23 Ιουν 2018

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΧΑΡΙΑΤΗ - ΣΙΣΜΑΝΗ Ζωγράφισε το άσπρο που έχει το κάθε μαύρο στη ζωή


Μια μικρή αναφορά στην κομμουνίστρια εικαστικό και στο λεύκωμά της «Χίος - Τρίκερι - Μακρόνησος - Τρίκερι 1948 - 1952. Γυναίκες απ' όλη την Ελλάδα»

«Το τηλεγράφημα για τους μελλοθάνατους, ένας από τους 18 ήταν ο αρραβωνιαστικός της...»
«Το τηλεγράφημα για τους μελλοθάνατους, ένας από τους 18 ήταν ο αρραβωνιαστικός της...»
Η Κατερίνα Χαριάτη - Σισμάνη είναι μια από τις δεκάδες εικαστικούς που αφουγκράστηκαν, συνδέθηκαν και τελικά εξέφρασαν και με το έργο τους τις αγωνίες, τις ελπίδες, τους αγώνες, την προοπτική του λαού μας. Η δύναμη και η ουσία του έργου τους είναι ότι τροφοδότησαν τη μνήμη όλων, κι εκείνων που έζησαν αυτές τις μεγάλες στιγμές, αλλά κι εκείνων που ήρθαν πολύ αργότερα...

Ποια είναι η Κατερίνα Χαριάτη - Σισμάνη...
Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο το 1911 και το 1927 ξεκίνησε τις εικαστικές της σπουδές στο Παρίσι, απ' όπου αποφοίτησε το 1931. Από το 1943 έως το 1959 μαθήτευσε στο πλάι του σπουδαίου εξπρεσιονιστή ζωγράφου Γιώργου Μπουζιάνη.
Το 1935 διορίστηκε στην Εθνική Τράπεζα, όπου εργάστηκε για 14 χρόνια. Στη διάρκεια της Κατοχής οργανώθηκε και πάλεψε μέσα από τις γραμμές του ΕΑΜ. Στις 28 Οκτώβρη του 1943 τραυματίστηκε στο μπλόκο των ναζί κατακτητών στην Τράπεζα. Κατάφεραν να τη φυγαδεύσουν και νοσηλεύτηκε σε νοσοκομείο με άλλο όνομα. Τα χρόνια 1948 - 1952 εξορίζεται. Χίος, Τρίκερι, Μακρόνησος και πάλι Τρίκερι. Το 1952 επέστρεψε στην Αθήνα. Οργανώθηκε στο ΚΚΕ μέλος του οποίου παρέμεινε έως το τέλος της ζωής της, το 1996.
Παράλληλα με τη ζωγραφική ασχολήθηκε με τη σκηνογραφία και την ενδυματολογία, με τη μάσκα, με το γράψιμο και τη δημοσίευση μελετών, άρθρων, ποιημάτων και μεταφράσεών της.
Το λεύκωμα «Γυναίκες απ' όλη την Ελλάδα»
Σταθμός στην πολύχρονη προσφορά της μπορεί να χαρακτηριστεί το λεύκωμα «Γυναίκες απ' όλη την Ελλάδα», στο οποίο παρουσιάζονται 200 σκίτσα γυναικών, αλλά και σκηνών της καθημερινής τους ζωής στα ξερονήσια και τις φυλακές. Ενα ιστορικό ντοκουμέντο - εικαστικό ευρετήριο του αγώνα για ανθρώπινη αξιοπρέπεια και κοινωνική απελευθέρωση.

Αυτοπροσωπογραφία, Τρίκερι 1951
Αυτοπροσωπογραφία, Τρίκερι 1951
Ακόμα και τώρα, ξεφυλλίζοντας κανείς το λεύκωμα, μπορεί να διαπιστώσει ότι τα σχέδια καταφέρνουν και κρατούν τη βαθιά συγκίνηση της στιγμής που σχεδιάστηκαν. Με τα σκίτσα της φανερώνει την αλύγιστη στάση των γυναικών που πέρασαν από την αφάνεια στο προσκήνιο της Ιστορίας, συνδεόμενες με την πιο πρωτοπόρα ιδεολογία και τα πιο υψηλά ιδανικά.
«Θέλω να βεβαιώσω, πρώτα απ' όλα, πώς είναι αληθινό πέρα ως πέρα. Το λεύκωμα παρουσιάζει την εξόριστη όπως ακριβώς ήταν. Αγέρωχη, χαρούμενη, ζωντανή και αδάμαστη. Το βλέμμα της πολλές φορές κοιτάζει πέρα με νοσταλγία, κάποτε ο πόνος ή κάποια αρρώστια, την λυγάει. Για λίγο όμως. Την άλλη στιγμή αρπάζει τον κουβά της και τρέχει να προλάβει τις δουλειές της.
Η ομαδική ζωή τις βοηθάει να νικήσουν τις μικροαδυναμίες τους, το τραγούδι δεν λείπει από τα χείλη τους και οι πολιτιστικές εκδηλώσεις που ετοιμάζουν καθημερινά δεν τις αφήνουν να μελαγχολήσουν...
Σκοπός μου δεν ήταν να περιγράψω την εξορία. Αλλες γράψανε λεπτομερειακά γι' αυτήν. Εγώ προσπάθησα να δικαιολογήσω τον καλλιτέχνη... που όταν ζήτησε ψυχική παρηγοριά στην τέχνη, για να μπορέσει ν' αντέξει τις δύσκολες ώρες, μπόρεσε να δει τις ομορφιές, το άσπρο, που έχει το κάθε μαύρο στη ζωή».
Χίος - Τρίκερι - Μακρόνησος - Τρίκερι
Στο λεύκωμα, πέρα από τα σκίτσα αποτυπώνονται μέσα από κείμενα της ζωγράφου και πλευρές από τη ζωή στην εξορία.
Μαθαίνουμε τις σκέψεις και τα συναισθήματά της... Πώς κατάφερε στο Τρίκερι να στήσει μια μικρή σκηνή, που ήταν το εργαστήριό της, και μέσα από την τέχνη της κατάφερνε να ξεχάσει «όλα τα ανυπόφορα». Μαθαίνουμε όμως και για εκείνες τις στιγμές που δεν χώρεσαν σε ένα σκίτσο, που δεν κατόρθωσε να αποτυπώσει...

«Είχαμε φτιάσει συνεργεία. Τσαγκαρίνες, παπλωματούδες, ράφτρες, μαραγκούδικο. Εχουμε καθηγήτριες του Γυμνασίου που δίδασκαν αρχαία, μαθηματικά, ιστορία. Οσες ξέρανε ξένες γλώσσες διδάσκανε. Αλλες δασκάλες αναλάβανε τις αναλφάβητες. Είχα κι εγώ τριάντα μαθήτριες που ζωγραφίζανε καρτάκια για την αλληλογραφία των εξορίστων με τα σπίτια τους. Τους έκανα και σκηνικά για τις παραστάσεις και κοστούμια...»
«Είχαμε φτιάσει συνεργεία. Τσαγκαρίνες, παπλωματούδες, ράφτρες, μαραγκούδικο. Εχουμε καθηγήτριες του Γυμνασίου που δίδασκαν αρχαία, μαθηματικά, ιστορία. Οσες ξέρανε ξένες γλώσσες διδάσκανε. Αλλες δασκάλες αναλάβανε τις αναλφάβητες. Είχα κι εγώ τριάντα μαθήτριες που ζωγραφίζανε καρτάκια για την αλληλογραφία των εξορίστων με τα σπίτια τους. Τους έκανα και σκηνικά για τις παραστάσεις και κοστούμια...»
«Πώς να ζωγραφίζω όμως σκηνές απόγνωσης; Παίρνανε τις γυναίκες μας για στρατοδικείο... Με τι καρδιά να γίνω θεατής; Να ξεχωρίσω από τις άλλες για να ζωγραφίσω;... Ημουν ένα με αυτές όλες. Μια αξεχώριστη μονάδα. Η ψυχή μου εκείνη τη στιγμή είχε ξεχάσει την Τέχνη. Ζούσε την πραγματικότητα τη φοβερή. Και περιμέναμε εκτελέσεις. Και γίνανε...
Αλλά να που θυμήθηκα μιαν άλλη εικόνα: Την Ρόζα, καθώς απομακρυνόταν η βάρκα, να μας χαιρετά, σείοντας τις χειροπέδες και κοντά της την Γκότση, την Τζένη, την Αννα και τ' άλλα κορίτσια μας, που τις πήγαιναν στη Λάρισα να τις βασανίσουν. Τέτοιες σκηνές δεν μπόρεσα να τις ζωγραφίσω. Πάλι καλά που βρήκα τη δύναμη ν' απαθανατίσω δύο εικόνες από το αρματαγωγό που μας πήγαινε στη Μακρόνησο. Εκεί, γυναίκες κουβάρια μαζί με δέματα, προσπαθούν, το βράδυ, να κοιμηθούν. Και το πρωί, φρεσκάρονται και χτενίζονται...».
«Ταξιδεύουμε» μαζί της σε αυτούς τους τόπους εξορίας...
«Στη Χίο, είναι κλεισμένες, όλη μέρα μέσα σε θαλάμους και έχουν μόνο μια ώρα έξοδο στην αυλή. Εκείνη τη μια ώρα, όμως, προφταίνουν ν' ανακαλύψουν, στις όχτες και να μαζέψουν λίγα λουλουδάκια την άνοιξη και να χρησιμοποιήσουν για βάζα, κονσερβοκούτια σκεπασμένα με πλεχτά κεντήματα που τα κρεμούνε στους τοίχους για να στολίσουν τον απέραντο θάλαμο των γυναικών. (...)
Το ταξίδι που κάναμε για το Τρίκερι, ήταν θαλασσοπνιγμός. Τέτοια ήταν πάντα τα ταξίδια μας. Φτάσαμε βραδινή ώρα στο χωριό και νυχτώσαμε στον ανήφορο. Η βροχή καταρρακτώδης. Κατάλυμα κανένα. Ολα τα υπάρχοντά μας μουσκεμένα. Βρήκαμε λαγούμια υπόγεια, από παλιούς εξόριστους, πλημμυρισμένα. Εκεί τρυπώσαμε. Εκεί βολευτήκαμε τη νύχτα...
Στη Μακρόνησο, τρεις μέρες μας άφησαν ήσυχες με φοβέρα και περισυλλογή και την άλλη, στις 30 του Γενάρη 1950, μας ξύπνησαν από τις 4 τη νύχτα. Ηταν η μέρα της δοκιμασίας. Χίλιες γυναίκες είχαμε φύγει από το Τρίκερι. Το πρωί, οι 800 στάθηκαν στη γραμμή, χωρίς δήλωση. Παρ' όλο το βάναυσο ξύλο που δοκιμάσαμε, τα ουρλιαχτά και τις φοβέρες».
«Παρακολουθούμε» μαζί της τις πρόβες των εξόριστων γυναικών στο Τρίκερι για να ανεβάσουν τον «Προμηθέα Δεσμώτη».
«Για μας, ο Προμηθέας ήταν εκείνος που δεν κάνει δήλωση. Που δέχεται καλύτερα να μείνει καρφωμένος στο βράχο του και στο μαρτύριό του, όπως κι εμείς, παρά να υποκύψει στη βία. Για μας ο Προμηθέας είμαστε εμείς και όλα τα λόγια του δράματος μας ταίριαζαν σα γάντι. Τον Ερμή, τον λέγαμε το "χαφιεδάκι". Ο Ηφαίστος ήταν ο εργάτης που σφυρηλατεί τα δεσμά του. Ο Ωκεανός; Ητανε ο θείος μου, που μου είχε γράψει, λίγες μέρες πριν, για να με ορμηνέψει να μετανοήσω. Τα άλλα πρόσωπα ήταν διαλεγμένα όλα με πολύ προσοχή - είχαμε δα υλικό, 4.000 γυναίκες ζούσαμε τότε στο Τρίκερι».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ