Πλαστήρας και Παπάγος
Εχει προβληθεί η άποψη ότι η κυβέρνηση της ΕΠΕΚ και των Φιλελευθέρων, με πρωθυπουργό τον Ν. Πλαστήρα, ήταν μια κυβέρνηση ανίσχυρη. Μια κυβέρνηση, που ήθελε να πραγματοποιήσει φιλολαϊκό έργο, αλλά δεν την άφηναν. Οτι, επειδή ο έλεγχος και η πραγματική εξουσία βρίσκονταν στα χέρια των Ανακτόρων, του ΙΔΕΑ και της «Δεξιάς», η κυβέρνηση του «Κέντρου» δεν μπορούσε να εφαρμόσει το φιλολαϊκό της πρόγραμμα. Και ότι, ενώ εξήγγειλε μέτρα φιλολαϊκά, συνάντησε μεγάλες αντιδράσεις, με αποτέλεσμα να υπονομευτεί και να χάσει τελικά την κυβερνητική εξουσία. Τέτοιες απόψεις εκφράστηκαν και μέσα στις γραμμές του ΚΚΕ και της ΕΔΑ.
Πρακτική έκφραση αυτής της αντίληψης ήταν, ότι το ΚΚΕ και η Αριστερά θα έπρεπε να στηρίξουν την πολιτική του Πλαστήρα και να προσαρμοστούν αποκλειστικά στην αξιοποίηση των νόμιμων δυνατοτήτων, εγκαταλείποντας τους παράνομους μηχανισμούς και άλλες αδιέξοδες λογικές, που εξ αντικειμένου υπονόμευαν την κυβέρνηση Πλαστήρα και ζημίωναν τη δημοκρατική εξέλιξη και την Αριστερά!...
Αυτές οι απόψεις έγιναν πιο έντονες μετά τις βουλευτικές εκλογές του Μάρτη 1950 και ιδίως μετά την ίδρυση της ΕΔΑ, την 1η Αυγούστου 1951.
Προβάλλεται επίσης η άποψη, ότι οι ΗΠΑ δεν ήθελαν τον Πλαστήρα και προτιμούσαν τον Παπάγο. Ο στρατηγός Βαν Φλιτ φεύγοντας από την Ελλάδα (Ιούλης 1950) έστειλε μια επιστολή στο βασιλιά Παύλο, στην οποία μεταξύ άλλων ανέφερε και τα εξής: «Εφόσον φοβόμαστε γενικό πόλεμο, εξαιτίας της Κορέας, η κατάσταση στην Ελλάδα δεν είναι καθόλου ασφαλής με την παρούσα κυβέρνηση Πλαστήρα. Σε περίπτωση διεθνών περιπλοκών η κυβέρνηση αυτή θα αποτελέσει ουσιαστικά μια πέμπτη φάλαγγα του εχθρού. Οι ένοπλες δυνάμεις και τα σώματα ασφαλείας έχουν αρχίσει ραγδαίως να αποσυντίθενται. Τέλος, νομίζω ότι την κατάσταση θα έσωζε μόνο μια κυβέρνηση υπό τον στρατάρχη Παπάγο...» («ΑΥΓΗ» 12/4/1998).
Δε θα σταθούμε στις σκόπιμες, κατά τη γνώμη μας, υπερβολές του Αμερικανού στρατηγού περί αποσύνθεσης (!) και πέμπτης φάλαγγας (!). Πρόκειται για την ίδια τακτική που κάθε μη βασιλόφρονα τον ονομάτιζε κομμουνιστή, προκειμένου να διευρύνει την εμβέλεια της τρομοκρατικής πολιτικής της, με την προβολή του κομμουνιστικού «μπαμπούλα» και να δικαιολογήσει κάθε αντιδημοκρατικό μέτρο χτυπήματος του λαϊκού κινήματος. Μπορούμε, ίσως, να σκεφτούμε το ζήτημα από μια άλλη σκοπιά.
Χρειάστηκε να περάσουν πάνω από 14 χρόνια μέχρι το δικομματικό σύστημα να σταθεροποιηθεί πλήρως. Τότε, όμως, ο χώρος του «Κέντρου» ήταν πολυδιασπασμένος, όπως και ο χώρος της «Δεξιάς». Οι προσωρινές συμμαχίες των διαφόρων τμημάτων τους διαδέχονταν η μία την άλλη, εν μέσω συγκρούσεων των κέντρων εξουσίας. Είναι χαρακτηριστικό - και από αυτή την άποψη - το στρατιωτικό κίνημα που επιχειρήθηκε - αλλά τελικά ματαιώθηκε - τη νύχτα της 30 προς 31 Μαΐου 1951, με πρωταγωνιστή τον ΙΔΕΑ, ο οποίος είχε το πάνω χέρι μέσα στο στρατό και επηρέαζε τις πολιτικές εξελίξεις. Χαρακτηριστική, από την ίδια άποψη, είναι και η σύγκρουση που ξέσπασε εκείνο τον καιρό, ανάμεσα στο Παλάτι και στον Παπάγο. Αν και το κόμμα που ηγείτο ο Αλ. Παπάγος ήρθε πρώτο στις εκλογές του 1951, με ποσοστό 36,5% ο σχηματισμός κυβέρνησης ανατέθηκε στους Πλαστήρα-Βενιζέλο! Το Παλάτι αρνήθηκε να δεχτεί το αίτημα του στρατάρχη για διεξαγωγή νέων εκλογών με το πλειοψηφικό σύστημα, ενώ ο Παπάγος αρνήθηκε να συμπράξει με την ΕΠΕΚ (Πλαστήρας) και τους «Φιλελεύθερους» (Σοφ. Βενιζέλος), όπως ζητούσε το Παλάτι. Απ' την άλλη, στις εκλογές του 1952 ο Γ. Παπανδρέου και άλλοι παράγοντες του «Κέντρου» (Τσουδερός, Μαλλιάκας, Λύχνος, Μερκούρης κ.ά.) πήγαν στους συνδυασμούς του Παπάγου.
Ομως, είναι σαφής η προσπάθεια που γινόταν να ξεπεραστεί ο κατακερματισμός. Οπως διαβάζουμε: «Στις 20 Ιουλίου 1951, ο Ελληνοαμερικανός βουλευτής της Μινεσότα Κρίστι θα εκφωνήσει λόγο στη Βουλή των Ελλήνων, στον οποίο θα υπάρχουν πολλές συμβουλές και συστάσεις: "Αξιούμε", θα αναφέρει ανάμεσα σε όλα τα άλλα, «από τους Ελληνες πολιτευόμενους να κάνουν το καθήκον τους και να είναι ενωμένοι τόσο εις τους εξωτερικούς όσο και τους εσωτερικούς κινδύνους, αφήνοντας κατά μέρος τόσο τα ατομικά όσο και τα πολιτικά συμφέροντα. Συστήνω να αναληφθεί μια προσπάθεια όλων των πολιτικών παραγόντων για μια συγχώνευση όλων των κομμάτων σε δύο, ή το πολύ τρία, ώστε ν' αποκτήσει η χώρα σταθερή κυβέρνηση και ισχυρή αντιπολίτευση!» (Γιάννη Αγγέλου: «Οι κομμουνιστές», σελ. 35).
Αν, λοιπόν, ο Βαν Φλιτ έγραφε στον Παύλο για τον Πλαστήρα, τα όσα παραπάνω αναφέρθηκαν, τι να πούμε για τον Αμερικανό πρέσβυ στην Αθήνα, Γκραίηντυ, που ήρθε σε σύγκρουση ακόμη και με τα Ανάκτορα, προκειμένου να υποστηριχτεί για την πρωθυπουργία ο Πλαστήρας, και που δήλωνε για τον Ν. Πλαστήρα στο «ΒΗΜΑ» την 22α Απριλίου 1950: «Μου έκαμεν εντύπωσιν η ενεργητικότης του πρωθυπουργού και των συνεργατών του, η εκ μέρους των κατανόησις των ελληνικών προβλημάτων και η απόφασίς των να προχωρήσουν εις το έργον της ανασυγκροτήσεως. Ιδιαιτέραν εντύπωσιν μου επροξένησεν η εκ μέρους των Ελλήνων επισήμων κατανόησις του πνεύματος και των αρχών επί των οποίων βασίζεται η αμερικανική πολιτική βοηθείας, ως και η ισχυρά απόφασίς των να λάβουν τα αναγκαία μέτρα διά να καταστήσουν αποδοτικήν την βοήθεια» (Σπ. Λιναρδάτου: «Από τον Εμφύλιο στη χούντα», τόμος Α', σελ. 113-114).
Η κυβέρνηση Πλαστήρα απέρριψε το αίτημα της γενικής αμνηστίας. Ο Γ. Παπανδρέου, μιλώντας στη Βουλή (ο Πλαστήρας απουσίαζε στο Παρίσι), είπε: «... μόνον υπό μίαν θεωρητικήν προϋπόθεσιν θα ήτο ωφέλιμος και ενδεδειγμένη η γενική αμνηστία, εάν υπήρχε παγκόσμιος κατευνασμός, εάν η Κομινφόρμ εγκατέλειπε την επίθεσιν, εάν το κομμουνιστικό κόμμα έπαυε να είναι Πέμπτη Φάλαγξ και Τμήμα του Διεθνούς Επαναστατικού Στρατού. Αλλά αυτή η προϋπόθεσις, εάν αποτελεί ευχήν όλων των ανθρώπων, δεν αποτελεί δυστυχώς και πραγματικότητα». (Τ. Βουρνά: «Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας», τόμος Δ', σελ. 506-507).
ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
16/1/2000
-- Πιστός ΝΑΤΟικός...
3/1/1999
-- (μέρος 1ο)
3/1/1999
-- ΑΤΙΤΛΟ
18/5/1997
-- Το "Κέντρο" και ο Γ. Παπανδρέου
18/5/1997
-- Το "Κέντρο" και ο Γ. Παπανδρέου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου