17 Ιαν 2012


Το 5ο Συνέδριο του ΚΚΕ
Παράρτημα της ΚΟΜΕΠ με τις αποφάσεις του 5ου Συνεδρίου του ΚΚΕ
Το 5ο Συνέδριο του ΚΚΕ συνήλθε το Μάη του 1934, κάτι περισσότερο από 5 χρόνια μετά τη σύγκληση του 4ου Συνεδρίου που είχε ολοκληρώσει τις εργασίες του το Δεκέμβρη του 1928. Το Συνέδριο συνήλθε στην Αθήνα σ' ένα παράνομο σπίτι στους Αμπελόκηπους. Μετά το τέλος των εργασιών του και αφού πέρασαν 15 μέρες, που ήταν το όριο ασφαλείας για να έχουν γυρίσει όλοι οι αντιπρόσωποι στις οργανώσεις τους, ανακοινώθηκε ότι συνήλθε στη Χαλκίδα. Το Κόμμα βρισκόταν σε κατάσταση μισοπαρανομίας κι όφειλε να παίρνει όλα τα μέτρα για την προστασία, από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους, των μελών, των στελεχών του, της ίδιας της λειτουργίας του. «Οι εισηγήσεις - γράφει ο Δ. Λιβιεράτος- δημοσιεύθηκαν στην "Κομμουνιστική Επιθεώρηση" και το "Ριζοσπάστη" σαν κανονικά άρθρα, για να μην δώσουν υποψίες ότι πρόκειται να γίνει συνέδριο. Ελαβαν μέρος περί τους 30 αντιπροσώπους από όλη την Ελλάδα». Σύμφωνα με ανακοίνωση της ΚΕ του Κόμματος2, στο συνέδριο πήραν μέρος όλες οι οργανώσεις του Κόμματος εκτός από εκείνη της Ηπείρου, της οποίας άργησε ο αντιπρόσωπος να φτάσει. Επίσης οι αντιπρόσωποι της Θεσσαλίας και της Κρήτης παρακολούθησαν τις εργασίες με συμβουλευτική ψήφο, επειδή δεν έγιναν οι συνδιασκέψεις των οργανώσεών τους ούτως ώστε να γίνει κανονική εκλογή αντιπροσώπων. Σύμφωνα με την ίδια ανακοίνωση στο συνέδριο παραβρέθηκαν αντιπροσωπείες της Κομμουνιστικής Διεθνούς, της ΟΚΝΕ (Ομοσπονδία Κομμουνιστικών Νεολαιών Ελλάδος) και του Πολιτικού Γραφείου της ΚΕ του ΚΚΕ, που καθορίστηκε με απόφαση της 7ης Ολομέλειας που συνήλθε λίγο πριν από το συνέδριο. «Στο συνέδριο επεκράτησε πλέρια μπολσεβίκικη ενότητα», αναφέρει η ανακοίνωση της ΚΕ. Πώς όμως έφτασε το Κόμμα έως αυτό το σημείο, όταν λίγα χρόνια πριν οι εσωκομματικές συγκρούσεις σφράγιζαν κάθε βήμα του; Στο ερώτημα αυτό θα απαντήσουμε μέσα από μια όσο το δυνατόν σύντομη και περιεκτική παράθεση των ιστορικών γεγονότων.
Μετά το 4ο Συνέδριο - Η εσωκομματική κρίση 1929-1931
Καπνεργατική συνδιάσκεψη Σερρών - Δράμας -Καβάλας 1934
Με το 4ο Συνέδριό του το ΚΚΕ όχι μόνο δεν κατάφερε να θέσει τέρμα στην εσωκομματική του κρίση, αλλά αντίθετα δοκίμασε αυτή την κρίση, που το μάστιζε χρόνια, σε ένα νέο επίπεδο, με μεγαλύτερη ένταση και σε μεγαλύτερη έκταση απ' ό,τι πριν. Στην πραγματικότητα το Κόμμα έφτασε στα όρια της διάλυσης, παρά το γεγονός ότι οι αντικειμενικές συνθήκες υπογράμμιζαν παντοιοτρόπως την αναγκαιότητα ύπαρξής του. Για το ζήτημα της κρίσης του Κόμματος ο Ν. Ζαχαριάδης γράφει3: «Με την ίδρυσή του το ΚΚΕ μπαίνει σε μια βαθιά και μακρόχρονη εσωτερική κρίση, που για αιτία έχει τούτη τη βασική αντίθεση... που χαρακτηρίζει και αντανακλά σε ολόκληρο το λαϊκό επαναστατικό κίνημα: ενώ αντικειμενικά η κατάσταση το καλεί να οργανώσει και καθοδηγήσει τον εργαζόμενο λαό, στη λαοκρατική δημοκρατική μεταβολή που είναι ώριμη, υποκειμενικά το Κόμμα δεν μπορεί να συλλάβει το νόημα της εποχής του, να δώσει το νεοελληνικό μπολσεβίκικο πρόγραμμα της μεταβολής αυτής, να τοποθετηθεί σωστά στο πεδίο των πολιτικών, κοινωνικών συγκρούσεων της περιόδου αυτής. Αναμασά και μεταφέρνει απ' έξω γενικές αφηρημένες, δογματικές θέσεις και διαπιστώσεις, χρησιμοποιεί έτσι είτε αλλιώς αφηρημένη επαναστατική φρασεολογία, δεν μπορεί όμως μέσα από τη νεοελληνική κοινωνική ζωή και πραγματικότητα να χαράξει το νεοελληνικό μπολσεβίκικο δρόμο εξέλιξης. Αυτό το γεγονός το κρατά ουσιαστικά μακριά από τη ζωντανή δημιουργική πολιτική δράση, από τις πολιτικές ανάγκες και ζυμώσεις της στιγμής. Το Κόμμα παλεύει ακούραστα και αποτελεσματικά για την οργάνωση και τις οικονομικές διεκδικήσεις των εργαζομένων, κατά πρώτο λόγο της εργατικής τάξης. Ομως δεν έχει καθημερινή νεοελληνική επαναστατική πολιτική. Δεν ανταποκρίνεται στις πολιτικές απαιτήσεις που κάθε στιγμή προβάλλουν τα γεγονότα, η γοργή εξέλιξη και κίνηση της εποχής, οι μάζες. Δεν μπορεί να δώσει μαρξιστικά - λενινιστικά τη θεωρητική προγραμματική σύνθεση της τότε νεοελληνικής πραγματικότητας, να φωτίσει το δρόμο της ανέλιξης και έτσι να συνενώσει και να κατευθύνει πολιτικά τον τεράστιο λαϊκό επαναστατικό οργασμό προς τη λαοκρατική δημοκρατική μεταβολή που είναι τότε το ώριμο και πραγματοποιήσιμο καθήκον». Η νέα φάση της κρίσης του ΚΚΕ μετά το 4ο Συνέδριό του αφορά το διάστημα 1929-1931 κι έχει μείνει γνωστή στην κομματική φιλολογία ως «φραξιονιστική πάλη δίχως αρχές» ανάμεσα σε δύο κύριες ομάδες της ηγεσίας του Κόμματος: Την ομάδα των Χαϊτά - Ευτυχιάδη και την ομάδα των Θέου - Σιάντου - Πυλιώτη - Αλέξη. Δίπλα στις δύο αυτές ομάδες κι ενάντιά τους υπήρχε και μία τρίτη των Κ. Καραγιώργη, Αγι Βλάχου και Θέμελη. Η ομάδα αυτή επιδίωκε την παρέμβαση της Κομμουνιστικής Διεθνούς για την έξοδο του Κόμματος από την κρίση. Λόγω έλλειψης χώρου δε θα αναφερθούμε αναλυτικά στις θέσεις που υποστήριξε η κάθε μία από αυτές τις ομάδες. Θα δώσουμε μόνο το στίγμα των δύο βασικών ομάδων και ορισμένα ενδιαφέροντα στοιχεία της όλης κατάστασης που είχε δημιουργηθεί στο Κόμμα τότε. Αναφορικά με τις θέσεις της κάθε ομάδας, στην ιστορική Εκκληση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς (Νοέμβρης του 1931) με την οποία μπήκε τέρμα σ' αυτή την κατάσταση, τονιζόταν: «Αν και στη βάση της φραξιονιστικής πάλης στους κόλπους του Κόμματος υπήρξαν μερικές πολιτικές διαφωνίες μέσα στη διοίκηση του Κόμματος, ο χαρακτήρας της πάλης αυτής προέκυψε από μία εις το έπακρον μεγαλοποίηση αυτών των διαφορών γνωμών και σε πολλές περιπτώσεις από προσωπικά ελατήρια άνευ αρχών. Στο μέτρο που πολιτικές διαφορές χώριζαν τις δύο ομάδες της διοίκησης του Κόμματος (των Χαϊτά - Ευτυχιάδη και των Θέου - Σιάντου - Πυλιώτη - Αλέξη), οι πλατφόρμες των δύο αυτών ομάδων αντιπροσώπευαν ένα μίγμα δεξιών και "αριστερών" παρεκκλίσεων από την μπολσεβίκικη τακτική στην πάλη των τάξεων. Πρακτικά, το γεγονός αυτό βρήκε την έκφρασή του στη διεύθυνση των οικονομικών αγώνων, στην προπαρασκευή της γενικής απεργίας, καθώς επίσης και στη διεύθυνση της όλης εσωτερικής οργανωτικής και μαζικής δουλιάς του Κόμματος»4. Για την κρίση του Κόμματος στην περίοδο 1929- 1931 ο Ν. Ζαχαριάδης στις «Θέσεις για την ιστορία του ΚΚΕ» γράφει5: «Η τελευταία δίχως αρχές φραξιονιστική πάλη (1929- 31) που στην οργάνωση της πήρε μέρος και ο ταξικός εχθρός, χτύπησε το Κόμμα πιο πολύ απ' όλες». Πρόκειται για μια διαπίστωση που ισχύει απόλυτα και ως προς τα δύο σκέλη της: Και ως προς τις επιπτώσεις που είχε στο ΚΚΕ και ως προς την ανάμειξη του ταξικού εχθρού σ' αυτή. Ως προς τις επιπτώσεις στο Κόμμα αξίζει να αναφερθούν τα εξής: Το 1930 το ΚΚΕ έφτασε να αριθμεί μόλις 1.500 μέλη κι αυτά κυρίως στην επαρχία. Στην Αθήνα τα μέλη ήταν μόνο 170 και στον Πειραιά, το μεγαλύτερο εργατικό κέντρο της χώρας, μόνο 70. Σημαντικά μειώθηκε και ο αριθμός των αναγνωστών του «Ριζοσπάστη», που από τις 3.000 που ήταν το 1929, έπεσε στους 1.666 το 19306. Αναφορικά με την εμπλοκή του ταξικού εχθρού στην εσωκομματική πάλη αξίζει να σταθούμε στα όσα γράφει ο, κατά τη μετεμφυλιακή περίοδο, καθηγητής του αντικομμουνισμού στις σχολές της Αστυνομίας, της Χωροφυλακής, της ΚΥΠ και του Στρατού Αθανάσιος Παυλόπουλος7. «Κατά την περίοδον του φραξιονισμού - γράφει ο Παυλόπουλος8- αι υπηρεσίαι Εθνικής Ασφαλείας του Κράτους επέδειξαν αντικομμουνιστικήν δραστηριότητα, επωφεληθείσαι της ενδοκομματικής πάλης του ΚΚΕ και της αντιθέσεως μεταξύ τούτου και των αντιπάλων κομμουνιστικών οργανώσεων του λικβινταριστικού Σπάρτακου του Π. Πουλιόπουλου και του αρχειομαρξισμού. Ολως εξαιρετική υπήρξεν η δραστηριότης κατά την περίοδον ταύτην του επί κεφαλής της αντικομμουνιστικής ομάδος της Υποδιευθύνσεως Γενικής Ασφαλείας Αθηνών Αξιωματικού της Αστυνομίας Πόλεων Νικολάου Λαμπρινοπούλου. Ούτως εξεμεταλλεύθη πρώτον τας αντιθέσεις μεταξύ των τριών αντιπάλων παρατάξεων εντός του ΚΚΕ και τας αντιθέσεις μεταξύ τούτων και των αντιπάλων κομμουνιστικών οργανώσεων εν Ελλάδι, ιδία δε τας μεταξύ του ΚΚΕ και του αρχειομαρξισμού. Ο Ν. Λαμπρινόπουλος ότε μεν συνελάμβανε και εξετόπιζεν στελέχη της μιας παρατάξεως διά να την εξασθενίση και ενισχύση τας υπολοίπους, ότε δε συνελάμβανε τα στελέχη των υπέρ το δέον ενισχυθεισών παρατάξεων και απελευθέρωνε στελέχη της άλλης». Η εμπλοκή του ταξικού εχθρού στην εσωκομματική πάλη είχε πάρει τέτοιες διαστάσεις που γινόταν πλέον αντιληπτή διά γυμνού οφθαλμού. Ετσι δεν είναι καθόλου παράξενο που η Κομμουνιστική Διεθνής στην περίφημη έκκλησή της σημειώνει ότι «το φραξιονιστικό πνεύμα εξασθένησε τη θέληση μερικών στοιχείων του Κόμματος, υπέσκαψε την πειθαρχία και συντέλεσε στη δημιουργία καθεστώτος κάτω απ' το οποίο η εσωτερική ζωή του Κόμματος κατέστη κτήμα του ταξικού εχθρού»9. Η εσωκομματική κρίση τερματίστηκε με την παρέμβαση της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Συγκεκριμένα, στις 24 Φλεβάρη του 1931 δημοσιεύτηκε στο «Ριζοσπάστη» γράμμα της ΚΔ προς την ΚΕ του ΚΚΕ. Μ' αυτό γινόταν πρόταση να σταματήσει κάθε συζήτηση μέσα στο ΚΚΕ, ώσπου να εξεταστεί η ουσία των διαφωνιών και να μην παρθεί ως τότε κανένα μέτρο κατά των διαφωνούντων. Το ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ δέχτηκε την πρόταση της ΚΔ. Παρ' όλα αυτά, η εσωκομματική πάλη όχι μόνο δε σταμάτησε, αλλά έφτασε στο απροχώρητο. Ετσι η Εκτελεστική Επιτροπή της ΚΔ, το Νοέμβρη του 1931, απηύθυνε Εκκληση «Προς τα μέλη του ΚΚΕ», με την οποία, αφού ανέλυε τις αιτίες της εσωκομματικής κρίσης, υπέβαλε σε αυστηρή κριτική τις δύο φραξιονιστικές ομάδες και τη λαθεμένη γραμμή τους, καλούσε όλα τα μέλη του ΚΚΕ να ξεκόψουν αποφασιστικά απ' αυτές, να αποκαταστήσουν αμέσως την ενότητα του Κόμματος στη βάση των αρχών του μαρξισμού -λενινισμού και να μπουν επικεφαλής των αγώνων του λαού10. Ταυτόχρονα με πρότασή της ορίστηκε νέο Πολιτικό Γραφείο από τους Νίκο Ζαχαριάδη, Γραμματέα και μέλη τους Γιάννη Ιωαννίδη, Στέλιο Σκλάβαινα, Γιάννη Μιχαηλίδη, Βασίλη Νεφελούδη, Γιώργο Κωνσταντινίδη (Ασημίδη) και Λεωνίδα Στρίγκο. Ο μέσος όρος ηλικίας της νέας καθοδήγησης δεν ξεπερνούσε τα 27 χρόνια.
Η παγκόσμια οικονομική κρίση 1929 - 1933 και η Ελλάδα
Το φύλλο της 28/5/1932 του «Νέου Ριζοσπάστη»
Η περίοδος ανάμεσα στο 4ο και στο 5ο Συνέδριο του ΚΚΕ δεν έχει μόνο την εσωκομματική πλευρά. Είναι μια περίοδος που σφραγίζεται από το τέλος της μερικής σταθεροποίησης του καπιταλισμού και το ξέσπασμα μιας νέας κρίσης που συγκλονίζει το σύστημα σε παγκόσμια κλίμακα. Σημαντική, αλλά και ταυτόχρονα ενδεικτική, είναι η εικόνα που παρουσιάζουν στο διάστημα της κρίσης τα τέσσερα μεγάλα ιμπεριαλιστικά κράτη, όσον αφορά στους τομείς της παραγωγής και της απασχόλησης. Ο δείκτης της βιομηχανικής παραγωγής (1929 = 100) ήταν το 1932 στην Αγγλία -83, στη Γαλλία -72, στις ΗΠΑ -54 και στη Γερμανία -53. Το 1938 στη Γαλλία ανέβηκε μόνο στο 76 και στις ΗΠΑ έως το 72. Η ανεργία τραντάζει όλες τις κεφαλαιοκρατικές χώρες και παίρνει καταστροφικές διαστάσεις. Το 1932 στην Αγγλία υπήρχαν 3,5 εκατομμύρια άνεργοι, στη Γερμανία 8 εκατομμύρια και στις ΗΠΑ 17 περίπου εκατομμύρια11. Μέσα σ' αυτές τις συνθήκες οι αστικές τάξεις σκληραίνουν τη στάση τους απέναντι στο προλεταριάτο με την τρομοκρατία και την ανοιχτή υποστήριξη του Φασισμού μέσω του οποίου επιδιώκουν την ενίσχυση της θέσης τους. Ταυτόχρονα, το κυνηγητό των εξοπλισμών παίρνει νέες διαστάσεις, ενώ η οικονομία στρατιωτικοποιείται. Η στρατιωτικοποίηση της οικονομίας είναι ιδιαίτερα εμφανής ως τάση για την αντιμετώπιση της κρίσης στη Γερμανία και την Ιαπωνία και υποδηλώνει ότι το θέμα του ξαναμοιράσματος του κόσμου μπαίνει επί τάπητος. Η κρίση, όπως ήταν αναμενόμενο, δεν άφησε άθικτη την Ελλάδα. Αγκάλιασε όλους τους τομείς της οικονομίας και έπληξε σοβαρά όλες τις τάξεις και τα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Σημειώθηκε ραγδαία πτώση των χρηματιστικών αξιών. Σε σύγκριση με το 1928, η βιομηχανική παραγωγή μειώθηκε το 1930 κατά 7,2% και το 1931 κατά 14,8%12. Η αξία της αγροτικής παραγωγής, από 11 δισ. δραχμές το 1929, έφτασε στα 5 δισ. το 1931. Οι εξαγωγές της σταφίδας και του καπνού μειώθηκαν κατά 30%. Οι άνεργοι από 30 χιλ. το 1929, έφτασαν τις 200 χιλ. το 1931. Ο τιμάριθμος ανέβηκε στα δύο χρόνια κατά 20% και η αμοιβή της εργασίας έχασε περίπου το 30% της αγοραστικής της αξίας. Το εθνικό εισόδημα, από 640 εκατ. δολάρια το 1929, έπεσε σε 330 εκατ. δολ. το 1932. Η φορολογική επιβάρυνση του λαού έφτασε στο πενταπλάσιο το 1931 σε σχέση με το 192813. Εξαιρετικά βαριές ήταν οι συνέπειες της κρίσης για την αγροτιά που αποτελούσε το 67% του πληθυσμού της χώρας. Τα συνολικά χρέη των αγροτών έφτασαν το 1932 στα 13 δισεκατομμύρια δραχμές, ποσό που ξεπερνούσε κατά πολύ τα ετήσια έσοδά τους. Η πληρωμή των χρεών και των φόρων απαιτούσε κάθε χρόνο τα 2/3 του ακαθάριστου αγροτικού εισοδήματος14. Μεγάλωσε ο αριθμός των άνεργων εργατών γης. Η κρίση επιδείνωσε σοβαρά και την κατάσταση των μεσαίων στρωμάτων της πόλης. Εξαιτίας της μείωσης της αγοραστικής ικανότητας του πληθυσμού και του συναγωνισμού του μεγάλου βιομηχανικού και εμπορικού κεφαλαίου, των υψηλών φόρων και των υπερβολικών τόκων, οι βιοτέχνες, οι μικροεπαγγελματίες και οι μικρέμποροι οδηγούνταν στη χρεοκοπία. Μόνο στην Αθήνα, το πρώτο εξάμηνο του 1932, χρεοκόπησαν 250 μικρές επιχειρήσεις. Χαρακτηριστικό της επίδρασης που είχε η κρίση στην Ελλάδα είναι το γεγονός ότι το 1932 η χώρα κήρυξε πτώχευση, αδυνατώντας να αντεπεξέλθει στις οικονομικές της υποχρεώσεις που είχε δημιουργήσει προς το ξένο κεφάλαιο. Στο διάστημα 1922 - 1932 παρουσιάζεται στην Ελλάδα μια τεράστια εισβολή ξένων κεφαλαίων, σχεδόν διπλάσια απ' αυτή που είχαμε την εποχή του Τρικούπη. Το εξωτερικό χρέος της χώρας έφτανε τα 1.022 εκατομμύρια χρυσά φράγκα, ενώ το εσωτερικό ήταν 144 εκατομμύρια χρυσά φράγκα. Συστηματικοί δανειστές της χώρας ήταν οίκος Hambro του Λονδίνου (γνωστός από τα δάνεια της εποχής του Τρικούπη), το συγκρότημα Speyer and Co της Ν. Υόρκης και η Εθνική τράπεζα Αθηνών. Το 67,42% του εξωτερικού χρέους ήταν αγγλικά κεφάλαια, το 9,88% ήταν κεφάλαια των ΗΠΑ, το 7,52% ήταν γαλλικά κεφάλαια, το 5,40% σουηδικά, το 3,44% βελγικά, το 1,7% γερμανικά και το 1,65% ιταλικά. Επίσης, ένα ποσό 108 εκατομμυρίων δολαρίων (περίπου το 20% του συνολικού εξωτερικού χρέους) ήταν χρεόγραφα οι κάτοχοι των οποίων ζούσαν στην Ελλάδα15. Σε πολιτικό επίπεδο η κρίση 1929 - 1933 αντιδραστικοποιεί περισσότερο το αστικό καθεστώς στην Ελλάδα. Η αστική τάξη στην προσπάθειά της να διασφαλίσει την εξουσία της προβαίνει στη νομική θωράκιση του καθεστώτος της με νομικά εκτρώματα, όπως το περιβόητο Ιδιώνυμο, αλλά και με ένταση και έκταση της κρατικής καταστολής. Για του λόγου το αληθές αναφέρουμε ότι ο απολογισμός της κρατικής τρομοκρατίας στο διάστημα 1928 - 1934 έχει ως εξής: 37 δολοφονίες, 16.775 συλλήψεις, 2.825 καταδίκες, 2.824 χρόνια φυλακής, 1.320 χρόνια εξορίας, 174 εκτοπισμοί στρατιωτών στο κάτεργο του Ουλαμού Καλπακίου, 250 εξορισθέντες16. Δίπλα σε αυτή την πραγματικότητα ξετυλίγεται το κουβάρι του εκφασισμού της πολιτικής ζωής της χώρας. Επίδοξοι δικτάτορες, απόπειρες πραξικοπημάτων αλλά και ανοιχτή δράση φασιστικών οργανώσεων συνθέτουν την προετοιμασία του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου που θα 'ρθει λίγο αργότερα.
Το ΚΚΕ μετά την κρίση του - η 6η Ολομέλεια της ΚΕ του 1934
Από το «Ριζοσπάστη» της 26 Αυγούστου 1934
Μετά την παρέμβαση της Κομμουνιστικής Διεθνούς και την αλλαγή ηγεσίας, το ΚΚΕ άρχισε να βρίσκει το βηματισμό του και ν' αναπτύσσεται ραγδαία. Για παράδειγμα, ενώ το 1930 είχε μόνο 1.500 μέλη, στα τέλη του 1933 έφτασε να έχει 4.416. Επίσης, το τιράζ του «Ριζοσπάστη» ανέβηκε στις 12 χιλιάδες φύλλα. Τη στροφή που γίνεται στο Κόμμα μετά την παρέμβαση της ΚΔ είναι αδύνατο να μην την παραδεχτεί ο αντικειμενικός μελετητής. Γράφει, για παράδειγμα, ο Σπ. Λιναρδάτος17: «Οι ως το 1931 ηγεσίες του ΚΚΕ μετέφεραν δογματικά τα θεωρητικά πορίσματα και τις αποφάσεις της Κομμουνιστικής Διεθνούς, χωρίς να μελετούν και να προσαρμόζουν την πολιτική γραμμή του Κόμματος στις ιδιομορφίες που παρουσίαζε η Ελλάδα. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα το Κόμμα να απομονώνεται από τα πλατιά στρώματα του εργαζόμενου λαού. Δεν ήταν σε θέση να καθοδηγήσει τους αγώνες των εργαζομένων, ενώ στους κόλπους του ΚΚΕ είχε ξεσπάσει πάλη ανάμεσα στις διάφορες ηγετικές ομάδες. Το Νοέμβριο του 1931, ενώ η παγκόσμια οικονομική κρίση είχε φτάσει στο οξύτερο σημείο της, η Κομμουνιστική Διεθνής με έκκλησή της καθόριζε ότι ''το κόμμα έχει βασικό καθήκον την κατάκτηση της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης και την εξασφάλιση της πλέριας υποστήριξη των στρωμάτων των εργαζόμενων χωρικών''. Από τότε σημειώθηκαν σημαντικές πολιτικές και οργανωτικές επιτυχίες του ΚΚΕ».
Συμπαράσταση στους καπνεργάτες που παλεύουν για το ψωμί
Το Γενάρη του 1934 συνήλθε στην Αθήνα η 6η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ. Πρόκειται για ένα ιστορικό κομματικό Σώμα διότι εξόπλισε το Κόμμα, με υπόδειξη της Κομμουνιστικής Διεθνούς, με προγραμματικές κατευθύνσεις όχι μόνο για τον προσδιορισμό του στρατηγικού του στόχου αλλά και για τη διαμόρφωση της πολιτικής τακτικής του. Ολα τα θέματα που εξέτασε η 6η Ολομέλεια δεν είναι δυνατό να τα παρουσιάσουμε σ' αυτό το σημείωμα. Θα δώσουμε, όμως, το στίγμα των προγραμματικών επεξεργασιών της. «Η ιδιομορφία της Ελλάδας», αναφέρεται στην απόφαση της 6ης Ολομέλειας, «συνίσταται στη σημαντική της εξάρτηση από το ξένο κεφάλαιο και στη συνδεδεμένη μ' αυτή μονομερή, ασθενή ανάπτυξη της βιομηχανίας και γενικά των παραγωγικών δυνάμεων, στην ύπαρξη, παρά την εκμηδένιση των ανοιχτά φεουδαρχικών σχέσεων σε ένα μέρος της παλιάς Ελλάδας (Πελοπόννησος) μετά το διώξιμο των Τούρκων και τη μερική αγροτική μεταρρύθμιση, που έγινε μετά τον παγκόσμιο πόλεμο στις άλλες περιφέρειες - υπολειμμάτων μισοφεουδαρχικών σχέσεων που πιέζουν τη βασική μάζα της αγροτιάς και στην εθνική καταπίεση του πληθυσμού της Μακεδονίας και της Θράκης»18. Η 6η Ολομέλεια έθεσε στην πρώτη γραμμή το καθήκον της πάλης για «απελευθέρωση της χώρας από το ζυγό του ξένου κεφαλαίου και την εξάρτηση απ' τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, την ακύρωση των ξένων χρεών, τη δήμευση και εθνικοποίηση των ξένων επιχειρήσεων»19. Η 6η Ολομέλεια της ΚΕ έστρεψε επίσης την προσοχή της στην ύπαρξη εθνικών μειονοτήτων που καταπιέζονταν από την ελληνική πλουτοκρατία. Σύμφωνα με την απογραφή του 1928, οι εθνικές μειονότητες στην Ελλάδα (Σλαβομακεδόνες, Μουσουλμάνοι, Εβραίοι και Αρμένιοι) αριθμούσαν 320.575 άτομα20. Με βάση τα παραπάνω, η 6η Ολομέλεια διαπίστωσε ότι η Ελλάδα ανήκε στον τύπο εκείνων των χωρών που στο Πρόγραμμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς χαρακτηρίζονταν σαν «χώρες με μέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισμού... με σημαντικά κατάλοιπα μισοφεουδαρχικών σχέσεων στην αγροτική οικονομία, με ορισμένο μίνιμουμ υλικών προϋποθέσεων που είναι αναγκαίες για τη σοσιαλιστική ανοικοδόμηση, με όχι τελειωμένο ακόμα τον αστικοδημοκρατικό μετασχηματισμό». Ανήκε στην κατηγορία εκείνων των χωρών, για τις οποίες προβλεπόταν «πορεία λίγο ή πολύ γρήγορου περάσματος της αστικοδημοκρατικής επανάστασης σε επανάσταση σοσιαλιστική» και στις οποίες «η δικτατορία του προλεταριάτου μπορεί να μην επέλθει και αμέσως, αλλά μέσα στην πορεία του περάσματος απ' τη δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς στη σοσιαλιστική δικτατορία του προλεταριάτου»21. Κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης θα ήταν «η εργατική τάξη και οι φτωχομεσαίες μάζες της αγροτιάς στην πάλη κατά της αντεπαναστατικής μπουρζουαζίας που υποστηρίζεται απ' τους πλούσιους αγρότες»22. Ηγεμόνας της επανάστασης, πιο πρωτοποριακή, δραστήρια καθοδηγητική δύναμη θα ήταν το προλεταριάτο, το οποίο, σύμφωνα με την 6η Ολομέλεια, όφειλε να γίνει ο ηγέτης της επανάστασης, γιατί η αστική τάξη είχε αποδειχτεί ανίκανη να λύσει τα αστικοδημοκρατικά προβλήματα. Η ηγεμονία του προλεταριάτου στον αγώνα αυτό, με επικεφαλής το ΚΚΕ, αποτελούσε «την προϋπόθεση της νίκης της εργατοαγροτικής επανάστασης, αλλά και της γρήγορης μετατροπής της σε επανάσταση σοσιαλιστική»23. Αυτή ήταν η πολιτική γραμμή όπου κατέληξε το ΚΚΕ μετά από υπόδειξη της Κομμουνιστικής Διεθνούς, με την οποία πορεύτηκε στη συνέχεια για την οργάνωση του αντιφασιστικού μετώπου.
Το 5ο Συνέδριο του ΚΚΕ
Στρατιωτικές Φυλακές Λάρισας (1935)
Οπως αναφέραμε στην αρχή, το Μάρτη του 1934, περίπου 3 μήνες μετά την 6η Ολομέλεια της ΚΕ, συνήλθε στην Αθήνα το 5ο Συνέδριο του ΚΚΕ. Η προετοιμασία του Συνεδρίου και οι εργασίες του διεξήχθησαν με αυστηρή μυστικότητα για λόγους ασφάλειας. Το 5ο Συνέδριο του ΚΚΕ ενέκρινε ομόφωνα την πολιτική γραμμή και την πρακτική δουλιά της ΚΕ από την Εκκληση της ΕΕ της ΚΔ (Νοέμβρης του 1931) μέχρι τότε και επικύρωσε την απόφαση της 6ης Ολομέλειας της ΚΕ για το χαρακτήρα και τις κινητήριες δυνάμεις της επανάστασης στην Ελλάδα. Το Συνέδριο, που συνήλθε με σημαντική καθυστέρηση από το προηγούμενο, περιορίστηκε στην έγκριση των αποφάσεων της 6ης Ολομέλειας, χωρίς να συμβάλει στην παραπέρα δημιουργική επεξεργασία τους, όπως θα μπορούσε να περιμένει κανείς. Το Συνέδριο διαπίστωσε ότι «η κατάσταση στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από την παράλληλη συγκέντρωση και κινητοποίηση των δυνάμεων της επανάστασης και της αντίδρασης, του φασισμού». «Οι άρχουσες τάξεις - εκτίμησε το Συνέδριο - ολοένα και περισσότερο καταφεύγουν στο φασισμό για να στηρίξουν την κλονιζόμενη δικτατορία τους και για την εφαρμογή της πολιτικής τους, της πείνας και του πολέμου24. Γι' αυτό "ο φασισμός και ο πόλεμος γίνονται κάθε μέρα και πιο έντονη απειλή και πραγματικότητα"25». Τέλος, υπογράμμισε ότι «η οργάνωση του Ενιαίου Αντιφασιστικού Μετώπου Πάλης αποτελούσε το αποφασιστικό καθήκον της στιγμής». Το Συνέδριο διαπίστωσε ότι το βενιζελικό στρατόπεδο προετοίμασε τις δυνάμεις του για «ανοιχτή φασιστική δικτατορία»26 και ότι «ο ρεφορμισμός, παρ' όλη την εσωτερική του κρίση και διάσπαση, παρέμενε... οδοστρωτήρας του φασισμού». Στην απόφαση για το συνδικαλιστικό κίνημα, το 5ο Συνέδριο υπογράμμισε ότι η δουλιά στα συνδικάτα αποκτά αποφασιστική σπουδαιότητα και ότι, με βάση το σύνθημα «τα συνδικάτα πρέπει να μετατραπούν σε αντιφασιστικά φρούρια»27, χρειάζεται ν' αναπτυχθεί η δουλιά στα ρεφορμιστικά συνδικάτα και ιδιαίτερα στα εργοστάσια. Αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα της συνδικαλιστικής ενότητας, το Συνέδριο έριξε το σύνθημα της ενότητας μόνο από τα κάτω, πιστεύοντας ότι η διάλυση της μαζικής βάσης του ρεφορμισμού αποτελεί μοναδικό τρόπο αποκατάστασης της συνδικαλιστικής ενότητας. «Βασική μέθοδος για την κατάκτηση των εργατών αυτών - δηλαδή των ρεφορμιστικών συνδικάτων - και τη διάλυση της μαζικής βάσης του σοσιαλφασισμού», τονίζεται στην απόφαση του Συνεδρίου για τα συνδικάτα, «είναι η τακτική του ενιαίου μετώπου απ' τα κάτω, στην πάλη για τις άμεσες, τις μερικές, καθώς και τις γενικότερες απαιτήσεις της εργατικής τάξης και για την οργάνωση των εργατών μέσα στα εργοστάσια και τις επιχειρήσεις. Πάνω σ' αυτή τη βάση μόνο και σαν αποτέλεσμα μιας σωστής ενιαιομετωπικής πολιτικής, μπορεί να αποκατασταθεί η συνδικαλιστική ενότητα του εργατικού κινήματος»28. Το 5ο Συνέδριο υπογράμμισε την ιδιαίτερη σημασία που αποκτούσαν για ολόκληρο το Κόμμα η σωστή επιλογή, ανάδειξη και τοποθέτηση των στελεχών, ο καθημερινός έλεγχος της εκτέλεσης των αποφάσεων του Κόμματος απ' τα πάνω ως τα κάτω και η μαρξιστική -λενινιστική διαπαιδαγώγηση όλων των μελών και στελεχών του Κόμματος. «Χρειάζεται μια ριζική στροφή στα προβλήματα της μαρξιστικής - λενινιστικής διαπαιδαγώγησης, τόσο μέσα στο Κόμμα, όσο και στα συνδικάτα και στις πλατιές μάζες», τόνισε το Συνέδριο, «γιατί μόνο τότε το Κόμμα θα μπορέσει να αντιμετωπίσει και να λύσει σωστά τα σοβαρά ζητήματα που προκύπτουν από το τρομακτικά χαμηλό πολιτικό επίπεδο όχι μονάχα των μελών, μα και του αχτίφ του»29. Το Συνέδριο έθεσε επιτακτικά το καθήκον της βελτίωσης της εσωκομματικής και εξωκομματικής μαρξιστικής - λενινιστικής διαπαιδαγώγησης και το ανέβασμά της στο ύψος που απαιτούσε η γρήγορη ανάπτυξη του Κόμματος και του κινήματος. Το Συνέδριο εξέλεξε νέα Κεντρική Επιτροπή, η οποία, στην πρώτη Ολομέλειά της, εξέλεξε τα τακτικά και αναπληρωματικά μέλη του Πολιτικού Γραφείου. Η νέα ΚΕ αποτελέστηκε από τους Στέργιο Αναστασιάδη, Βασίλη Βερβέρη, Νίκο Ζαχαριάδη, Γιάννη Ζέβγο, Γιάννη Ιωαννίδη, Γιάννη Μιχαηλίδη, Βασίλη Νεφελούδη, Δημήτρη Παρτσαλίδη, Μιλτιάδη Πορφυρογένη, Πέτρο Ρούσο, Γιώργη Σιάντο, Μιχάλη Σινάκο, Γρηγόρη Σκαφίδα, Στυλιανό Σκλάβαινα, Λεωνίδα Στρίγκο και Μιχάλη Τυρίμο. Στο Πολιτικό Γραφείο εκλέχτηκαν οι Ν. Ζαχαριάδης, Β. Νεφελούδης, Στ. Σκλάβαινας, Γ. Μιχαηλίδης, Γ. Ιωαννίδης και Δ. Παρτσαλίδης. Αναπληρωματικά μέλη ο Γ. Σιάντος και ο Μ. Σινάκος30.
Φασίστες και χαφιέδες βανδάλισαν τα γραφεία του «Ριζοσπάστη» (16 Νοέμβρη 1934)
1. Δ. Λιβιεράτου: «Κοινωνικοί αγώνες στην Ελλάδα 1932 - 1936», Εναλλακτικές εκδόσεις, σελ. 151
2. «Αποφάσεις του 5ου Συνεδρίου του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδας», Μάρτης 1934, Παράρτημα «Κομμουνιστικής Επιθεώρησης», σελ. 1-2
3. Ν. Ζαχαριάδη: «Θέσεις για την ιστορία του ΚΚΕ», στον τόμο «Ν. Ζαχαριάδη: "Συλλογή Εργων"», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, 1953, σελ. 23-24
4. «Το ΚΚΕ - Επίσημα κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος τρίτος, σελ. 297
5. «Ν. Ζαχαριάδη: "Συλλογή Εργων"», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, 1953, σελ. 27
6. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 221
7. Αθανάσιος Παυλόπουλος είναι το μετεμφυλιακό όνομα που έδωσαν οι αρχές στο μεγαλοχαφιέ στις τάξεις του ΚΚΕ Θανάση Λυκογιάννη
8. Γενικό Επιτελείο Στρατού - Σχολή Γενικής Μορφώσεως: «Ιστορία του Κομμουνισμού Εν Ελλάδι», Υπό Αθανασίου Παυλοπούλου. Εξετυπώθη υπό Γεωγραφικής Υπηρεσίας Στρατού, Γενάρης 1967, σελ. 16
9. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος τρίτος, σελ. 305
10. Ολόκληρη η Εκκλησης της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομ. Διεθνούς: «Το ΚΚΕ - Επίσημα κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος τρίτος, σελ. 294-306
11. «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 1ος, σελ. 14
12. Δημήτρης Σάρλης: «Η πολιτική του ΚΚΕ στον αγώνα κατά του μοναρχοφασισμού», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 12
13. Γιώργης Δ. Κατσούλης, «Ιστορία του ΚΚΕ», εκδόσεις «Λιβάνης», τόμος Γ, 1927-1933, σελ. 140
14. Δημήτρης Σάρλης: «Η πολιτική του ΚΚΕ στον αγώνα κατά του μοναρχοφασισμού», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 17
15. Ιστορία Ελληνικού Εθνους, «Εκδοτική Αθηνών», τόμος ΙΕ, σελ. 335-338
16. Κ. Μοσκώφ: «Εισαγωγή στην Ιστορία του κινήματος της Εργατικής τάξης», εκδόσεις «Καστανιώτης», σελ. 444
17. Σπ. Λιναρδάτου: «Πώς εφτάσαμε στην 4η Αυγούστου», εκδόσεις «Θεμέλιο» 1965, σελ. 151-152
18. «Το ΚΚΕ - Επίσημα κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος τέταρτος, 1934-1940, σελ. 19
19. «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος τέταρτος, σελ 24
20. Από τα 320.575 άτομα, ποσοστό 5,1% του συνόλου του πληθυσμού της χώρας, οι Σλαβομακεδόνες ήταν 98.759 άτομα, οι Μουσουλμάνοι 86.506, οι Εβραίοι 63.200, οι Αρμένιοι 33.634, οι Κουτσόβλαχοι 19.703 και οι Αρβανίτες 18.773 (ΚΟΜΕΠ, 1935, τεύχος 16, σελ. 740)
21. «Το ΚΚΕ - Επίσημα κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος τέταρτος, σελ. 19
22. Στο ίδιο, σελ. 25
23. Στο ίδιο, σελ. 26
24. Στο ίδιο, σελ. 40
25. Στο ίδιο, σελ. 45
26. Στο ίδιο, σελ. 43
27. Στο ίδιο, σελ. 64
28. Στο ίδιο, σελ. 69
29. Στο ίδιο, σελ. 59
30. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 265.


Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ