Πορίσματα για το εργασιακό μέλλον
Η φράση "εργασιακός μεσαίωνας" αποτελεί μια μάλλον παραπλανητική έκφραση σε ό,τι αφορά τον ακριβή χαρακτήρα του ήδη υλοποιημένου και προδιαγραφόμενου μέλλοντος της εργασίας, ιδιαίτερα στις συγκριτικά παραγωγικά αδύναμες και εξαρτημένες από το δημοσιονομικό και τραπεζικό χρέος κοινωνίες της Νότιας --Νοτιοδυτικής και Νοτιοανατολικής-- Ευρώπης. Στον μεσαίωνα, η εργασία χωριζόταν στα δύο, ανάμεσα σε εντελώς εκμεταλλεύσιμους κολλίγους/δουλοπάροικους, από την μία πλευρά, και σε πολύ αυστηρά οργανωμένες συντεχνίες, με καλά φυλαγμένα προνόμια, από την άλλη. Στην πραγματικότητα, η εποχή που έχει ανατείλει σε ό,τι αφορά τα λεγόμενα "εργασιακά δικαιώματα" ομοιάζει σαφώς περισσότερο με την πρώιμη βιομηχανική εποχή και τη διάλυση του νομικού και εθιμικού πλαισίου που προστάτευε τα συντεχνιακά δικαιώματα, την εποχή από τα μέσα περίπου του 18ου αιώνα ως το κίνημα των Χαρτιστών και τα πρώτα σκιρτήματα του σοσιαλισμού.
Πρωταγωνιστικό και καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία ιστορικής/δικαϊκής οπισθοδρόμησης που είναι στην πραγματικότητα προϋπόθεση "επανεκκίνησης" της καπιταλιστικής οικονομίας με όρους "πρωταρχικής συσσώρευσης", δηλαδή βίαιης υφαρπαγής και συγκέντρωσης του πλούτου ώστε να αναπληρωθούν τα χαμένα από την υποτίμηση που ακολούθησε το σπάσιμο της φούσκας κεφάλαια, παίζει το δικαιϊκό και φυσικά κατ' επέκταση ταξικό τερατούργημα που ονομάζεται "Ευρωπαϊκή Ένωση", και ο μονοπωλιακός-ιμπεριαλιστικός του ανταγωνισμός με τους άλλους ισχυρούς πόλους του παγκόσμιου συστήματος σε κρίση. Η ολομέτωπη επίθεση αυτού του ιμπεριαλιστικο-καπιταλιστικού μορφώματος όχι απλά στα στοιχειώδη (ως πρόσφατα) εργασιακά δικαιώματα και ελευθερίες αλλά και στα ανθρώπινα δικαιώματα εν γένει είναι σαφέστατη, αδύνατο να κρυφθεί ή να εκλογικευτεί και άριστα στοιχειοθετημένη, τόσο στην παλαιότερη έρευνα του Ριζοσπάστη για τη λεγόμενη "Λευκή Βίβλο", όσο και στην πιο πρόσφατη έρευνα της Χλόης Πετρίδου για τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και το σχέδιο νόμου Μόντι ΙΙ.
Η απεργία στη Χαλυβουργία διαδραματίστηκε μέσα σε αυτό το ευρύτερο πλαίσιο συντονισμένου αντεργατικού πολέμου, όπως και κάθε άλλη εργατική κινητοποίηση της περιόδου: απέναντί της, το κράτος και το κεφάλαιο κινητοποίησαν από νωρίς πολλαπλούς μηχανισμούς, ιδεολογικούς και κατασταλτικούς, ακριβώς επειδή η συντριβή της απεργίας αυτής ήταν, σε ό,τι αφορά τη χώρα μας, κομβικής σημασίας για το πλήρες τσάκισμα του εργατικού ηθικού που είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να προχωρήσει ανεμπόδιστα το "σοκ και δέος στα εργασιακά." Αυτό φυσικά ήταν κάτι που το ταξικό εργατικό κίνημα γνώριζε συνειδητά εξ αρχής, όταν πρωτοαναλάμβανε το ρίσκο της προσπάθειας. Χωρίς να επιθυμούμε να μπούμε σε παρασκηνιακές λεπτομέρειες, μπορούμε να πούμε πως η ουσιαστική τακτική που ακολουθήθηκε από την πλευρά του κεφαλαίου ήταν αυτή της πολιορκίας: οι ανόητες και χωρίς καμία αντίληψη της κατάστασης "αναλύσεις" του είδους ότι η απεργία "απέτυχε" να εξασφαλίσει ευρύτερη κοινωνική υποστήριξη αγνοούν τα βασικά. Η απεργία εξασφάλισε, εθνικά και διεθνώς, πολύ μεγαλύτερη και σταθερότερη υλική και ηθική υποστήριξη από ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ομολόγων της σε μια εποχή που οι συγκεκριμένα εργατικοί αγώνες βρισκόντουσαν στο ναδίρ. Αλλά η υποστήριξη, για να έχει πολιτικό βάρος, πρέπει επίσης να αφορά κεντρικά το εθνικό συνδικαλιστικό τοπίο και τα πολιτικά κόμματα, και εκεί η απεργία των Χαλυβουργών ήταν σχεδόν πλήρως απομονωμένη διότι αυτός ακριβώς ήταν ο σκοπός των εμπλεκομένων -- εκτός αν θεωρήσει κανείς ότι οι δηλώσεις Λαφαζάνη στη Βουλή ή η παρουσία κάποιων βουλευτών της "υπεύθυνης αντιπολίτευσης" το βράδυ της εισβολής των ΜΑΤ αποτελούν ισχυρή αντένδειξη, και δη ισχυρότερη από τα κροκοδείλια δάκρυα της συγκυβερνώσας αριστεράς.
Τα αποτελέσματα των εκλογών της 17ης Ιούνη ήταν η ταφόπλακα στις ήδη φθίνουσες απ' το Μάη ελπίδες ότι θα μπορούσε στην παρούσα φάση να ανατραπεί ο εγκεκριμένος από το κεφάλαιο πολιτικός συσχετισμός δυνάμεων, και η απόφαση αναστολής της απεργιακής δράσης, που είχε σοβαρά δοκιμαστεί ήδη από τις αρχές του 2012 και που συνέχισε να αιμορραγεί εσωτερικά --και δημόσια μετά την τακτική επιλογή της Χ.Α να τσακίσει την απεργία δια της "υποστήριξης" και όχι δια του πολέμου που είχε διενεργηθεί πιο πριν-- έγινε επιτακτική: οικονομικά, το πανταχόθεν βαλλόμενο εργατικό κίνημα, που δεν αποτελείται από εκατομμυριούχους, δεν άντεχε πια το βάρος, την στιγμή που το ίδιο το Συνδικάτο --στο οποίο το ΠΑΜΕ έχει στην πραγματικότητα πολύ μικρή ιδεολογική επιρροή-- είχε πρακτικά διασπαστεί. Η τακτική αποκοπής της απεργίας από ευρύτερη συνδικαλιστική στήριξη, που με τη σειρά της διασφαλίστηκε εδώ και χρόνια μέσω του ελέγχου της Κομισσιόν στα ανώτερα συνδικαλιστικά κλιμάκια και μέσω της εξασφάλισης της "συναινετικής" στάσης των περισσοτέρων συνδικαλιστικών ηγεσιών στα σωματεία εργαζομένων, τα Εργατικά Κέντρα και τις ΓΣΕΕ/ΑΔΕΔΥ είχε αποδώσει τους καρπούς της, μετατρέποντας τους Χαλυβουργούς στο εργατικό-ταξικό ανάλογο των εγκαταλειμμένων από τους "εθνοπατέρες" προύχοντες ελεύθερων πολιορκημένων του Μεσολογγίου.
Η πρόσφατη σύγκρουση ΠΑΜΕ-Αυτόνομης Παρέμβασης για την Συλλογική Σύμβαση Εργασίας στους Εμποροϋπαλλήλους είναι εξόχως αποκαλυπτική για το γιατί ένα κόμμα που επιβαβρεύθηκε συντριπτικά στις πρόσφατες εκλογές τήρησε απέναντι στην πρωτοποριακή απεργία στον Ασπρόπυργο τη στάση διγλωσσίας και παρασκηνιακής (ή όχι και τόσο παρασκηνιακής) υπόσκαψης που τήρησε: είναι απαραίτητο να διαμορφωθούν συνθήκες τέτοιας απόλυτης απομόνωσης του ταξικά διεκδικητικού εργατικού κινήματος ώστε να αποκτήσει το status της αυτοεκπληρούμενης προφητείας η κατηγορία πως όποιος αντιστέκεται στις διαρκείς περικοπές και συρρικνώσεις δικαιωμάτων που είναι η βασική προϋπόθεση "ανταγωνιστικότητας" στο ευρωπαϊκό imperium είναι τρελός, και πως διακινδυνεύει να πάθει αυτός και όσοι τον ακολουθούν, χειρότερα. Τόσο η ανοιχτά κυνική υποτίμηση του νοήματος και της αξίας των εργατικών αγώνων (στο "έλλογο" πάντα πλαίσιο μιας εκτίμησης για τον "αρνητικό" συσχετισμό δυνάμεων τη στιγμή που οι ίδιοι οι "αναλυτές" έχουν πάντα ήδη ταχθεί με την πλευρά του κεφαλαίου), όσο και η δακρύβρεχτη πρόκριση του "αναγκαίου ρεαλισμού" του "λιγότερο κακού" (που φυσικά δεν διασφαλίζει με κανένα τρόπο ότι δεν θα έρθει μια νέα, ακόμα χειρότερη ΣΣΕ του χρόνου και του αντιχρόνου, κλπ), αποτελούν όχι "αποτυχίες" στη σωστή διενέργεια ταξικού αγώνα, αλλά μέσα ταξικού αγώνα από τα πάνω. Ο ταξικός αγώνας που συσπειρώνεται κάτω απ' το λάβαρο του "ρεαλισμού" στην αποτίμηση του "συσχετισμού δυνάμεων" είναι στην πραγματικότητα ο αγώνας της αστικής τάξης να μεγιστοποιήσει την εκμετάλλευση και εκμεταλλευσιμότητα της εργατικής και να φυσιολογικοποιήσει ταυτόχρονα τούτη τη μεγιστοποίηση ως "νόρμα". Υπ' αυτή την έννοια, περιττεύει και ο θυμός για τη διπλή υποκρισία της ανακοίνωσης της "Αυτόνομης Παρέμβασης" που αφενός φορτώνει όλες τις ευθύνες στην "τρόικα" και το "Μνημόνιο" ενώ η αντεργατική νομοθεσία και οι αντεργατικές πρακτικές είναι σαφώς πανευρωπαϊκά και όχι στενά "μνημονιακά" φαινόμενα, και αφετέρου ξεχνά ότι το πολιτικό κόμμα που την στελεχώνει, ο ΣΥΡΙΖΑ, εξακολουθεί ακόμα και σήμερα να κρύβεται πίσω από το δάχτυλό του για την πρόταση νόμου κατάργησης του επάρατου αυτού Μνημονίου που η Α.Τ ανακηρύσσει σε πηγή όλων των αντεργατικών δεινών. Ο φαύλος κύκλος της Ευρωενωσιακής κόλασης προϋποθέτει μια --γερά ελεγχόμενη από την ευρωχρηματοδότηση-- "αριστερά" που από τη μία πουλά το εργατικό κίνημα στο "λιγότερο κακό" γιατί δεν επιτρέπει κάτι άλλο ο "συσχετισμός δυνάμεων" και από την άλλη αναπαράγει ενεργά τη δυνατότητα υπερψήφισης όρων του παιχνιδιού που διασφαλίζουν ότι αυτός ο συσχετισμός θα είναι συντριπτικά υπέρ του κεφαλαίου.
Για να επιστρέψουμε όμως στις εκλογές, διότι καλό είναι να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας. Αυτή ακριβώς την αποτρόπαια υποκρισία πρόκρινε και η πλειοψηφία όσων ψήφισαν. Και την πρόκρινε διότι στο πρακτικό επίπεδο η εκλογικά ενεργή πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών προκρίνει τη συντριβή της εργατικής τάξης, τη μεγιστοποίηση της υποκλοπής των δικαιωμάτων της όχι απλώς στην εργασία (τι ειρωνεία να χρησιμοποιεί τη φράση ο κύριος Σαμαράς του Μνημονίου των απολύσεων και της φτώχειας), αλλά και στη ζωή.
Η διαρκής προσπάθεια των κομμουνιστών να αποκαλύψουν την "αλήθεια" στα μάτια του "αθώου" και "εξαπατημένου" λαού αγνοεί πεισματικά την πραγματικότητα. Ο "λαός" αυτός γνωρίζει πάρα πολύ καλά ποια είναι η αλήθεια. Απλώς επιλέγει και αυτός την συμπόρευση και την σύμπραξη με όσους διευθύνουν και κρατούν λειτουργικό το αντεργατικό σφαγείο. Γιατί; Διότι φυσικά ασπάζεται στην πλειοψηφία του τόσο την αντίληψη του "ευρωμονοδρόμου", που έχει πολύ συγκεκριμένες απολήξεις και συνέπειες σε ό,τι αφορά τα εργασιακά δικαιώματα, όσο και την πεποίθηση ότι η μεγαλύτερη επιτυχία από καταβολής του ελληνικού αστικού κράτους ήταν η εξασφάλιση ότι "ανήκομεν εις την Δύσιν", ακόμα και αν αυτό σημαίνει πρακτικά ότι θα πληρωνόμαστε με μισθούς Βουλγαρίας.
Φυσικά, τούτο δεν σημαίνει ότι ένα τμήμα αυτού του "λαού" δεν είναι διεκδικήσιμο, δεν μπορεί να κερδηθεί από τον πολιτικό, ιδεολογικό και οικονομικό αγώνα των κομμουνιστών. Αλλά έχει σαφή όρια αυτό το τμήμα -- και σίγουρα δεν είναι πάνω από ένα 8-10% του ενήλικου, εκλογικού τουλάχιστο πληθυσμού σήμερα. Θα πρέπει λοιπόν νομίζω να αρνηθούμε οποιοδήποτε αντιπερασπιστικού χαρακτήρα ψευδο-όραμα "πλειοψηφικότητας" μας ταϊζουν οι διάφοροι αφερέγγυοι και αστείοι πωλητές ΕΑΜονοσταλγίας, και να θυμηθούμε την ιστορική πραγματικότητα που μας θύμισε πριν κάποια χρόνια και ο Φ. Ηλιού: "Αντίθετα με ό,τι συνήθως λέγεται και γράφεται, το ΕΑΜ δεν φαίνεται να αντιπροσώπευε "τη μεγάλη πλειοψηφία" του ελληνικού λαού. Και όπου είναι δυνατό να γίνουν ακριβέστερες μετρήσεις, φαίνεται ότι δεν αποτελούσε, καν, την πλειοψηφία."
Η κομμουνιστική πολιτική σήμερα, περιλαμβανομένης της κομμουνιστικής πολιτικής στο εργατικό κίνημα, πρέπει να ξεκινά από την ρεαλιστική παραδοχή ότι η πλειοψηφία της ελληνικής κοινωνίας δεν είναι ούτε "αθώα" ούτε "παραπλανημένη", αλλά αντίθετα, ενεργά αντιδραστική, σε ευθυγράμμιση δηλαδή με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Και είναι τέτοια --και θα εξακολουθήσει να είναι-- στον βαθμό που αρνείται κάθε ανάληψη ευθύνης για σύγκρουση με τον ιμπεριαλο-καπιταλιστικό μηχανισμό της ΕΕ που νομοτελειακά βυθίζει τα φτωχότερα στρώματα σε πρωτόγνωρη, στην μεταπολεμική περίοδο, εξαθλίωση, αναμένοντας αν όχι "κέρδος" από τη συνέργειά της, τουλάχιστον τη διατήρηση του συγκριτικού της πλεονεκτήματος (πραγματικού ή φανταστικού) στην εγχώρια ταξική πυραμίδα.
Η εργατική τάξη θα παλέψει, φυσικά, μιας και δεν έχει κανένα περιθώριο να μην το κάνει, και στην πάλη αυτή θα απευθυνθεί στα μικροαστικά στρώματα και θα προσπαθήσει να τα φέρει με το δικό της μέρος, κυρίως σε ό,τι αφορά την αναγκαιότητα απεμπλοκής από το αντεργατικό κολαστήριο της ΕΕ. Όμως η εργατική αυτοάμυνα (και εννοώ την περιφρούρηση της ενότητας και της διαύγειας του ταξικά ενσυνείδητου εργατικού κινήματος) είναι πρωταρχικότερο και σημαντικότερο καθήκον σε συνθήκες κρίσης από ότι είναι η "σωτηρία" όσων δεν έχουν απολύτως καμία διάθεση να σωθούν, ή έχουν ήδη αποφασίσει να "σωθούν" από τον φασισμό. Καμία θυσία λοιπόν για τους ανεμόμυλους των ελλήνων μικροαστών, καμία εκχώρηση οργανωτικής πρωτοκαθεδρίας στην θέλησή τους να χρησιμοποιήσουν τους εργάτες για να καλυτερεύσουν τις δικές τους διαπραγματεύσεις με την εθνική και διεθνή αστική τάξη, και κανένα "διάλογο" με τους ενσυνείδητους εχθρούς της εργατικής τάξης. Μόνο εκεί που υπάρχει ειλικρινής διάθεση να ακουστούμε πρέπει να σπαταλούμε την ούτως ή άλλως πολύτιμη ενέργεια του ταξικού κινήματος.
Αναρτήθηκε από Αντωνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου