Στο παλιό διώροφο της οδού Τσαμαδού, όπου στεγάζεται η εφημερίδα "Ημέρα
των Πατρών", το κλίμα είναι βαρύ από πολύ νωρίς το πρωί. Έτσι, όταν η
αγριοφωνάρα τού εκδότη αντηχεί στο κτήριο, κανείς δεν αιφνιδιάζεται:
"Κώστας! Αντρέας! Στο γραφείο μου τώρα!"
Καθώς βαδίζουν προς το γραφείο τού αφεντικού, ο αρχισυντάκτης κοιτάζει τον λινοτύπη με ανησυχία. "Αντρέα, έγινε η έκρηξη". Εκείνος χαμογελάει. "Σιγά, ρε Κώστα, που έγινε η Πάτρα Βεζούβιος και δεν το μάθαμε". Ο εκδότης τούς υποδέχεται μισοξαπλωμένος στην καρέκλα του, με ένα δηλητηριώδες χαμόγελο στα χείλη. Χωρίς να ανασηκωθεί, δείχνει τις δυο καρέκλες μπροστά στο τραπέζι του. "Παρακαλώ, κύριοι, καθήστε".
Κάθονται. Μπροστά στον καθένα τους βρίσκεται ανοιγμένο από ένα φύλλο τής έκδοσης εκείνης της ημέρας. Το ένα στην σελίδα τρία, το άλλο στην σελίδα πέντε. Οι δυο σελίδες είναι πανομοιότυπες, με μόνη διαφορά τον αριθμό τους.
"Κύριοι", συνεχίζει με μελιστάλαχτο ύφος ο εκδότης, "μπορείτε, σας παρακαλώ πολύ, να μου εξηγήσετε γιατί σήμερα τυπώσαμε τα ίδια θέματα και στην σελίδα τρία και στην σελίδα πέντε;" Ο αρχισυντάκτης, ετοιμάζεται να ψιθυρίσει κάποια δικαιολογία της στιγμής αλλά ο Αντρέας τον προλαβαίνει:
"Αφεντικό, δημοκρατική εφημερίδα είμαστε. Κακό είναι που σήμερα είπαμε να φιλοξενήσουμε και μια δεύτερη γνώμη πάνω σε κάποια θέματα;"
Η εκτόνωση είναι άμεση. Η κατσάδα πνίγεται στα γέλια ή, μάλλον, τα γέλια πνίγουν την κατσάδα. "Πηγαίνετε από δω, να μη σας βλέπω, που θα μου κάνετε και πνεύμα". Οι δυο αποχωρούν αλώβητοι. Καθώς βγαίνουν από το γραφείο, ακούγεται μια φωνή: "Συγγνώμη, κύριε, να ρωτήσω κάτι;" Από την ανοιχτή εξώπορτα, τους κοιτάζει μια κυρία, απ' αυτές που συνοδεύουν τα βλαστάρια τους στο φροντιστήριο, το οποίο βρίσκεται στο διπλανό κτήριο. Ο Αντρέας πλησιάζει. "Παρακαλώ!"
"Συγγνώμη", επαναλαμβάνει η κυρία, δείχνοντας μια γλάστρα στον διάδρομο, "επειδή είδα αυτό το φυτό και το ζήλεψα, μπορείτε να μου κόψετε ένα βλαστάρι να το φυτέψω;" Ο Αντρέας γυρίζει το κεφάλι, κοιτάζει την γλάστρα και την δείχνει με το δάχτυλο ξανακοιτάζοντας την κυρία.
"Αυτό το φυτό εννοείτε;"
"Μάλιστα, κύριε. Είναι πολύ ωραίο."
"Ευχαρίστως να σας δώσω, κυρία μου αλλά, απ' όσο ξέρω, αυτά τα βλαστάρια δεν πιάνουν εύκολα."
"Μην ανησυχείτε, κύριε. Δώστε μου εσείς και ξέρω εγώ."
"Αμέσως. Επιτρέψτε μου όμως να επιμείνω ότι δεν θα σας πιάσει εύκολα."
Καθώς ο Αντρέας μπαίνει στο διπλανό γραφείο για να πάρει ένα ψαλίδι, ο Κώστας πάει να πει κάτι αλλά εκείνος τον καθησυχάζει με το βλέμμα. Παίρνει το ψαλίδι, κόβει ένα βλαστάρι και το προσφέρει στην ευγενέστατη κυρία χαμογελώντας.
"Σας ευχαριστώ πάρα πολύ, κύριε", λέει εκείνη με ακόμη πλατύτερο χαμόγελο. Μόνο που το χαμόγελό της παγώνει μόλις πιάνει το βλαστάρι το χέρι της.
"Μα αυτό είναι πλαστικό!", κάνει με γουρλωμένα μάτια.
Και ο Αντρέας ψύχραιμος: "Σας το είπα, αυτά τα βλαστάρια δεν πιάνουν εύκολα..."
-----------------------------------------------------------------
Το παραπάνω στιγμιότυπο έχει ηλικία τριάντα-και ετών και είναι απολύτως πραγματικό. Η αφήγησή του είναι ο τρόπος με τον οποίο σκέφτηκα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου προς όλους εκείνους που εκδήλωσαν την συμπαράστασή τους στην πρόσφατη απώλεια του αδελφού μου. Δεν ξέρω αν έκανα καλά. Ξέρω, όμως, ότι έτσι θα τον θυμάμαι πάντα: ως έναν άνθρωπο με εντυπωσιακή αίσθηση του χιούμορ και ως ένα από τα πιο κοφτερά μυαλά που έχω γνωρίσει στην ζωή μου.
Δίπλα: Μεταμφίεση της στιγμής, για τις ανάγκες της παρέας. Η μοναδική προσωπική φωτογραφία που ανέβασε ποτέ στο διαδίκτυο ο μικρός...
Καθώς βαδίζουν προς το γραφείο τού αφεντικού, ο αρχισυντάκτης κοιτάζει τον λινοτύπη με ανησυχία. "Αντρέα, έγινε η έκρηξη". Εκείνος χαμογελάει. "Σιγά, ρε Κώστα, που έγινε η Πάτρα Βεζούβιος και δεν το μάθαμε". Ο εκδότης τούς υποδέχεται μισοξαπλωμένος στην καρέκλα του, με ένα δηλητηριώδες χαμόγελο στα χείλη. Χωρίς να ανασηκωθεί, δείχνει τις δυο καρέκλες μπροστά στο τραπέζι του. "Παρακαλώ, κύριοι, καθήστε".
Κάθονται. Μπροστά στον καθένα τους βρίσκεται ανοιγμένο από ένα φύλλο τής έκδοσης εκείνης της ημέρας. Το ένα στην σελίδα τρία, το άλλο στην σελίδα πέντε. Οι δυο σελίδες είναι πανομοιότυπες, με μόνη διαφορά τον αριθμό τους.
"Κύριοι", συνεχίζει με μελιστάλαχτο ύφος ο εκδότης, "μπορείτε, σας παρακαλώ πολύ, να μου εξηγήσετε γιατί σήμερα τυπώσαμε τα ίδια θέματα και στην σελίδα τρία και στην σελίδα πέντε;" Ο αρχισυντάκτης, ετοιμάζεται να ψιθυρίσει κάποια δικαιολογία της στιγμής αλλά ο Αντρέας τον προλαβαίνει:
"Αφεντικό, δημοκρατική εφημερίδα είμαστε. Κακό είναι που σήμερα είπαμε να φιλοξενήσουμε και μια δεύτερη γνώμη πάνω σε κάποια θέματα;"
Η εκτόνωση είναι άμεση. Η κατσάδα πνίγεται στα γέλια ή, μάλλον, τα γέλια πνίγουν την κατσάδα. "Πηγαίνετε από δω, να μη σας βλέπω, που θα μου κάνετε και πνεύμα". Οι δυο αποχωρούν αλώβητοι. Καθώς βγαίνουν από το γραφείο, ακούγεται μια φωνή: "Συγγνώμη, κύριε, να ρωτήσω κάτι;" Από την ανοιχτή εξώπορτα, τους κοιτάζει μια κυρία, απ' αυτές που συνοδεύουν τα βλαστάρια τους στο φροντιστήριο, το οποίο βρίσκεται στο διπλανό κτήριο. Ο Αντρέας πλησιάζει. "Παρακαλώ!"
"Συγγνώμη", επαναλαμβάνει η κυρία, δείχνοντας μια γλάστρα στον διάδρομο, "επειδή είδα αυτό το φυτό και το ζήλεψα, μπορείτε να μου κόψετε ένα βλαστάρι να το φυτέψω;" Ο Αντρέας γυρίζει το κεφάλι, κοιτάζει την γλάστρα και την δείχνει με το δάχτυλο ξανακοιτάζοντας την κυρία.
"Αυτό το φυτό εννοείτε;"
"Μάλιστα, κύριε. Είναι πολύ ωραίο."
"Ευχαρίστως να σας δώσω, κυρία μου αλλά, απ' όσο ξέρω, αυτά τα βλαστάρια δεν πιάνουν εύκολα."
"Μην ανησυχείτε, κύριε. Δώστε μου εσείς και ξέρω εγώ."
"Αμέσως. Επιτρέψτε μου όμως να επιμείνω ότι δεν θα σας πιάσει εύκολα."
Καθώς ο Αντρέας μπαίνει στο διπλανό γραφείο για να πάρει ένα ψαλίδι, ο Κώστας πάει να πει κάτι αλλά εκείνος τον καθησυχάζει με το βλέμμα. Παίρνει το ψαλίδι, κόβει ένα βλαστάρι και το προσφέρει στην ευγενέστατη κυρία χαμογελώντας.
"Σας ευχαριστώ πάρα πολύ, κύριε", λέει εκείνη με ακόμη πλατύτερο χαμόγελο. Μόνο που το χαμόγελό της παγώνει μόλις πιάνει το βλαστάρι το χέρι της.
"Μα αυτό είναι πλαστικό!", κάνει με γουρλωμένα μάτια.
Και ο Αντρέας ψύχραιμος: "Σας το είπα, αυτά τα βλαστάρια δεν πιάνουν εύκολα..."
-----------------------------------------------------------------
Το παραπάνω στιγμιότυπο έχει ηλικία τριάντα-και ετών και είναι απολύτως πραγματικό. Η αφήγησή του είναι ο τρόπος με τον οποίο σκέφτηκα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου προς όλους εκείνους που εκδήλωσαν την συμπαράστασή τους στην πρόσφατη απώλεια του αδελφού μου. Δεν ξέρω αν έκανα καλά. Ξέρω, όμως, ότι έτσι θα τον θυμάμαι πάντα: ως έναν άνθρωπο με εντυπωσιακή αίσθηση του χιούμορ και ως ένα από τα πιο κοφτερά μυαλά που έχω γνωρίσει στην ζωή μου.
Δίπλα: Μεταμφίεση της στιγμής, για τις ανάγκες της παρέας. Η μοναδική προσωπική φωτογραφία που ανέβασε ποτέ στο διαδίκτυο ο μικρός...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου