27 Φεβ 2012

Το εργατικό αντιφασιστικό Συνέδριο του Παρισιού


Το εργατικό αντιφασιστικό Συνέδριο του Παρισιού
Ανρί Μπαρμπίς, ο Γάλλος επαναστάτης συγγραφέας που παίρνει μέρος στο Συνέδριο
Στις 4 Ιουνίου του 1933, στην αίθουσα Πλεγιέλ στο Παρίσι άρχισαν οι εργασίες του Ευρωπαϊκού Αντιφασιστικού Εργατικού Συνεδρίου. Στο συνέδριο αυτό πήραν μέρος περίπου 3.700 αντιπρόσωποι απ' όλες σχεδόν τις καπιταλιστικές χώρες της γηραιάς ηπείρου, αντιπροσωπεύοντας πάνω από 3 εκατομμύρια εργαζόμενους. Από αυτούς, οι 2.000 αντιπρόσωποι ήταν εξωκομματικοί, δεν ανήκαν δηλαδή σε εργατικά κόμματα, οι 1.200 ήταν κομμουνιστές και οι 500 ήταν σοσιαλδημοκράτες, μέλη του Εργατικού Κόμματος Αγγλίας, αναρχικοί και μέλη των συνδικαλιστικών οργανώσεων της Διεθνούς του Αμστερνταμ1.
Η διοργάνωση του συνεδρίου, εκ των πραγμάτων, ήταν ένα πολύ σημαντικό γεγονός όχι μόνο για την Ευρώπη, αλλά και για ολόκληρο τον κόσμο, δεδομένου ότι η στιγμή κατά την οποία πραγματοποιήθηκε ήταν ιδιαίτερα κρίσιμη για το μέλλον της ανθρωπότητας και τη στάση που έπρεπε να κρατήσει το εργατικό κίνημα εν όψει του αδιαμφισβήτητου, πλέον, κινδύνου, του κινδύνου του φασισμού.
Οταν το συνέδριο άνοιγε τις πύλες του, ο φασισμός είχε πάψει πια να είναι μια ενδεχόμενη και είχε γίνει μια βέβαιη απειλή για την Ευρώπη και τον κόσμο. Ο Μουσολίνι και το φασιστικό του κίνημα κυριαρχούσαν στην Ιταλία από το 1922. Ο Χίτλερ ήταν στο τιμόνι της Γερμανίας από τα τέλη Γενάρη του 1933 και είχε καταφέρει να εδραιωθεί. Να πώς: Στις 27/2/1933 οι Ναζί οργάνωσαν την προβοκάτσια με τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ κι έριξαν την ευθύνη στο Γερμανικό ΚΚ και στην Κομμουνιστική Διεθνή. Στο πλαίσιο αυτό συνελήφθη αμέσως ο πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΚΚ Γερμανίας Ε. Τόργλερ, στις 3 Μαρτίου 1933 συνελήφθη ο ηγέτης του κόμματος Ερνεστ Τέλμαν και στις 9 Μαρτίου έγιναν οι συλλήψεις του Γ. Δημητρώφ, που εκείνο το διάστημα καθοδηγούσε το δυτικοευρωπαϊκό Γραφείο της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς, και των Βουλγάρων κομμουνιστών συντρόφων του Μπλάγκοϊ Ποπώφ και Βασίλι Τάνεφ που βρίσκονταν στη Γερμανία ως πολιτικοί πρόσφυγες. Στις 14 Μαρτίου του 1933 το Γερμανικό ΚΚ τέθηκε εκτός νόμου και μέσα σε έξι βδομάδες από τις άνοδό τους στην εξουσία οι Ναζί έκλεισαν στις φυλακές 18 χιλιάδες, περίπου, κομμουνιστές. Στις 2/5/1933 διέλυσαν τα συνδικάτα, δήμευσαν τις περιουσίες τους και έστειλαν τους ηγέτες τους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τέλος, στις 22 Ιουνίου απαγορεύτηκε και το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα2.
Ο επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας Π. Νικήτας
Ομως, η επέλαση του φασισμού δε σταμάτησε σε Ιταλία και Γερμανία. Φασιστικού τύπου καθεστώς είχε εγκαθιδρυθεί και στην Ιαπωνία, ενώ οι φασιστικές οργανώσεις ξεφύτρωναν σαν τα μανιτάρια σε κάθε χώρα απειλώντας --με τη βοήθεια των πιο αντιδραστικών κύκλων της χρηματιστικής ολιγαρχίας-- να καταλάβουν την εξουσία και να επιβληθούν. Ακόμα και σε χώρες που οι φασίστες δεν είχαν καταφέρει να πάρουν την εξουσία, τον έλεγχο των πραγμάτων τον είχαν οι πιο αντιδραστικοί κύκλοι της άρχουσας τάξης, οι οποίοι και εφάρμοζαν μισοφασιστικές μεθόδους. Γενικά, εκείνη την εποχή, στην καπιταλιστική Ευρώπη παρατηρείται μια συρρίκνωση των δημοκρατικών δικαιωμάτων των πολιτών, μια ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας ακόμη και σε βάρος αυτού του αστικού κοινοβουλίου. Σημαντική συμβολή σ' αυτό είχε και η σοσιαλδημοκρατία. Ετσι, δεν είναι καθόλου παράξενο που ο φασισμός εμφανίζεται κυρίαρχος και δε διστάζει να απλώσει το χέρι του για ολόκληρη την εξουσία, εκεί που δεν την έχει, όπως έκανε το Φλεβάρη και τον Ιούλη του '34 με την εκδήλωση πραξικοπημάτων στη Γαλλία και στην Αυστρία, αντίστοιχα.
Το συνέδριο προετοιμάζεται
Η στάση των κομμουνιστών
Ο κίνδυνος του φασισμού --αλλά και του πολέμου, που ήδη είχε γίνει ορατός ως απόρροια των ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων-- όπως ήταν επόμενο, προκαλούσε βαθιά ανησυχία στο επαναστατικό κίνημα της εποχής, υπογραμμίζοντας την ανάγκη να χαραχτεί μια πλατιά ενωτική πολιτική συνένωσης όλων των αντιφασιστικών δυνάμεων. Προς την κατεύθυνση αυτή τα κομμουνιστικά κόμματα και η Κομμουνιστική Διεθνής, πήραν μια σειρά πρωτοβουλίες, ανάμεσα στις οποίες ήταν και η διοργάνωση Αντιφασιστικών Συνεδρίων, με πυρήνα τις οργανώσεις της εργατικής τάξης. Στο πλαίσιο αυτό οργανώθηκε και το συνέδριο του Παρισιού, την πρωτοβουλία της διοργάνωσης του οποίου είχαν πάρει από τον Μάρτη του ιδίου έτους η Επαναστατική Συνδικαλιστική Αντιπολίτευση της Γερμανίας και της Πολωνίας και η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών της Ιταλίας. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι πρωταγωνιστικό ρόλο γι' αυτή την πρωτοβουλία είχαν παίξει οι κομμουνιστές των προαναφερόμενων χωρών, αλλά και η Κομμουνιστική Διεθνής σε κεντρικό επίπεδο. Το πολιτικό πλαίσιο το είχε δώσει η Κομιντέρν, με έκκληση της Εκτελεστικής της Επιτροπής, η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα στις 5 Μάρτη του 1933. «Μπροστά στο γεγονός ότι ο φασισμός επιτίθεται ενάντια στην εργατική τάξη της Γερμανίας κι ότι ξαπόλησε όλες τις δυνάμεις της διεθνούς αντίδρασης --έλεγε η έκκληση3-- η Εκτελεστική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς καλεί όλα τα κομμουνιστικά κόμματα να κάνουν ακόμα μια προσπάθεια αποκατάστασης του ενιαίου μετώπου μαζί με τους σοσιαλδημοκράτες εργάτες μέσω των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων. Η Εκτελεστική Επιτροπή της Κομμουνιστικής Διεθνούς κάνει αυτή την προσπάθεια με τη σταθερή πεποίθηση, ότι το ενιαίο μέτωπο της εργατικής τάξης ενάντια στην αστική τάξη θα απέκρουε την επίθεση του καπιταλισμού και του φασισμού και θα επιτάχυνε εξαιρετικά το αναπόφευκτο τέλος κάθε καπιταλιστικής εκμετάλλευσης».
Σκίτσο του προεδρείου του Συνεδρίου
Ειδική απόφαση για συμμετοχή των κομμουνιστών στο Διεθνές Εργατικό Αντιφασιστικό Συνέδριο, η Κομμουνιστική Διεθνής πήρε αμέσως μόλις ανακοινώθηκε η πρωτοβουλία γι' αυτό της Επαναστατικής Συνδικαλιστικής Αντιπολίτευσης της Γερμανίας και της Πολωνίας και της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών της Ιταλίας. Η απόφαση εκείνη έλεγε4:
«Η Πολιτική Γραμματεία της Κ. Διεθνούς, αφού πληροφορήθηκε την απόφαση της Επαναστατικής Συνδικαλιστικής Αντιπολίτευσης και της Αντιφασιστικής Ενωσης της Γερμανίας, της Γενικής Συνομοσπονδίας των Εργατών της Ιταλίας και της Επαναστατικής Συνδικαλιστικής Αντιπολίτευσης της Πολωνίας για σύγκληση ενός Αντιφασιστικού Εργατικού Συνεδρίου των ευρωπαϊκών χωρών και ξεκινώντας από την απόφασή της, που δημοσιεύτηκε στις 5 του Μάρτη πάνω στην πάλη κατά του φασισμού, αποφασίζει:
1. Να συστήσει σ' όλα τα Κομμουνιστικά Κόμματα των ευρωπαϊκών χωρών να πληροφορήσουν τις τοπικές οργανώσεις τους και να τις καλέσουν να υποστηρίξουν την πρωτοβουλία της σύγκλησης του Αντιφασιστικού Εργατικού Συνεδρίου και να προετοιμάσουν δραστήρια, με τους εργάτες των άλλων τάσεων, το Συνέδριο αυτό.
2. Επειδή η σύγκληση του Αντιφασιστικού Συνεδρίου θα αποσιωπηθεί από τον Τύπο των σοσιαλιστικών, καθολικών και ρεφορμιστικών συνδικάτων, η Πολιτική Γραμματεία της ΚΔ θεωρεί αναγκαίο να απασχοληθεί πλατιά ο κομμουνιστικός Τύπος με την προετοιμασία του Αντιφασιστικού Συνεδρίου. Ετσι θα διευκολύνουμε τις τοπικές οργανώσεις των σοσιαλδημοκρατικών, χριστιανικών και άλλων κομμάτων, που είναι έτοιμες ν' αγωνιστούν κατά του φασισμού, όπως και τις μαζικές εξωκομματικές προλεταριακές οργανώσεις που βρίσκονται πίσω από τα κόμματα αυτά και που παλεύουν μαζί με τους επαναστάτες εργάτες κατά των φασιστών. Είναι καθήκον των κομμουνιστών να οργανώσουν και να ενισχύσουν το ενιαίο μέτωπο πριν, στη διάρκεια και μετά το αντιφασιστικό συνέδριο».
Η ελληνική συμμετοχή
Το Συνέδριο αρχικά είχε αποφασιστεί να γίνει στην Κοπεγχάγη, αλλά στη συνέχεια ως έδρα των εργασιών του επιλέχτηκε το Παρίσι. Από ελληνικής πλευράς στο συνέδριο πήρε μέρος αντιπροσωπεία της Ενωτικής Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδος (ΓΣΕΕ), της Εργατικής Βοήθειας Ελλάδος και άλλων εργατικών οργανώσεων, ενώ στη διάρκεια των εργασιών του εμφανίστηκε και μια ομάδα Ελλήνων αρχειομαρξιστών5.
Η Ενωτική ΓΣΕΕ έκανε γνωστή την προσχώρησή της στο Αντιφασιστικό Εργατικό Συνέδριο αμέσως μόλις ανακοινώθηκε η απόφαση της Πολιτικής Γραμματείας της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομιντέρν. «Η Γραμματεία της Ενωτικής Γενικής Συνομοσπονδίας των Εργατών --αναφέρεται στη σχετική απόφαση6--, αφού συζήτησε πάνω στην πρόσκληση της Συνδικαλιστικής Αντιπολίτευσης της Γερμανίας και της Πολωνίας και της Γενικής Συνομοσπονδίας της Ιταλίας για τη συμμετοχή της στο Αντιφασιστικό Ευρωπαϊκό Συνέδριο αποφάσισε την προσχώρησή της σ' αυτό. Στη συνεδρίαση της Εχτελεστικής Επιτροπής θα υποδείξει σειρά μέτρων για την όσο το δυνατό μαζική συμμετοχή των Ελλήνων εργατών στο Συνέδριο, σε συνδυασμό με τον αγώνα κατά της φασιστικής τρομοκρατίας που και στην Ελλάδα διαρκώς εντείνεται».
Στο πλαίσιο της προετοιμασίας του συνεδρίου από ελληνικής πλευράς αξίζει να σημειωθεί ότι τα βαλκανικά τμήματα της Διεθνούς Εργατικής Αλληλεγγύης, η Ελληνική Κοινωνική Αλληλεγγύη, η Ρουμανική Εργατική Αλληλεγγύη και η Βουλγαρική Εργατοαγροτική Αλληλεγγύη, απηύθυναν κοινή έκκληση υπέρ του Συνεδρίου προς τους βαλκανικούς λαούς, στην οποία μεταξύ άλλων υπογράμμιζαν7: «Συγκεντρώστε όλες τις αντιφασιστικές δυνάμεις κάτω από τη σημαία της προλεταριακής αλληλεγγύης, αναπτύξτε και επιταχύνετε τις προετοιμασίες για την αποστολή γερών αντιπροσωπειών της Διεθνούς Εργατικής Αλληλεγγύης στο Αντιφασιστικό Εργατικό Συνέδριο της Ευρώπης. Οργανώστε επιβλητικές καμπάνιες διαμαρτυρίας ενάντια στην επίθεση στις προλεταριακές οργανώσεις αλληλεγγύης σε Γερμανία, Ρουμανία και Βουλγαρία. Εργάτες, αγρότες και διανοούμενοι των βαλκανικών χωρών κινητοποιηθείτε ενάντια στο φασισμό».
Οι εργασίες και οι Αποφάσεις
του Συνεδρίου
Το Συνέδριο, όπως έχουμε αναφέρει, ξεκίνησε τις εργασίες του στις 4 Ιουνίου του 1933. Τις ολοκλήρωσε στις 6 του ιδίου μηνός. Στην ημερήσια διάταξη του Συνεδρίου υπήρξαν τρία θέματα: Αντιφασιστικές εισηγήσεις και συζήτηση, σύνταξη και ψήφιση αντιφασιστικής έκκλησης και εκλογή Κεντρικής Αντιφασιστικής Επιτροπής. Τις εργασίες άνοιξε ο Ρακαμόν, Γενικός Γραμματέας της Γαλλικής Ενωτικής Γενικής Συνομοσπονδίας και μέλος της οργανωτικής επιτροπής του Συνεδρίου. «Εκείνο που ενώνει εδώ τους αντιπροσώπους των πιο διαφορετικών οργανώσεων --είπε μεταξύ άλλων--, είναι το μίσος κατά του δολοφόνου φασισμού και η θέληση να τον συντρίψουν. Το προλεταριάτο μισεί το φασισμό, γιατί είναι η πιο αιματηρή μορφή του καπιταλισμού». Και πρόσθεσε: Το πρώτο μας όπλο, το πιο αποφασιστικό είναι η ενότητα στη δράση των μαζών, όχι η ενότητα με βάση κούφια λόγια, αλλά το ενιαίο μέτωπο στην πράξη, με βάση τις διεκδικήσεις και τα συγκεκριμένα καθήκοντα».
Το Συνέδριο χαιρέτισε και ο παγκοσμίως γνωστός Γάλλος συγγραφέας Ανρύ Μπαρμπύς. «Το αντιφασιστικό κίνημα --είπε ο Μπαρμπύς-- είναι πάλη ενάντια στον πόλεμο και το φασισμό. Η πάλη ενάντια στον πόλεμο είναι η πάλη του πλήθους των εργαζομένων ενάντια στην καταπίεση του καπιταλισμού. Η μάχη ενάντια στο καθεστώς είναι το μοναδικό τίμιο και πρακτικό μέσο, για να βγούμε από το χάος της εποχής μας»8.
Από το βήμα του Συνεδρίου παρέλασε πλήθος αντιπροσώπων από διάφορες χώρες, που μετέφεραν την πείρα τους από την πάλη των κινημάτων τους κατά του φασισμού. Με ιδιαίτερο δε ενδιαφέρον ακούστηκαν οι αντιπρόσωποι από τις χώρες που είχαν εγκαθιδρυθεί φασιστικά καθεστώτα. Σ' ένα άρθρο του μετά το Συνέδριο ο επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας Π. Νικήτας σημείωνε για το συνέδριο9: «Είταν η διαμαρτυρία της εξεγερμένης συνείδησης της πολιτισμένης μερίδας της ανθρωπότητας και η διακήρυξη της αμετάκλητης απόφασής της να εξοντώσει το φασιστικό τέρας... Είταν το βαθύ αίσθημα μίσους, οργής και εκδίκησης των θυμάτων και αγωνιστών ενός πανανθρώπινου σκοπού ενάντια στους έκφυλους κείνους, που ανήγαγαν συνειδητά το κοινό πια έγκλημα σε κοινωνικό τους σύστημα και κρατική οργάνωση για να διατηρήσουν τα αισχρά κέρδη τους και να εξασφαλίσουν τα ποταπά συμφέροντά τους... Από τις εκθέσεις αυτές και τις εισηγήσεις που γένηκαν στο συνέδριο, αποδείχτηκε πως η κεφαλαιοκρατία, δίχως να διστάσει μπροστά σε καμιά ηθική και σε κανέναν περιορισμό ανθρωπισμού είναι αποφασισμένη για να ξεπεράσει την κρίση που τη μαστίζει καίρια και θανάσιμα, χρόνια τώρα, να εφαρμόσει το εγκληματικό σύστημα που λέγεται και είναι φασισμός, σ' όλο του το πλάτος και βάθος».
Το Συνέδριο εξέδωσε μανιφέστο, με το οποίο καλούσε όλους τους εργάτες, την εργαζόμενη νεολαία, τους εργαζομένους χωρικούς και τους εχθρούς του φασισμού να οργανωθούν κατά της φασιστικής επίθεσης και αγωνιστούν: Εναντίον του φασισμού και της ιμπεριαλιστικής αντίδρασης μέσα στις χώρες τους, ενισχύοντας την αλληλεγγύη τους προς τους λαούς στους οποίους είχαν επιβληθεί φασιστικά καθεστώτα, αλλά και εναντίον του προετοιμαζόμενου ιμπεριαλιστικού πολέμου κατά της ΕΣΣΔ. «Χτίστε --κατέληγε το μανιφέστο10-- ένα σιδερένιο φράκτη ενάντια στην πρόοδο του φασισμού στη χώρα σας! Οπλισθείτε για τον αποφασιστικό αγώνα που θα ρίξει τη φασιστική ματοβαμμένη κυριαρχία! Εμπρός, ενωμένοι στον αγώνα, που θα φέρει τη νίκη ενάντια στο φασισμό!».
Το Συνέδριο ολοκλήρωσε τις εργασίες του με την εκλογή μιας Κεντρικής Επιτροπής για την Αντιφασιστική Ενωση των Ευρωπαϊκών Χωρών και μιας Εκτελεστικής Επιτροπής για το συντονισμό του έργου των εθνικών αντιφασιστικών επιτροπών. Στις επιτροπές αυτές πήραν μέρος ο Α. Μπαρμπύς, ο Ρομαίν Ρολλάν, ο Μ. Γκόρκι και άλλες μεγάλες προσωπικότητες του διεθνούς αντιφασιστικού κινήματος.
Το Αντιφασιστικό Εργατικό Συνέδριο του Παρισιού έδωσε ισχυρή ώθηση στο αντιφασιστικό κίνημα εκείνης της εποχής, αφού «πρόβαλλε ένα πλατύ πρόγραμμα πάλης κατά του φασισμού και του ιμπεριαλιστικού πολέμου και υπεράσπισης των δημοκρατικών δικαιωμάτων και των οικονομικών διεκδικήσεων των εργαζομένων»11. Εκ των πραγμάτων λοιπόν αναδείχτηκε από την ιστορία σε σταθμό της αντιφασιστικής πάλης των λαών τη δεκαετία την περίοδο πριν ξεσπάσει ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος.
1. Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Θ1- Θ2, σελ. 582- 583
2. Στο ίδιο, σελ. 276-278
3. Ινστιτούτο Μαρξισμού - Λενινισμού της ΚΕ του ΚΚΕ: «Κομμουνιστική Διεθνής - Σύντομη ιστορική μελέτη», εκδόσεις «Ελεύθερη Ελλάδα», 1973, σελ. 356-357
4. [Νέος Ριζοσπάστης», 22/3/1933
5. Ο «Νέος Ριζοσπάστης» στις 13/6/1933 λέει ότι στο Συνέδριο εμφανίστηκαν οι αρχειομαρξιστές Γιωτόπουλος και Βιτσώρης, οι οποίοι και επιχείρησαν να δημιουργήσουν επεισόδιο αλλά «πριν προφτάσουν όμως να φτάσουν στην επιτυχία του σκοπού τους πετάχτηκαν έξω από το συνέδριο υπό τις αποδοκιμασίες».
6. «Νέος Ριζοσπάστης», 22/3/1933
7. Περιοδικό «Νέοι Πρωτοπόροι», τεύχος Μαΐου 1933, σελ. 140- 141
8. «Νέος Ριζοσπάστης», 11/6/1933
9. Π. Νικήτα: «Εντυπώσεις από το αντιφασιστικό Συνέδριο του Παρισιού», Περιοδικό «Νέοι Πρωτοπόροι», Ιούλης 1933, σελ. 222.
10. «Νέος Ριζοσπάστης», 22/6/1933
11. Ινστιτούτο Μαρξισμού - Λενινισμού της ΚΕ του ΚΚΕ: «Κομμουνιστική Διεθνής - Σύντομη ιστορική μελέτη», εκδόσεις «Ελεύθερη Ελλάδα», 1973, σελ. 359


Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ