ΤΟ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
Στην παραγωγή τροφίμων με κριτήριο το κέρδος η αιτία του
Associated Press |
Στο πρώτο στάδιο δεν υπήρχε παραγωγή, αλλά συλλογή τροφίμων από τη φύση, με αποκλειστικό σκοπό τις διατροφικές ανάγκες των πρώτων ανθρώπων.
Στην πορεία, με τη χρησιμοποίηση πρωτόγονων εργαλείων, η ανθρωπότητα από τη συλλογή πέρασε στην υποτυπώδη παραγωγή τροφίμων, με σκοπό την αυτοκατανάλωση στο πλαίσιο της λεγόμενης φυσικής οικονομίας.
Αργότερα, με την εξέλιξη των εργαλείων παραγωγής και το στοιχειώδη καταμερισμό εργασίας, αυξήθηκε η παραγωγικότητα της εργασίας και δημιουργήθηκε περίσσευμα τροφίμων, που μπορούσαν οι παραγωγοί τους να το ανταλλάξουν στην αγορά με άλλα είδη, τα οποία είχαν ανάγκη τόσο για την παραγωγή τους, όσο και για την επιβίωσή τους.
Η παραπέρα εξέλιξη αυτής της διαδικασίας, που είχε σαν συνέπεια τη ραγδαία αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, σε συνδυασμό με την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, άλλαξε το χαρακτήρα παραγωγής των τροφίμων, μετατρέποντάς τα σε εμπορεύματα.
Στο στάδιο αυτό του ανεπτυγμένου καπιταλισμού, που χαρακτηρίζεται από τη γενικευμένη εμπορευματοποίηση, η παραγωγή τροφίμων για την κατανάλωση γίνεται με βασικό κριτήριο, όπως και όλων των εμπορευμάτων, την εξασφάλιση μεγαλύτερου κέρδους σε αυτούς που παράγουν τα τρόφιμα και όχι την κάλυψη των ανθρώπινων αναγκών.
Αυτό δημιούργησε το λεγόμενο διατροφικό πρόβλημα που έχει ιδιαίτερη επικαιρότητα αυτήν την περίοδο για δυο βασικούς λόγους:
Ο πρώτος αφορά στις κατακόρυφες αυξήσεις των τιμών των τροφίμων, που εξανεμίζουν το εισόδημα των λαϊκών οικογενειών και καταδικάζουν στην πείνα ολοένα και περισσότερους ανθρώπους.
Ο δεύτερος αφορά στο πρόσφατο διατροφικό σκάνδαλο του ηλιελαίου, που αποδείχνει ότι πολλά τρόφιμα είναι ακατάλληλα και επικίνδυνα για την υγεία των καταναλωτών, με αποτέλεσμα να είναι δικαιολογημένη η ανησυχία και η αγανάκτησή τους.
Διαχρονικό πρόβλημα
Και αυτό γιατί από τις βιομηχανίες και τις πολυεθνικές τροφίμων, από τις κυβερνήσεις και τις πολιτικές δυνάμεις που είναι υπεύθυνες για το διατροφικό πρόβλημα και τα αλλεπάλληλα διατροφικά σκάνδαλα, γίνεται μια προσπάθεια, παγκόσμια και στη χώρα μας, να αποδοθεί σε διάφορες συγκυρίες και ατυχή γεγονότα με προφανή στόχο να συγκαλύψουν τις ευθύνες τους, να αποπροσανατολίσουν τα λαϊκά στρώματα και να εκτονώσουν την αγανάκτησή τους.
Από κοινού, κυβερνήσεις και πολυεθνικές ισχυρίζονται ότι για τη λεγόμενη διατροφική κρίση φταίει η μείωση της παγκόσμιας παραγωγής και των αποθεμάτων των τροφίμων, που οφείλεται στις κλιματικές αλλαγές και στην αύξηση της κατανάλωσης τροφίμων από τους λαούς των αναπτυσσόμενων χωρών.
Ομως, η μείωση της παγκόσμιας παραγωγής και των αποθεμάτων των αγροτικών προϊόντων, από τα οποία προέρχονται όλα τα τρόφιμα, οφείλεται κυρίως σε συνειδητές πολιτικές που επέβαλαν οι πολυεθνικές και οι κυβερνήσεις που εκφράζουν τα συμφέροντά τους με στόχο να τους εξασφαλίσουν περισσότερα κέρδη.
Αφετηρία για την εφαρμογή αυτών των πολιτικών αποτέλεσε η διαπίστωση ότι η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων αυξανόταν με διπλάσιους ρυθμούς από τις ανάγκες της παγκόσμιας αγοράς τροφίμων, με αποτέλεσμα η μεγαλύτερη προσφορά σε σχέση με τη ζήτηση να μειώνει τις τιμές και τα κέρδη των βιομηχανιών τροφίμων, ενώ η αύξηση των αποθεμάτων να απορροφά περισσότερα κονδύλια από τους προϋπολογισμούς για τη συντήρησή τους ή την εκποίησή τους.
Υπάρχουν υπεύθυνοι
Eurokinissi |
Οι πολιτικές που είχαν σα στόχο τη μείωση της αγροτικής παραγωγής και των αποθεμάτων, για να ισορροπήσει τάχα η αγορά στην ΕΕ, υλοποιήθηκαν με τις αναθεωρήσεις της ΚΑΠ που έγιναν τις δυο τελευταίες δεκαετίες για να προσαρμοστεί η αγροτική οικονομία στη Συνθήκη του Μάαστριχτ και τη συμφωνία της ΓΚΑΤΤ που απαιτούσαν την απελευθέρωση της παγκόσμιας αγοράς των αγροτικών προϊόντων.
Τις αναθεωρήσεις αυτές υπερψήφισαν οι κυβερνήσεις της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, γι' αυτό είναι συνυπεύθυνες για τη λεγόμενη διατροφική κρίση.
Βασικά στοιχεία αυτών των αναθεωρήσεων ήταν η επιδοτούμενη υποχρεωτική και προαιρετική αγρανάπαυση των σιτηρών, που δικαιολογήθηκε με περιβαλλοντικά προσχήματα.
Η επιδοτούμενη εκρίζωση αμπελώνων και οπωρώνων, για να μηδενιστούν τα λεγόμενα διαρθρωτικά πλεονάσματα και να απαλλαγεί ο κοινοτικός προϋπολογισμός από τα έξοδα συντήρησης ή εκποίησής τους.
Eurokinissi |
Η αποσύνδεση των επιδοτήσεων από την παραγωγή, με αποτέλεσμα οι αγρότες, για όσο καιρό υπάρχουν οι επιδοτήσεις, να εξασφαλίζουν σημαντικό μέρος του εισοδήματός τους, χωρίς να χρειάζεται να παράγουν.
Η επιβολή ποσοστώσεων και προστίμων συνυπευθυνότητας στα λίγα προϊόντα που υπάρχει ακόμα ένα ποσοστό συνδεδεμένης επιδότησης με την παραγωγή, όπως στο ρύζι, στο σκληρό σιτάρι, κ.ά., με αποτέλεσμα την ίδια περίοδο που η τιμή του ρυζιού στην κατανάλωση υπερδιπλασιάστηκε οι Ελληνες ορυζοπαραγωγοί πλήρωσαν πρόστιμο επειδή ξεπέρασαν την ποσόστωση.
Η συνεχής μείωση των γεωργικών κονδυλίων του κοινοτικού προϋπολογισμού για να διατεθούν σε άλλες κοινοτικές πολιτικές και στη δημιουργία κοινοτικών κατασταλτικών μηχανισμών όπως του ευρωστρατού, με αποτέλεσμα να μειωθούν οι γεωργικές επενδύσεις.
Η χρησιμοποίηση γεωργικών εκτάσεων στην παραγωγή βιοκαυσίμων, που δικαιολογήθηκε με περιβαλλοντικά προσχήματα. Το μέτρο αυτό στην ΕΕ και στη χώρα μας είχε ασήμαντες επιπτώσεις μέχρι σήμερα, επειδή ελάχιστες καλλιέργειες χρησιμοποιήθηκαν για βιοκαύσιμα. Θα έχει όμως σημαντικές αρνητικές συνέπειες, αν η ΕΕ και οι ΗΠΑ επιμείνουν στους στόχους που έχουν βάλει. Στόχοι που υπηρετούν τα ενεργειακά συμφέροντα των διαφόρων ιμπεριαλιστικών κέντρων και όχι το περιβάλλον.
Ολα μαζί αυτά τα μέτρα είχαν ιδιαίτερα αρνητικά αποτελέσματα στο διατροφικό πρόβλημα της χώρας μας.
Το έλλειμμα στο αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο που δείχνει τη διατροφική εξάρτηση της χώρας μας εκτινάχτηκε στα ύψη και το 2007 άγγιξε το αστρονομικό ποσό των 3 δισ. ευρώ. Το έλλειμμα αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, αν ληφθεί υπόψη ότι η Ελλάδα πριν την ένταξη είχε πλεονασματικό αγροτικό εμπορικό ισοζύγιο.
Συρρικνώθηκε η κτηνοτροφία και μειώθηκε κατακόρυφα η αυτάρκεια της χώρας μας σε όλα τα ζωοκομικά προϊόντα, με αποτέλεσμα να ενταθεί η διατροφική εξάρτηση του λαού μας σε υψηλής διατροφικής αξίας τρόφιμα.
Μέσα σε μία δεκαετία, από το 1996 έως το 2006, μειώθηκαν κατά 3.330.000 στρέμματα οι καλλιεργούμενες εκτάσεις με δημητριακά, που αποτελούν τα βασικότερα διατροφικά προϊόντα και την ίδια περίοδο εγκαταλείφθηκε ως ασύμφορη η καλλιέργεια 2.110.000 στρεμμάτων.
Μέσα σε ένα χρόνο, με την εφαρμογή της νέας ΚΑΠ, η αυτάρκεια της χώρας μας στη ζάχαρη μειώθηκε από το 100% στο 50% και έκλεισαν σε πρώτη φάση δύο από τα πέντε εργοστάσια.
Αυτήν την πολιτική, με τη σύμφωνη γνώμη της ελληνικής κυβέρνησης, θα τη συνεχίσει η ΕΕ με τα μέτρα που ανακοίνωσε ότι θα πάρει με αφορμή το λεγόμενο έλεγχο υγείας της ΚΑΠ, παρά τις όποιες υποχωρήσεις αναγκαστεί να κάνει για να εκτονώσει τη λαϊκή αγανάκτηση, όπως η κατάργηση της αγρανάπαυσης και της επιδότησης των ενεργειακών καλλιεργειών.
Η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώνεται από τις προτάσεις της Επιτροπής για κατάργηση των παρεμβάσεων σε όποια αγροτικά προϊόντα υπάρχουν, για μεταφορά περισσότερων κονδυλίων από τη γεωργία στο λεγόμενο δεύτερο πυλώνα, για ολική αποδέσμευση των επιδοτήσεων από την παραγωγή σε όλα τα προϊόντα, για παραπέρα μείωση των γεωργικών κονδυλίων και για σταδιακή κατάργηση των ποσοστώσεων στο γάλα, έτσι ώστε να μη δημιουργηθεί υπερπροσφορά και κατάρρευση της αγοράς γάλακτος.
Κοινός υποβολέας
Παρόμοιες πολιτικές με αυτές της ΕΕ εφαρμόστηκαν σχεδόν σε όλες τις ανεπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες, επειδή είχαν τον ίδιο υποβολέα.
Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, την ίδια περίοδο που χρησιμοποιούσαν μιαν επικίνδυνη ορμόνη στη βοοτροφία για να αυξήσουν κατά 10-15% την απόδοση γάλακτος των αγελάδων, επιδοτούσαν τη σφαγή 1,5 εκατομμυρίων αγελάδων για να μην υπάρχει υπερπροσφορά που μειώνει τις τιμές και τα κέρδη των βοοτροφικών επιχειρήσεων και των βιομηχανιών γάλακτος.
Οι πολιτικές αυτές είχαν σαν αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής και των αποθεμάτων τροφίμων, την αύξηση των τιμών τους και τη δημιουργία των προϋποθέσεων κερδοσκοπίας του μεγάλου κεφαλαίου που γίνεται στα διεθνή χρηματιστήρια των εμπορευμάτων.
Διάφοροι χρηματιστηριακοί αναλυτές εκτιμούν ότι το 40% των βασικών ειδών διατροφής ελέγχεται από το μεγάλο κεφάλαιο και ότι το 30% των αυξήσεων των τιμών των τροφίμων οφείλεται στη χρηματιστηριακή κερδοσκοπία.
Η απελευθέρωση της αγοράς των αγροτικών προϊόντων μαζί με τη χρηματιστηριακή κερδοσκοπία αύξησαν κατακόρυφα της τιμές των τροφίμων, με αποτέλεσμα μέσα στην τελευταία πενταετία να αυξηθούν κατά 236% τα ποσά που πλήρωσαν για εισαγωγή δημητριακών οι 82 φτωχότερες χώρες του κόσμου, από τις οποίες οι 69 στην Ασία και την Αφρική.
Στην αντίθετη πλευρά, τα μεγαλύτερα μονοπώλια του αγροτοβιομηχανικού κλάδου, όπως η "Monsanto", η "Gargill" κ.ά., διπλασίασαν τα κέρδη τους την τελευταία χρονιά. Παρόμοια κερδοφορία έχουν και οι εγχώριες μεγάλες βιομηχανίες τροφίμων, που κυριαρχούν στους επιμέρους τομείς του κλάδου.
Τα στοιχεία αυτά δείχνουν ποιοι ζημιώνονται και ποιοι ωφελούνται από τη λεγόμενη διατροφική κρίση, και διαψεύδουν όσους ισχυρίζονταν ότι η απελευθέρωση των αγροτικών προϊόντων με την ΓΚΑΤΤ και τον ΠΟΕ θα ευνοούσε τις φτωχές χώρες και τα λαϊκά στρώματα, επειδή θα τους εξασφάλιζε φθηνά τρόφιμα και θα έλυνε το διατροφικό πρόβλημα.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του FAO, αν συνεχιστεί η πολιτική που προκάλεσε τη λεγόμενη διατροφική κρίση, θα προστεθούν στο άμεσο μέλλον άλλα 100 εκατ. άνθρωποι στα 850 εκατ. που υποσιτίζονται.
Η κατακόρυφη αύξηση των τιμών των σιτηρών, του καλαμποκιού και του ρυζιού που παρατηρήθηκε τον τελευταίο χρόνο είναι αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών κυρίως και όχι τόσο των κλιματικών αλλαγών, όπως ισχυρίζονται όσοι ευθύνονται για τη λεγόμενη διατροφική κρίση.
Και αυτό, γιατί η επίδραση των καιρικών συνθηκών, που υπήρχε και θα υπάρχει στην αγροτική παραγωγή και είναι αντιστρόφως ανάλογη των επενδύσεων που γίνονται στην αγροτική οικονομία, αποτελεί λαθροχειρία, αν συνδυαστεί άμεσα με τις όποιες κλιματικές αλλαγές που έχουν μακροπρόθεσμες και όχι άμεσες συνέπειες.
Ταξικό πρόβλημα
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του FΑΟ, με τη λεγόμενη συμβατική γεωργία και με τις υπάρχουσες κλιματικές και καιρικές συνθήκες, μπορούν να παραχθούν αγροτικά προϊόντα ικανά να ικανοποιήσουν τις διατροφικές ανάγκες διπλάσιου πληθυσμού από αυτόν που υπάρχει σήμερα στη Γη.
Η εκτίμηση αυτή δείχνει ότι το διατροφικό πρόβλημα είναι καθαρά ταξικό - πολιτικό πρόβλημα και όχι τεχνοκρατικό. Γι' αυτό δε θα λυθεί με τα μεταλλαγμένα, όπως δε λύθηκε και με τη λεγόμενη πράσινη επανάσταση.
Την παραπάνω εκτίμηση επιβεβαιώνει και το γεγονός ότι στις ΗΠΑ, που χρησιμοποιούν μαζικά τα μεταλλαγμένα και είναι η μεγαλύτερη χώρα παραγωγής και εξαγωγής αγροτικών προϊόντων, 11 εκατομμύρια Αμερικανοί υποσιτίζονται και άλλα 22 εκατομμύρια δυσκολεύονται περιοδικά να καλύψουν τις διατροφικές τους ανάγκες, με αποτέλεσμα 28 εκατομμύρια να ενταχθούν σε συσσίτια.
Η μετατροπή του διατροφικού προβλήματος από ταξικό - πολιτικό σε τεχνοκρατικό γίνεται συνειδητά από το μεγάλο κεφάλαιο, τις κυβερνήσεις και τις πολιτικές δυνάμεις που το υπηρετούν, με βασικό στόχο να νομιμοποιηθεί στην κοινή γνώμη η χρησιμοποίηση φθηνών, αλλά επικίνδυνων μέσων και τρόπων παραγωγής των αγροτικών προϊόντων και των τροφίμων, που υπονομεύουν τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον, αλλά αυξάνουν την ανταγωνιστικότητα και την κερδοφορία των βιομηχανιών.
Ο ισχυρισμός των οπαδών της ελεύθερης αγοράς ότι ο ανταγωνισμός βελτιώνει την ποιότητα και την καταλληλότητα των τροφίμων διαψεύδεται διαχρονικά από τα αλλεπάλληλα διατροφικά σκάνδαλα που δεν οφείλονται σε ατυχή περιστατικά, αλλά στο κυνήγι μεγαλύτερου κέρδους.
Οσο οξύνεται ο ανταγωνισμός και συγκεντρώνεται η παραγωγή τροφίμων σε λίγα μονοπώλια, τόσο αυξάνεται και η επικινδυνότητα των τροφίμων, γεγονός που επιβεβαιώνεται από το κέντρο ελέγχου και πρόληψης ασθενειών των ΗΠΑ, το οποίο αποκαλύπτει ότι κάθε χρόνο 76 εκατομμύρια Αμερικανοί αρρωσταίνουν και 5 χιλιάδες χάνουν τη ζωή τους από την κατανάλωση ακατάλληλων τροφίμων. Ολα αυτά συμβαίνουν σε μια χώρα που ισχυρίζεται ότι έχει το καλύτερο σύστημα ελέγχου των τροφίμων και οι βιομηχανίες τα καλύτερα συστήματα αυτοελέγχου.
Η κατάσταση αυτή που δεν αφορά μόνο τις ΗΠΑ ανάγκασε τις βιομηχανίες τροφίμων και τις κυβερνήσεις που τις εκπροσωπούν να δημιουργήσουν φορείς ελέγχου που τις περισσότερες φορές λειτουργούν σαν μηχανισμοί αναβάθμισης της εμπιστοσύνης των καταναλωτών στα προϊόντα των βιομηχανιών και εφησυχασμού των λαϊκών στρωμάτων.
Η λειτουργία αυτή επιβεβαιώνεται από τα διατροφικά σκάνδαλα που αποκαλύπτονται «κατόπιν εορτής» και όσα δεν έχουν αποκαλυφθεί επειδή «διέφυγαν» ή είχαν την έγκριση των ελεγκτικών φορέων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της λειτουργίας αποτελεί ο τρόπος με τον οποίο χειρίστηκαν η κυβέρνηση και ο ΕΦΕΤ το πρόσφατο διατροφικό σκάνδαλο του ηλιελαίου και η κάλυψη που παρείχε στον ΕΦΕΤ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ελέγχου Τροφίμων.
Και αυτό το περιστατικό αποδείχνει ότι ο ΕΦΕΤ ούτε ενιαίος είναι, ούτε ουσιαστικούς ελέγχους μπορεί να κάνει, επειδή από την ίδρυσή του δεν έχει αυτό το σκοπό, γι' αυτό δεν εξασφαλίστηκαν οι απαραίτητες προϋποθέσεις σε ανθρώπινο δυναμικό και υλικοτεχνική υποδομή.
Συνειδητή ολιγωρία
Η κατάσταση αυτή γίνεται πολύ χειρότερη από τη συνειδητή ολιγωρία των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ να στελεχώσουν τον ΕΦΕΤ, με αποτέλεσμα, εννέα χρόνια μετά την ίδρυσή του, να λειτουργεί με τις μισές από τις 13 υπηρεσίες και με το 30% του προβλεπόμενου προσωπικού που και αυτό είναι ανεπαρκέστατο.
Η δυνατότητα που παρέχει ο νόμος στον ΕΦΕΤ να υπογράφει προγραμματικές συμβάσεις ακόμα και με ιδιωτικούς φορείς για την υλοποίηση των βασικών του στόχων, που ψήφισε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και διατηρεί η κυβέρνηση της ΝΔ, αποδείχνει στην πράξη ότι σκοπός της ίδρυσής του δεν είναι η προστασία της υγείας των λαϊκών στρωμάτων, αλλά των συμφερόντων των βιομηχανιών.
Τα αλλεπάλληλα διατροφικά σκάνδαλα που αποκαλύπτονται και στη χώρα μας, η όξυνση της διατροφικής εξάρτησης του λαού μας και η κερδοσκοπία που γίνεται στα τρόφιμα σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων είναι αποτέλεσμα της αντιλαϊκής πολιτικής των κυβερνήσεων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.
Και αυτό γιατί οι κυβερνήσεις και των δυο κομμάτων ψήφισαν και εφαρμόζουν με ιδιαίτερο ζήλο τον ΠΟΕ, την ΚΑΠ και τις αναθεωρήσεις της, που συρρίκνωσαν την αγροτική παραγωγή.
Απελευθέρωσαν την αγορά τροφίμων, με αποτέλεσμα να ανέβει η κερδοσκοπία και να ανοίξει η ψαλίδα ανάμεσα στις τιμές παραγωγού και καταναλωτή. Την πολιτική της απελευθέρωσης προσπαθούν να τη συγκαλύψουν με τις δέσμες μέτρων που εξαγγέλλουν και δεν έχουν κανένα περιεχόμενο και αποτέλεσμα, με τις «συμφωνίες κυρίων» που κάνουν με τους βιομηχάνους, τα παρατηρητήρια τιμών που απλά παρατηρούν την κερδοσκοπία και τις παρακλήσεις προς τους βιομηχάνους για αυτοσυγκράτηση.
Η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ χρεοκόπησαν, έκλεισαν και ξεπούλησαν στο ιδιωτικό κεφάλαιο πολλές συνεταιριστικές βιομηχανίες, όπως "ΑΓΝΟ", "ΟΛΥΜΠΟΣ", "ΡΟΔΟΠΗ" κ.ά. και με ισχυρά κίνητρα στους βιομηχάνους για συγχωνεύσεις και νέες επενδύσεις επιτάχυναν τη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση της βιομηχανίας τροφίμων, με αποτέλεσμα τη δημιουργία των γνωστών καρτέλ.
Νομιμοποίησαν τη χρησιμοποίηση των μεταλλαγμένων, με αποτέλεσμα να καταναλώνονται μεγάλες ποσότητες και στη χώρα μας, παρά το γεγονός ότι ακόμα δεν καλλιεργούνται εξαιτίας της πίεσης του λαϊκού κινήματος και της αντίστασης των μικρομεσαίων αγροτών.
Στα λόγια, προωθούν τη μεσογειακή διατροφή, στην πράξη όμως με τις νέες αντεργατικές εργασιακές σχέσεις, που εφαρμόζουν, εξανεμίζουν το λαϊκό εισόδημα και τον ελεύθερο χρόνο των λαϊκών στρωμάτων, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η κατανάλωση του λεγόμενου γρήγορου φαγητού που είναι και το πιο ανθυγιεινό.
Στον αποπροσανατολισμό των λαϊκών στρωμάτων και στη δημιουργία αυταπατών συμβάλλει και η πολιτική του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ για το διατροφικό πρόβλημα.
Και αυτό γιατί συμφωνεί με την ΚΑΠ και μάλιστα προσπαθεί να την εξωραΐσει, κατηγορώντας τις ελληνικές κυβερνήσεις για διαπραγματευτική και διαχειριστική ανικανότητα. Συμφωνεί με την αγορά και τα κέρδη, αλλά με μπόλικες αυταπάτες προτείνει να μπουν κανόνες στην αγορά για να εξυγιανθεί, έτσι ώστε οι άνθρωποι να είναι πάνω από τα κέρδη.
Η ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΟΥ ΚΚΕ
Το ΚΚΕ, σε αντίθεση με τις πολιτικές δυνάμεις του ευρωμονόδρομου, πιστεύει ότι τα τρόφιμα δεν μπορούν να αποτελούν εμπορεύματα και αντικείμενα κερδοσκοπίας.
Με βάση αυτήν την αρχή, η πρότασή του για τον κλάδο των τροφίμων αποτελεί οργανικό κομμάτι της γενικότερης πρότασής του για λαϊκή οικονομία - λαϊκή εξουσία, που θα στηρίζεται στα κοινωνικοποιημένα μέσα παραγωγής και στους παραγωγικούς συνεταιρισμούς στους τομείς που υπάρχει μικρή συγκέντρωση της παραγωγής. Θα διευθύνεται από κεντρικό πανεθνικό σχεδιασμό, στη διαμόρφωση του οποίου οι εργαζόμενοι και όλα τα λαϊκά στρώματα θα συμμετέχουν ουσιαστικά.
Η πρόταση του ΚΚΕ για τα τρόφιμα είναι ολοκληρωμένη και αφορά τόσο στην παραγωγή των αγροτικών προϊόντων, όσο και στη βιομηχανία παραγωγής των μεταποιημένων τροφίμων.
Τα κριτήρια
Για το ΚΚΕ, βασικά κριτήρια παραγωγής των αγροτικών προϊόντων είναι η αξιοποίηση όλων των παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας, δηλαδή του ανθρώπινου δυναμικού, των εδαφικών και κλιματολογικών συνθηκών, των επιστημονικών και τεχνικών κατακτήσεων. Η κάλυψη των σύγχρονων διατροφικών αναγκών του λαού μας με υγιεινά τρόφιμα. Και η προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος.
Τα κριτήρια αυτά είναι αντίθετα με την κατεύθυνση της ΚΑΠ, που καταδικάζει στη στασιμότητα και τη συρρίκνωση την αγροτική παραγωγή της χώρας μας και στρεβλώνει τη σύνθεσή της σε βάρος της ζωικής παραγωγής.
Γι' αυτό η σύγκρουση με την ΕΕ και η ανατροπή της ΚΑΠ αποτελεί βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη της αγροτικής οικονομίας σε όφελος του λαού και των μικρομεσαίων αγροτών.
Τα κριτήρια του ΚΚΕ είναι αντίθετα με τη λογική της ανταγωνιστικότητας και του κέρδους, γι' αυτό δε συμβιβάζονται με τα μεταλλαγμένα, τα κρεατάλευρα, τα ορυκτέλαια και τόσα άλλα μέσα και μεθόδους παραγωγής που αυξάνουν την παραγωγικότητα σε βάρος της υγείας και του περιβάλλοντος.
Βασικοί φορείς παραγωγής των αγροτικών προϊόντων θα είναι οι κοινωνικοποιημένες καθετοποιημένες μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις και οι παραγωγικοί συνεταιρισμοί των μικρομεσαίων αγροτών. Οι φορείς αυτοί μπορούν να αυξήσουν την παραγωγικότητα της αγροτικής οικονομίας, να μειώσουν δραστικά το κόστος παραγωγής, επειδή μπορούν να εξουδετερώσουν τα μειονεκτήματα του μικρού και πολυτεμαχισμένου κλήρου που υπάρχει σε σημαντικό βαθμό ακόμα στη χώρα μας. Σε συνδυασμό με την αύξηση των γεωργικών επενδύσεων, που έχουν καθηλωθεί από τότε που η χώρα μας μπήκε στην ΕΟΚ, μπορούν να αυξήσουν την αγροτική παραγωγή και να λύσουν το πρόβλημα της διατροφικής εξάρτησης του λαού και της χώρας μας.
Καθοριστικό ρόλο στην ολόπλευρη και ισόρροπη παραγωγή των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων θα παίζει ο κρατικός λαϊκός τομέας, ο οποίος θα σχεδιάζει ολόκληρη την πολιτική τροφίμων, που θα υλοποιείται από τους παραγωγικούς συνεταιρισμούς, τις κοινωνικοποιημένες βιομηχανίες τροφίμων, τους δημόσιους αγροτικούς οργανισμούς και ιδρύματα έρευνας και τις κρατικές επιχειρήσεις παραγωγής αγροτικών εφοδίων και μηχανημάτων.
Η μεταποίηση των αγροτικών προϊόντων θα γίνεται από τις κοινωνικοποιημένες επιχειρήσεις, ενώ ο ρόλος των παραγωγικών συνεταιρισμών στη μεταποίηση θα αφορά διαδικασίες διαλογής και τυποποίησης σε ορισμένα προϊόντα, όπως και μεταποίηση για προϊόντα τοπικού χαρακτήρα, μικρής οικονομικής σημασίας.
Η κοινωνικοποίηση των βιομηχανιών τροφίμων θα καταργήσει το κέρδος, που αποτελεί βασική αιτία της ακρίβειας και των διατροφικών σκανδάλων, και μαζί με τη λαϊκή συμμετοχή, που θα αποτελεί οργανικό στοιχείο σε όλες τις φάσεις της παραγωγής, της διακίνησης και του ελέγχου, θα εξασφαλίζει στο λαό φθηνά και υγιεινά τρόφιμα.
Ο έλεγχος των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων θα γίνεται από ειδικό ελεγκτικό φορέα, ο οποίος θα είναι ανεξάρτητος από τη διαδικασία παραγωγής και διακίνησης, με στόχο να αξιολογεί έγκαιρα την ασφάλεια των νέων τρόπων παραγωγής και να προλαμβάνει τυχαία γεγονότα που μπορούν να συμβάλουν στην ακαταλληλότητα των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων.
Μονόδρομος για τους μικρομεσαίους αγρότες
Η πρόταση του ΚΚΕ αποτελεί μονόδρομο για την επιβίωση των μικρομεσαίων αγροτών στο πλαίσιο των παραγωγικών συνεταιρισμών, συμβάλλει στη διατροφική αυτάρκεια του λαού μας και, στο μέτρο των δυνατοτήτων της, στην αντιμετώπιση του παγκόσμιου διατροφικού προβλήματος.
Συγκρούεται με τα συμφέροντα των εμποροβιομηχάνων και των πολυεθνικών, με την ΕΕ και τις πολιτικές δυνάμεις του ευρωμονόδρομου.
Η ρεαλιστικότητα της πρότασης του ΚΚΕ στηρίζεται στο κοινό συμφέρον της εργατικής τάξης και της φτωχής αγροτιάς, απέναντι στα μονοπώλια και τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις. Σε αυτή τη βάση μπορεί να οικοδομηθεί η συμμαχία της εργατικής τάξης με τη μικρομεσαία αγροτιά και τους αυτοαπασχολούμενους της πόλης, για τη δημιουργία του Αντιιμπεριαλιστικού, Αντιμονοπωλιακού, Δημοκρατικού Μετώπου πάλης για τη λαϊκή εξουσία.
Το ΚΚΕ, τη δράση του για τη δημιουργία αυτών των προϋποθέσεων τη συνδέει άμεσα με την πάλη του για την καθημερινή βελτίωση των διατροφικών προβλημάτων του λαού μας.
Στο πλαίσιο αυτής της πάλης διαφώνησε με τον ΠΟΕ, την ΚΑΠ και τις αναθεωρήσεις της και αποκάλυψε στους μικρομεσαίους αγρότες και σε όλα τα λαϊκά στρώματα το μονοπωλιακό χαρακτήρα της ΕΕ και του ΠΟΕ στην αγροτική οικονομία.
Εναντιώθηκε στις ποσοστώσεις και στα πρόστιμα συνυπευθυνότητας και πάλεψε για σύστημα τιμών και επιδοτήσεων, που να εξασφαλίζει βιώσιμο εισόδημα στους μικρομεσαίους αγρότες, αλλά και φθηνά τρόφιμα στους εργαζόμενους.
Αποκάλυψε την περιβαλλοντική υποκρισία της ΕΕ και των ελληνικών κυβερνήσεων και εναντιώθηκε σε τρόπους παραγωγής που υπονομεύουν τη δημόσια υγεία και το περιβάλλον. Είναι το μοναδικό ελληνικό κόμμα, που καταψήφισε όλους τους κανονισμούς για τα μεταλλαγμένα.
Θεωρεί τη λεγόμενη στροφή της γεωργίας στην παραγωγή ποιοτικών προϊόντων πρόσχημα, για να συγκαλυφτεί η μείωση των ρυθμών αύξησης της αγροτικής παραγωγής που επιβάλλει η ΚΑΠ και επιμένει ότι η ποιότητα και η ποσότητα δεν είναι ασύμβατες έννοιες.
Διεκδικεί την κατάργηση του ΦΠΑ στα τρόφιμα, συμμετέχει και στηρίζει το κίνημα κατά της ακρίβειας, χωρίς να καλλιεργεί αυταπάτες ότι οι βιομηχανίες και οι πολυεθνικές τροφίμων μπορούν να εξασφαλίσουν φθηνά και υγιεινά τρόφιμα στα λαϊκά στρώματα.
Είναι αντίθετο στις νέες αντεργατικές εργασιακές σχέσεις και διεκδικεί μόνιμη και σταθερή δουλειά για όλους τους εργαζόμενους, μείωση του εργάσιμου χρόνου και των ορίων συνταξιοδότησης και ουσιαστικές αυξήσεις στις αποδοχές και συντάξεις, επειδή αποτελούν προϋποθέσεις και για τη διατροφική βελτίωση των λαϊκών στρωμάτων.
Είπε όχι στα βιοκαύσιμα από ενεργειακές καλλιέργειες, επειδή δε συμβάλλουν στην αναβάθμιση του περιβάλλοντος, αλλά αυξάνουν τις τιμές των τροφίμων και καταδικάζουν στον υποσιτισμό τα λαϊκά στρώματα.
Αντιστάθηκε στην πολιτική χρεοκοπίας και περιθωριοποίησης των αγροτικών συνεταιρισμών και την πώλησή τους στο ιδιωτικό κεφάλαιο και διεκδικεί εκδημοκρατισμό και στήριξη των συνεταιρισμών από το κράτος, για να λειτουργήσουν σα μηχανισμοί αντίστασης στους εμποροβιομήχανους.
Διεκδικεί μαζί με άλλους φορείς και κοινωνικές οργανώσεις στελέχωση των ελεγκτικών μηχανισμών και εξασφάλιση σύγχρονων υποδομών για να κάνουν περισσότερους και ουσιαστικότερους ελέγχους. Ταυτόχρονα όμως, αποκαλύπτει σε όλα τα λαϊκά στρώματα ότι όσο το κέρδος αποτελεί βασικό κριτήριο παραγωγής των αγροτικών προϊόντων και τροφίμων, το διατροφικό πρόβλημα θα οξύνεται, η δημόσια υγεία θα υπονομεύεται, το περιβάλλον θα υποβαθμίζεται και οι οποιοιδήποτε έλεγχοι θα έχουν περιορισμένα αποτελέσματα, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις θα λειτουργούν σαν άλλοθι για να συνεχίζεται η ίδια κατάσταση.
Ολες οι πλευρές του διατροφικού προβλήματος δείχνουν ότι είναι ένα ταξικό - πολιτικό πρόβλημα, που αφορά πρώτα και κύρια την εργατική τάξη, τους μικρομεσαίους αγρότες και όλα τα λαϊκά στρώματα.
Γι' αυτό οι αγώνες τους για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος πρέπει να είναι συντονισμένοι και να φθάνουν μέχρι την αιτία του. Δηλαδή, να συνδέονται με το ζήτημα της πολιτικής εξουσίας».
Το κείμενο είναι η ομιλία στην εκδήλωση που διοργάνωσε η ΚΟΑ του ΚΚΕ με θέμα: «Η πρόταση του ΚΚΕ για το πρόβλημα της διατροφής και τις λαϊκές ανάγκες»
Του
Γιάννη ΣΦΥΡΗ*
*Ο Γιάννης Σφυρής ειναι υπεύθυνος του Αγροτικού Τμήματος της ΚΕ του ΚΚΕ
Γιάννη ΣΦΥΡΗ*
*Ο Γιάννης Σφυρής ειναι υπεύθυνος του Αγροτικού Τμήματος της ΚΕ του ΚΚΕ
ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
25/7/2008
-- Τα τρόφιμα δεν μπορεί να είναι εμπορεύματα και αντικείμενο κερδοσκοπίας
11/7/2008
-- Ταξικό - πολιτικό το διατροφικό πρόβλημα
29/5/2008
-- Η κερδοφορία καταδικάζει τους λαούς σε πείνα
29/5/2008
-- Η πρόταση του Κόμματος
4/5/2008
-- Σχετικά με τη λεγόμενη διατροφική κρίση
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου