4 Νοε 2018

Η στρατηγική της Κομμουνιστικής Διεθνούς στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο



Ο Κόκκινος Στρατός απελευθερώνει την Τσεχοσλοβακία
Ο Κόκκινος Στρατός απελευθερώνει την Τσεχοσλοβακία
Το υπό έκδοση Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, περιόδου 1918-1949, αποτιμώντας τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, αναλύει ταυτόχρονα και εκτιμά τη στρατηγική της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ) πριν από τον πόλεμο και στη διάρκειά του.
Από το ξεκίνημα του πολέμου, τα Κομμουνιστικά Κόμματα πρωτοστάτησαν στην οργάνωση αντιστασιακών κινημάτων στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, με σημαντικά αποτελέσματα στην οργάνωση της εργατικής - λαϊκής πάλης, σε κάποιες με μικρότερα, εξαιτίας και του ρόλου της σοσιαλδημοκρατίας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα του ρόλου της αποτέλεσαν η Ολλανδία, η Σουηδία, η Νορβηγία, το Λουξεμβούργο, αλλά και η Δανία, όπου η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση συνεργάστηκε με τους κατακτητές και έβγαλε εκτός νόμου το ΚΚ (Ερικ Χομπσμπάουμ, «Η εποχή των άκρων», εκδόσεις «Θεμέλιο», Αθήνα 2006, σελ. 217). Τα ΚΚ αποτέλεσαν τον κύριο αιμοδότη των αντιστασιακών κινημάτων που συνέβαλαν σημαντικά στην Αντιφασιστική Νίκη των Λαών. Ιδιαίτερα αναφορά αξίζει να γίνει για τους κομμουνιστές που έδρασαν στην καρδιά του ναζιστικού τέρατος.
Στο Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ γίνεται ουσιαστική προσπάθεια μαζί με τη θετική συνεισφορά να μελετηθεί και η αρνητική εμπειρία του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, δίχως συναισθηματισμό, που αποβαίνει κακός σύμβουλος στην ιστορική έρευνα.

Ο Κόκκινος Στρατός απελευθερώνει τη Βουδαπέστη
Ο Κόκκινος Στρατός απελευθερώνει τη Βουδαπέστη
Στο πλαίσιο της εξέτασης της στρατηγικής της, πριν και στη διάρκεια του πολέμου, είναι σημαντικό ζήτημα η ανάλυση που έκανε η ΚΔ για τον χαρακτήρα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Σε αυτό, οι θέσεις της διακρίνονταν από παλινωδίες και αποτυπώθηκαν κατά περιόδους ως εξής:
Στο 7ο Συνέδριό της (1935) ο πόλεμος χαρακτηριζόταν ιμπεριαλιστικός και από τις δύο πλευρές. Ωστόσο, με την υπογράμμιση που έκανε το Συνέδριο ότι ο κύριος εχθρός είναι ο φασισμός, καθώς και με τη στρατηγική που διαμόρφωσε για το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα, άφηνε ανοικτό παράθυρο για την αλλαγή της παραπάνω θέσης σχετικά με τον χαρακτήρα του πολέμου.
Στις 8 Σεπτέμβρη 1939, η ΚΔ υιοθέτησε τη θέση ότι «ο παρών πόλεμος είναι ιμπεριαλιστικός και άδικος, για τον οποίο είναι εξίσου υπεύθυνη η αστική τάξη όλων των εμπολέμων κρατών. (...) η διάκριση των καπιταλιστικών κρατών σε φασιστικά και δημοκρατικά έχει πλέον απολέσει την προηγούμενή της σημασία». Στην ίδια Οδηγία τονιζόταν ότι τα ΚΚ, ιδιαίτερα της Γαλλίας, της Αγγλίας, των ΗΠΑ και του Βελγίου, που είχαν πάρει διαφορετική θέση, θα έπρεπε να διορθώσουν αμέσως την πολιτική τους γραμμή και να χαρακτηρίσουν τον πόλεμο ιμπεριαλιστικό και από τις δύο πλευρές.
Στη συνέχεια, όταν η Γερμανία επιτέθηκε στη Σοβιετική Ενωση (22 Ιούνη 1941), η θέση της ΚΔ άλλαξε και πάλι. Ο πόλεμος δεν χαρακτηριζόταν πια ιμπεριαλιστικός, που γινόταν για τη διανομή του κόσμου, αλλά αντιφασιστικός.
Η εξέλιξη της στρατηγικής

7ο Συνέδριο της ΚΔ. Οι αντιπρόσωποι τιμούν τα θύματα του ταξικού αγώνα. Από αριστερά προς τα δεξιά: Μορίς Τορέζ, Ι. Β. Στάλιν, Μαρσέλ Κασέν, Γκιόργκι Ντιμιτρόφ και Βίλχεμ Πικ. Πρόεδρος του Συνεδρίου εξελέγη ομόφωνα ο Ερνστ Τέλμαν, που βρισκόταν φυλακισμένος στη Γερμανία
7ο Συνέδριο της ΚΔ. Οι αντιπρόσωποι τιμούν τα θύματα του ταξικού αγώνα. Από αριστερά προς τα δεξιά: Μορίς Τορέζ, Ι. Β. Στάλιν, Μαρσέλ Κασέν, Γκιόργκι Ντιμιτρόφ και Βίλχεμ Πικ. Πρόεδρος του Συνεδρίου εξελέγη ομόφωνα ο Ερνστ Τέλμαν, που βρισκόταν φυλακισμένος στη Γερμανία
Η άνοδος του εθνικοσοσιαλιστικού κόμματος Γερμανίας (Χίτλερ) στη διακυβέρνηση (1933) και οι φανερές στοχεύσεις του γερμανικού ιμπεριαλισμού επέδρασαν καταλυτικά στη διαμόρφωση της στρατηγικής της ΚΔ, σε σύγκριση με το 6ο Συνέδριό της (1928).
Το 6ο Συνέδριο διαχώριζε σε τρεις κατηγορίες τις καπιταλιστικές χώρες, χαράσσοντας διαφορετική στρατηγική των ΚΚ για τις χώρες κάθε κατηγορίας. Το πρόγραμμα που ψήφισε ανέφερε:
«α) Χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού (Ενωμένες Πολιτείες, Γερμανία, Αγγλία κ.λπ.) (...) Στις χώρες αυτές στο επίπεδο της πολιτικής βασική προγραμματική απαίτηση είναι το άμεσο πέρασμα στη διχτατορία του προλεταριάτου (...).
β) Χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού (Ισπανία, Πορτογαλία, Πολωνία, Ουγγαρία, Βαλκανικές χώρες κ.λπ.) (...) Σε μερικές από αυτές τις χώρες είναι δυνατό ένα λίγο - πολύ γρήγορο πέρασμα της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε επανάσταση σοσιαλιστική (...).
γ) Αποικιακές και μισοαποικιακές χώρες (...) και εξαρτημένες χώρες (...) Το πέρασμα προς τη διχτατορία του προλεταριάτου είναι δυνατό εδώ, κατά κανόνα μόνο μέσω μιας σειράς προπαρασκευαστικών βαθμίδων, μόνο σαν αποτέλεσμα ολόκληρης περιόδου μετατροπής της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε επανάσταση σοσιαλιστική...».

Ο Λένιν στο βήμα στο 1ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς
Ο Λένιν στο βήμα στο 1ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς
Επίσης, το 6ο Συνέδριο έδωσε τον ορισμό του φασισμού, εκτιμώντας:
«Για να εξασφαλίσει μεγαλύτερη σταθερότητα (...) η κεφαλαιοκρατία είναι αναγκασμένη όλο και περισσότερο να περνά απ' το κοινοβουλευτικό σύστημα προς την (...) φασιστική μέθοδο. (...) Αφού στερεωθεί στο πηδάλιο της κρατικής εξουσίας, ξεσκεπάζεται όλο και περισσότερο σαν τρομοκρατική διχτατορία του μεγάλου κεφαλαίου».
Το Πρόγραμμα που ψήφισε το 6ο Συνέδριο της ΚΔ είχε μια σειρά από προβληματικές τοποθετήσεις. Με τον σχηματικό διαχωρισμό των χωρών, υποτιμούσε ότι:
Ο χαρακτήρας της εποχής του μονοπωλιακού καπιταλισμού έχει διεθνή διάσταση, ανεξάρτητα από τις διαφοροποιήσεις των καπιταλιστικών χωρών στο βαθμό και στις ιδιαιτερότητες ωρίμανσης των υλικών προϋποθέσεων για το σοσιαλισμό. Στην εποχή του ιμπεριαλισμού, η μεγάλη ατομική ιδιοκτησία με τη μετοχική μορφή, τα μονοπώλια, καθορίζουν την καπιταλιστική ανάπτυξη σε κάθε καπιταλιστική χώρα, υποτάσσουν κάθε κοινωνική αντίθεση στην αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας.
Η στρατηγική προσέγγισης της ΚΔ, για χώρες όπως και η Ελλάδα, στις οποίες είχε εδραιωθεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής, υποτιμούσε την υπαρκτή δυνατότητα των σοσιαλιστικών σχέσεων να δώσουν μεγάλη ώθηση και ν' απελευθερώσουν την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων μετά από την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου.
Ωστόσο, το 7ο Συνέδριο επέφερε πλήρη στροφή στη στρατηγική της ΚΔ, ακόμα και για τις πιο αναπτυγμένες χώρες (Αγγλία, ΗΠΑ κ.λπ.), για τις οποίες το 6ο Συνέδριο καθόριζε ότι ο χαρακτήρας της επανάστασης θα ήταν σοσιαλιστικός. Ο πυρήνας της στρατηγικής του 7ου Συνεδρίου περικλείεται στο εξής:
Η εργατική τάξη δεν είχε να διαλέξει τότε «ανάμεσα στην προλεταριακή δικτατορία και την αστική δημοκρατία, αλλά ανάμεσα στην αστική δημοκρατία και το φασισμό», θέση με την οποία εξουδετερωνόταν ο χαρακτηρισμός του τότε επερχόμενου πολέμου ως ιμπεριαλιστικού. Από αυτήν άλλωστε απέρρεε η πολιτική συμμαχία και η κυβερνητική συνεργασία με μέρος των αστικών πολιτικών δυνάμεων:
«Για τη δημιουργία του αντιφασιστικού Λαϊκού Μετώπου (...) κάτω από ορισμένες συνθήκες μπορούμε και πρέπει να προσπαθούμε να κερδίσουμε τα κόμματα αυτά και τις οργανώσεις ή μεμονωμένα τμήματά τους, για το αντιφασιστικό Λαϊκό Μέτωπο, παρά το ότι έχουν αστική ηγεσία».
Ταυτόχρονα, το 7ο Συνέδριο διαχώρισε το «αντιδραστικό στρατόπεδο της σοσιαλδημοκρατίας» απ' το «στρατόπεδο που υπάρχει και μεγαλώνει, το στρατόπεδο των αριστερών σοσιαλδημοκρατών».
Οσον αφορά τον φασισμό, τον προσδιόρισε ως «την ανοιχτή τρομοκρατική διχτατορία των πιο αντιδραστικών, των πιο σωβινιστικών, των πιο ιμπεριαλιστικών στοιχείων του χρηματιστικού κεφαλαίου».
Το 7ο Συνέδριο διαχώριζε απόλυτα την «εξουσία» του χρηματιστικού κεφαλαίου από τα συμφέροντα του βιομηχανικού κεφαλαίου. Αντίστοιχα, διαχώριζε απόλυτα και τα καπιταλιστικά κράτη σε φασιστικά και δημοκρατικά. Ως συνέπεια αυτού του διαχωρισμού ιδεολογικοποιήθηκε η συμμαχία του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος με τμήμα αστικών δυνάμεων και κρατών, αδυνάτισε η ταξική ετοιμότητα απέναντι στην αντίπαλη τάξη.
Το 7ο Συνέδριο πήρε και άλλες αποφάσεις, που τελικά επέδρασαν αρνητικά στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα. Κρίσιμο ζήτημα ήταν ότι έβαλε τις βάσεις για την αυτοδιάλυση της ΚΔ. Η σχετική απόφαση του προεδρείου της ΕΕ της ΚΔ (15 Μάη 1943) ανέφερε ανάμεσα σε άλλα:
«Ηδη το έβδομο συνέδριο της ΚΔ έδωσε έμφαση στην ανάγκη η Εκτελεστική Επιτροπή της ΚΔ να αποφεύγει τις παρεμβάσεις στα εσωτερικά οργανωτικά ζητήματα των κομμουνιστικών κομμάτων, όσον αφορά τις αποφάσεις για όλα τα ζητήματα του εργατικού κινήματος που προκύπτουν από τις συγκεκριμένες συνθήκες και τις ιδιαιτερότητες κάθε χώρας» («Κομμουνιστική Διεθνής», αριθμός 5-6 του 1943, σελ. 26-27 (μετάφραση από το ρωσικό πρωτότυπο)).
Επιπλέον, το 7ο Συνέδριο άνοιξε τον δρόμο για τη συγχώνευση Κομμουνιστικών Κομμάτων με τα σοσιαλδημοκρατικά. Ετσι, τον Ιούλη του 1936 το ΚΚ Καταλονίας και η Καταλανική Ομοσπονδία του Σοσιαλιστικού Κόμματος της Ισπανίας ίδρυσαν το Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα, ενώ συγχωνεύτηκαν η Κομμουνιστική και η Σοσιαλιστική Νεολαία Ισπανίας. Συγχώνευση των αντίστοιχων Νεολαιών έγινε το 1936 και στη Λετονία. Το 1937 άρχισαν συζητήσεις ανάμεσα στο ΚΚ και το Σοσιαλιστικό Κόμμα Ισπανίας για τη συγχώνευσή τους σε ενιαίο κόμμα. Στην ίδια κατεύθυνση προσανατολιζόταν και το ΚΚ Γαλλίας. Και αμέσως μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο συγχωνεύτηκαν, σε επίπεδο εξουσίας πια, τα ΚΚ με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα των Βουλγαρίας, Πολωνίας, Ουγγαρίας, Ρουμανίας, ΛΔ Γερμανίας. Την ίδια περίοδο προσανατολίστηκε και το ΚΚΕ προς την αυτοδιάλυση της ΟΚΝΕ, η οποία τελικά έγινε το 1943, οπότε συγχωνεύτηκε στην ΕΠΟΝ.
Ακόμα, το 7ο Συνέδριο τάχθηκε υπέρ της συγχώνευσης των δυο συνδικαλιστικών Διεθνών, της Κόκκινης και της Διεθνούς του Αμστερνταμ.
Τι άλλαζε θετικά τους συσχετισμούς
Τόσο στην κομματική βιβλιογραφία όσο και σε άλλων κατευθύνσεων βιβλιογραφία επικράτησε για πολλά χρόνια η αντίληψη ότι η στροφή του 7ου Συνεδρίου ήταν αναγκαία, εξαιτίας του αρνητικού για το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα συσχετισμού δυνάμεων, αλλά και επωφελής, γιατί χάρη σ' αυτή σώθηκε η Σοβιετική Ενωση στη διάρκεια του πολέμου, μια σειρά κράτη έγιναν σοσιαλιστικά, καθώς και ότι χάρη σ' αυτήν τη στρατηγική τα ΚΚ της Δύσης μαζικοποιήθηκαν, δημιουργώντας και τα αντίστοιχα λαϊκά κινήματα.
Η πραγματικότητα αποδείχτηκε διαφορετική.
Η Σοβιετική Ενωση νίκησε κυρίως με τις δικές της δυνάμεις τον γερμανικό στρατό στην επιχείρηση «Μπαρμπαρόσα». Πρωταρχικά χάρη στη δύναμη του Κόκκινου Στρατού και γενικότερα χάρη στον διεθνή ρόλο της ΕΣΣΔ, καθώς και τον ρόλο των ΚΚ, απελευθερώθηκαν χώρες της Ευρώπης και οκτώ αποσπάστηκαν από το ιμπεριαλιστικό σύστημα.
Μια σειρά καλόπιστοι αγωνιστές, που αναγνωρίζουν και δικαίως θαυμάζουν την εποποιία του Κόκκινου Στρατού στον πόλεμο, εκφράζουν κατά καιρούς τη σκέψη ότι η αυτοδιάλυση της ΚΔ έβαζε εμπόδιο στις επιδιώξεις αστικών κύκλων, εντός και εκτός Γερμανίας, να αναδιαταχθεί η συμμαχία των ΗΠΑ - Αγγλίας με την ΕΣΣΔ και να στραφούν όλες μαζί (ΗΠΑ - Αγγλία - Γερμανία - κ.ά.) κατά της ΕΣΣΔ. Με άλλα λόγια, ότι η αυτοδιάλυση της ΚΔ επέδρασε στρατηγικά και ματαίωσε αυτά τα σχέδια.
Πρόκειται για άποψη που άθελά της υποβαθμίζει αναμφισβήτητα γεγονότα, ότι δηλαδή τα παραπάνω σχέδια τα ματαίωσε η δύναμη των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων, σε συνδυασμό με το ανυψωμένο κύρος της ΕΣΣΔ, την αίγλη της στους λαούς όλου του κόσμου. Εξάλλου η αυτοδιάλυση της ΚΔ δεν επέσπευσε ούτε την απόβαση των ΗΠΑ - Αγγλίας στη Νορμανδία, που έγινε πολύ αργότερα (Ιούνης 1944).
Τον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων βελτίωνε σε όφελος του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος η πολεμική επίδοση του Κόκκινου Στρατού, με την καθοδηγητική δύναμη του ΚΚ (Μπ.) και την αυτοθυσία του σοβιετικού λαού. Τον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων υπέρ του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος μπορούσε να βελτιώσει περισσότερο ο συνδυασμός σε κάθε χώρα του εθνικοαπελευθερωτικού ή αντιφασιστικού αγώνα με τη γραμμή συσπείρωσης δυνάμεων για την εργατική εξουσία.
Αμεσες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις
Η γραμμή του 7ου Συνεδρίου δεν επιβεβαιώθηκε, γιατί απομάκρυνε - αντί να φέρει πιο κοντά - τα ΚΚ από τον στόχο της σοσιαλιστικής επανάστασης.
Η μελέτη της περιόδου του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, αλλά και οι εξελίξεις που διαδραματίστηκαν στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα μετά τον πόλεμο, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η στρατηγική που χαράχτηκε από το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα προκάλεσε άμεσες και μακροπρόθεσμες αρνητικές επιπτώσεις.

1. Αποδείχθηκε επιβλαβής για τα εργατικά - λαϊκά κινήματα της Γαλλίας και της Ιταλίας η συμμετοχή των ΚΚ στις εκεί αστικές κυβερνήσεις κατά τη διάρκεια του πολέμου. Η συμμετοχή τους σε αυτές όχι μόνο δεν αποτέλεσε μέσο για τη μετάβαση στο σοσιαλισμό, αλλά αντίθετα επέδρασε μακροπρόθεσμα στο χαρακτήρα αυτών των κομμάτων, στη σοσιαλδημοκρατικοποίησή τους και, στην πορεία, στη γέννηση του ευρωκομμουνιστικού ρεύματος.


2. Οσον αφορά την Ελλάδα, ήταν λαθεμένες και δεν βοηθούσαν ούτε το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα ούτε το ΚΚΕ η επιλογή της υπογραφής της Συμφωνίας του Λιβάνου και στη συνέχεια η συμμετοχή των ΚΚΕ - ΕΑΜ - ΠΕΕΑ στην κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» υπό τον Γ. Παπανδρέου, επιλογή με την οποία βρέθηκε σύμφωνη η ηγεσία του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος.

Απόρροια της Συμφωνίας του Λιβάνου ήταν η Συμφωνία της Καζέρτας, αφού δίχως την Καζέρτα η Συμφωνία του Λιβάνου έμενε χωρίς πόδια.

3. Η ίδια στρατηγική, και μετά τον πόλεμο, οδήγησε στη συμμετοχή σειράς ΚΚ της Ευρώπης σε αντίστοιχες μεταπολεμικές αστικές κυβερνήσεις (Γαλλία, Ιταλία, Βέλγιο, Δανία, Νορβηγία, Ισλανδία, Αυστρία, Φινλανδία, Λουξεμβούργο), σε δυο κυβερνήσεις στη Λατινική Αμερική (Χιλή, Κούβα) και σε δυο της Ασίας (Ινδονησία, Ιράν). Ηταν στρατηγική που δεν ωρίμαζε τον υποκειμενικό παράγοντα στην πάλη για το σοσιαλισμό, αλλά αντίθετα τον αποδυνάμωνε.


4. Σ' αυτό το πλαίσιο, το ΚΚΕ παραγνώρισε την ύπαρξη συνθηκών επαναστατικής κατάστασης που είχε διαμορφωθεί στην Ελλάδα και που κορυφώθηκε τις μέρες της απελευθέρωσης και του Δεκέμβρη 1944. Η ύπαρξη επαναστατικής κατάστασης θέτει μπροστά σε κάθε ΚΚ μόνο το καθήκον της πάλης για την ανατροπή της αστικής εξουσίας και κανένα άλλο.

Η στρατηγική της περιόδου του Β' Παγκοσμίου Πολέμου εκτιμήθηκε ως σωστή από το 19ο καθώς και από το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, όπως και από τα επόμενα συνέδριά του. Συνέχισαν και αυτά να κάνουν λόγο για «δεξιούς ιμπεριαλιστές», για αντιδραστικούς κύκλους των ΗΠΑ και άλλων κρατών, σε διάκριση από τους «ειρηνόφιλους», ενώ προσδιόριζαν τον αγώνα των ΚΚ στις καπιταλιστικές χώρες ως αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία. Σε αυτήν τη βάση, το 20ό Συνέδριο πραγματοποίησε μεγαλύτερη στροφή, διακηρύσσοντας τη δυνατότητα «η εργατική τάξη, ενώνοντας γύρω της (...) όλες τις πατριωτικές δυνάμεις (...) να κατακτήσει σταθερή πλειοψηφία στο κοινοβούλιο και να το μετατρέψει από όργανο της αστικής δημοκρατίας σε όργανο της πραγματικής λαϊκής θελήσεως» («Το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ», Εκδόσεις «Ζώγια», Αθήνα 1956, σελ. 42). Αυτήν τη θέση, για παράδειγμα, είχε υιοθετήσει στο Πρόγραμμά του το ΚΚ Μ. Βρετανίας ήδη από το 1951.
Ο αρνητικός συσχετισμός δυνάμεων δεν μπορεί να αποτελεί για το ΚΚ κριτήριο στη χάραξη της στρατηγικής του. Ο διεθνής συσχετισμός δυνάμεων ήταν συντριπτικά σε βάρος του ΚΚ (Μπ.) πριν την Οκτωβριανή Επανάσταση. Ομως η ηγεσία του κόμματος δεν καθόρισε τη στρατηγική της με βάση αυτόν. Σε βάρος του ΚΚ (Μπ.) ήταν ο συσχετισμός και στην περίοδο που ακολούθησε μετά την ανατροπή του τσάρου, όχι μόνο στο επίπεδο της κυβέρνησης που διαμορφώθηκε, αλλά και στα Σοβιέτ. Αξιοποίησε όμως τη συνεχιζόμενη επαναστατική ορμή και έθεσε ως άμεσο καθήκον την αλλαγή του για την πραγματοποίηση της σοσιαλιστικής επανάστασης, αφήνοντας στην άκρη ως ξεπερασμένη τη στρατηγική της δημοκρατικής δικτατορίας των εργατών και αγροτών, την οποία υπεράσπιζαν αρχικά ακόμα και μια σειρά ηγετικά στελέχη των Μπολσεβίκων.
Η πείρα των αδυναμιών στρατηγικής στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο είναι πολύτιμη σήμερα, καθώς - σε μια περίοδο καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης και όξυνσης των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών - μια σειρά πολιτικές δυνάμεις προβάλλουν ως απειλή για τα «δημοκρατικά» βάθρα της ΕΕ το γεγονός ότι ακροδεξιές δυνάμεις («ευρωσκεπτικιστικές», εθνικιστικές, φασιστικές ή όπως αλλιώς) σηκώνουν κεφάλι. Αξιώνουν επί της ουσίας η γραμμή πάλης του εργατικού - λαϊκού κινήματος να κινηθεί στην κατεύθυνση της κοινής στάσης με αστικές πολιτικές δυνάμεις κατά ακροδεξιών και φασιστικών δυνάμεων, ουσιαστικά αφήνοντας στο απυρόβλητο τον καπιταλισμό που τις γεννά και τις θρέφει.
Ορισμένα βασικά συμπεράσματα
Το γεγονός ότι η αντίληψη του στρατηγικής σημασίας διαχωρισμού των αστικών πολιτικών δυνάμεων σε δημοκρατικές - φιλειρηνικές και σε φασιστικές - φιλοπόλεμες συνέχιζε να υπάρχει στα Προγράμματα των ΚΚ και μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, διαπερνούσε και τη λογική του ΚΚΣΕ αλλά και τις όποιες προσπάθειες διαμόρφωσης της διεθνούς στρατηγικής του κομμουνιστικού κινήματος, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η στρατηγική του 7ου Συνεδρίου δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο των κινδύνων που αντιμετώπιζε η ΕΣΣΔ στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Θεμελιακό ζήτημα, που οι αιτίες του απομένει να ερευνηθούν σε μεγαλύτερο βάθος, είναι το ποιοι παράγοντες συντέλεσαν ώστε να μη θεωρηθεί επίκαιρη η τόσο πολύτιμη πείρα της Οκτωβριανής Επανάστασης.
Στις Αποφάσεις του 18ου Συνεδρίου και στο Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ (1949-1968) περιέχονται ορισμένα πρώτα συμπεράσματα σχετικά με τη στρατηγική του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος και τη στάση απέναντι στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Ταυτόχρονα, αυτά φωτίζονται και από νέες πηγές, συνοδεύονται από νέους προβληματισμούς που προκύπτουν και που περιέχονται στον τόμο Β1 του υπό έκδοση Δοκιμίου Ιστορίας 1918-1949.
Η ΚΔ ιδρύθηκε (1919) σε συνθήκες επαναστατικής ανόδου (βρισκόταν σε εξέλιξη η νικηφόρα πορεία της σοσιαλιστικής Οκτωβριανής Επανάστασης στη Ρωσία), με την εκδήλωση επαναστατικής κατάστασης σε μια σειρά χώρες της Ευρώπης και μάλιστα στη Γερμανία. Οι επαναστατικές εξεγέρσεις που πραγματοποιήθηκαν δεν είχαν νικηφόρα έκβαση και κατά συνέπεια, με την επανασταθεροποίηση της αστικής εξουσίας, επήλθε δυσμενής αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων για το κομμουνιστικό κίνημα.
Με άλλα λόγια, σε συνθήκες ήττας και υποχώρησης των επαναστατικών εξεγέρσεων σε Γερμανία, Ουγγαρία και Φινλανδία, το ζήτημα «μεταρρύθμιση ή επανάσταση», κομβικό στη διαπάλη του επαναστατικού εργατικού κινήματος με τον οπορτουνισμό - συμβιβασμό, επανήλθε πιέζοντας επαναστατικές δυνάμεις ενταγμένες στις γραμμές της ΚΔ. Τα νεαρά ΚΚ - μέλη της ΚΔ - δέχτηκαν νέες οπορτουνιστικές πιέσεις, λόγω και της μεγάλης επιρροής της σοσιαλδημοκρατίας στο συνδικαλιστικό - εργατικό κίνημα. Αλλωστε, στην ΚΔ είχαν ενταχθεί και κόμματα που δεν είχαν αποβάλει, στον ένα ή τον άλλο βαθμό, από τις γραμμές τους φορείς σοσιαλδημοκρατικών απόψεων.
Στις νέες συνθήκες υποχώρησε η αντιμετώπιση της σοσιαλδημοκρατίας ως προδοτικής - αντεπαναστατικής στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Παραμερίστηκαν οι ευθύνες των σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων για τον σφαγιασμό των προλεταριακών επαναστάσεων (Γερμανίας κ.ά.).
Το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα λαθεμένα εκτιμούσε ότι τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα περιλάμβαναν τη «δεξιά» και την «αριστερή» τους πτέρυγα. Το ζήτημα της στάσης της ΚΔ απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία έγινε πιο περίπλοκο σε συνθήκες που η ΕΣΣΔ σωστά πάλευε για τη διεθνή αναγνώρισή της ως κράτους, για τη διαμόρφωση διπλωματικών και εμπορικών σχέσεων με καπιταλιστικά κράτη, αλλά δεν έπρεπε να ιδεολογικοποιηθεί αυτή η προσπάθεια. Το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις της σοσιαλδημοκρατίας ήταν πιο θετικές σε αυτές τις προσπάθειες της ΕΣΣΔ, έστω και τυπικά, δεν έπρεπε να οδηγήσει στην αντιμετώπισή της ως δυνητικού συμμάχου, ακόμα και ως δυνατότητα οργανικής ενότητας κομμουνιστικών και έστω τμήματος σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων.
***
Η εποχή του περάσματος από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, που έμπρακτα εγκαινίασε η Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση, εποχή που συνεχίζεται παρά την αντεπανάσταση, είναι αυτή που καθορίζει το περιεχόμενο, τον χαρακτήρα του Προγράμματος κάθε ΚΚ.
Η παραπάνω νομοτέλεια δεν αναστέλλεται λόγω των ιδιαίτερων πολιτικών συνθηκών που διαμορφώνονται σε κάθε φάση της ταξικής πάλης (συνθήκες φασισμού, κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, διώξεων σε βάρος ΚΚ ή άλλες), πολύ περισσότερο όταν διαμορφώνονται συνθήκες επαναστατικής κατάστασης, που βάζουν άμεσα στην ημερήσια διάταξη το καθήκον της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ