Άλλοι σου ζητάνε να χαλαρώσεις για να το απολαύσεις, αφού δεν μπορείς
να το αποφύγεις. Άλλοι πάλι θέλουν να σε βλέπουν χαμογελαστό, να μην
είσαι σκυθρωπός, να φαίνεται πως το διασκεδάζεις, το απολαμβάνεις κι
εσύ. Ίσως το επόμενο βήμα είναι να ζητήσουν να βγάζουμε και βογγητά
ψεύτικης ηδονής, όσο γίνεται πιο αληθοφανή.
Πώς σπάει λοιπόν η εργοδοτική τρομοκρατία; Πώς σκάει ένα χαμόγελο; Πώς θα ανθίσουν τα χαμόγελα μέχρι να έρθει μια επανάταση, που θα δώσει σε όλους μας λόγους να φωτίζουμε, καθώς θα σκοτεινιάζουν άλλοι; Και πώς σκάει αλήθεια μια επανάσταση, ένας αγώνας σε τέτοια κατεύθυνση, μια νίκη, μια διεκδίκηση;
Κάποιοι λένε να μην ψωνίζουμε από τα μαγαζιά που αυθαιρετούν, για να τιμωρήσουμε την εργοδοσία και την ασυδοσία της. Κάποιοι άλλοι χαίρονται με τους εκδικητές, που σπεύδουν να πετάξουν τρικάκια στο χώρο του εργοδοτικού εγκλήματος, όπου υπάρχει αδικία και κάποιος που ξεφεύγει από τα όρια, για να έχει το φόβο τους, να ξέρει πως δε δρα ανεξέλεγκτα. Ποιος βάζει όμως τα πραγματικά όρια;
Να μην ψωνίσεις από μια αλυσίδα γιατί έκανε απολύσεις. Ούτε από την άλλη γιατί εκβιάζει τους υπαλλήλους της να ψηφίσουν το διευθυντή τους. Ούτε από την τρίτη, γιατί χρωστούσε ένα σωρό μισθούς και οδήγησε μια υπάλληλο στην απόγνωση και την αυτοκτονία. Την παράλλη, γιατί ανοίγει τις Κυριακές και καταστρατηγεί την αργία. Την παράλλη γιατί απαγορεύει τις συζητήσεις για πολιτικά και συνδικαλισμό.
Στο τέλος ή παίζεις το παιχνίδι του ανταγωνιστή ή αρχίζεις να ψωνίζεις από τον μπακάλη της γειτονιάς -και από αυτόν μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Εκτός κι αν αρχίσεις να τα παράγεις όλα μόνος σου ή με την παρέα σου “συνδιαχειριζόμενα” και δεν έχεις ανάγκη τους υπόλοιπους -δηλαδή την κοινωνία.
Να έρθει ο τάδε να ρίξει τρικάκια -τα οποία θα σκουπίσει μαντέψτε ποιος, αν κι αυτό είναι όντως το λιγότερο, να κάνει σαματά, να το παίξουν τα κανάλια, να γίνει ντόρος. Την επόμενη μέρα που θα λείπει, δε θα έχει αλλάξει απολύτως τίποτα, θα ζούνε όμως με το φόβο του, με την ελπίδα της επιστροφής, αυτού που θα εκδικηθεί για τους φτωχούς και τους αδύνατους. Αρκεί να τον φωνάξεις και να βάλει την μπέρτα του ή τη μάσκα του, για να σπεύσει…
Ο από μηχανής θεός, ο σωτήρας, ο vigilante, ο τηλε-αστέρας. Πάντα μια δύναμη έξω από εμάς, πάντα με τους όρους της κοινωνίας του θεάματος, πάντα στην επιφάνεια των πραγμάτων, που δε φτάνει ποτέ στο βάθος ενός συλλογικού αγώνα.
Κάποιοι έγραψαν πως το μποϊκοτάζ των κακών εταιριών μοιάζει με το σοσιαλισμό των ηλιθίων. Κατ’ αντιστοιχία το “ντου” κι η αναστάτωση που προκαλεί, μπορεί να είναι η επανάσταση των ηλιθίων. Κι η αιχμή δε στρέφεται απαραίτητα ενάντια σε όσους συμμετέχουν -όπως πχ στο μποϊκοτάζ της 3Ε, στο οποίο καλούν οι εργαζόμενοι της Κόκα-Κόλα. Αλλά σε όσους τα βλέπουν ως πανάκεια, ή ακόμα χειρότερα ως την αποτελεσματική εναλλακτική έναντι των συλλογικών αγώνων και δεν τα χρησιμοποιούν απλά ως συμπληρωματικό μέσο. Στρέφεται ενάντια σε όσους εξαντλούν την αποφασιστικότητά τους στο διαδίκτυο, με οργισμένα μηνύματα, αλλά έχουν ως ταβάνι το μποϊκοτάζ ή το “ντου” – κατά κανόνα των άλλων – και θεωρούν πως θα δώσουν λύση.
Η πραγματική λύση απαιτεί την άμεση ουσιαστική εμπλοκή μας σε ένα χώρο, για να αλλάξουν τα δεδομένα, να σπάσει η τρομοκρατία, για να δοθεί πραγματική μάχη. Δεν περνάει μέσα από την αποχή μας από την αγορά, την επιβράβευση των “καλών” εργοδοτών ή κάποιου είδους καταναλωτικό αναχωρητισμό. Ούτε μέσα από μια σπασμωδική, έκτακτη παρουσία, χωρίς συλλογικούς φορείς που θα έχουν γερές βάσεις στο χώρο δουλειάς, οργάνωση, ικανότητα να κινητοποιούν τους εργαζόμενους.
Στην ταξική πάλη δεν υπάρχουν απρόσωπες λύσεις, εύκολες διέξοδοι, κόλπα και τεχνάσματα που βρίσκουν παράκαμψη, ακυρώνοντας τον αγώνα, το δύσκολο δρόμο. Δεν υπάρχουν μαγικά ραβδιά και Σούπερμαν ή μασκοφόροι εκδικητές κι επαναστάτες του διαδικτύου.
Η πραγματική ζωή απαιτεί τη δική μας ζωντανή παρουσία και συμμετοχή. Γιατί αν δεν καώ εγώ, αν δεν καείς εσύ, πώς θα γενούνε τα σκοτάδια φως; Με τη λάμψη της οθόνης και με πυροτεχνήματα;
Πώς σπάει λοιπόν η εργοδοτική τρομοκρατία; Πώς σκάει ένα χαμόγελο; Πώς θα ανθίσουν τα χαμόγελα μέχρι να έρθει μια επανάταση, που θα δώσει σε όλους μας λόγους να φωτίζουμε, καθώς θα σκοτεινιάζουν άλλοι; Και πώς σκάει αλήθεια μια επανάσταση, ένας αγώνας σε τέτοια κατεύθυνση, μια νίκη, μια διεκδίκηση;
Κάποιοι λένε να μην ψωνίζουμε από τα μαγαζιά που αυθαιρετούν, για να τιμωρήσουμε την εργοδοσία και την ασυδοσία της. Κάποιοι άλλοι χαίρονται με τους εκδικητές, που σπεύδουν να πετάξουν τρικάκια στο χώρο του εργοδοτικού εγκλήματος, όπου υπάρχει αδικία και κάποιος που ξεφεύγει από τα όρια, για να έχει το φόβο τους, να ξέρει πως δε δρα ανεξέλεγκτα. Ποιος βάζει όμως τα πραγματικά όρια;
Να μην ψωνίσεις από μια αλυσίδα γιατί έκανε απολύσεις. Ούτε από την άλλη γιατί εκβιάζει τους υπαλλήλους της να ψηφίσουν το διευθυντή τους. Ούτε από την τρίτη, γιατί χρωστούσε ένα σωρό μισθούς και οδήγησε μια υπάλληλο στην απόγνωση και την αυτοκτονία. Την παράλλη, γιατί ανοίγει τις Κυριακές και καταστρατηγεί την αργία. Την παράλλη γιατί απαγορεύει τις συζητήσεις για πολιτικά και συνδικαλισμό.
Στο τέλος ή παίζεις το παιχνίδι του ανταγωνιστή ή αρχίζεις να ψωνίζεις από τον μπακάλη της γειτονιάς -και από αυτόν μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Εκτός κι αν αρχίσεις να τα παράγεις όλα μόνος σου ή με την παρέα σου “συνδιαχειριζόμενα” και δεν έχεις ανάγκη τους υπόλοιπους -δηλαδή την κοινωνία.
Να έρθει ο τάδε να ρίξει τρικάκια -τα οποία θα σκουπίσει μαντέψτε ποιος, αν κι αυτό είναι όντως το λιγότερο, να κάνει σαματά, να το παίξουν τα κανάλια, να γίνει ντόρος. Την επόμενη μέρα που θα λείπει, δε θα έχει αλλάξει απολύτως τίποτα, θα ζούνε όμως με το φόβο του, με την ελπίδα της επιστροφής, αυτού που θα εκδικηθεί για τους φτωχούς και τους αδύνατους. Αρκεί να τον φωνάξεις και να βάλει την μπέρτα του ή τη μάσκα του, για να σπεύσει…
Ο από μηχανής θεός, ο σωτήρας, ο vigilante, ο τηλε-αστέρας. Πάντα μια δύναμη έξω από εμάς, πάντα με τους όρους της κοινωνίας του θεάματος, πάντα στην επιφάνεια των πραγμάτων, που δε φτάνει ποτέ στο βάθος ενός συλλογικού αγώνα.
Κάποιοι έγραψαν πως το μποϊκοτάζ των κακών εταιριών μοιάζει με το σοσιαλισμό των ηλιθίων. Κατ’ αντιστοιχία το “ντου” κι η αναστάτωση που προκαλεί, μπορεί να είναι η επανάσταση των ηλιθίων. Κι η αιχμή δε στρέφεται απαραίτητα ενάντια σε όσους συμμετέχουν -όπως πχ στο μποϊκοτάζ της 3Ε, στο οποίο καλούν οι εργαζόμενοι της Κόκα-Κόλα. Αλλά σε όσους τα βλέπουν ως πανάκεια, ή ακόμα χειρότερα ως την αποτελεσματική εναλλακτική έναντι των συλλογικών αγώνων και δεν τα χρησιμοποιούν απλά ως συμπληρωματικό μέσο. Στρέφεται ενάντια σε όσους εξαντλούν την αποφασιστικότητά τους στο διαδίκτυο, με οργισμένα μηνύματα, αλλά έχουν ως ταβάνι το μποϊκοτάζ ή το “ντου” – κατά κανόνα των άλλων – και θεωρούν πως θα δώσουν λύση.
Η πραγματική λύση απαιτεί την άμεση ουσιαστική εμπλοκή μας σε ένα χώρο, για να αλλάξουν τα δεδομένα, να σπάσει η τρομοκρατία, για να δοθεί πραγματική μάχη. Δεν περνάει μέσα από την αποχή μας από την αγορά, την επιβράβευση των “καλών” εργοδοτών ή κάποιου είδους καταναλωτικό αναχωρητισμό. Ούτε μέσα από μια σπασμωδική, έκτακτη παρουσία, χωρίς συλλογικούς φορείς που θα έχουν γερές βάσεις στο χώρο δουλειάς, οργάνωση, ικανότητα να κινητοποιούν τους εργαζόμενους.
Στην ταξική πάλη δεν υπάρχουν απρόσωπες λύσεις, εύκολες διέξοδοι, κόλπα και τεχνάσματα που βρίσκουν παράκαμψη, ακυρώνοντας τον αγώνα, το δύσκολο δρόμο. Δεν υπάρχουν μαγικά ραβδιά και Σούπερμαν ή μασκοφόροι εκδικητές κι επαναστάτες του διαδικτύου.
Η πραγματική ζωή απαιτεί τη δική μας ζωντανή παρουσία και συμμετοχή. Γιατί αν δεν καώ εγώ, αν δεν καείς εσύ, πώς θα γενούνε τα σκοτάδια φως; Με τη λάμψη της οθόνης και με πυροτεχνήματα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου