16 Αυγ 2012

Σχετικά με το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων


Σχετικά με το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων
Eurokinissi
Από χρονική άποψη, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων είναι το νεότερο από τα τέσσερα Πατριαρχεία της Ανατολής (Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Κωνσταντινουπόλεως, Ιεροσολύμων). Ιδρύθηκε το 451, ακριβώς μετά τη Δ' Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας που συγκλήθηκε από τη σύμπραξη της τότε άρχουσας τάξης, της συγκλητικής αριστοκρατίας με την τότε αυτοκρατορική αρχή (αυτοκράτορας Μαρκιανός, 450-457) και με τον Πάπα Ρώμης (πάπας Λέων Α', 440-461) με σκοπό την καταδίκη του Μονοφυσιτισμού ως αίρεσης. Ως κύριο φορέα του ο Μονοφυσιτισμός είχε τις μεγάλες λαϊκές μάζες και τους μοναχούς των ανατολικών επαρχιών (Αίγυπτος, Συρία, Παλαιστίνη) που, όσο περνούσε ο καιρός, έβλεπαν την κοινωνική και οικονομική τους κατάσταση να χειροτερεύει συνεχώς, χωρίς η χριστιανική εδώ και πολλά χρόνια διακυβέρνηση της αυτοκρατορίας, που κατά τα άλλα έμενε η ίδια όπως παλιά, να βελτιώνει την τύχη τους στο παραμικρό. Ολες εξάλλου οι αιρέσεις είχαν λίγο ή πολύ αιτία τους το γεγονός ότι το κράτος είχε υιοθετήσει το Χριστιανισμό χωρίς να μεταβληθεί κάτι από την προηγούμενη κοινωνικά άδικη τάξη πραγμάτων. Ενα από τα πρώτα πράγματα που φρόντισε να ρυθμίσει η Δ' Οικουμενική Σύνοδος της Χαλκηδόνας το 451, ήταν να υπαγάγει τους μοναχούς στη δικαιοδοσία των επισκόπων που αποτελούσαν ήδη ένα νέο είδος άρχουσας τάξης, τώρα χριστιανικής, παράλληλα με την παλιά συγκλητική ειδωλολατρίζουσα κοσμική αριστοκρατία.
Ο επίσκοπος Ιεροσολύμων Ιουβενάλιος που υπαγόταν ακόμα στο Πατριαρχείο Αντιοχείας, υποστήριζε πριν από το 451 το Μονοφυσιτισμό που κυριαρχούσε στο ποίμνιό του, αλλά το έτος 451 ο συνασπισμός της άρχουσας τάξης που συγκάλεσε τη Σύνοδο της Χαλκηδόνας φαίνεται ότι του υποσχέθηκε την προαγωγή της επισκοπής του σε Πατριαρχείο αν αποκήρυσσε το Μονοφυσιτισμό και προσχωρούσε στην Ορθοδοξία που θα εγκαθίδρυε η νέα αυτή Σύνοδος. Αυτό συνέβη λοιπόν και είναι χαρακτηριστικό, ότι η ίδρυση του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων συμπίπτει χρονικά με την απεμπόληση από την εκκλησιαστική ηγεσία του πρώτου πατριάρχη Ιουβενάλιου των πόθων και των αιτημάτων των πληθυσμών της Ανατολής.
Αν όμως αυτή η συνεχώς ανερχόμενη νέα άρχουσα τάξη των επισκόπων συνθηκολογούσε μπροστά στην παλιά άρχουσα τάξη, δε συνέβαινε το ίδιο και με το λαό: η λαϊκή αντίδραση στα Ιεροσόλυμα και στις γύρω περιοχές ήταν τόσο έντονη, που ο πατριάρχης Ιουβενάλιος αναγκάστηκε να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη και ο στρατιωτικός διοικητής Παλαιστίνης δούκας Δωρόθεος πήρε τη διαταγή να καταστείλει την εξέγερση με τη βία. Από τότε αρχίζουν οι μαζικές σφαγές μονοφυσιτών «αιρετικών» μοναχών από το χριστιανικότατο στρατό της αυτοκρατορίας που θα παίρνουν μεγάλη έκταση όταν οι αυτοκράτορες είναι πειθήνια όργανα της συγκλήτου και φανατικά ορθόδοξοι, όπως π.χ. οι αυτοκράτορες Λέων Α' (457-474) και Ιουστίνος Α'(518-527). Χωρίς υπερβολή, θα μπορούσε να υποστηριχτεί, ότι η εμμονή της άρχουσας τάξης της αυτοκρατορίας στην Ορθοδοξία της Χαλκηδόνας αποξένωσε οριστικά τους πληθυσμούς όλων των ανατολικών επαρχιών, όχι μόνο από την αυτοκρατορία, από την οποία επιθυμούσαν να αποσχιστούν, αλλά και από την ελληνορωμαϊκή πολιτιστική κληρονομιά. Οταν, τον έβδομο αιώνα πια, η ακατάσχετη αραβική προέλαση εκτόπισε τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία από τις ανατολικές της επαρχίες, το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων παραδόθηκε ομαλά το 638 (πατριάρχης Σωφρόνιος, χαλίφης Ομαρ ιμπν Χατάμπ 634-644) και απέκτησε έτσι όλα τα προνόμια που οι μουσουλμάνοι απονέμουν από τότε στους αλλόθρησκους που υποτάσσονται εθελοντικά, ενώ ο όποιος πληθυσμός των «αιρετικών» αυτών περιοχών που δεν εξισλαμίστηκε αλλά παρέμεινε χριστιανικός, παρέμεινε ταυτόχρονα και αιρετικός. Από τότε και ως τις μέρες μας χρονολογείται η παραδοσιακή αραβοφιλία του ορθόδοξου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, εφόσον η Ορθόδοξη Εκκλησία αισθάνεται πάντα την ανάγκη να είναι προσκολλημένη σε μια ισχυρή κρατική εξουσία. Είναι χαρακτηριστικό, ότι από το 1099 έως το 1187 που τα Ιεροσόλυμα κατέχονται από τους χριστιανούς σταυροφόρους και όχι από τους αλλόθρησκους Αραβες, οι ορθόδοξοι πατριάρχες Ιεροσολύμων διαμένουν μόνιμα στην Κωνσταντινούπολη και επιστρέφουν και πάλι στα Ιεροσόλυμα όταν αυτά ανακαταλαμβάνονται από τους Αραβες. Ακόμα και σήμερα, το ποίμνιο του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων (δηλαδή οι ορθόδοξοι, αραβόφωνοι της Ιορδανίας στην τεράστια πλειοψηφία τους) είναι σχετικά πολύ μικρό, ίσως ακόμα μικρότερο και από 200.000 ψυχές και, με δοσμένες τις αντικειμενικές αυτές συνθήκες, είναι να απορεί κανείς, ποιας εμβέλειας μπορεί να είναι, τι είδους μέλλον μπορεί να έχει το εθνικό έργο που αποδίδεται, από τους Ελληνες κληρικόφρονες στο Πατριαρχείο αυτό.
Οι αντικειμενικές συνθήκες δεν μπορούν εύκολα να αμφισβητηθούν. Η παραδοσιακή αραβοφιλία και η στήριξη του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων από και στις αραβικές κεντρικές εξουσίες, ιδιαίτερα στο βασίλειο της Ιορδανίας, βρέθηκαν μπροστά σε ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο που λέγεται Ισραηλινή κατοχή από το 1967 και εξής και, κατ' επέκταση, μπροστά στην προώθηση των αμερικανικών συμφερόντων και βλέψεων στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής. Καθώς, όπως η Ορθόδοξη Εκκλησία συνηθίζει να προσκολλάται πάντα σε μια ισχυρή κοσμική εξουσία σύμφωνα με την ιστορικά επιβεβαιωμένη τακτική της (βλ. Βυζάντιο, Οθωμανική Αυτοκρατορία, τσαρική Ρωσία αλλά και σύγχρονη Ελλάδα), δεν αποκλείεται κάποιοι παράγοντες να σκέφθηκαν ότι, τώρα, χρειάζονται κάποιες μεταβολές σε μια αραβόφιλη παράδοση που ισχύει από το 638. Ετσι, η είδηση ότι η Εκκλησία της Ελλάδας, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, αλλά και άλλοι παράγοντες, ήταν απόλυτα σύμφωνοι για την εκλογή του κ. Ειρηναίου ως πατριάρχη Ιεροσολύμων (φαίνεται μάλιστα ότι την υποβοήθησαν) ακολουθήθηκε από την επόμενη είδηση, ότι ο νέος πατριάρχης πούλησε παλαιστινιακή γη στους Ισραηλινούς και ότι, οι Αραβες γενικά, αγανάκτησαν από την πράξη αυτή και ζητούν την παραίτηση του κ. Ειρηναίου τόσο έντονα, ώστε ακόμα και η ελληνική κυβέρνηση να αναγκαστεί να προβεί μετά τη γενική κατακραυγή σε σχετικές υποδείξεις προς την κατεύθυνση της παραίτησής του.
Το συμπέρασμα όμως από όλες αυτές τις όχι και τόσο γνωστές ιστορικές αναμφισβήτητες αλήθειες, είναι ότι οι εργαζόμενοι στην Ελλάδα και αλλού, ορθόδοξοι, μουσουλμάνοι, άθεοι και άλλοι, δεν έχουν το παραμικρό συμφέρον ή ενδιαφέρον να ασχοληθούν, πολύ περισσότερο να πάρουν μέρος σε σκοτεινής προέλευσης διαμάχες, όπου το αντικείμενο της αμφισβήτησης είναι το αν ένας πάμπλουτος θρησκευτικός θεσμός ή φορέας θα αλλάξει ή όχι προσανατολισμό, προς τον τάδε ή το δείνα κοσμικό «εγγυητή». Την ώρα που ο διεθνής ιμπεριαλισμός σπρώχνει την ήδη μεγάλη παγκόσμια κοινωνική ανισότητα προς τον εργασιακό μεσαίωνα και τον πόλεμο, το μέτωπο των εργαζομένων πρέπει να είναι αταλάντευτα στραμμένο προς τον αγώνα για την κοινωνική τους απελευθέρωση, για το άλμα της ανθρώπινης κοινωνίας από το βασίλειο της ανάγκης στο βασίλειο της ελευθερίας που έχει σαν βασική του προϋπόθεση το τέλος της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο.

Του
Τηλέμαχου ΛΟΥΓΓΗ*
* Ο Τηλέμαχος Λουγγής είναι πρόεδρος του ΚΜΕ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ