ΠΑΧΥΣΑΡΚΙΑ
Τα γονίδια, ο «εθισμός» και ο κοινωνικός παράγοντας
Μέχρι τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1990 η παχυσαρκία θεωρούνταν αποκλειστικά αποτέλεσμα της έλλειψης θέλησης και αυτοελέγχου. Η πρώτη αλλαγή θεώρησης από τη μεριά της επιστημονικής κοινότητας έγινε όταν σε πειράματα με δύο οικογένειες ποντικιών που φαίνονταν να έχουν κληρονομική προδιάθεση προς την παχυσαρκία, εντόπισαν τους παράγοντες που τα οδηγούσαν στην υπερφαγία. Ανακάλυψαν ότι στη μια οικογένεια υπήρχε λάθος στο γενετικό κώδικα, με επίπτωση στα λιποκύτταρα που παράγουν την ορμόνη λεπτίνη. Τα ποντίκια, όπως και οι άνθρωποι, εκκρίνουν λεπτίνη μετά από ένα γεύμα, ώστε να καταστείλουν την όρεξη και να αποφύγουν την υπερβολική κατανάλωση φαγητού. Τα παχύσαρκα ποντίκια είχαν μειωμένη παραγωγή λεπτίνης και ακόρεστη όρεξη.
Αργότερα οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι η παχυσαρκία στη δεύτερη οικογένεια ποντικιών οφειλόταν σε γενετικό ελάττωμα που επηρέαζε την ικανότητά τους να αντιδρούν στη λεπτίνη και να ρυθμίζουν τις λειτουργίες της. Τα ευρήματα φαινόταν να κάνουν σαφές ότι οι ορμόνες ρυθμίζουν την όρεξη και κατ' επέκταση το σωματικό βάρος. Μια ορμονική διαταραχή μπορούσε να οδηγήσει σε υπερβολική κατανάλωση φαγητού. Αλλωστε, η παχυσαρκία εκδηλώνεται και σε οικογένειες ανθρώπων που έχουν γενετικό ελάττωμα σχετιζόμενο με τη λεπτίνη.
Ορμονική διαταραχή γονιδιακής προέλευσης;
Ωστόσο, δύο παρατηρήσεις δείχνουν ότι η θεώρηση της παχυσαρκίας ως ορμονικής διαταραχής είναι μάλλον απλοϊκή. Καταρχήν μόνο ένα μικρό μέρος των παχύσαρκων ανθρώπων έχουν γενετικό πρόβλημα σχετιζόμενο με τις ορμόνες που επηρεάζουν την όρεξη. Επιπλέον, θα έπρεπε οι παχύσαρκοι άνθρωποι είτε να έχουν χαμηλά επίπεδα ορμονών που καταστέλλουν την όρεξη, είτε υψηλά επίπεδα ορμονών που δημιουργούν όρεξη για φαγητό. Στην πραγματικότητα, όμως, συμβαίνει το αντίθετο. Παχύσαρκοι άνθρωποι παραδόξως έχουν υψηλά επίπεδα ορμονών που καταστέλλουν την όρεξη, συμπεριλαμβανομένων της λεπτίνης και της ινσουλίνης. Για να αντιμετωπίσουν το παράδοξο, ορισμένοι επιστήμονες άρχισαν να σκέφτονται για το πρόβλημα της παχυσαρκίας με όρους εθισμού, ανάλογου - σε πιο ήπια μορφή - με εκείνον που προκαλούν τα ναρκωτικά.
Οι ορμόνες που ελέγχουν την όρεξη επιδρούν σε συγκεκριμένα νευρωνικά μονοπάτια στον εγκέφαλο, που ελέγχουν το συναίσθημα της ευχαρίστησης. Στις περιόδους που δεν υπάρχει πρόσληψη τροφής, οι ορμόνες αυξάνουν την ευαισθησία των νευρωνικών κυκλωμάτων ανταμοιβής, που σχετίζονται με την τροφή, ιδιαίτερα στο ραβδωτό σώμα (striatum). Το ραβδωτό σώμα περιέχει μεγάλες συγκεντρώσεις ενδορφινών, χημικών ενώσεων που ενισχύουν τα συναισθήματα της ευχαρίστησης και της επιβράβευσης.
Καθώς τρώμε, το στομάχι και το έντερο εκκρίνουν ορμόνες καταστολής της όρεξης, που μειώνουν τα πυροδοτούμενα από το ραβδωτό σώμα συναισθήματα ευχαρίστησης. Αυτή η διαδικασία κάνει το φαγητό να φαίνεται όλο και λιγότερο επιθυμητό, προκαλεί συναίσθημα χορτασμού, και τελικά παύουμε να τρώμε και ασχολούμαστε με κάτι άλλο. Οι ορμόνες που ρυθμίζουν την όρεξη ελέγχουν την ποσότητα τροφής που καταναλώνουμε τροποποιώντας την εμπειρία ευχαρίστησης από την κατανάλωση του γεύματος.
Το σύστημα επιβράβευσης
Μερικές σύγχρονες τροφές, πλούσιες σε λίπη και σάκχαρα και συχνά οπτικά ελκυστικές, επηρεάζουν έντονα το σύστημα επιβράβευσης, τόσο ώστε να υπερνικήσουν την επίδραση των ορμονών καταστολής της όρεξης, ωθώντας μας να φάμε. Αυτές οι τροφές ενεργοποιούν τα νευρωνικά κυκλώματα επιβράβευσης πιο έντονα απ' ό,τι μπορεί η λεπτίνη να τα καταστείλει.
Ο άνθρωπος στην εξέλιξή του ανέπτυξε ένα αποτελεσματικό σύστημα για τη διατήρηση υγιούς και αντίστοιχου με το ύψος και τη σωματοδομή του βάρους, αλλά οι λαχταριστές τροφές που μας περιτριγυρίζουν σήμερα μπορούν να υπερνικήσουν τα σήματα που στέλνει το σύστημα αυτό, με αποτέλεσμα την αύξηση του βάρους.
Ο οργανισμός προσπαθεί να αντιμετωπίσει την κατάσταση αυτή αυξάνοντας τα επίπεδα στο αίμα των ορμονών καταστολής της όρεξης, όπως η λεπτίνη και η ινσουλίνη. Οσο το περιττό βάρος αυξάνει, τόσο αυξάνεται και η συγκέντρωση των ορμονών στο αίμα, όμως σταδιακά η αποτελεσματικότητά τους μειώνεται, καθώς το σώμα αποκτά ανοχή σε αυτές και παύει να ανταποκρίνεται.
Μελέτες έδειξαν επιπλέον ότι σε ορισμένους υπέρβαρους ανθρώπους τα συστήματα επιβράβευσης του εγκεφάλου εμφανίζουν ήπια αντίδραση στο φαγητό, ακόμα και στις λαχταριστές σαβουροτροφές. Για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα και να νιώσουν την ίδια ευχαρίστηση που νιώθουν οι άνθρωποι κανονικού βάρους όταν τρώνε, οι συγκεκριμένοι υπέρβαροι τρώνε μεγαλύτερες ποσότητες τροφής, πέφτοντας ενδεχομένως σε ένα φαύλο κύκλο, που οδηγεί στην παχυσαρκία.
Η παχυσαρκία απ' ό,τι φαίνεται δεν προκαλείται από έλλειψη θέλησης και δεν είναι πάντα αποτέλεσμα ορμονικής διαταραχής. Σε ορισμένες περιπτώσεις οφείλεται στην υπερβολική κατανάλωση τροφής απλώς για λόγους ευχαρίστησης, που κάνουν τα νευρωνικά δίκτυα επιβράβευσης να πάθουν αμόκ. Δημιουργείται ένας κύκλος ανατροφοδότησης, όπου όσο περισσότερο τρως, τόσο περισσότερο θέλεις και τόσο πιο δύσκολο γίνεται να ικανοποιηθεί η όρεξή σου. Ορισμένοι επιστήμονες μίλησαν για εθισμό ανάλογο με αυτόν των ναρκωτικών, αντιμετωπίζοντας την κατακραυγή άλλων συναδέλφων τους. Τελικά, και με τη θεωρία του εθισμού, με έναν τρόπο ξαναγυρίσαμε στην αρχική αντίληψη, περί θέλησης αδύναμης να αντισταθεί στην προσωρινή εύκολη ευχαρίστηση.
Ακατάλληλη εξελικτική συμπεριφορά, σε ακατάλληλο κόσμο
Κάθε άνθρωπος που τρώει υπερβολικά μπορεί να το κάνει για διαφορετικό λόγο και με διαφορετικό τρόπο (τρώγοντας διαφορετικές τροφές). Γιατί, όμως, ποτέ άλλοτε στην ιστορία της η ανθρωπότητα δεν αντιμετώπιζε τόσο έντονο πρόβλημα με την παχυσαρκία; Γιατί μόνο τώρα και όχι στο παρελθόν τα γονίδια, οι ορμόνες, το κύκλωμα επιβράβευσης και οι άλλοι παράγοντες που ανακαλύπτουν οι επιστήμονες επιδρούν με τρόπο που να έχει αυξηθεί κατακόρυφα το ποσοστό των παχύσαρκων; Μήπως υπάρχει και κοινωνικός παράγοντας;
Οι σύγχρονες τροφές των καπιταλιστικών καταναλωτικών προτύπων, οι τροφές υψηλής θερμιδικής αξίας, μπορούν να υπερνικήσουν τα βιολογικά συστήματα προστασίας του οργανισμού, σε αντίθεση με τις παραδοσιακές. Στη διάρκεια των εκατομμυρίων ετών της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους, η μεγαλύτερη ανησυχία των ανθρώπων δεν ήταν η καταστολή της όρεξης, αλλά το κυνήγι, η συλλογή και η καλλιέργεια αρκετής τροφής, ώστε να τα βγάλουν πέρα στις δύσκολες περιόδους. Οι βιολογικοί μηχανισμοί μας είναι πιο αποτελεσματικοί για την παρότρυνση πρόσληψης τροφής όταν πεινάμε, παρά για να καταστέλλουν την κατανάλωση φαγητού όταν έχουμε χορτάσει. Ο οργανισμός μας λογικά επιδιώκει την υπερκατανάλωση φαγητού πλούσιου σε θερμίδες όταν είναι ασαφές ή αμφίβολο πότε θα υπάρχει ξανά διαθέσιμο. Αυτή η εξελικτική συμπεριφορά δεν είναι πια χρήσιμη σε έναν κόσμο γεμάτο με σαβουροτροφές.
Δεν είναι, όμως, νομοτέλεια να ζούμε σε έναν κόσμο που ο παραγόμενος από τους εργαζόμενους πλούτος παίρνει τη διατροφική μορφή των σαβουροτροφών, μόνο και μόνο για να αυξάνεται η κατανάλωση και τα κέρδη των μονοπωλίων. Οπου κατακλύζεσαι από ακατάλληλες τροφές, βομβαρδίζεσαι από τις διαφημίσεις τους και σου λένε ότι είναι δική σου ευθύνη να αντισταθείς και να μην τις καταναλώσεις. Οπου η προληπτική ιατρική είναι σχεδόν ανύπαρκτη και όταν εκδηλωθούν τα προβλήματα από την παχυσαρκία ή οποιαδήποτε άλλη ασθένεια πρέπει να έχεις χρήματα για να τα αντιμετωπίσεις. Μπορεί και πρέπει να υπάρξει ένας κόσμος που έχοντας μοναδικό κίνητρο την ικανοποίηση των σύγχρονων ανθρώπινων αναγκών θα φροντίζει και για τη σωστή διατροφή όλων των ανθρώπων και για τη σωστή ενημέρωσή τους και για την προληπτική κατά το δυνατόν αντιμετώπιση των περιπτώσεων που υπάρχει κληρονομική τάση προς την παχυσαρκία. Ενας κόσμος χωρίς τη νευρική υπερφαγία που προκαλεί το άγχος της εντατικοποιημένης δουλειάς, της έλλειψης ελεύθερου χρόνου, της απειλής της απόλυσης, γιατί ακριβώς οι σχέσεις παραγωγής χωρίς εκμετάλλευση θα έχουν εξαλείψει αυτές τις αιτίες. Η διατήρηση υγιούς σωματικού βάρους μέσα σε ένα τέτοιο κοινωνικό περιβάλλον θα είναι πραγματικά προσωπική ευθύνη του καθενός, απέναντι στον εαυτό του και την κοινωνία.
Επιμέλεια:
Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
Πηγή: «Scientific American»
Σταύρος ΞΕΝΙΚΟΥΔΑΚΗΣ
Πηγή: «Scientific American»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου