τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, ενεργειακών και άλλων.
Δεν είναι, επίσης, τυχαίο ότι στη «Διακήρυξη» χαιρετίζονται οι πρόσφατες αποφάσεις της ΕΕ για τη «στρατηγική αυτονομία» της, με την ενίσχυση της στρατιωτικοποίησής της, όπως αυτή προβλέπεται και από την Κοινή Πολιτική Ασφάλειας και Αμυνας της ΕΕ, στόχοι που, όπως λέγεται στο κείμενο, θα επιτρέψουν «στην Ευρώπη να συμβάλει στην ειρήνη και τη σταθερότητα στη γειτονιά της και πέρα από αυτή, ιδίως στην περιοχή της Μεσογείου και της Αφρικής», έτσι ώστε η ΕΕ «να αποτελέσει πραγματικό πάροχο ασφάλειας» για τα συμφέροντα των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, στον ανταγωνισμό τους με αυτά άλλων καπιταλιστικών κρατών και ιμπεριαλιστικών κέντρων.
Στο πλαίσιο αυτό, άλλωστε, επαναλαμβάνεται στη «Διακήρυξη» και η ανάγκη ενίσχυσης των κατασταλτικών μηχανισμών και της πολιτικής της ΕΕ στο Μεταναστευτικό, αλλά και κατασκευάζονται τα προσχήματα των επόμενων ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων, με αναφορές όπως ότι «η ασφάλεια των πολιτών μας (...) εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την ειρήνη και τη σταθερότητα πέρα από τα σύνορά μας».
Το δεύτερο στοιχείο δεν είναι τίποτα παραπάνω από την προσπάθεια να εκφραστεί ένα «μίνιμουμ» κοινών αξιώσεων των καπιταλιστικών κρατών του Νότου σε ό,τι αφορά το μέλλον της ΕΕ, σε συνθήκες όπου η αγιάτρευτη «κατάρα» της καπιταλιστικής ανισομετρίας μεγαλώνει, οξύνει τους ενδοαστικούς ανταγωνισμούς και μαζί δοκιμάζει τη συνοχή της ιμπεριαλιστικής ένωσης, όπως δείχνει και το Brexit.
Στο πλαίσιο αυτό, οι ηγέτες των καπιταλιστικών κρατών του Νότου υπογραμμίζουν την «απαρέγκλιτη προάσπιση της ενότητας» της λυκοσυμμαχίας και τονίζουν τη σημασία για «αποφασιστική πρόοδο σχετικά με την ολοκλήρωση της Οικονομικής και Νομισματικής Ενωσης», επιχειρώντας με αυτόν και άλλους τρόπους (π.χ. δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Ασφάλισης των Καταθέσεων) να «μοιραστούν» τα βάρη της καπιταλιστικής κρίσης και των μεγάλων κρατικών χρεών με τους ανταγωνιστές τους στο εσωτερικό της Ευρωζώνης.
Ταυτόχρονα, ζητάνε «πλήρη σεβασμό των εθνικών αρμοδιοτήτων», της δυνατότητάς τους δηλαδή να στηρίζουν με επιπλέον μέτρα την κερδοφορία και «ανταγωνιστικότητα» των δικών τους μονοπωλίων.
Κι όμως: Πάνω σε αυτά τα επίδικα για το κεφάλαιο στήνεται ξανά στα πόδια του και το παραμύθι της «σύγκλισης» των καπιταλιστικών οικονομιών προς όφελος τάχα των λαών. Παραμύθι στο οποίο η κυβέρνηση πρωταγωνιστεί, αναζητώντας τάχα, όπως λέει και το χτεσινό κύριο άρθρο της «Αυγής», το «κατάλληλο μείγμα» «σταθερότητας και αλληλεγγύης» και «ένα νέο όραμα για την ΕΕ».
Είτε «νέα» είτε «παλιά», τα «οράματα» των καπιταλιστικών κρατών αποτελούν εξίσου επικίνδυνα και δηλητηριώδη για τους λαούς σενάρια. Και βέβαια, ούτε απαλλάσσουν τις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες από τις αντιφάσεις και τους ανταγωνισμούς, που οξύνονται στο έδαφος της καπιταλιστικής ανισομετρίας που βρίσκεται στα «γονίδια» του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου