Το πεισματάρικο ταξικό περιεχόμενο
Το ταξικό περιεχόμενο είναι πεισματάρικο και δεν
μπορεί να κρυφτεί κάτω από μεγαλόστομες κουβέντες και υποσχέσεις ειπωμένες με
στυλ, ούτε κάτω από ενδυματολογικές αλλαγές (αν ήταν έτσι τον ‘γραβατωμένο’ τον
Λένιν τον ‘τρώει για πρωινό’ η
‘αριστερή μας κυβέρνηση’). Αν προσπαθήσουμε να
δούμε πίσω από τις επουσιώδεις αλλαγές ύφους στην άσκηση της εξουσίας
θα δούμε ότι αυτό που ευαγγελίζεται και
προσπαθεί να επιτύχει η ‘κυβέρνηση Αριστεράς’ είναι ουσιαστικά η αλλαγή
στη
μορφή διαχείρισης των αποτελεσμάτων της κρίσης. Από τις δηλώσεις του
στην παραλαβή του Υπουργείου, ο Υπουργός Οικονομικών είχε πει πως θα
συναντηθεί με τους Ευρωπαίους ομόλογούς του ώστε να συζητήσουν ‘το
μεγάλο πρόβλημα επενδυτικού
ελλείμματος που χαρακτηρίζει την Ευρωζώνη στο σύνολό της’, έχοντας στόχο
ένα ‘πανευρωπαϊκό New Deal, το οποίο θα οδηγήσει την Ευρώπη
στην επανεκκίνηση’. Είναι κρίσιμης σημασίας για τον λαό να αντιληφθεί τι
σημαίνει ουσιαστικά αυτή η ‘αλλαγή’, η οποία, ακόμα και αν πραγματοποιηθεί, θα
είναι μια αλλαγή ποσοτική και όχι ποιοτική, καθώς κρύβει μέσα της το ίδιο ταξικό και αντιλαϊκό περιεχόμενο.
Τι εννοούμε λέγοντας ότι η αλλαγή αυτή θα είναι
ποσοτική; Εννοούμε ότι η εφαρμογή νέο-Κεϋνσιανών πολιτικών (η οποία συνοδεύεται
ήδη από μεγαλόστομες δηλώσεις περί ‘δημοκρατικού ελέγχου των αγορών και των
χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων’, αντικατάστασης της τρόικας με ένα ‘δημοκρατικά
νομιμοποιημένο θεσμικό όργανο’, κλπ), ίσως και να επιφέρει ελάχιστη ποσοτική
ανακούφιση των φαινομένων ακραίας φτώχειας. Μιλάμε για τα ψίχουλα που έχει
υποσχεθεί η κυβέρνηση στο πρόγραμμα των εκατό ημερών που πλέον έχει γίνει
πρόγραμμα τετραετίας, και δη εξαρτημένο από την καπιταλιστική ανάπτυξη. Αλλά
μήπως οποιαδήποτε ποσοτική μεταβολή σε συνθήκες καπιταλισμού δεν είναι εξαρτώμενη
υπό τον όρο της καπιταλιστικής ανάκαμψης και δεν μπορεί να αφαιρεθεί ανά πάσα
στιγμή;
Το κύριο αυτό δίδαγμα το βιώσαμε στο πετσί μας τα
τελευταία χρόνια αλλά φαίνεται πως δεν το έχουμε αφομοιώσει ακόμα. Ας
αναρωτηθούμε, λοιπόν, τι ήταν το κράτος πρόνοιας που ξηλώθηκε; Ακόμα ακόμα τι
ήταν το αυθεντικό New Deal που τώρα ευαγγελίζεται η ‘πρώτη φορά αριστερά’;
Ήταν, ανάμεσα σε άλλα, μια σειρά πολιτικών διαχείρισης των αποτελεσμάτων της κρίσης
του ’30 με στόχο την ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας και την αποτροπή μιας
εργατικής επανάστασης, που συνοδεύτηκε από παραχωρήσεις της αστικής τάξης στην
εργατική τάξη και τα μεσαία στρώματα. Οι πολιτικές του New Deal αποτέλεσαν το μοντέλο για το μεταπολεμικό κράτος πρόνοιας, που ήρθε ως
αποτέλεσμα των δυναμικών αγώνων του παγκοσμίου εργατικού κινήματος τον
μεσοπόλεμο και της κίνησης του υπερσυσσωρευμένου κεφαλαίου μετά τον Β’
Παγκόσμιο Πόλεμο. Οι παραχωρήσεις, όμως, αυτές που κερδήθηκαν με αίμα και
αγώνες εξαφανίστηκαν εν μια νυκτί (και στην Ελλάδα και αλλού). Το κράτος
πρόνοιας ξηλώθηκε χωρίς αντίδραση από το εργατικό κίνημα και αυτό είναι δείγμα
του χαμηλού επιπέδου του εργατικού κινήματος από την αντεπανάσταση στην ΕΣΣΔ
και μετά. Το ίδιο εύκολα θα μπορούν να εξανεμιστούν και όποιες νέες, ακόμα και
ελάχιστες, παραχωρήσεις που μπορεί να έρθουν ως αποτέλεσμα της αλλαγής στον
τρόπο διαχείρισης της καπιταλιστικής οικονομίας.
Για ποιο λόγο, όμως, είναι δυνατή στη συγκεκριμένη
χρονική στιγμή αυτή μια αλλαγή στον τρόπο διαχείρισης (και κατ’ επέκταση η έστω
και ελάχιστη ποσοτική μεταβολή στην κατάσταση των ακραία φτωχών); Επειδή η
οικονομία εντός Ευρωζώνης -αλλά και παγκόσμια- εξακολουθεί να είναι σε κακά
χάλια. Οι οικονομίες των κρατών της Ευρωζώνης χαρακτηρίζονται από ρυθμούς
κόπωσης ακόμη και υποχώρησης της οικονομικής δραστηριότητας, ραγδαία και
συνεχιζόμενη κατρακύλα των νέων επενδύσεων, σε συνδυασμό με μαζική υποχώρηση
της κατανάλωσης, και υψηλή ανεργία, ιδιαίτερα στους νέους. Η υποχώρηση του
επίσημου πληθωρισμού σχετίζεται με τη μείωση των επενδύσεων, τη χαμηλή
κατανάλωση, τα λιμνάζοντα κεφάλαια, που παραμένουν λιμνάζοντα αφού δε γίνονται
επενδύσεις, γεγονός που με τη σειρά του μειώνει και το επίπεδο της σημερινής
παραγωγής. Η αβεβαιότητα -και ο κίνδυνος ακόμη και για ενδεχόμενο νέο κύκλο
οικονομικής κρίσης- που προκύπτει από τα παραπάνω είναι εν μέρει υπεύθυνη για
φαινόμενα όπως οι πρόσφατες επιστολές της ΕΚΤ σε ορισμένες τράπεζες της
Ευρωζώνης με τις οποίες ζήτησε να βρουν πρόσθετα κεφάλαια ώστε να είναι
καλύτερα προετοιμασμένες για να απορροφήσουν τυχόν απώλειες από μια επιδείνωση
της οικονομίας.
Τα παραπάνω μπορεί να έχουν τη ρίζα τους στις άλυτες
αντιφάσεις της καπιταλιστικής παραγωγής (την αναρχία στην παραγωγή, τον
ανταγωνισμό, το κυνήγι του μέγιστου ποσοστού κέρδους), αλλά στο πλαίσιο της
λυκοσυμμαχίας της ΕΕ -που είναι δομημένη για να εξυπηρετήσει την ανάγκη των
μονοπωλίων για αύξηση των κερδών τους- οδηγούν στη διαπάλη για αλλαγή του
μείγματος διαχείρισης, για χαλάρωση της δημοσιονομικής σταθερότητας, ποσοτική
χαλάρωση, εξασφάλιση ρευστότητας μέσω των κρατικών προϋπολογισμών και των
τραπεζών για τη στήριξη των επενδυτικών σχεδίων των μεγάλων επιχειρηματικών
ομίλων. Μόνο έτσι μπορούν να ερμηνευθούν και πρωτοβουλίες όπως το ‘Ευρωπαϊκό
Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων’ -μέσω του οποίου προβλέπεται η διοχέτευση
κεφαλαίων (του ‘πακέτου Γιούνκερ’) για την τόνωση των επενδύσεων και της
καπιταλιστικής ανάκαμψης στην ΕΕ- και τα μέτρα ‘ποσοτικής χαλάρωσης’ Ντράγκι.
Τα μέτρα αυτά εκφράζουν αυτό το νέο μίγμα -της αποκαλούμενης επεκτατικής
διαχείρισης- της καπιταλιστικής οικονομίας. Το μίγμα διαχείρισης αυτό προκρίνει
την ενίσχυση των επενδύσεων των μονοπωλίων με κρατικές επιδοτήσεις
δισεκατομμυρίων, με βασική προϋπόθεση, όμως, την παραπέρα μείωση αυτού που
ονομάζουν εργατικό κόστος.
Στο πλαίσιο αυτό γίνεται αντιληπτό, ότι οποιαδήποτε
μέτρα ποσοτικής αντιμετώπισης της ακραίας φτώχειας καθιστούν υλοποιήσιμα, θα
συνοδευτούν αναγκαία από συνέχιση της διαδικασίας άμβλυνσης των κοινωνικών
ανισοτήτων, ως αποτελέσματος της λήψης νέων αντιλαϊκών μέτρων. Η διοχέτευση των
υπερσυσσωρευμένων κεφαλαίων σε νέες επενδύσεις δεν μπορεί από μόνη της να
αυξήσει το ποσοστό κέρδους των επιχειρήσεων, αν δεν συνοδευτεί από μέτρα μείωσης
του λεγόμενου εργατικού κόστους. Ο επικεφαλής της ΕΚΤ, Μ. Ντράγκι, το είπε
ξεκάθαρα: η χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζικών ομίλων έχει όρο και
προϋπόθεση την υπαγωγή της Ελλάδας σε συγκεκριμένο ‘πρόγραμμα’, το οποίο, όπως
όλα δείχνουν, δε θα λέγεται πλέον μνημόνιο, αλλά ‘συμφωνία’. Και εντός του
καπιταλιστικού πλαισίου της ΕΕ δεν μπορεί κανείς να περιμένει κάτι καλύτερο. Οι
‘αναδιαρθρώσεις’ είναι αναγκαίες καθώς για την αύξηση του ποσοστού κέρδους των
επιχειρήσεων απαιτείται παραπέρα μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης,
παραπέρα απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, δηλαδή κατάργηση κάθε προστασίας των
εργαζομένων, ενίσχυση ιδιωτικοποιήσεων, δηλαδή νέα αντεργατικά μέτρα.
Αυτές είναι οι διαπιστώσεις που επιβεβαιώνουν ότι,
ανεξάρτητα από το μείγμα διαχείρισης και την επιτυχία ή όχι του προγράμματος
του ΣΥΡΙΖΑ στην αντιμετώπιση της ακραίας φτώχειας (της ‘ανθρωπιστικής κρίσης’,
όπως την λένε), τα αντιλαϊκά μέτρα θα συνεχιστούν, και οι ανισότητες θα
διευρύνονται. Και αυτό γιατί η ανάπτυξη που επικαλούνται γίνεται σε όφελος των
κερδών και όχι των αναγκών της εργατικής τάξης, των λαών. Η ανάπτυξη των
παραγωγικών δυνάμεων στον καπιταλισμό πάντα γίνεται με γνώμονα το κέρδος.
Το θέμα είναι ο ίδιος ο λαός να συνειδητοποιήσει την άμεση
αναγκαιότητα η ίδια η παραγωγή να οργανωθεί με αποκλειστικό στόχο την κάλυψη
των αναγκών του. Το θέμα είναι να γίνει συνείδηση του λαού η άμεση αναγκαιότητα
της ποιοτικής ρήξης με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής ως συνθήκης που
νομοτελειακά οδηγεί στην κρίση.
Πως μπορεί η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα να
διεκδικήσουν αυτά που τους αναλογούν αν μένουν παθητικοί αποδέκτες της
‘διαπραγμάτευσης’ του ΣΥΡΙΖΑ με του εταίρους της ΕΕ; Ζούμε στην εποχή του
περάσματος στον σοσιαλισμό. Αυτό σημαίνει πως οι παραγωγικές δυνάμεις είναι
επαρκώς ανεπτυγμένες για να καλύψουν όλες τις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας,
αν και εφόσον η παραγωγή γίνεται με στόχο ακριβώς την κάλυψη των λαϊκών αναγκών
και όχι το κέρδος των καπιταλιστών. Σημαίνει ακόμη πως η ανάπτυξη των
παραγωγικών δυνάμεων, που εμποδίζεται από τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής
(παραγωγικές δυνάμεις καταστρέφονται και κεφάλαια λιμνάζουν λόγω της αναρχίας
της παραγωγής, της διαρκούς ανισορροπίας ανάμεσα στην παραγωγή και τη ζήτηση),
σε συνθήκες σοσιαλιστικής οικοδόμησης θα επιτρέψει την κάλυψη των λαϊκών
αναγκών σε ακόμα πιο υψηλό επίπεδο.
Τα παραπάνω προϋποθέτουν μια ποιοτική μεταβολή. Προϋποθέτουν
ρήξη με ΕΕ, ΝΑΤΟ, συγκρότηση της λαϊκής συμμαχίας, δυνάμωμα της πάλης στον τόπο
δουλειάς, στράτευση με τις ταξικές δυνάμεις στα σωματεία, του ΠΑΜΕ, της ΠΑΣΥ,
του ΜΑΣ. Προϋποθέτουν ο λαός να απαιτήσει εδώ και τώρα, όχι τα ψίχουλα που του
υπόσχονται οι ‘διαπραγματευτές’, αλλά άμεση κάλυψη όλων των απωλειών. Το ΠΑΜΕ
στην ανακοίνωση για τις άμεσες διεκδικήσεις της εργατικής τάξης μιλά για
ουσιαστικές αυξήσεις παντού, για άμεση κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων
που τσακίζουν τις Συλλογικές Συμβάσεις, για καθολική ισχύ και υποχρεωτικότητα
των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας, για εφαρμογή της μετενέργειας μέχρι την
υπογραφή νέας ΣΣΕ χωρίς κανένα χρονικό περιορισμό, για υπεράσπιση και διεύρυνση
των ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, για πλήρη αποκατάσταση των
απωλειών σε συντάξεις και εφάπαξ, για άμεσα και ουσιαστικά μέτρα προστασίας των
ανέργων και των οικογενειών τους, για ανακούφιση της εργατικής-λαϊκής
οικογένειας από τα χαράτσια και τη φοροληστεία, για αποκλειστικά Δημόσια-Δωρεάν
Υγεία και Παιδεία.
Συνεπώς, αυτό που πρέπει να γίνει συνείδηση είναι πως
η εποχή του περάσματος στον σοσιαλισμό σημαίνει την άμεση ανάγκη του
εργαζομένου λαού η παραγωγή να γίνεται για την ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών,
και όχι με βάση το κέρδος. Και ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος σημαίνει ταξική
συσπείρωση και πάλη στοχευμένη στην ποιοτική αυτή αλλαγή, και όχι στην ποσοτική
αλλαγή και τον λιτό βίο που υπόσχονται οι ‘διαπραγματευτές’. Γιατί ο αντίπαλός μας,
τα μονοπώλια και οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι που έχουν την οικονομία και
την εξουσία στα χέρια τους, είναι εδώ και δεν έφυγε με την εναλλαγή της
κυβέρνησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου