Η σκοπιμότητα της αταξικής προβολής της «παγκοσμιοποίησης»
Είναι δυνατό οι υποστηριχτές της λεγόμενης «παγκοσμιοποίησης», είτε αυτοί που είναι υπέρμαχοι του νεοφιλελεύθερου μονόδρομου, είτε αυτοί που προβάλλουν μια διαφορετική διαχείρισή της να την ανακάλυψαν ξαφνικά; Γιατί η σκόπιμη αποστασιοποίηση τους από τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής και της σχέσης τους με την ένταση της διεθνοποίησης του κεφαλαίου, για να παρουσιάσουν την παγκόσμια αγορά ή την αλληλοδιαπλοκή κρατικών καπιταλιστικών οικονομιών, άρα και τις διακρατικές ρυθμίσεις ως κάτι το νέο και την «παγκοσμιοποίηση» ως ουδέτερη διαδικασία, αποσιωπά, αν δε διαστρεβλώνει, την ίδια την ιστορία της κοινωνικοοικονομικής εξέλιξης. Και προσπαθεί να «πατήσει», βεβαίως, πάνω στην άγνοια όσων τμημάτων της εργατικής τάξης και των άλλων λαϊκών στρωμάτων έχουν τέτοια ιστορική άγνοια, αλλά αυτό καθόλου δεν προσιδιάζει σε ανθρώπους που δουλεύουν με εργαλείο την επιστήμη. Αλλά, εδώ δεν πρόκειται για τέτοιους, αλλά για απολογητές του καπιταλισμού. Και γι' αυτούς και το σκοπό που υπηρετούν όλα είναι δυνατά.
Ποια είναι η πραγματικότητα; Αυτά που δήθεν ανακαλύπτουν οι διάφοροι αστοί οικονομολόγοι, δημοσιολόγοι, πολιτικοί κλπ., για να χαρακτηρίσουν τη σύγχρονη καπιταλιστική εποχή ως «παγκοσμιοποίηση» και μάλιστα ως αντικειμενική και ταξικά ουδέτερη διαδικασία, τα αναφέρουν οι Μαρξ - Ενγκελς από την εποχή που έγραψαν το «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», (1847). Γράφουν λοιπόν: «Με την εκμετάλλευση της παγκόσμιας αγοράς, η αστική τάξη διαμορφώνει κοσμοπολιτικά την παραγωγή και την κατανάλωση όλων των χωρών. Προς μεγάλη λύπη των αντιδραστικών αφαίρεσε το εθνικό έδαφος κάτω από τα πόδια της βιομηχανίας. Εκμηδενίστηκαν κι εξακολουθούν καθημερινά να εκμηδενίζονται οι παμπάλαιες εθνικές βιομηχανίες. Εκτοπίζονται από νέες βιομηχανίες που η εισαγωγή τους γίνεται ζωτικό ζήτημα για όλα τα πολιτισμένα έθνη, από βιομηχανίες που δεν επεξεργάζονται πια ντόπιες πρώτες ύλες που βρίσκονται στις πιο απομακρυσμένες ζώνες και που τα προϊόντα τους δεν καταναλώνονται μονάχα στην ίδια τη χώρα, αλλά ταυτόχρονα σε όλα τα μέρη του κόσμου. Στη θέση των παλιών αναγκών, που ικανοποιούνταν από τα εθνικά προϊόντα, μπαίνουν καινούριες ανάγκες, που για να ικανοποιηθούν απαιτούν προϊόντα των πιο απομακρυσμένων χωρών και κλιμάτων. Στη θέση της παλιάς τοπικής και εθνικής αυτάρκειας και αποκλειστικότητας, μπαίνει μια ολόπλευρη συναλλαγή, μια ολόπλευρη αλληλεξάρτηση των εθνών. Κι αυτό που γίνεται στην υλική παραγωγή γίνεται και στην πνευματική παραγωγή. Τα πνευματικά προϊόντα των ξεχωριστών εθνών γίνονται κοινό χτήμα. Η εθνική μονομέρεια και ο εθνικός περιορισμός γίνονται όλο και πιο αδύνατα και από τις πολλές εθνικές και τοπικές φιλολογίες διαμορφώνεται μια παγκόσμια φιλολογία» «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» Μαρξ - Ενγκελς «Διαλεχτά Εργα» τ.1 σελ.24.
Τα παραπάνω χαρακτηριστικά εντείνονται πολύ περισσότερο και αποκτούν πολλαπλασιαστικό χαρακτήρα, με το πέρασμα του καπιταλισμού στο ανώτατο στάδιό του τον ιμπεριαλισμό, τη σύμφυση του τραπεζικού κεφαλαίου με το βιομηχανικό, την κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου, τη διαπλοκή κεφαλαίων διαφορετικών εθνικοκρατικών προελεύσεων, και τη διεθνική δράση του κεφαλαίου.
Ταυτόχρονα, ο χαρακτηρισμός αυτών των εξελίξεων ως ουδέτερη ταξικά διαδικασία, η οποία, επειδή προέκυψε, απαιτεί και διαχείριση ωφέλιμη για όλους, δηλαδή για όλες τις κοινωνικές τάξεις και στρώματα, είναι άλλη μια σκόπιμη συγκάλυψη της σχέσης της οικονομίας με την πολιτική και τα ταξικά συμφέροντα που απορρέουν από τις σχέσεις παραγωγής, σε τελευταία ανάλυση από την καπιταλιστική ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, την καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της παραγωγικής διαδικασίας. Επιδιώκεται, μέσω ενός καταιγισμού ιδεολογημάτων, η επίδραση στις συνειδήσεις της εργατικής τάξης και των συμμάχων της, να αποδεχτούν και την οικονομία γενικά, και την ανάπτυξή της ως ουδέτερης, αταξικής, άρα και υπόθεσης όλων των κοινωνικών τάξεων και στρωμάτων. Γι' αυτό μιλούν για «εθνική οικονομία», ή «παγκοσμιοποίηση των εθνικών οικονομιών». Αλλά η οικονομία είναι καπιταλιστική και η «εθνική» και η λεγόμενη παγκοσμιοποιημένη. Οπως και η πολιτική ως συμπυκνωμένη έκφραση της οικονομίας, υπηρετεί την καπιταλιστική οικονομία. Υπηρετεί τους καπιταλιστές, που παράγουν για το κέρδος, το οποίο πρέπει να πραγματοποιείται ολοένα και πιο αυξημένο, για να αυξάνει το κεφάλαιο. Επομένως, η πολιτική που εφαρμόζεται, οι διακρατικές και κρατικές ρυθμίσεις, δεν ωφελούν ολόκληρη την κοινωνία, όπως η προπαγάνδα τους προβάλλει, αλλά το κεφάλαιο.
Γνωρίζουν, επίσης, πολύ καλά οι θιασώτες του καπιταλισμού, ότι χωρίς την εργατική δύναμη οι ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής δεν έχουν κεφάλαιο, το οποίο μπορεί να λειτουργεί και να δρα μόνο όταν συνενώνεται με την εργατική δύναμη. Αρα, δεν μπορεί να υπάρξει και καπιταλιστική παραγωγή και ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας. Εδώ, βεβαίως, μετρούν την οικονομία και την ανάπτυξη με τα κέρδη και τη μεγέθυνση του κεφαλαίου. Αλλά, χωρίς την ολοένα αυξανόμενη απόσπαση υπεραξίας από την εργατική δύναμη δεν μπορεί να υπάρξει τέτοιο αποτέλεσμα. Είναι προϋπόθεση. Η άλλη, βεβαίως, προϋπόθεση είναι η δυνατότητα πραγματοποίησης της υπεραξίας, των κερδών. Αλλά γι' αυτό πρέπει να υπάρχουν προϋποθέσεις πραγματοποίησης των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών. Αλλά εδώ υπάρχει ένα πρόβλημα ενδογενές του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, είναι σύμφυτο μ' αυτόν, αποτελεί εσωτερική του αντίφαση. Που δεν είναι άλλο από τη βασική οικονομική αντίθεση ανάμεσα στην κοινωνικοποίηση της παραγωγής και την ατομική, (καπιταλιστική), ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της. Με ακόμα πιο απλά λόγια το γεγονός ότι, για να παραχθεί ένα προϊόν που προορίζεται ως εμπόρευμα στην αγορά, χρειάζεται τη συμμετοχή πολλών ανθρώπων και διαφορετικών ειδικοτήτων, ενώ το αποτέλεσμα όλης αυτής της εργασίας το καρπώνεται μόνο ο καπιταλιστής.
Χωρίς αυτή την αντίθεση δεν υπάρχει καπιταλισμός και λόγω αυτής της αντίθεσης εμφανίζει κάθε τόσο τις κυκλικές κρίσεις. Ο κάθε ξεχωριστός καπιταλιστής επιδιώκει φυσιολογικά το μέγιστο κέρδος και όλοι μαζί δημιουργούν κρίσεις υπερπαραγωγής. `Η έχουν υπερσυσσωρευμένο κεφάλαιο, το οποίο πρέπει να επενδύεται για να είναι κεφάλαιο, αλλά επειδή δεν μπορεί να αποδώσει κέρδη, δεν επενδύεται. Υπάρχει δηλαδή κρίση υπερσυσσώρευσης, που η βάση της βρίσκεται στην ίδια αντίθεση.
Τα πράγματα δυσκόλεψαν, για το σύστημα, ακόμα πιο πολύ, όταν η κοινωνικοποίηση της παραγωγής έγινε διεθνοποιημένη, ιδιαίτερα με το πέρασμα του καπιταλισμού στο μονοπωλιακό του στάδιο. Αν ο ανταγωνισμός ανάμεσα στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις υπήρχε την περίοδο του προμονοπωλιακού σταδίου και μάλιστα λειτουργούσε ως μοχλός ανάπτυξής του, (αυτό βεβαίως δεν αποσοβεί τις κυκλικές κρίσεις), στο ανώτατο στάδιο, στον ιμπεριαλισμό, αυτός ο ανταγωνισμός γίνεται οξύτατος και ας υπάρχουν συμφωνίες, συγχωνεύσεις, εξαγορές, άλλωστε και αυτές λόγω ανταγωνισμού γίνονται. Δεν είναι τυχαίο ότι οι θιασώτες της «παγκοσμιοποίησης» τη συνδέουν με τον ανταγωνισμό.
Τώρα, το κεφάλαιο συγκεντρώνεται με πιο γοργούς ρυθμούς, αλλά οξύνει στο έπακρο και τη βασική οικονομική αντίθεσή του και όλες τις αντιθέσεις του. Που βρίσκουν έκφραση και σε ανταγωνισμούς ανάμεσα σε κράτη ή ομάδες κρατών, δηλαδή ανταγωνισμοί σε διεθνές επίπεδο. Αυτό οδηγεί στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους. Ο καπιταλισμός, βεβαίως, διαβλέπει μέσα από την όξυνση των ανταγωνισμών και τη δυνατότητα καταστροφής του. Αλλωστε, οι κυκλικές κρίσεις καταστρέφουν παραγωγικές δυνάμεις, (κλείσιμο επιχειρήσεων, όξυνση της ανεργίας κλπ.), για να επανέλθει σε ανάκαμψη, με τα τμήματα εκείνα του κεφαλαίου που έχουν τις λιγότερες απώλειες. Η μεγέθυνση των διαστάσεων του κεφαλαίου, των διαφορετικών καπιταλιστών, είναι όρος για να αντεπεξέρχονται στον ανταγωνισμό, αλλά και στις συνέπειες της κρίσης. Η μεγάλη ένταση των ανταγωνισμών στο ιμπεριαλιστικό στάδιο του καπιταλισμού, οδήγησε στις κρατικές ρυθμίσεις, (είναι μέσο για τη σωτηρία του συστήματος).
Επειδή, όμως, η κοινωνικοποίηση έπαιρνε όλο και πιο πολύ διεθνείς διαστάσεις, επιστρατεύτηκαν όλο και περισσότερο οι διεθνείς κρατικές, ή διακρατικές ρυθμίσεις, (για τη σωτηρία επίσης του παγκόσμιου καπιταλισμού). Στην αρχή δειλά, μετά, με τη μεγαλύτερη ανάπτυξη των μονοπωλίων, όλο και πιο εντατικά και σχεδιασμένα. Αρχής γενομένης από την ίδρυση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Διεθνούς Τράπεζας, αλλά και των κάθε λογής περιφερειακών καπιταλιστικών σχηματισμών, όπως η ΕΟΚ που σήμερα μετεξελίχθηκε σε Ευρωπαϊκή Ενωση. Αλλωστε, είχαν την πείρα της Οχτωβριανής Επανάστασης, αλλά και των σοσιαλιστικών επαναστάσεων μετά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Επομένως, ο φόβος των αναπόφευκτων γενικευμένων κρίσεων, η αξιοποίησή τους από το εργατικό κίνημα στην κατεύθυνση της σοσιαλιστικής επανάστασης, απαιτεί αντιμετώπιση. Και εδώ επιδιώκεται η χειραγώγηση των λαϊκών συνειδήσεων, για να μην αφυπνιστούν κάτω και από την όξυνση των αντιθέσεων του καπιταλισμού, που αναπόφευκτα οξύνει και τις ταξικές αντιθέσεις, αλλά και για να μην αναπτύσσεται η ταξική πάλη, να ενσωματώνεται το εργατικό κίνημα στο σύστημα. Ετσι χρησιμοποιείται και η λεγόμενη παγκοσμιοποίηση και τα ιδεολογήματα των αστών θεωρητικών και πολιτικών γύρω απ' αυτήν. Ανάλογα, επίσης, προπαγανδίζονται οι πολιτικές διαχείρισής της σε κρατικό και διακρατικό επίπεδο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου