Το έργο του Μυρώδη Αδαμίδη «Μετά τη Βάρκιζα», σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Κωνσταντόπουλου, που απέσπασε
τρία βραβεία στα 36α Κορφιάτικα Βραβεία: «Α' Γυναικείου Ρόλου» για την
Θεοδώρα Σιάρκου, «Συγγραφής Θεατρικού Εργου» για τον Μυρώδη Αδαμίδη και
«Καλύτερης Θεατρικής Παράστασης σε μικρό θέατρο», παρουσιάζεται για
δεύτερη χρονιά μέχρι τις 13 Γενάρη, στο θέατρο «Αλκμήνη» (Αλκμήνης 8, Γκάζι).
Με ρεαλιστική, λιτή γραφή, ο συγγραφέας αντλώντας υλικό από μια πραγματική ιστορία - μία από τις πολλές συγκλονιστικές καταστάσεις που βίωσε ο λαός μας - αλλά και στηριγμένος σε ντοκουμέντα, πλάθει ένα συγκινητικό, ανθρώπινο και ταυτόχρονα πολιτικό δράμα. Ο Μυρώδης Αδαμίδης, πειθαρχώντας στο μέτρο του κοινωνικού ρεαλισμού, αποτυπώνει «εικόνες» της πρόσφατης Ιστορίας μας, κλιμακώνοντας το ανθρώπινο δράμα, αλλά και την πολιτική καταγγελία του. Η κλιμάκωση της δράσης είναι σχεδιασμένη προσεκτικά, κρατώντας σε εγρήγορση το ενδιαφέρον του θεατή. Ενα έργο στην κόψη του ξυραφιού, με ανατροπές και κορύφωση και με πρόσωπα - χαρακτήρες θεατρικά στέρεα.
Σ' ένα μικρό λαϊκό σπίτι, λίγο πριν ξεσπάσει και επίσημα ο εμφύλιος πόλεμος, μια μάνα - χήρα (ο άντρας της ΕΛΑΣίτης, σκοτώθηκε στη μάχη της Αθήνας τον Δεκέμβρη του '44) βρίσκεται αντιμέτωπη με τις διαφορετικές πολιτικές πεποιθήσεις των δύο γιων της. Ταυτόχρονα, εισάγει τον θεατή και στο ζοφερό κλίμα της εποχής, όταν η κατάσταση για το λαό, που με τα όπλα είχε απελευθερώσει την πατρίδα από τους ναζί κατακτητές, έχει γίνει ήδη αφόρητη. Δεκάδες συμμορίες, πρώην συνεργάτες των Γερμανών, με την απόλυτη στήριξη της αστικής τάξης και των Αγγλων συμμάχων της, καταφεύγουν σε ένα άνευ προηγουμένου πογκρόμ ενάντια στους αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης, στα μέλη του ΚΚΕ.
Απ' όλο το έργο αναδεικνύεται η υπεροχή των αγωνιστών της Αντίστασης, που οδηγούνται να πάρουν τα όπλα και πάλι. Και αυτή είναι ίσως η σημαντικότερη αρετή του έργου, σε ιδεολογικοπολιτικό επίπεδο. Αναφέρεται σε μια ιστορική περίοδο, που δεν «αγγίζεται» εύκολα δραματουργικά, και όποιος το έχει επιχειρήσει, τις πιο πολλές φορές εξαντλείται σε κενές διακηρύξεις των ίσων αποστάσεων και του άδικου του «αλληλοσπαραγμού». Η παράσταση αυτή ειδικά έναν νέο άνθρωπο μπορεί να τον βοηθήσει να προσεγγίσει πλευρές της κοντινής μας Ιστορίας, να τον παρακινήσει να ψάξει πιο βαθιά.
Η σε βάθος μελετημένη σκηνοθετική «ανάγνωση», η εμπνευσμένη καθοδήγηση του Κωνσταντίνου Κωνσταντόπουλου ώθησε στο να λάμψει η τρομακτικά επίκαιρη αλήθεια. Η σκηνοθετική πρότασή του επέλεξε το δυσκολότερο ερμηνευτικό δρόμο, της αφαίρεσης, της οπτικής λιτότητας, της ανεπιτήδευτης ρεαλιστικής αλήθειας, του καθάριου από συγκινησιοθηρικά υποκριτικά τερτίπια, ακέραιου, φυσικά, ανθρώπινα εκφερόμενου λόγου.
Οι ερμηνείες των ηθοποιών συνολικά υπηρετούν απόλυτα το έργο. Η Θεοδώρα Σιάρκου πλάθει μια Μάνα σπαρακτική, που συμπυκνώνει το ψυχικό άλγος όλων των μανάδων της Γης. Ακόμη και μέσα από τα επιχειρήματα που αναπαράγει, ο θεατής μπορεί πολύ εύκολα να κάνει αναγωγές με σημερινά επιχειρήματα που ακούει καθημερινά. Κάθε λέξη, κάθε κραυγή οδύνης, πένθους και οργής, κάθε σπασμός του προσώπου και του κορμιού της συμπυκνώνει την κραυγή των μανάδων κατά του πολέμου, από τη μια, αλλά και την κραυγή της να περισώσει ό,τι της απέμεινε, έστω κι αν αυτό την οδηγήσει στη λάθος απόφαση. Η ερμηνεία της Θεοδώρας Σιάρκου, με απελευθερωμένα όλα τα υποκριτικά της μέσα, με τη σκηνική ευφυΐα της, την αμεσότητα και φυσικότητα, αλλά και με την πηγαία συναισθηματική αλήθεια της, προκαλεί συγκίνηση.
Με βαθιά τρυφερότητα και δυναμική εκφραστικότητα, η Τσαμπίκα Φεσάκη αντιμετώπισε την ηρωίδα (μικρή κόρη) ως διαχρονικό σύμβολο της ασυμβίβαστης, ηθικής, αυτοθυσιαστικής νεανικής ορμής και αντίστασης. Αλήθεια, νεανικό σφρίγος και δραματικό μέτρο έχει και η ερμηνεία της Ειρήνης Πολυδώρου. Ο Μάνος Κωστής, με ρεαλιστική δύναμη, με ασκημένα υποκριτικά μέσα, ερμηνεύει τον γιο που υπηρετεί στον Εθνικό Στρατό. Ο Σάββας Πογιατζής, με ρεαλιστική απλότητα και δραματική αλήθεια, καταθέτει το σύμβολο του αγνού επαναστάτη. Με τα πληθωρικά, αλλά και ελεγχόμενα εκφραστικά του μέσα, ο Κωστής Σαββιδάκης ερμηνεύει εξαιρετικά τον σιχαμερό, σατανικό Χίτη.
Μερίδιο στην επιτυχία της παράστασης δίκαια καταλαμβάνουν η εξαιρετική μουσική του Τάσου Σωτηράκη και τα λιτά σκηνικά του Ευθύμη Τζώρα, αλλά και οι φωτισμοί του Μανώλη Μπράτση.
Παραστάσεις κάθε Παρασκευή και Σάββατο στις 21.30. Τηλέφωνα κρατήσεων και πληροφορίες: 210.3428.650 και 697.8603.947.
Α.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου