Το Κομμουνιστικό Κίνημα των Ελλήνων της Αιγύπτου (δ' μέρος)
Ο «Ριζοσπάστης» δημοσιεύει το τελευταίο μέρος της μελέτης του Στέλιου Μπεβεράτου για το Κομμουνιστικό Κίνημα των Ελλήνων της Αιγύπτου
Για
τη διεύρυνση και ανάπτυξη του δημοκρατικού αγωνιστικού κινήματος
ανάμεσα στους Αιγυπτιώτες Ελληνες, η «Αντιφασιστική Πρωτοπορία»
πρωτοστάτησε στη δημιουργία, το 1949, και πλατύτερων δημοκρατικών
οργανώσεων, επίσης σε παράνομη συνωμοτική βάση. Δημιουργήθηκαν έτσι η
«Ενωση Ελλήνων Δημοκρατών Αιγύπτου» (ΕΕΔΑ), η «Δημοκρατική Οργάνωση
Ελληνίδων Γυναικών Αιγύπτου» (ΔΟΕΓΑ) και η «Δημοκρατική Οργάνωση Ελλήνων
Νέων Αιγύπτου» (ΔΟΕΝΑ). Στις οργανώσεις αυτές συμμετείχαν όλα τα μέλη
της ΑΠ, με εξαίρεση εκείνων που δούλευαν σε συγκεκριμένους
περιφρουρημένους τομείς.
Ο συνολικός αριθμός των μελών των πιο πάνω ευρύτερων δημοκρατικών οργανώσεων, την περίοδο της μεγαλύτερης ανάπτυξής τους (γύρω στο 1950), είχε φτάσει τους 450. Ο αριθμός των μελών της ΑΠ, την ίδια περίοδο, ήταν: 80 στην Α' Περιφέρεια (Αλεξάνδρεια) και 60 στη Β' (Κάιρο).
Το καθοδηγητικό όργανο, Κεντρική Επιτροπή της ΑΠ, που εκλεγόταν από τις Συνδιασκέψεις της οργάνωσης (κάθε ένα - δύο χρόνια), απαρτιζόταν από 11 μέλη και είχε 5μελές Γραφείο. Τόσο η ΚΕ, όσο και το Γραφείο συνεδρίαζαν σε τακτά διαστήματα. Σε έκτακτες περιπτώσεις συχνότερα. Οι ομάδες βάσης, οι Τομεακές και οι Περιφερειακές Επιτροπές επίσης συνεδρίαζαν σε τακτά διαστήματα για τον καθορισμό πλάνου δουλειάς, απολογισμό, έλεγχο κ.λπ.
Παράνομα πολυγραφημένα έντυπα εξέδιδε και η καθεμιά από τις τρεις δημοκρατικές οργανώσεις, με διαφωτιστικό κυρίως περιεχόμενο. Τα έντυπα των δημοκρατικών οργανώσεων κυκλοφορούσαν ευρύτερα ανάμεσα στην παροικία.
Εκτός από τα παράνομα έντυπα η ΑΠ εξέδιδε για μεγάλο διάστημα και δικές της νόμιμες εφημερίδες. Αρχικά την εβδομαδιαία «Φωνή» και από το 1954 τον καθημερινό «Πάροικο».
Η ΑΠ, από το ξεκίνημά της, εκτός από τους γενικότερους, πολιτικούς στόχους της, είχε πάντα στο επίκεντρο της δραστηριότητάς της και τα καθημερινά προβλήματα των εργαζομένων της παροικίας, με αιτήματα και διεκδικήσεις προς τις ελληνικές και τις αιγυπτιακές κρατικές αρχές αλλά και προς τις ηγεσίες των ελληνικών Κοινοτήτων. Η ΑΠ πάλεψε για την αναπροσαρμογή της παροικιακής Παιδείας, ώστε αυτή να ανταποκρίνεται στις ανάγκες και εκείνων που τελικά θα έμεναν στην Αίγυπτο και εκείνων που είχαν σκοπό να επαναπατρισθούν, με αποφασιστική στροφή προς την επαγγελματική - τεχνική εκπαίδευση, με καλύτερη εκμάθηση της αραβικής γλώσσας. Η ΑΠ πάλεψε ακόμα για τη μη διακοπή της επιδότησης της μισθοδοσίας των εκπαιδευτικών των ελληνικών σχολείων από το Κέντρο, που είχε προγραμματισθεί. Για την κατάργηση του τέλους ανανέωσης της άδειας παραμονής στην Αίγυπτο, που ήταν δυσβάσταχτο για τους εργαζόμενους. Για την κατάργηση των δασμών που ήταν υποχρεωμένοι να πληρώνουν οι επαναπατριζόμενοι για την οικοσκευή που έπαιρναν μαζί τους. Για τη χορήγηση της αιγυπτιακής ιθαγένειας σε όσους το επιθυμούσαν. Και πολλά άλλα ανάλογα αιτήματα. Αυτοί οι αγώνες τοποθετούνταν πάντα στο πλαίσιο του εκδημοκρατισμού της διοίκησης και της λειτουργίας και των ίδιων των ελληνικών Κοινοτήτων, ώστε αυτές να γίνουν όργανα για την επίλυση των λαϊκών προβλημάτων. Η ΑΠ απαιτούσε οι Κοινότητες να γίνουν κτήμα όλης της παροικίας, μέλη τους να είναι αυτόματα όλοι οι πάροικοι και όχι μόνο όσοι μπορούσαν να πληρώσουν την απαιτούμενη αρκετά ακριβή ετήσια συνδρομή.
Σχετικά με τη δράση της ΑΠ γύρω από τα παροικιακά προβλήματα θα πρέπει πάντως να επισημανθεί και μία αδύνατη πλευρά της: Πολλές φορές, στην προσπάθεια να συμπαραταχθούν γύρω από την προοδευτική παράταξη - στην οποία η ΑΠ πρωτοστατούσε - όσο το δυνατόν ευρύτερες δυνάμεις, υπερέβαλλε στην έννοια της «ενότητας της παροικίας», παραμέριζε τον ταξικό διαχωρισμό της και κατά προέκταση υποχρεωτικά καλλιεργούσε αυταπάτες για τον τρόπο με τον οποίο μπορούσαν να λυθούν τα προβλήματα των εργαζομένων της παροικίας.
Οι διώξεις
Στην πολύπλευρη
δράση των προοδευτικών δυνάμεων, με επικεφαλής τους Ελληνες κομμουνιστές
της Αιγύπτου, σε όλους τους τομείς της πολιτικής και κοινωνικής ζωής,
οι αντιδραστικές δυνάμεις της παροικίας και οι εκπρόσωποι του ελληνικού
κράτους, αξιοποιώντας και τις πάντα πρόθυμες γι' αυτό αιγυπτιακές αρχές,
απαντούσαν συστηματικά με τον γνώριμο τρόπο τους: Την τρομοκρατία.Τις τρομοκρατικές συλλήψεις μελών και στελεχών του ΕΑΣ, τον Απρίλη του 1944, ακολούθησαν, σε διάφορες περιόδους, δεκάδες άλλες συλλήψεις, εκτοπίσεις και απελάσεις μελών και στελεχών της ΑΠ, μελών των ευρύτερων δημοκρατικών οργανώσεων και άλλων αγωνιστών. Συνελήφθησαν και απελάθηκαν αγωνιστές για τη συγκέντρωση υπογραφών κάτω από τις εκκλήσεις για την Ειρήνη, για τη Γενική Αμνηστία, ενάντια στις εκτελέσεις στην Ελλάδα και την Κύπρο. Ο «Ελληνας» υποχρεώθηκε να κλείσει το 1947, και ο δεύτερος αρχισυντάκτης του, Κώστας Κουτρής, απελάθηκε, όπως και ο πρώτος. Απελάθηκαν, επίσης, μέλη των προεδρείων των προοδευτικών αγωνιστικών σωματείων. Από τα σχολεία απολύθηκαν αγωνιστές εκπαιδευτικοί. Από το γυμνάσιο του Καΐρου αποβλήθηκαν για πάντα μαθητές, γιατί μάζευαν υπογραφές για τη Γενική Αμνηστία στην Ελλάδα.
Οι διώξεις αυτές γίνονταν κατά κανόνα με υπόδειξη από τις ελληνικές προξενικές αρχές ή τις αγγλικές και αργότερα τις αμερικάνικες μυστικές υπηρεσίες. Οταν κατά τη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου το ΔΣ του Συνδέσμου των Αποστράτων του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, που αριθμούσε 3.500 μέλη, ανάμεσά τους και πολλοί «συρματίες», αρνήθηκε να αποκηρύξει το ΔΣΕ και να ταχθεί στο πλευρό της κυβέρνησης, ο πρόξενος της Ελλάδας στην Αλεξάνδρεια κάλεσε τα μέλη του ΔΣ και τους ζήτησε να διαλύσουν το σωματείο. Πιέσεις σε μέλη του ΔΣ άσκησε και η αιγυπτιακή Ασφάλεια. Μπροστά στην άρνηση των μελών του ΔΣ να υποκύψουν στις πιέσεις, οι αιγυπτιακές αρχές προχώρησαν στην απέλαση μερικών από τα πιο δραστήρια στελέχη του Συνδέσμου, ανάμεσά τους και μέλη και στελέχη της ΑΠ. Μετά τη σημαντική ενίσχυση της δύναμης της προοδευτικής παράταξης στις εκλογές της Κοινότητας της Αλεξάνδρειας, το 1958, οι εκπρόσωποί της, πέντε συνολικά, με επέμβαση της αιγυπτιακής Ασφάλειας, κηρύχθηκαν έκπτωτοι και αντικαταστάθηκαν από επιλαχόντες.
Αυτοί που συλλαμβάνονταν από τις αιγυπτιακές αρχές πριν απελαθούν κλείνονταν σε φυλακές και στρατόπεδα συγκέντρωσης, συχνά για πολλούς μήνες. Ιδιαίτερα οι νέοι βασανίζονταν για να καταδώσουν τους συνεργάτες τους. Από την Αίγυπτο απελάθηκαν ακόμα Ελληνες κομμουνιστές που συμμετείχαν στις αιγυπτιακές κομμουνιστικές οργανώσεις.
Σχετικά με τα χτυπήματα και τις διώξεις, πρέπει πάντως να σημειωθεί ότι, παρά τις προσπάθειες και την αγαστή συνεργασία των ελληνικών και των αιγυπτιακών διωκτικών αρχών, που είχαν και τη βοήθεια των χαφιεδίστικων μηχανισμών της παροικίας, σε όλη τη διάρκεια της ζωής της ΑΠ - χάρη στην αυστηρή τήρηση της αρχής του διαχωρισμού της νόμιμης από την παράνομη δουλειά και των άλλων κανόνων της κομματικής περιφρούρησης - ο παράνομος μηχανισμός της έμεινε ουσιαστικά άθικτος.
Η σχέση με το κομμουνιστικό κίνημα και τους κοινωνικούς και απελευθερωτικούς αγώνες του αιγυπτιακού λαού
Οπως
είδαμε, πρωτοπόροι Ελληνες κομμουνιστές, μαζί με άλλους ξένους, ήδη από
την εποχή του μεσοπολέμου, συμμετείχαν στα πρώτα βήματα του
κομμουνιστικού κινήματος στην Αίγυπτο, σε κοινούς συνδικαλιστικούς
αγώνες, στο κίνημα για την υπεράσπιση της ειρήνης, κ.ά.Το ξέσπασμα του πολέμου, η φασιστική επίθεση και η κατοχή της Ελλάδας από τους Γερμανούς σηματοδότησαν μια αλλαγή του προσανατολισμού της δράσης της ελληνικής κομμουνιστικής ομάδας που είχε συγκροτηθεί λίγο πριν από τον πόλεμο. Η πάλη κατά του φασισμού, η κινητοποίηση της παροικίας σ' αυτή την πάλη, για την απελευθέρωση της Ελλάδας, πήρε άμεσο, επείγοντα χαρακτήρα. Η κύρια προσοχή των κομμουνιστών στράφηκε κατά συνέπεια προς την ίδια την παροικία.
Στη στροφή αυτή συνέτειναν και άλλοι παράγοντες. Οι Ελληνες κομμουνιστές ήταν οι ίδιοι κομμάτι της παροικίας, γνώριζαν πολύ καλά τα προβλήματά της και είχαν τη δυνατότητα άμεσης επαφής με το σύνολο της μάζας αυτής της παροικίας, πράγμα που δεν ίσχυε για τη μεγάλη μάζα του αιγυπτιακού λαού, στην οποία οι Ελληνες κομμουνιστές ήταν δύσκολο να απευθυνθούν, όχι μόνο λόγω του προβλήματος της γλώσσας, αλλά και γιατί σε καθεστώς ξενοκρατίας, οι λαϊκές δυνάμεις των Αιγυπτίων βλέπανε με καχυποψία τους Ελληνες, σημαντικό μέρος των οποίων ανήκε στην προνομιούχα μειοψηφία των ξένων.
Στη στροφή αυτή και το «ξέκομμα» της μεγάλης πλειοψηφίας των Ελλήνων κομμουνιστών από τις αιγυπτιακές κομμουνιστικές οργανώσεις συνέτειναν και η πολυδιάσπαση του αιγυπτιακού κομμουνιστικού κινήματος που υπήρχε τότε και η διαπίστωση ότι σε ορισμένες τουλάχιστον από τις οργανώσεις αυτές ήταν συχνό φαινόμενο η διείσδυση πρακτόρων της αιγυπτιακής Ασφάλειας και των αγγλικών μυστικών υπηρεσιών.
Ασχετα πάντως από το γεγονός ότι οι Ελληνες κομμουνιστές είχαν επίγνωση του ότι οι ίδιοι δεν μπορούσαν να παίξουν ηγετικό ρόλο στο αιγυπτιακό κομμουνιστικό κίνημα, αντιλαμβάνονταν την ανάγκη της επαφής και αλληλεγγύης με τους Αιγύπτιους κομμουνιστές. Σ' αυτό το πλαίσιο, η «Αντιφασιστική Πρωτοπορία», από το 1949 συνδέθηκε και είχε τακτική επαφή με την αιγυπτιακή «Πρωτοπορία των Εργατών» (ΠτΕ). Στην ηγεσία αυτής της οργάνωσης βρίσκονταν στελέχη με τα οποία σύντροφοι της ΑΠ είχαν συνεργασθεί στο πλαίσιο αιγυπτιακών κομμουνιστικών οργανώσεων κατά την πριν τον πόλεμο εποχή, και τους ήταν γνωστά σαν στελέχη τίμια και αφοσιωμένα στην κομμουνιστική υπόθεση.
Η συνεργασία πραγματοποιούνταν στο επίπεδο των ηγεσιών των δύο οργανώσεων με προσωπικές επαφές και ανταλλαγή κειμένων και είχε το χαρακτήρα της αμοιβαίας παροχής πληροφοριών, αλλά κυρίως της μεταβίβασης πείρας και βοήθειας από την πλευρά της ΑΠ προς την ΠτΕ, πράγμα που αντανακλούσε βέβαια τη συσσωρευμένη πείρα του συνόλου του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, του ίδιου του ΚΚΕ. Σε όλη τη διάρκεια αυτής της επαφής και συνεργασίας, από την πλευρά της ΑΠ γινόταν προσπάθεια ώστε η Πρωτοπορία των Εργατών (που το 1957 στην πρώτη της Συνδιάσκεψη μετονομάστηκε σε Εργατοαγροτικό Κομμουνιστικό Κόμμα Αιγύπτου - ΕΑΚΚΑ) να πρωτοστατήσει ώστε οι πολυάριθμες κομμουνιστικές οργανώσεις που υπήρχαν τότε να ενοποιηθούν σε ένα ενιαίο Κομμουνιστικό Κόμμα, πράγμα που τελικά επιτεύχθηκε.
Η επαφή με τους Αιγύπτιους κομμουνιστές σε επίπεδο οργανώσεων διακόπηκε το Γενάρη του 1959, μετά τη σύλληψη εκατοντάδων κομμουνιστών (πολλοί από τους οποίους βασανίστηκαν απάνθρωπα), καθώς μεταξύ των συλληφθέντων ήταν και τα στελέχη που εξασφάλιζαν την επαφή με την ΑΠ.
Στο ευρύτερο πλαίσιο της αλληλεγγύης με τον αιγυπτιακό λαό, η ΑΠ συμπαραστάθηκε σταθερά στον αντιιμπεριαλιστικό - απελευθερωτικό αγώνα του, που εντάθηκε μετά το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, με αρθρογραφία στον «Πάροικο» και στον αστικό Τύπο, ψηφίσματα συνελεύσεων, υπομνήματα από διάφορους φορείς κ.λπ.
Οταν, μετά την εθνικοποίηση της Εταιρείας της Διώρυγας του Σουέζ, το 1956, εκδηλώθηκε η τριμερής ιμπεριαλιστική επέμβαση Αγγλίας, Γαλλίας και Ισραήλ, η συμπαράσταση αυτή πήρε την πιο έμπρακτη μορφή: Την κατάταξη εθελοντών στην αιγυπτιακή Εθνοφρουρά, κάτω από την αιγίδα της Επιτροπής Ελληνο-Αιγυπτιακής Συνεργασίας, που δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία της ΑΠ και με τη συμμετοχή στελεχών της καθώς και προσωπικοτήτων από τον προοδευτικό αιγυπτιακό χώρο. Για τη συμμετοχή Ελλήνων εθελοντών στην Εθνοφρουρά η Επιτροπή Ελληνο-Αιγυπτιακής Συνεργασίας δέχθηκε τις ευχαριστίες του Αρχηγείου του Αιγυπτιακού Στρατού.
Σοβαρή αδυναμία στον τομέα της αλληλεγγύης με τον αιγυπτιακό λαό αποτέλεσε το ότι τα μέλη και τα στελέχη της ΑΠ, αν και έβλεπαν και προπαγάνδιζαν αυτήν την ανάγκη, δεν μπόρεσαν, εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις, να κατευθύνουν τους Ελληνες εργαζόμενους, να οργανώσουν τη συμμετοχή τους, να συμμετάσχουν και οι ίδιοι στους καθημερινούς ταξικούς αγώνες της αιγυπτιακής εργατικής τάξης στους τόπους δουλειάς, στις επιχειρήσεις. Δεν μπόρεσαν να ξεπεράσουν στον τομέα αυτόν τον τεχνητό φραγμό που είχε στήσει η άρχουσα τάξη, ντόπια και ξένη, ανάμεσα στην παροικία και τον αιγυπτιακό λαό, ανάμεσα στους ξένους και τους Αιγύπτιους εργαζόμενους.
Επίσης, τουλάχιστον για μια ορισμένη περίοδο, υπήρξαν αυταπάτες ως προς το χαρακτήρα και τις δυνατότητες που προσέφερε το κίνημα των «Ελεύθερων αξιωματικών», που είχε επικρατήσει τον Ιούλη του 1952.
Πριν την ολοκλήρωση της ανασκόπησης της 18χρονης πορείας και δραστηριότητας της ΑΠ θα πρέπει, τέλος, να σημειωθεί μια γενικότερη αδυναμία, που έχει βέβαια σχέση με τους γενικούς στρατηγικούς στόχους που έβαζε μπροστά του το ΚΚΕ στη διάρκεια του πολέμου και αμέσως μετά απ' αυτόν: Ενώ γενικά προπαγανδιζόταν ο σοσιαλισμός σαν το μόνο δίκαιο κοινωνικό σύστημα, δεν τονιζόταν το ότι μόνο σ' αυτόν, στην Ελλάδα ή στην Αίγυπτο, θα έβρισκαν λύση τα προβλήματα των εργαζομένων της ελληνικής παροικίας. Ο αγώνας σταματούσε συχνά στα επιμέρους προβλήματα, δεν τα συνέδεσε με στρατηγική κατάκτησης της εργατικής εξουσίας.
Η συρρίκνωση της παροικίας στις νέες συνθήκες - Ο επαναπατρισμός
Το
καθεστώς των «διομολογήσεων», των νομικών προνομίων για τους ξένους,
έληξε το 1946. Η προνομιούχα όμως θέση των ξένων, μαζί και της παροικίας
των Ελλήνων, δεν έληξε παρά μόνο με τα δραστικά μέτρα που πάρθηκαν
ενάντια στην οικονομική κυριαρχία των ξένων μετά την εθνικοποίηση της
Διώρυγας του Σουέζ και την αποτυχημένη ιμπεριαλιστική επέμβαση Αγγλίας,
Γαλλίας και Ισραήλ το 1956. Κρατικοποιήθηκαν ή πέρασαν υποχρεωτικά στην
ιδιοκτησία Αιγυπτίων καπιταλιστών οι τράπεζες, οι επιχειρήσεις
εξωτερικού εμπορίου, οι μεταφορές, οι μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις.
Πέρα από την αγροτική μεταρρύθμιση, που είχε προηγηθεί, στους ξένους
απαγορεύτηκε ολοκληρωτικά κάθε ιδιοκτησία αγροτικής γης. Παράλληλα
επιβλήθηκαν ποσοστώσεις τόσο στον αριθμό των ξένων που μπορούσε να
απασχολεί κάθε επιχείρηση όσο και στο συνολικό ποσό των αποδοχών τους.Η κατάργηση της κυριαρχίας των ξένων στην οικονομία της χώρας αναπόφευκτα άλλαξε ριζικά και τη θέση που είχαν σ' αυτήν οι ξένοι εργαζόμενοι. Δεν υπήρχε πια κανένας που να θέλει να τους έχει σε προνομιούχα θέση. Το βιοτικό τους επίπεδο οδηγούνταν άμεσα ή μακροπρόθεσμα στο να εξισωθεί με το πολύ χαμηλό βιοτικό επίπεδο των Αιγυπτίων εργαζομένων. Κάτω απ' αυτές τις συνθήκες, το μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων και γενικά της ελληνικής παροικίας αποφάσισε να επαναπατρισθεί. Ενα μικρό μέρος μετανάστευσε προς άλλες χώρες. Στην Αίγυπτο έμεινε μια μικρή παροικία (υπολογίζεται σε 10.000), που προσαρμόσθηκε στις νέες συνθήκες, με φυσιολογική τάση ενσωμάτωσης στην αιγυπτιακή κοινωνία.
Μαζί με τη μεγάλη μάζα της παροικίας, στα τέλη της δεκαετίας του '50 - αρχές της δεκαετίας του '60, με ελάχιστες εξαιρέσεις, που έμειναν στην Αίγυπτο ή βρέθηκαν σε χώρες της Δυτικής Ευρώπης, επαναπατρίσθηκαν και οι κομμουνιστές μέλη και στελέχη της «Αντιφασιστικής Πρωτοπορίας». Ετσι έκλεισε η σελίδα της ιστορίας του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος στην Αίγυπτο. Μια σελίδα που αποτελεί βέβαια ένα πολύ μικρό κομμάτι μέσα στο σύνολο της εποποιίας των αγώνων του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας. Η σελίδα όμως αυτή έχει μια ιδιαίτερη αξία: Δείχνει τη δυνατότητα και ικανότητα που έχουν οι κομμουνιστές, ακόμα και σε εντελώς ιδιόμορφες συνθήκες, να συγκροτούν τις δυνάμεις τους και να αναπτύσσουν τη δράση τους, όταν μένουν σταθερά προσανατολισμένοι στο να παλέψουν κάτω από την ηγεσία και με τη βοήθεια του κόμματός τους, για την πραγμάτωση των στόχων του.
Βιβλιογραφία
1. Αθανάσιου Πολίτη: «Ο ελληνισμός και η νεωτέρα Αίγυπτος», τόμ. Ι και ΙΙ, εκδ. «Γράμματα»
2. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ, Α' τόμος (1918 - 1949), Β' τόμος (1949 - 1968)
3. Γιώργη Αθανασιάδη: «Η πρώτη πράξη της ελληνικής τραγωδίας», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή»
4. Γιάννη Αναστασιάδη: «Μνήμες από τη δράση του αριστερού κινήματος του αιγυπτιώτη ελληνισμού» - Αθήνα 1993
5. Βασίλη Νεφελούδη: «Ελληνες πολεμιστές στη Μέση Ανατολή», εκδ. «Ο Ρήγας», Αρχείο της ΚΕ του ΚΚΕ
6. Πάνου Ν. Ξένου: «Οι εθνικοαπελευθερωτικοί αγώνες του αιγυπτιακού λαού», εκδ. Επιτροπή Ελληνο-Αιγυπτιακής Συνεργασίας - Αλεξάνδρεια 1957
7. Θέμη Ματσάκη: «Το δίλημμα του αιγυπτιώτη ελληνισμού» - Κάιρο 1961
8. Παναγιώτη Μακρή: «Αντιφασιστική Στρατιωτική Οργάνωση Μέσης Ανατολής» - περιοδικό «Εθνική Αντίσταση», Οκτώβρης - Δεκέμβρης 2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου