ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΛΑΣ
Αξεπέραστη λυρική φωνή
Ηταν 16 Σεπτέμβρη του 1977 όταν η πικρή είδηση του θανάτου της αξεπέραστης λυρικής τραγουδίστριας, τηςΜαρίας Κάλλας, σκορπούσε τη θλίψη στα εκατομμύρια των θαυμαστών της σε όλο τον κόσμο. Με αφορμή τη συμπλήρωση των 36 ετών από την επέτειο του θανάτου της Μαρίας Κάλλας, η Εθνική Λυρική Σκηνή τιμά την κορυφαία Ελληνίδα υψίφωνο με μια σειρά μουσικών δρώμενων στο κέντρο της Αθήνας, σήμερα, από τις 18.00 το απόγευμα έως τις 22.00 το βράδυ.
Στους δρόμους της Αθήνας, της πόλης που μεγάλωσε η Μαρία Κάλλας, θα ακουστούν οι διάσημες άριες οι οποίες σημαδεύτηκαν για πάντα από τις μοναδικές ερμηνείες της, από τους καλλιτέχνες του Λυρικού θεάτρου, στο οποίο η Κάλλας έκανε τα πρώτα βήματα της καριέρας της.
Οι σολίστ Δήμητρα Θεοδοσίου, Αντωνία Καλογήρου, Βασιλική Καραγιάννη, Ειρήνη Καράγιαννη, Ελενα Κελεσίδη, Τσέλια Κοστέα, Μυρσίνη Μαργαρίτη, Μαρία Μητσοπούλου, Τζούλια Σουγλάκου, οι πιανίστες και ηΟρχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής σε μουσική διεύθυνση του καλλιτεχνικού διευθυντή της, Μύρωνα Μιχαηλίδη, θα ερμηνεύσουν αποσπάσματα από τις όπερες «Τραβιάτα», «Μποέμ», «Τόσκα», «Μαντάμα Μπαττερφλάι», «Μάκβεθ», «Ριγολέτος», «Ο κουρέας της Σεβίλης», «Τροβατόρε», «Σικελικός εσπερινός» κ.ά.
Οι εκδηλώσεις - μουσικός περίπατος σε πέντε πράξεις - έχουν σχεδιαστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να δίνεται η δυνατότητα στο κοινό να παρακολουθήσει και τις πέντε συναυλίες μετακινούμενο με τα πόδια από τη μια στην άλλη. Το πρόγραμμα έχει ως εξής: 18.00, προαύλιος χώρος Μουσείου Ακρόπολης - Διονυσίου Αρεοπαγίτου (σολίστ με συνοδεία πιάνου, διάρκεια 20 λεπτά). 18.45, σκάλες Ωδείου Ηρώδου Αττικού - Διονυσίου Αρεοπαγίτου (σολίστ με συνοδεία πιάνου, διάρκεια 20 λεπτά). 19.35, κτίριο Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων - Πεζόδρομος Ερμού 134-136, πλατεία Αγίων Ασωμάτων Θησείο (σολίστ με συνοδεία πιάνου, διάρκεια 20 λεπτά). 20.30, πλατεία Κοτζιά (σολίστ με συνοδεία πιάνου, διάρκεια 20 λεπτά).21.30, προαύλιος χώρος Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου - Πατησίων (Ορχήστρα Εθνικής Λυρικής Σκηνής - σολίστ, διάρκεια 40 λεπτά). Είσοδος ελεύθερη σε όλες τις εκδηλώσεις.
Εύθραυστη και ταυτόχρονα δυνατή
Η Μαρία Κάλλας, η γυναίκα με τη βελούδινη, γεμάτη πάθος φωνή, η ελληνική φωνή που ακούγεται και θα ακούγεται για πάντα, υπήρξε μια από τις λιγοστές ελληνικές υπάρξεις που με τη ζωή και το έργο της άνοιξε διάπλατα την πόρτα της οικουμένης. Η ωραιότερη και τραγικότερη Βιολέτα, η παθιασμένη Μήδεια, η γλυκιά, η ουράνια Νόρμα, η γυναίκα που «έζησε για τον έρωτα και την Τέχνη» (όπως λέει και η άρια από την ομώνυμη όπερα του Πουτσίνι). Τα γαλάζια νερά του Αιγαίου, που δέχτηκαν την τέφρα της ενισχύθηκαν από μια μουσικότητα στα κύματά τους. Η Μαρία Κάλλας τραγούδησε και αγάπησε την Τέχνη και τον Ερωτα. Η Τέχνη τη λάτρεψε, αλλά ο έρωτας την πλήγωσε φαίνεται θανάσιμα.
Η Μαρία Κάλλας γεννήθηκε ως Αννα Μαρία Καικιλία Σοφία Καλογεροπούλου στις 2 Δεκέμβρη του 1923 στη Νέα Υόρκη. Τον Αύγουστο της ίδιας χρονιάς οι γονείς της, Ευαγγελία Δημητριάδη (από την Κωνσταντινούπολη) και Γιώργος Καλογερόπουλος (από τo Nεωχόριο Ιθώμης Μελιγαλά Μεσσηνίας), είχαν μεταναστεύσει στις ΗΠΑ από την Αθήνα. Εκεί ο πατέρας της ανοίγει φαρμακείο και το 1929 αλλάζει το οικογενειακό επώνυμο από Καλογερόπουλος σε Callas. Τρία χρόνια αργότερα η Μαρία ξεκινά τα πρώτα μαθήματα πιάνου μαζί με τη μεγαλύτερη αδελφή της Υακίνθη. Σε ηλικία 11 ετών έλαβε το πρώτο βραβείο ως «σολίστ» σε διαγωνισμό παιδικών φωνών που είχε διοργανώσει ο ραδιοφωνικός σταθμός της Νέας Υόρκης «WOR».
Στα 1937 έρχεται το διαζύγιο των γονιών της και η Μαρία ακολουθεί τη μητέρα της στην Αθήνα, όπου ήδη βρισκόταν η αδελφή της. Αρχικά, αν και μικρότερη από το ηλικιακό όριο εισαγωγής, εγγράφηκε στο Εθνικό Ωδείο του Καλομοίρη με καθηγήτρια την Μαρία Τριβέλλα, ενώ ένα χρόνο αργότερα βρέθηκε στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών όπου δίδασκε η Ελβίρα ντε Ιντάλγκο, η οποία θεωρείται ως η κατ' εξοχήν δασκάλα της Κάλλας.
Στις 2 Απρίλη 1939 κάνει το σκηνικό της ντεμπούτο ως Σαντούζα σε μία μαθητική παράσταση της «Αγροτικής Ιπποσύνης» («Cavalleria Rusticana») του Πιέτρο Μασκάνι, από το Ωδείο Αθηνών. Λίγο πριν το ξέσπασμα του ελληνοϊταλικού πολέμου έρχεται η πρώτη συνεργασία της με τη Λυρική Σκηνή Αθηνών και η πρώτη της μελοδραματική εμφάνιση στη Βεατρίκη στο έργο «Βοκκάκιος» του Φραντς φον Σουπέ« στο κινηματοθέατρο «Παλλάς».
Στις 27 Αυγούστου του 1942 στο θερινό θέατρο «Παρκ» στην πλατεία Κλαυθμώνος, στην πρώτη της επαγγελματική εμφάνιση σε όπερα, ερμηνεύει «Τόσκα» του Τζιάκομο Πουτσίνι. Την ίδια χρονιά συμμετείχε σε συναυλία της Λυρικής στη Θεσσαλονίκη. Στις 19 Φλεβάρη ερμηνεύει την Σμαράγδα στον «Πρωτομάστορα» του Μανώλη Καλομοίρη, και εννέα μέρες αργότερα συμμετέχει σε μεγάλη συναυλία για τα συσσίτια της Νέας Σμύρνης στον κινηματογράφο «Σπόρτινγκ». Στις 12 Δεκέμβρη ερμηνεύει άριες του Μπετόβεν και του Ροσίνι σε συναυλία υπέρ των φυματικών.
Ο θρίαμβος δεν άργησε
Το Σεπτέμβρη του 1945 βρίσκεται στη Νέα Υόρκη και ξεκινά την προσπάθεια για ανεύρεση εργασίας αρχικά στη Μητροπολιτική Οπερα, δεν καταφέρνει όμως να υπογράψει συμβόλαιο. Εντούτοις η ακρόασή της από τον Εντουαρντ Τζόνσον, διευθυντή της Οπερας, φέρνει την προσφορά δύο ρόλων στα έργα «Φιντέλιο» του Μπετόβεν και «Μαντάμα Μπατερφλάι» του Πουτσίνι. Η Κάλλας απορρίπτει τους ρόλους. Δε θέλει να τραγουδήσει τον «Φιντέλιο» στα αγγλικά, ενώ αισθάνεται πολύ εύσωμη ώστε να ερμηνεύσει την αιθέρια «Μπατερφλάι». Η γνωριμία της με τον καλλιτεχνικό διευθυντή της Αρένας της Βερόνα, Τζοβάνι Τζενατέλο την οδηγεί στην Ιταλία. Εκεί, στις 3 Αυγούστου 1947, κάνει την πρώτη της εμφάνιση στην Αρένα της Βερόνα με την «Τζοκόντα» του Αμιλκάρε Πονκιέλι.
Στα 1948 θριαμβεύει με την «Τουραντό», στα 1949 εμφανίζεται στο Μπουένος Αϊρες με τη «Νόρμα», στα 1950 στο Μεξικό γίνεται η Λεονόρα του «Τροβατόρε». Και πάει λέγοντας... Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Στα 1973 μοιάζει να κλείνει την καριέρα της, με τον Τζιουζέπε ντι Στέφανο σκηνοθετεί τον «Σικελικό Εσπερινό» του Βέρντι στο Ρέτζιο του Τορίνο. Μετά εμφανίζονται σε μια σειρά κοντσέρτων με άριες από όπερες, στην Ιαπωνία, στην Αμερική και την Ευρώπη.
Στις 5 Αυγούστου 1957 επιστρέφει στην Αθήνα και εμφανίζεται στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού στα πλαίσια του Φεστιβάλ Αθηνών. Δύο μήνες πριν είχε γνωρίσει τον εφοπλιστή Αριστοτέλη Ωνάση σε δεξίωση της κοσμικογράφου Ελσα Μάξγουελ. Η γνωριμία τους θα εξελιχθεί σε μία από τις πλέον συζητημένες σχέσεις στην ιστορία.
Το 1960 τραγουδά στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου «Νόρμα» και το επόμενο έτος «Μήδεια» σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή. Το 1962 επανέρχεται στη Σκάλα του Μιλάνου και αποθεώνεται σαν Μήδεια σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή και κοστούμια Γιάννη Τσαρούχη. Τον Ιανουάριο του 1964 πείθεται από το Φράνκο Τζεφιρέλι να συμμετάσχει σε μία νέα παραγωγή της «Τόσκα» στη σκηνή του «Κόβεντ Γκάρντεν» («Covent Garden»). Η παράσταση εκθειάζεται από τους κριτικούς, ενώ ακολουθεί την ίδια χρονιά νέος καλλιτεχνικός θρίαμβος στην Οπερα των Παρισίων με τη «Νόρμα». Παρά τα φωνητικά προβλήματα που έχει αρχίσει να αντιμετωπίζει, το παρισινό κοινό την υποδέχεται θερμά. Σαν τελευταία της εμφάνιση πρέπει να θεωρηθεί αυτή το Δεκέμβρη του 1973, που τραγούδησε στην Οπερα του Παρισιού. Εκείνη τη μέρα το κοινό την κάλεσε δέκα φορές στη σκηνή. Η κραυγή «Βίβα Μαρία» θύμιζε το «Βίβα Βέρντι» που ακουγόταν πριν από έναν αιώνα.
Η Μαρία Κάλλας είχε υπομονή και επιμονή και καθημερινά έκανε εξάσκηση στη φωνή της. Με αποτέλεσμα ο ήχος να γίνεται όλο και λεπτός, οι αποχρώσεις πιο πλούσιες, η γραμμή κάθε φορά περισσότερο εξαγνισμένη. Και κάθε βράδυ, την ώρα που άνοιγε η αυλαία και η ανάσα των θεατών κοβόταν από το φόβο μην κάνει τον, παραμικρό, ελάχιστο θόρυβο, εκείνη με την εύθραυστη γοητεία της και τη θεϊκή φωνή της σκόρπιζε τη μαγεία. Πρέπει να την ακούσει κανείς να τραγουδά την άρια «Κάστα ντίβα», τη «Χαμπανέρα», την άρια «Εζησα για τέχνη, έζησα για τον έρωτα» ή την άρια της τρέλας της «Λουτσία ντε Λαμερμούρ», τη Μήδεια του Χερουμπίνι για να πάρει μια γεύση, μια ιδέα από τη θεία φωνή της. Ηταν πάντα έτοιμη να θυσιαστεί και χαθεί, κάθε στιγμή, για χάρη της τέχνης. Μαγεμένη, πονεμένη, ατρόμητη, αλλά συνάμα και τρομαγμένη θεά. Εκεί που η αναπνοή της εξέπνεε την απορροφούσε ο παλμός της καρδιάς του κοινού, που χτυπούσε μόνον γι' αυτήν.
Σ. ΑΔΑΜΙΔΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου