21 Ιουλ 2012

ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΣ Οι οπαδοί της ελεύθερης οικονομίας


ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΙΣΜΟΣ
Οι οπαδοί της ελεύθερης οικονομίας

Μέρος 2ο


Ε
νάντια στον μερκαντιλισμό στράφηκαν στις νέες συνθήκες του 18ου αιώνα οι φυσιοκράτες και οι οπαδοί της ελεύθερης οικονομίας, εκφραστές των συμφερόντων της αστικής τάξης την εποχή που διαμορφώνεται το παγκόσμιο καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα και αρχίζει η πολιτική πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας.




Αναλύοντας τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής οι φυσιοκράτες ανακάλυψαν πως στην οικονομία υπάρχει μία φυσική τάξη, τα οικονομικά φαινόμενα υπόκεινται σε φυσικούς αντικειμενικούς και αιώνιους νόμους και πως κίνητρο της καπιταλιστικής παραγωγής είναι η υπεραξία. Θεωρούν ως μοναδική πηγή πλούτου τη φύση, τη γη, τη γεωργία και κτηνοτροφία, δηλαδή τους κλάδους όπου συντελούνται οι φυσικές διαδικασίες των φυτών και των ζώων. Ο Γάλλος Φ. Κενέ (1694-1774), υποστηρίζοντας τα παραπάνω, υπογράμμιζε πως το νόμισμα - το χρήμα - από μόνο του δεν παράγει τίποτα, η βιομηχανία είναι απλώς μεταποίηση υλών που ήδη υπάρχουν. Ο πλούτος, για τον Κενέ, είναι μία ορισμένη μάζα προϊόντων στη φυσική τους μορφή, δηλαδή μία μάζα αξιών χρήσης. Στη γεωργία και κτηνοτροφία παράγεται ένα «καθαρό προϊόν», ένα περίσσευμα, ένα προϊόν πάνω από τις δαπάνες - τα έξοδα - που διατέθηκαν στην παραγωγή, δηλαδή στην υπεραξία. Ομως, όπως μας λέει ο Μαρξ, «οι φυσιοκράτες δηλώνουν πως μονάχα η γεωργική εργασία είναι παραγωγική, γιατί αυτή μονάχα παρέχει υπεραξία. Για τους φυσιοκράτες, όμως, η υπεραξία υπάρχει αποκλειστικά με τη μορφή της γαιοπροσόδου».


Κατά τον Κενέ το κράτος οφείλει να βοηθήσει τη γεωργική - κτηνοτροφική παραγωγή, να συμβάλει στη δημιουργία μεγάλων καλλιεργητικών εκτάσεων, να μειώσει τα βάρη των καλλιεργητών, να διευκολύνει την εφαρμογή των φυσικών νόμων στην οικονομία κλπ.


Ακολουθώντας τις ιδέες του Φ. Κενέ, ο Β. ντε Γκουρνέ (1712-1759) ζητά την κατάργηση του παρεμβατισμού και των μονοπωλίων, να επιτραπεί μεγαλύτερη ελευθερία στο εμπόριο, στη βιομηχανία, διότι το άτομο είναι το μόνο ικανό να προωθήσει, κατά τον καλύτερο τρόπο, τα συμφέροντά του. Η επέμβαση του κράτους να περιοριστεί στη διευκόλυνση της ελεύθερης παραγωγής και κυκλοφορίας των εμπορευμάτων. Με τις απόψεις του ο Γκουρνέ οδηγεί ευθέως σε μια νέα αντίληψη για την οικονομική ζωή, οδηγεί στο φιλελευθερισμό.


Ο
 φιλελευθερισμός έχει δύο πτυχές - την οικονομική και την πολιτική - στενά συνδεδεμένες, αδιαχώριστες. Υπερασπίζεται και προωθεί στην ουσία, δυο βασικές αρχές, την αρχή της ελεύθερης οικονομίας, που να βασίζεται στους νόμους της αγοράς, της προσφοράς και της ζήτησης, του ελεύθερου ανταγωνισμού μεταξύ των παραγωγών και καταναλωτών και την αρχή της μη επέμβασης, της μη ανάμειξης του κράτους στην οικονομική ζωή της κοινωνίας, πιο συγκεκριμένα τη μείωση, την ελαχιστοποίηση της κυβερνητικής οικονομικής δραστηριότητας. Αντιλαμβάνονται το κράτος ως έναν παράγοντα εξωτερικό και υπεράνω της οικογένειας, δε βλέπουν τον ταξικό χαρακτήρα του, τα ταξικά συμφέροντα που εκφράζει και υπηρετεί.




Αυτές τις αρχές τις υπερασπίστηκαν και τις προώθησαν πολλοί, από τους κυριότερους θεωρούμε τους παρακάτω: Τζ. Λοκ (1632-1704), Μοντεσκιέ (1689-1755), Α. Σμιθ (1723-1790), Τζ. Μπένθαμ (1748-1832), Τ. Τζέφερσον (1743-1826), Τζ. Σ. Μιλ (1806-1873). Ολοι τους πρόσφεραν κάτι για τη θεμελίωση και επικράτηση των θέσεων και αρχών του φιλελευθερισμού, καθένας για την εποχή και τις συνθήκες που έζησε.


Ο
ι αρχές του φιλελευθερισμού εκφράστηκαν συνοπτικά με το δόγμα «laisser - faire, laisser - passer, le monde va lui meme», που στην ουσία σημαίνει: αφήστε τα πράγματα όπως είναι, να ακολουθήσουν τη φυσική τους ροή. Το λεσέ - φερ, λεσέ - πασέ είναι πολλαπλά ελκυστικό. Το δόγμα ξεκινάει από την αναγνώριση των φυσικών νόμων και του φυσικού δικαίου. Το προσωπικό συμφέρον είναι η μόνη κινητήρια δύναμη της οικονομίας, γι' αυτό τα άτομα να αφεθούν ελεύθερα να επιδιώξουν και να πραγματοποιήσουν τα συμφέροντά τους σε μία ελεύθερη ανταλλακτική κοινωνία. το ατομικό συμφέρον, οι ατομικές επιδιώξεις και οι σκοποί συμπίπτουν με το κοινωνικό όφελος. Επιδιώκοντας την ικανοποίηση των δικών τους συμφερόντων και σκοπών, επιδιώκουν ταυτοχρόνως - συνειδητά ή ασυνείδητα δεν έχει σημασία - και τα βέλτιστα θετικά αποτελέσματα για την κοινωνία της οποίας είναι τα ίδια μέλη.




Το κράτος δεν μπορεί να κάνει για τα άτομα ό,τι αυτά μπορούν να κάνουν για τον εαυτό τους. Αποστολή του κράτους - της κυβέρνησης - είναι να διατηρεί την τάξη και ασφάλεια, στα πλαίσια μιας ελεύθερης οικονομίας και να αποφεύγει την ανάμειξή του στην πρωτοβουλία των ατόμων που στοχεύουν το προσωπικό τους όφελος.


Στην οικονομία της αγοράς υπάρχουν ελεύθερες επιλογές και για τους παραγωγούς και τους καταναλωτές και για τους πωλητές και τους αγοραστές. Η ελεύθερη αγορά είναι το πεδίο του ανταγωνισμού, μέσω των συνεχών διακυμάνσεων των τιμών. «Εντός της αγοράς της κοινωνίας - έγραφε ο Λ. φον Μίζες - η λειτουργία των τιμών καθιστά τους καταναλωτές παντοδύναμους». Η αγορά έχει τόση σημασία που ο Α. Σμιθ έλεγε: «Ο καταμερισμός εργασίας εξαρτάται από την έκταση της αγοράς». Η ελεύθερη αγορά είναι ένας αυτορρυθμιζόμενος μηχανισμός που γίνεται μέσω του μηχανισμού των τιμών, του νόμου της προσφοράς και της ζήτησης.


Τ
ις φιλοσοφικές και πολιτικές βάσεις της φιλελεύθερης αντίληψης τις βρίσκουμε στο έργο «Δυο πραγματείες για τη διακυβέρνηση» (1690) του Τζ. Λοκ. Ο Λοκ αποδέχεται τον έντονο ατομικισμό του Τ. Χοπς και την αντίληψή του για το κράτος ως μια απλή μηχανική διευκόλυνση κι όχι ως θεσμό θεϊκό.




Ο Λοκ ορίζει την πολιτική εξουσία ως «δικαίωμα της θέσπισης νόμων (χρήση βίας, ποινές, ρυθμίσεις ιδιοκτησίας κ.ά.) και εφαρμογή των νόμων για την υπεράσπιση της πολιτείας από εξωτερική επιβολή». Ο Λοκ προσπαθεί να αποδείξει το αναπόφευκτο αυτού του θεσμού από την άποψη του φυσικού δικαίου. Κατά την άποψή του, η πολιτική εξουσία που μπορεί να δικαιωθεί είναι αυτή που πραγματικά ενδιαφέρεται για το «κοινό καλό». Τα άτομα όμως δεν μπορούν να απεμπολήσουν όλα τα δικαιώματά τους στην πολιτική εξουσία. Το άτομο δεν είναι μόνο απλός πολίτης που μοιράζεται τα κοινωνικά αγαθά με τους συμπολίτες του, είναι και ένα πρόσωπο που έχει δικαιώματα, τα οποία το κράτος δεν πρέπει να τα αμφισβητεί. Ο Λοκ κάνει δηλαδή διάκριση ανάμεσα στα δικαιώματα του πολίτη και του προσώπου. Το άτομο ως πολίτης παραχωρεί στην πολιτεία - κράτος ορισμένα δικαιώματα και προσδοκά από την πολιτική εξουσία να διαφυλάξει την προσωπικότητά του, τα φυσικά του δικαιώματα.


«Η ελευθερία των ανθρώπων - γράφει ο Λοκ - υπό κρατική εξουσία συνίσταται στο να έχουν έναν σταθερό κανόνα, σύμφωνα με τον οποίο να ζουν, την ελευθερία να ακολουθούν τη δική τους βούληση σε όλα εκείνα τα πράγματα όπου ο κανόνας δεν ορίζει τίποτα, αντί να υπόκεινται στην ασταθή, απρόβλεπτη, άγνωστη και αυθαίρετη βούληση ενός άλλου ανθρώπου».


Είναι ολοφάνερο πως ο Λοκ χτυπούσε τον αυταρχισμό. Αυτό φαίνεται κι από την άποψή του ότι την ελευθερία την εγγυάται μια συνταγματική τάξη, όπου η νομοθετική εξουσία θα ασκείται από ένα αιρετό σώμα, η εκτελεστική από ένα πρόσωπο, το μονάρχη, ο λαός θα είναι κυρίαρχος, θα έχει το δικαίωμα να αποσύρει την υποστήριξή του στην εξουσία, ακόμη και να την ανατρέψει εάν αυτή δεν ανταποκρίνεται την εμπιστοσύνη του. Εδώ εμφανίζεται καθαρά η αστική δημοκρατική άποψη του επιμερισμού των εξουσιών.


Κατά τον Λοκ και όλους τους εκπροσώπους του φιλελευθερισμού, ένα από τα κυριότερα δικαιώματα του ατόμου - προσώπου είναι αυτό της περιουσίας, δηλαδή της ιδιοκτησίας. Υπερασπίζονται την ατομική ιδιοκτησία, τη βάση δηλαδή της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης του ανθρώπου από τον άνθρωπο.


Συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ