Σκίτσο του Δ. Μεγαλίδη από το Λεύκωμα του Αγώνα |
Στα βουνά, τα παιδιά
του λαού μάχονταν με το τουφέκι στο χέρι μέσα από τις τάξεις του Δημοκρατικού
Στρατού Ελλάδας κόντρα στο ελεεινό αμερικανόδουλο καθεστώς.
Αλλά
δεν ήταν μόνο
εκείνοι... Ξοπίσω, σε πόλεις και χωριά, πολλοί ακόμη έδιναν τη δική τους
συμβολή
στον αγώνα. Απλοί καθημερινοί άνθρωποι, άντρες και γυναίκες, γονείς και
συγγενείς ανταρτών, διώχθηκαν, βασανίστηκαν, δολοφονήθηκαν σ' εκείνα τα
πέτρινα χρόνια! Άνθρωποι σπουδαίοι-ξεχωριστοί που δεν λύγισαν αλλά
αντιθέτως στάθηκαν με απαράμιλλο ηρωισμό σε φυλακές, εξορίες και
εκτελεστικά αποσπάσματα. Πόσοι
απ’ αυτούς δεν αντίκριζαν κατάματα το θάνατο στους τόπους του μαρτυρίου
τραγουδώντας
και ζητωκραυγάζοντας για το δίκιο του αγώνα μπροστά στις κάννες των
όπλων (βλ. εδώ!)
!!!
Έργο του Δημήτρη Κατσικογιάννη |
Θα
αναφερθούμε σε μία τέτοια άγνωστη ιστορία:
Ο Κώστας Τσιουγκρής
κατάγονταν από το Καλεσμένο Ευρυτανίας. Γέροντας, ογδοντάχρονος και βάλε, αλλά παλικάρι
ζηλευτό! Το γιο του το Χρήστο τον είχαν εκτελέσει οι Ιταλοί φασίστες κατακτητές
τον Οχτώβρη του 1942. Σε λιγότερο από 6 χρόνια, από τη θυσία του παιδιού του, ο
γέρο-Τσιουγκρής θα οδηγηθεί στο στρατοδικείο με τη συνήθη κατηγορία: «συμμετοχή
εις αναρχικάς ομάδας»! Αυτό ήταν προφανώς… «το ευχαριστώ» από την «Ελλάδα των δωσίλογων
εθνικοφρόνων» για όσα είχε προσφέρει ο ίδιος και η οικογένειά του στην πατρίδα.
Ο
Κώστας Τσιουγκρής είχε
κι άλλο ένα «κακό»: ήταν συγγενής του ξακουστού «καπετάν Ζούκωφ»
(Δημήτρη
Τσιουγκρή) στελέχους του λαϊκού επαναστατικού κινήματος της Ευρυτανίας,
τον
οποίο δολοφόνησαν ύπουλα παρακρατικοί φασίστες κεφαλοκυνηγοί τον Ιούνη
του 1948 και κατόπιν σκύλευσαν τη σωρό του εκθέτοντας το κομμένο κεφάλι
του με
ένα τσιγάρο στο στόμα στην πλατεία του Καρπενησίου (σ.σ. υποσχόμαστε,
μελλοντικά, ένα ξεχωριστό αφιέρωμα στον αλησμόνητο «Ζούκωφ»).
Στις 26 Ιουλίου 1948
το στρατοδικείο καταδίκασε σε θάνατο (και δύο μέρες μετά οδήγησε στο
εκτελεστικό απόσπασμα στην Ξηριώτισσα) και τους γέρους γονείς του
«Ζούκωφ», το Χρήστο και τη Μαρία
Τσιουγκρή. Δύο αγνούς, ήσυχους και αξιαγάπητους ανθρώπους που δεν
δέχονταν να φύγουν από το χωριό τους αφού σύμφωνα με το άθλιο
κατηγορητήριο-σκευωρία της εξουσίας…. «εγκλημάτησαν κατά του κράτους
διότι ως αυτοαμυνίται του χωρίου
προσέφεραν την αρωγήν των εις τους αντάρτας»!
Την ημέρα εκείνη
δικάζονταν ταυτόχρονα και ο άλλος Τσιουγκρής που προαναφέραμε, ο υπέργηρος Κώστας… ως
«αναρχοκομμουνιστής» βεβαίως κι αυτός! Τo αποτέλεσμα της «δίκης» ήταν φυσικά
καταδικαστικό για το γεροντάκι: ΙΣΟΒΙΑ!
Την ώρα που ο πρόεδρος
του στρατοδικείου εκφωνούσε με την εκδικητική επισημότητα του ρόλου του την
βαριά ποινή, παρατήρησε ότι ο Τσιουγκρής δεν καταδέχτηκε καν να σηκωθεί απ’ τη
θέση του!
Εκνευρισμένος ο
στρατοδίκης απευθύνθηκε στον γέρο-Τσιουγκρή:
-Άκουσες γέροντα, την
απόφαση;;; Ισόβια καταδικάστηκες. Σήκω αμέσως επάνω.»
Ατάραχος ο λεβεντόγερος, και χωρίς βέβαια να κουνηθεί,
απάντησε:
-«Άκουσα…»
-«Και τι έχεις να πεις;;;»
Ξυλογραφία της Βάσως Κατράκη |
Eυχαριστούμε θερμά για την αναδημοσίευση στο εξαιρετικό blog σας!
ΑπάντησηΔιαγραφή