ΤΑΣΣΟΣ
Πορεύτηκε στο δρόμο της επαναστατικής τέχνης
Ξυλογραφία: Η τέχνη του λαού
Πιστός στις αρχές του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, ο Τάσσος Αλεβίζος μπήκε στην αντιστασιακή χαρακτική, πορευόμενος από πριν το δρόμο της επαναστατικής τέχνης. Σε ηλικία 18 ετών παρουσιάζει έργα του στο περιοδικό «Νέοι Πρωτοπόροι» και λίγο αργότερα στον «Ριζοσπάστη». Η εκφραστικότητα, η δραματικότητα, οι τρόποι καλλιτεχνικής απόδοσης εναρμονίζονται με τη διεθνή επαναστατική τέχνη. Ταυτόχρονα, όμως, υπάρχει και μια δεύτερη αρχή, που συνδέεται με τις εθνικές - λυρικές παραδόσεις του δασκάλου του, του Κεφαλληνού. Μέσα σ' αυτές τις ήδη διαμορφωμένες θέσεις από τη δεκαετία του '30, ο καλλιτέχνης μπαίνει ενεργά στον αγώνα ενάντια στους Γερμανούς κατακτητές. Το χάραγμα στο ξύλο συνεχίζει να επικεντρώνει το ενδιαφέρον του, αφού την ξυλογραφία τη θεωρεί ο Τάσσος ως «την τέχνη του λαού».
Αποτύπωση του αγώνα
Την Πρωτομαγιά του 1945, επέτειο της εκτέλεσης, το 1944, διακοσίων πατριωτών από τους κατακτητές, κυκλοφορεί το λεύκωμα «Θυσιαστήριο της λευτεριάς», με ξυλογραφίες των: Αλ. Κορογιαννάκη, Γ. Βελισσαρίδη, Β. Κατράκη, Τάσσου, Λ. Μαγγιώρου, Γ. Μανουσάκη. Το 1944 το ΕΑΜ εικαστικών καλλιτεχνών αποφασίζει να συμμετάσχει στην πανελλήνια έκθεση, η οποία τελούσε υπό το άγρυπνο μάτι των κατακτητών. Το αποτέλεσμα: Οι Γερμανοί σταμάτησαν την έκθεση σε λίγες μέρες και έκλεισαν για 40 μέρες στις φυλακές Αβέρωφ τον Τάσσο και τους Κεφαλληνό, Κορογιαννάκη, Κανά.
Παράλληλα με τη χαρακτική δημιουργία, ο Τάσσος υπηρέτησε με μεράκι την τέχνη του βιβλίου. Το σύνολο των βιβλίων που εικονογράφησε ξεπερνούν τα εξήντα, σ' ένα διάστημα 45 χρόνων. Πρόκειται για βιβλία στα οποία σχεδίασε εξ αρχής την εικονογράφηση και όχι για εκδόσεις στις οποίες ανατυπώθηκαν γνωστές ξυλογραφίες του. Αμέσως μετά τον πόλεμο, και συγκεκριμένα το 1945, ιδρύεται από το ΚΚΕ η εκδοτική εταιρεία «Τα Νέα Βιβλία» και ο Τάσσος αναλαμβάνει καλλιτεχνικός υπεύθυνος. Στα τρία χρόνια λειτουργίας της, κυκλοφόρησαν βιβλία με κοινωνικό περιεχόμενο, ιστορικές μονογραφίες, μελέτες για σπουδαίους ποιητές, καθώς και παλαιότερες ή νέες ποιητικές συλλογές. Σ' αυτή την περίοδο συνεργάζεται με την Αυγή Σακαλή, την Σοφία Μαυροειδή - Παπαδάκη, τον Βασίλη Ρώτα, τον Μενέλαο Λουντέμη και το στενό του φίλο Δημήτρη Φωτιάδη. Ειδικά για την έκδοση του «Μακρυγιάννη» σχεδίασε ένα υπέροχο εξώφυλλο με την αυστηρή, αλλά και ταυτόχρονα φιλική μορφή του αγωνιστή.
Ως καλλιτεχνικός σύμβουλος του τυπογραφείου Ασπιώτη - Ελκα από το 1948, γνώρισε τις νέες εξελίξεις στην τυπογραφία και ασχολήθηκε με την εικονογράφηση βιβλιοφιλικών εκδόσεων. Παράλληλα - και για δέκα χρόνια - συνεργάστηκε με τον τότε Οργανισμό Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων. Ακόμη, προχώρησε σε προσωπικές εκδόσεις λευκωμάτων. Οι εκδόσεις αυτές ξεκινούν το 1953 με το λεύκωμα «Στων Ψαρών την ολόμαυρη ράχη».
Κατά τη δεκαετία του 1960 η θεματογραφία του άρχισε να επικεντρώνεται στην απόδοση της ανθρώπινης μορφής. Εγκατέλειψε σταδιακά το χρώμα, χάραζε όλο και μεγαλύτερες πλάκες ξύλου και άρχισε να δημιουργεί θεματικές ενότητες σε τρίπτυχα ή τετράπτυχα. Η στροφή του χαράκτη, που παρατηρείται στις αρχές της δεκαετίας του '60, είναι εμφανής στα «Ματωμένα χώματα» (1963), ενώ το 1965 οι ολοσέλιδες ξυλογραφίες του κοσμούν την έκδοση, σε συνεργασία με τον Γ. Σεφέρη, «Ασμα Ασμάτων». Εγχρωμες ξυλογραφίες και πολλά διακοσμητικά, όλα χαραγμένα σε όρθιο ξύλο, περιλαμβάνει η «Ανάβαση» του Ξενοφώντα (1969) και η δίτομη «Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου» του Θουκυδίδη (1974). Η τελευταία προσωπική του έκδοση ήταν η «Λυσιστράτη» (1978), η οποία περιλαμβάνει 24 έγχρωμες ξυλογραφίες σε πλάγιο ξύλο που χρειάστηκαν 110 διαφορετικές πλάκες για τη χάραξη των χρωμάτων. Από την ενασχόλησή του με το βιβλίο, σημειώνουμε ακόμη τον «Επιτάφιο» του Γιάννη Ρίτσου (επετειακή έκδοση του 1979).
«Με ακατανίκητη επιμονή και υπομονή θα αναζητώ πάντα / ένα καλό χαρτί και ένα συγγραφέα / που με αγάπη θα τυπώνω ένα έργο του / και με αυτό στα χέρια μου θα ξεκινώ / για να συναντήσω τους επικριτές μου / που κι αυτοί με τη σειρά τους / θα κρατάνε στα χέρια τους το λίθο του αναθέματος εναντίον μου... / Εμένα όμως θα μου αρκεί η μυρουδιά του τυπογραφικού μελανιού για να συνεχίζω...» (Α. Τάσσος).
Κατά την περίοδο της δικτατορίας των συνταγματαρχών, έζησε αυτοεξόριστος εκτός Ελλάδας και φιλοτέχνησε έργα κοινωνικής διαμαρτυρίας καταγράφοντας γεγονότα που τον συγκλόνισαν. Μετά την κατάρρευση της χούντας, εξέθεσε έργα του στην Εθνική Πινακοθήκη (1975) και λίγο καιρό αργότερα έγινε μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ίδιου ιδρύματος. Το 1977, ήταν από τα ιδρυτικά μέλη της Πανελλήνιας Πολιτιστικής Κίνησης.
Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου