Το 3ο Τακτικό Συνέδριο του ΚΚΕ
Στον πρόλογο της έκδοσης των αποφάσεων του Τρίτου Συνεδρίου (έκδοση του «Ριζοσπάστη» το 1927) δίνεται το στίγμα της πορείας του Κόμματος μέχρι εκείνη τη στιγμή, ως εξής2: «Το γ' τακτικό συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ελλάδος, οι αποφάσεις του οποίου δημοσιεύονται στην μπροσούρα αυτή, δεν είναι το τρίτο κατά σειρά συνέδριο του κόμματός μας. Από το 1920, εποχή που συνήλθε το δεύτερο τακτικό συνέδριο ως τα σήμερα, έχουν παρεμβληθεί τρία έκτακτα συνέδρια - συνδιασκέψεις και ένα Εθνικό Συμβούλιο. Ο λόγος ήτανε οι ανώμαλες, πολιτικοοικονομικές καταστάσεις της χώρας, το έκτακτο και το επείγον των αναγκών του κινήματος και οι εσωκομματικές συνθήκες. Εκτός όμως απ' αυτά και μια εσφαλμένη αντίληψη ως προς το ότι το γ' τακτικό συνέδριο του Κόμματος θα έπρεπε να είναι ένα εντελώς '' αλλιώτικο συνέδριο''. Γι' αυτό και η ονομασία του συνεδρίου του 1923 ως ''έκτακτου' '(σ.σ. πρόκειται για λάθος. Εννοεί το 3ο έκτακτο του 1924), ενώ στην ουσία ήτανε τακτικό συνέδριο του Κόμματος.
Καθ' όλη αυτή την περίοδο, η ανάπτυξη του κόμματος συνεβάδιζε με επανειλημμένες κρίσεις, αλλά και με μια σταθερή τάση της πλειοψηφίας των μελών του κόμματος, τάση υπερνικήσεως των κρίσεων αυτών πάνω σε πλατφόρμα όσο το δυνατό πιο μπολσεβίκικη.
Το γ' τακτικό συνέδριο αποτέλεσε κι αυτό ένα σημείο ιστορικό υπερνικήσεως της κρίσεως του κόμματος, κρίσεως δημιουργικής. Η καταπολέμηση των δεξιών κυρίως παρεκκλίσεων και των τυχόν εξτρεμιστικών τάσεων είναι ρητή του συνεδρίου εντολή προς το κόμμα.
Οι αποφάσεις του συνεδρίου περιέχουνε ουσιώδη και διδακτικότατα σημεία για την κατανόηση των κινδύνων αυτών. Ας κατηγορούν το Κόμμα και ας το συκοφαντούν απ' το εχθρικό στρατόπεδο της μπουρζουαζίας και των οργάνων της μέσα στους εργάτες. Η αναμφισβήτητος αλήθεια είναι ότι υπήρξε και είναι το μόνο κόμμα του ελληνικού προλεταριάτου που εγγυάται την οριστική του απελευθέρωση».
Η μερική σταθεροποίηση του καπιταλισμού στην Ελλάδα
Στην ιστορία του καπιταλισμού στον 20ό αιώνα, η περίοδος από το 1924 και έως το ξέσπασμα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 1929, εκτιμήθηκε τότε ως περίοδος μερικής και φυσικά προσωρινής σταθεροποίησης. Στην Ελλάδα, η περίοδος αυτή συντελέστηκε πιο αργά και με εντονότερη αστάθεια στις κοινωνικοπολιτικές - οικονομικές σχέσεις, εξαιτίας της κρίσης στην οποία έμπασε τη χώρα η μικρασιατική εκστρατεία και καταστροφή. Στην οικονομία της Ελλάδας δυνάμωσε στα χρόνια αυτά η τοποθέτηση ξένων κεφαλαίων, κυρίως, με τη μορφή δανείων προς το Δημόσιο, που έφταναν τα 907.800.000 χρυσά φράγκα. Αυτά προέρχονταν από την Αγγλία (48%), από τις ΗΠΑ (προσφυγικό δάνειο 31%), από το Βέλγιο (δάνειο ύδρευσης 12%), από τη Σουηδία (δάνειο σιδηροδρόμων 6%), από τη Γαλλία, την Ολλανδία και την Ελβετία (παραγωγικό δάνειο 3%).
Από τα εξωτερικά δάνεια η επιβάρυνση του κάθε Ελληνα έφτασε στα 80 δολάρια. Πλησίασε δηλαδή το ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα (90 δολάρια). Με τα δάνεια αυτά, διείσδυσε ακόμα περισσότερο στην ελληνική οικονομία το ξένο κεφάλαιο, κυρίως, το αγγλοαμερικανικό, με τις εταιρίες «Πάουερ», «Ούλεν», «Χάμπρο», «Φαουντέσιον» και «Σέλεκμαν», που ανέλαβαν διάφορα έργα συγκοινωνίας, ύδρευσης, αποξήρανσης κλπ.
Οι κυβερνήσεις εκείνης της περιόδου, στην προσπάθειά τους να ισοσκελίσουν το έλλειμμα και να εξασφαλίσουν την εξυπηρέτηση των εξωτερικών δανείων, αύξησαν σημαντικά τη φορολογία σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων.
Οι συνέπειες σε βάρος της αγροτιάς, που τότε αποτελούσε το 61,1 % του ενεργού πληθυσμού της χώρας, εκδηλώθηκαν με σημαντική μείωση των εισοδημάτων της. Το 66% από το συνολικό ποσό των άμεσων φόρων βάρυνε την αγροτιά, το 30,5% τους εργάτες και επαγγελματίες και μόνο το 3,5% τους εμποροβιομήχανους4.
Η αγροτική μεταρρύθμιση του 1923 - 1927, που έγινε μόνο στο 1/3 της συνολικής για απαλλοτρίωση έκτασης, δεν εξάλειψε τη μεγάλη αστοτσιφλικάδικη ιδιοκτησία (τσιφλικάδικη στη μορφή, αστική στην ουσία) και δεν εκμηδένισε τα κατάλοιπα των μισοφεουδαρχικών σχέσεων στο χωριό. Επιπλέον, οι αγρότες φορτώθηκαν τα δυσβάσταχτα χρέη για την εξαγορά των απαλλοτριωμένων γαιών. Με την αγροτική μεταρρύθμιση που, κάτω από την πίεση των αγώνων της αγροτιάς, αναγκάστηκαν να κάνουν οι διάφορες κυβερνήσεις, απαλλοτριώθηκαν συνολικά 20.500.000 στρέμματα, μοιράστηκαν σε 247.000 οικογένειες ντόπιων ακτημόνων και προσφύγων.
Ο αντιλαϊκός χαρακτήρας των πολιτικών που ακολουθήθηκαν στο πλαίσιο της μερικής καπιταλιστικής σταθεροποίησης στη χώρα είχε ως αποτέλεσμα την έκρηξη μεγάλων λαϊκών αγώνων. Οι εργαζόμενοι (εργάτες, υπάλληλοι, αγρότες, βιοτέχνες και επαγγελματίες) αψήφησαν την άγρια τρομοκρατία που είχε εξαπολυθεί και οργάνωσαν και πραγματοποίησαν πανελλαδικές κλαδικές απεργίες, διαδηλώσεις και συλλαλητήρια με οικονομικά, κυρίως, αιτήματα. Επίσης, με επικεφαλής τις ενώσεις των παλαιών πολεμιστών, τις οποίες καθοδηγούσε το ΚΚΕ, αναπτύχθηκε, το δεύτερο δεκαήμερο του Γενάρη 1925, ένα πλατύ μαχητικό αγροτικό κίνημα για τη διανομή της γης. Οι αγρότες προχώρησαν στις 21 του Γενάρη 1925 στην κατάληψη των τσιφλικιών και μοναστηριακών κτημάτων στα χωριά Καζακλάρ (Αμπελώνας), Καρατζόλι (Αργυροπούλι) της Θεσσαλίας και στο Στεβενίκο της Βοιωτίας. Οι μαχητικές εκδηλώσεις των αγροτών κορυφώθηκαν με την κατάληψη μοναστηριακών κτημάτων στο Καστράκι της Καλαμπάκας και τη μεγάλη αγροτική κινητοποίηση στα Τρίκαλα, όπου στις 2 του Φλεβάρη 1925, με την καθοδήγηση του ΚΚΕ, της Ενωσης Παλαιών Πολεμιστών και του Εργατικού Κέντρου της πόλης, ξέσπασε το μαζικότερο μεταπολεμικό συλλαλητήριο για την απαλλοτρίωση και διανομή της γης και την ικανοποίηση των άμεσων λαϊκών αιτημάτων. Το συλλαλητήριο πήρε μορφή αγροτικής εξέγερσης. Χωροφυλακή και στρατιωτικό απόσπασμα του 50ού Συντάγματος Πεζικού Τρικάλων χτύπησαν στο ψαχνό. Ο λαός αγριεμένος αντεπιτέθηκε και κατέλαβε τη Νομαρχία. Σκοτώθηκαν 6 διαδηλωτές και τραυματίστηκαν πολλοί6. Το ΚΚΕ, με ανακοίνωση της Εκτελεστικής Επιτροπής του, κατάγγειλε τα τρομοκρατικά μέτρα και τάχθηκε στο πλευρό της αγροτιάς, δηλώνοντας ότι είναι νόμιμο το δικαίωμα των ακτημόνων και των φτωχών αγροτών να καταλάβουν τα τσιφλίκια.
Στις 14 του ίδιου μήνα κήρυξαν απεργία οι τροχιοδρομικοί και οι ηλεκτροτεχνίτες της Αθήνας, ενώ στις 18 η Ομοσπονδία Επαγγελματιών και ο Εμπορικός Σύλλογος Αθήνας αποφάσισαν το κλείσιμο των καταστημάτων, σε ένδειξη διαμαρτυρίας κατά του νέου ενοικιοστασίου. Σε γενική απεργία κατέβηκαν και οι τυπογράφοι, που πέτυχαν αύξηση στα μεροκάματά τους, ύστερα από 10ήμερο αγώνα.
Για να αποκεφαλίσει τους αγώνες των εργατών και της αγροτιάς, η κυβέρνηση Μιχαλακοπούλου εξαπέλυσε κύμα διωγμών κατά του ΚΚΕ, της ΓΣΕΕ και της Ομοσπονδίας Παλαιών Πολεμιστών. Εκανε μαζικές συλλήψεις στελεχών και μελών του Κόμματος, της ΟΚΝΕ, καθώς και των εργατικών οργανώσεων.
Η δικτατορία του Πάγκαλου
Κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 25ης Ιουνίου του 1925 εκδηλώθηκε στρατιωτικό κίνημα υπό τον βενιζελικό στρατηγό Θεόδωρο Πάγκαλο και το Ναύαρχο Χατζηκυριάκο. Το κίνημα κατάφερε να επικρατήσει σχετικά εύκολα γιατί αυτό ήθελε η κυρίαρχη τάξη.
Το απόγευμα της 26ης Ιουνίου η κυβέρνηση Πάγκαλου έδωσε τον καθιερωμένο όρκο και πήρε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή στις 30 Ιουνίου του 1925 με 185 ψήφους υπέρ, 14 κατά και 9 λευκά. Κοινοβουλευτική κάλυψη της έδωσαν οι πολιτικές ομάδες του Παπαναστασίου, του Κονδύλη, του Γονατά και του Τσιριμώκου. Καταψήφισε ο Θ. Σοφούλης, ενώ ο Καφαντάρης με τον Μιχαλακόπουλο προτίμησαν την αποχή7. Στις 30 Σεπτέμβρη του 1925 ο Πάγκαλος διέλυσε την Εθνοσυνέλευση, με το αιτιολογικό ότι έχασε την εμπιστοσύνη του έθνους και δεν αντιπροσώπευε πια τη θέληση του ελληνικού λαού. Λίγο αργότερα, στις 4 Γενάρη του 1926, ανακηρύχθηκε δικτάτορας της χώρας και στις 19 Απρίλη του ιδίου έτους κατέλαβε τη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, αφού προηγουμένως είχε παραιτηθεί απ' αυτή ο ναύαρχος Κουντουριώτης8.
Αυτά έγραφε ο Πάγκαλος. Αλλά το ΚΚΕ πολύ έγκαιρα είχε δει και πολύ γρήγορα είχε προειδοποιήσει για τον κίνδυνο ενός στρατιωτικού πραξικοπήματος στο οποίο θα ηγείτο ο Θ. Πάγκαλος ή η άλλη όψη του ιδίου νομίσματος, δηλαδή, ο Κονδύλης. Συγκεκριμένα, το Φλεβάρη του 1925 η Εκτελεστική Επιτροπή του κόμματος, με ανακοίνωσή της για την πολιτική κατάσταση στη χώρα, υπογράμμιζε ότι το αστικό καθεστώς αντιμετώπιζε μια βαθιά πολιτική, οικονομική και κοινωνική κρίση που υποχρέωνε την κυρίαρχη τάξη να προετοιμάσει το έδαφος για την επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας. Για το λόγο αυτό το ΚΚΕ καλούσε τους εργάτες, τους αγρότες, τους πρόσφυγες, τους στρατιώτες και τους ναύτες «ν' αγωνιστούν με όλα τα μέσα εναντίον κάθε πραξικοπηματικής απόπειρας που θα επιχειρήσει η μπουρζουαζία, με τον σκοπό να εγκαθιδρύσει τη φασιστική δικτατορία του Κονδύλη - Πάγκαλου»10.
Δεν υπήρχε συνεπώς κανείς που να μη γνώριζε για το επικείμενο στρατιωτικό κίνημα. Και επικράτησε, παρά το γεγονός ότι δεν είχε τέτοια δυνατότητα. «Αν οι ηγέται της κυβερνητικής παρατάξεως - γράφει ο Γρ. Δαφνής11 - διέθετον ψυχήν, το κίνημα θα καταστέλλετο αμέσως». Στην πραγματικότητα, αν υπήρχε πρόθεση από την κυβέρνηση να εμποδιστεί το κίνημα, θα μπορούσε να μην είχε καν εκδηλωθεί. Το παγκαλικό κίνημα, σύμφωνα με τον στρατηγό Αλ. Μαζαράκη, «επεκράτησεν απροσδοκήτως». Και τούτο «χάρις εις την ατολμίαν της κυβερνήσεως, υποσκαπτομένης όμως και υπό άλλων πολιτικών ελπιζόντων ότι διά του κινήματος τούτου θα ανέλθουν αυτοί εις την αρχήν»12. Ο στρατηγός και παλιός υπουργός Λ. Σπαής στα δικά του απομνημονεύματα είναι περισσότερο σαφής: «Ο Πάγκαλος - γράφει13 - σχεδόν εξ υφαρπαγής κατέλαβε την αρχή, ανατρέψας τον Μιχαλακόπουλον. Η επιτυχία του ωφείλετο κυρίως εις την ασυμφωνία των πολιτικών αρχηγών Μιχαλακοπούλου, Καφαντάρη, Παπαναστασίου, Κονδύλη, Μυλωνά κ.λ.π. και εν μέρει εις την ανοχήν του Παπαναστασίου, ο οποίος επιπολαίως επίστευε ότι ήταν δυνατόν ο Πάγκαλος, μετά από μερικές ημέρες, να αναθέση εις αυτόν την πρωθυπουργίαν».
Χωρίς αμφιβολία, το δρόμο στην παγκαλική δικτατορία τον άνοιξε σύσσωμος, σχεδόν, ο αστικός πολιτικός κόσμος της εποχής, γιατί αυτή ήταν η απαίτηση των συμφερόντων της κυρίαρχης τάξης. Κι όπως πολύ εύστοχα σημειώνει ο Σ. Μάξιμος14, «από την άποψη της κοινωνικής πάλης των τάξεων η παγκαλική δικτατορία ήτανε η συνέχεια της πολιτικής των φιλελεύθερων, η προέκτασή της με μέσα βίαια, δικτατορικά. Η ίδια η κεφαλαιοκρατική πολιτική που προσέτρεξε στη δικτατορία για να σωθή και να καταβάλη τη λαϊκή αντίδραση. Ητανε η δικτατορία μιας και της ίδιας τάξεως, που χρησιμοποίησε την ένοπλη βία εναντίον του κοινοβουλίου, που αντικατέστησε τη μία μορφή κυριαρχίας με την άλλη».
Η παγκαλική δικτατορία, το εργατικό - λαϊκό κίνημα και το ΚΚΕ
Από τις πρώτες μέρες της η παγκαλική δικτατορία έδειξε απροσχημάτιστα το αντιλαϊκό της πρόσωπο, θέτοντας στο στόχαστρο το ΚΚΕ και το εργατικό κίνημα. Στις 13 Ιουλίου του 1925, δημοσιεύτηκε το νομοθετικό διάταγμα «περί τροποποιήσεως, συμπληρώσεως και κωδικοποιήσεως των περί κατοχυρώσεως του δημοκρατικού πολιτεύματος διατάξεων». Επρόκειτο για ένα διάταγμα που χρησιμοποιήθηκε κυρίως για τη δίωξη των κομμουνιστών, με αποτέλεσμα τον Αύγουστο του 1925 να οργανωθούν τρεις δίκες στις οποίες σύρθηκαν ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ και, φυσικά, η κομματική εφημερίδα «Ριζοσπάστης». Η κυκλοφορία του «Ριζοσπάστη» απαγορεύτηκε για ένα εξάμηνο, ενώ βαριές ποινές φυλάκισης επιβλήθηκαν στους Πουλιόπουλο, Μάξιμο και Φίτσο15. Στην πραγματικότητα, βέβαια, το Κόμμα τέθηκε ουσιαστικά εκτός νόμου και πέρασε στην παρανομία, ενώ πέραν του «Ρ» απαγορεύτηκε η κυκλοφορία της «Κομμουνιστικής Επιθεώρησης» και του δημοσιογραφικού οργάνου της ΟΚΝΕ «Νεολαία». Ακόμη, με ωμή παρέμβαση στο εργατικό κίνημα η παγκαλική δικτατορία ανέτρεψε το συσχετισμό στο 3ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ (Μάρτης 1926) και αφού συνέλαβε 110 αριστερούς συνέδρους, παρέδωσε τη διοίκηση της οργάνωσης στους ρεφορμιστές16. Η δικτατορία βεβαίως εδίωξε και αστικά ΜΜΕ, όπως και αστικό πολιτικό κόσμο. Ομως δεν ήταν αυτοί ο κύριος στόχος της.
«Το φάσμα του "ερυθρού κινδύνου" - γράφει ο Ν. Αλιβιζάτος17 - ανάχθηκε σε πρωταρχικό σύνθημα από τη δικτατορία του στρατηγού Πάγκαλου, η οποία αφού έθεσε εκτός νόμου το Κομμουνιστικό Κόμμα, ίδρυσε το πρώτο ειδικευμένο για τον αντικομμουνιστικό αγώνα τμήμα της ελληνικής αστυνομίας, που ονόμασε "Υπηρεσία Ειδικής Ασφαλείας"».
Η παγκαλική δικτατορία έφτασε στο τέλος του βίου της με τον ίδιο τρόπο που εγκαθιδρύθηκε, αφού ανατράπηκε πραξικοπηματικά, στις 22 Αυγούστου του 1926, από στρατιωτικό κίνημα υπό τον στρατηγό Κονδύλη. Εντούτοις τα πράγματα δεν άλλαξαν και πολύ για το λαϊκό κίνημα στη μετά Πάγκαλο εποχή. Σ' αυτή την εποχή, πέραν των άλλων, το ΚΚΕ είχε να αντιμετωπίσει και μια βαθιά εσωκομματική κρίση.
Η κρίση του Κόμματος
Η κρίση που εκδηλώνεται στο ΚΚΕ μπροστά στο 3ο Τακτικό Συνέδριό του έχει μείνει στην ιστορία ως πάλη κατά του λικβινταρισμού, ως πάλη δηλαδή ενάντια σε απόψεις και πρακτικές που ωθούσουν σε διάλυση του Κόμματος. Η κρίση στο Κόμμα είχε σχέση με τη θέση του 3ου έκτακτου Συνεδρίου για ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη στο πλαίσιο μιας βαλκανικής σοσιαλιστικής ομοσπονδίας. Η σημαντικότερη όμως πλευρά της εσωκομματικής κρίσης έχει τις ρίζες της στις εξελίξεις στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα με αφετηρία το Μπολσεβίκικο κόμμα στο οποίο εκδηλώνεται η «αριστερή αντιπολίτευση» των Τρότσκι - Κάμενεφ - Ζηνόβιεφ. Οι ιδέες της «Αριστερής Αντιπολίτευσης», επέδρασαν στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα.
Κύριος εκπρόσωπος των ιδεών της «Αριστερής Αντιπολίτευσης» στο ΚΚΕ, ο πιο συνεπής κι ο πιο μαχητικός, υπήρξε ο Παντελής Πουλιόπουλος. Που αμέσως μετά την πτώση του Πάγκαλου κι ενώ το κόμμα έβγαινε από 14μηνη παρανομία, εγκατέλειψε κάθε ενεργό κομματική δράση και αποσύρθηκε στο σπίτι του στη Θήβα. Στη συνέχεια αρνήθηκε να τεθεί υποψήφιος βουλευτής στη Θεσσαλονίκη κι όταν το κόμμα επέμεινε στην υποψηφιότητά του αυτός την απέσυρε με προσωπική προσφυγή στο Πρωτοδικείο. Την περίοδο αυτή δηλώνει αδυναμία να προσφέρει στο Κόμμα, εκφράζει την άποψη ότι κάθε τίμιο στοιχείο του Κόμματος που αισθάνεται έτσι πρέπει να πράξει το ίδιο μ' αυτόν και φτάνει μέχρι του σημείου να παραιτηθεί από κομματικό μέλος, γεγονός που οδηγεί την ΚΕ, στις 17/12/1926, να τον θέσει εκτός Κόμματος και να παραπέμψει το θέμα του στο επικείμενο κομματικό συνέδριο18.
Στο συνέδριο που θα γίνει λίγους μήνες αργότερα ο Πουλιόπουλος θα έχει πλέον κατασταλάξει σε απόψεις και θέσεις που τον καθιστούν - αυτόν και τους οπαδούς του στη θέση της «αριστερής αντιπολίτευσης στο ΚΚΕ».
Το Τρίτο Τακτικό Συνέδριο
Το 3ο Τακτικό Συνέδριο του ΚΚΕ, όπως αναφέραμε στην αρχή, συνήλθε το Μάρτη του 1927. Πριν από το Συνέδριο διεξήχθη από τις στήλες του «Ριζοσπάστη» έντονος, ανοιχτός προσυνεδριακός διάλογος στον οποίο πήραν μέρος όλα τα κορυφαία κομματικά στελέχη.
Τόσο από τον προσυνεδριακό διάλογο, όσο και από τη γενικότερη αντιπαράθεση μέσα στο συνέδριο, φάνηκε ότι στο Κόμμα είχαν διαμορφωθεί τρεις τάσεις - ομάδες. Η πρώτη με επικεφαλής τους Χαϊτά - Ευτυχιάδη - Ζαχαριάδη (Κόλια, Κούτβη), Σκυτάλη, Θέο, Σιάντο κλπ., που ονομάστηκε «σταλινική» από τους αντιπολιτευόμενους. Υποστήριζε όλες τις απόψεις της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Η δεύτερη ομάδα ονομάστηκε «κεντριστές» και είχε ηγέτες της τους Μάξιμο - Χαϊνόγλου - Σκλάβο. Ηθελε, να παίξει ρόλο συμφιλιωτικό ανάμεσα στις άλλες ομάδες και αρνήθηκε να ψηφίσει τα μέτρα κατά του Πουλιόπουλου, παρόλο ότι τότε δε συμφωνούσε μαζί του στις πολιτικές αντιλήψεις.
Η τρίτη ομάδα ήταν του Πουλιόπουλου και ονομάστηκαν, όπως προαναφέραμε «λικβινταριστές» δηλαδή διαλυτικοί. «Υποστήριζαν - γράφει ο Δ. Λιβιεράτος19- στο διεθνές επίπεδο την ανάγκη να γίνουν γνωστά τα ντοκουμέντα της ρωσικής αντιπολίτευσης του Τρότσκι (χωρίς ακόμα να παίρνει θέση γι' αυτά που έγραφαν) και τότε θα αποφασίσουν τα μέλη τι θα υποστηρίξουν».
Στο Συνέδριο πήραν μέρος 100 αντιπρόσωποι απ' όλες τις κομματικές οργανώσεις που τότε είχαν 2.000 μέλη20. Τις εργασίες του παρακολούθησαν αντιπροσωπεία της ΕΕ της Κομμουνιστικής Διεθνούς με επικεφαλής τον Χ. Ρέμελε καθώς και ο αντιπρόσωπος της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας Μπούγιοβιτς21. Το Συνέδριο ψήφισε: α) Θέσεις για την οικονομική και πολιτική κατάσταση της χώρας, β) Θέσεις για το συνδικαλιστικό κίνημα και γ) Απόφαση για τα οργανωτικά ζητήματα του Κόμματος.
Στις θέσεις «για την οικονομική και πολιτική κατάσταση και τα άμεσα καθήκοντα του Κόμματος», το Συνέριο εκτίμησε ότι: «Η χώρα μας απ' την άποψη της καπιταλιστικής εξέλιξης είναι καθυστερημένη. Τον σπουδαιότερο ρόλο στην εθνική οικονομία παίζουν η αγροτική οικονομία, το εμπορικό, το εφοπλιστικό και το τραπεζικό κεφάλαιο. Το βιομηχανικό κεφάλαιο βρίσκεται σε υποδεέστερη μοίρα... Η ημιαποικιακή θέση της Ελλάδας κι η υποδούλωσή της στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις έχουν σαν συνέπεια την εξάρτηση της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής της μπουρζουαζίας και των ανταγωνισμών της απ' τις δυνάμεις αυτές».22
Στο εθνικό ζήτημα το Συνέδριο επέμενε στη θέση του τρίτου Εκτακτου Συνεδρίου (1924) και χαρακτήριζε λαθεμένες τις «απόψεις των συντρόφων που πρότειναν την εγκατάλειψη του συνθήματος "Ενιαία και Ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη", στηριζόμενοι σε δευτερεύουσας σημασίας επιχειρήματα. Ωστόσο, το Συνέδριο διαπίστωσε πως: "Το λάθος του Κόμματος ύστερα απ' το Εκτακτο Συνέδριο του 1924 ήταν ότι έκανε το εθνικό ζήτημα κέντρο ουσιαστικά όλης της δράσης του." Με βάση τη διαπίστωση αυτή, τόνισε: "Στην τρέχουσα περίοδο το ΚΚΕ οφείλει να θέσει στην πρώτη γραμμή... τη συγκεκριμένη πάλη εναντίον όλων των μέτρων και των μορφών της εθνικής καταπιέσεως (φόροι, αγροτικό, γλώσσα, εποικισμός κλπ.). Η πάλη πρέπει να διεξάγεται με τον Τύπο, με την εντός και εκτός της Βουλής δράση του Κόμματος»23.
Στις θέσεις για το συνδικαλιστικό κίνημα τονίζεται η ανάγκη για ενότητα της εργατικής τάξης και για ιδεολογικό ξεσκέπασμα των ηγετών του ρεφορμισμού. Γίνεται διάκριση ανάμεσα στους ηγέτες του ρεφορμισμού και στους εργάτες που τους ακολουθούν.
Το Συνέδριο, στην ειδική απόφαση που πήρε για τα οργανωτικά ζητήματα, υποστήριζε την αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού και της πειθαρχίας. Χαρακτήριζε σαν βασικότερες αδυναμίες στον οργανωτικό τομέα την παραγνώριση της οργάνωσης, τον οργανωτικό σεχταρισμό και τον οργανωτικό μηχανικισμό και χάραξε σαν άμεσα καθήκοντα του Κόμματος: Την κινητοποίηση των μαζών ενάντια στη μοναρχική παλινόρθωση και κάθε στρατιωτικό πραξικόπημα, με αφετηρία τις άμεσες απαιτήσεις, με την ανεξάρτητη πολιτική γραμμή και σύνθημα προπαγάνδας και ζύμωσης την εργατοαγροτική κυβέρνηση. Την πάλη ενάντια στην υποδούλωση της χώρας στον ιμπεριαλισμό και συγκεκριμένα κατά του αγγλικού ιμπεριαλισμού, κατά των επικείμενων πολέμων. Να ριχτούν όλες οι δυνάμεις για τη δημιουργία και οργάνωση μπολσεβίκικου κόμματος μαζών. Να τραβηχτούν εργάτες στο Κόμμα. Να αυξηθούν τα μέλη του Κόμματος στις 5.000. Προπαρασκευή για παράνομη δράση. Ανάπτυξη της δουλιάς στα συνδικάτα και στο χωριό. 6. Προσοχή του Κόμματος στην ΟΚΝΕ κ.ά.
Το Συνέδριο χαρακτήρισε το λικβινταρισμό κύριο κίνδυνο στις γραμμές του επαναστατικού κινήματος. Καταδίκασε τη φραξιονιστική δράση των λικβινταριστών και τις ταλαντεύσεις ορισμένων καθοδηγητικών στελεχών που εκδήλωναν τάσεις «κεντριστικές». Υστερα από τις διαβεβαιώσεις της ομάδας Πουλιόπουλου ότι θα πειθαρχήσουν στο κόμμα, το Συνέδριο ανακάλεσε τη διαγραφή του Π. Πουλιόπουλου.
Τέλος το συνέδριο εξέλεξε νέα ΚΕ, καθιερώνοντας για πρώτη φορά την εκλογή ΠΓ σαν εκτελεστικού οργάνου της ΚΕ. Γραμματέας της ΚΕ εκλέχτηκε ο Ανδρόνικος Χαϊτάς. Στη νέα ΚΕ εκλέχτηκαν οι Α. Χαϊτάς, Γ. Σιάντος, Κ. Θέος, Κ. Ευτυχιάδης, Σ. Μάξιμος, Κ. Σκλάβος, Τ. Χαϊνόγλου, Ι. Τσατσάκος, Δ. Παπαρήγας, Δ. Πυλιώτης, Γ. Καραγιάννης, Β. Ασίκης, Λ. Χατζησταύρου, Γ. Παπανικολάου, Β. Νικολινάκος, Ν. Νικολαΐδης και Β. Πολυχρονάκης. Στο ΠΓ εκλέχτηκαν οι Α. Χαϊτάς, Γ. Σιάντος, Κ. Θέος, Κ. Ευτυχιάδης, Σ. Μάξιμος, Κ. Σκλάβος και Τ. Χαϊνόγλου.
Μετά το Συνέδριο επανεκδόθηκε η ΚΟΜΕΠ με τον τίτλο ΝΕΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Η ΟΚΝΕ άρχισε να εκδίδει το θεωρητικό της περιοδικό ο ΝΕΟΣ ΛΕΝΙΝΙΣΤΗΣ. Αυτά τα έντυπα μαζί με τις εφημερίδες ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ, Η ΝΕΟΛΑΙΑ κλπ. έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην άνοδο του ιδεολογικού επιπέδου του Κόμματος και της ΟΚΝΕ.
Αν και στόχος του συνεδρίου ήταν να αντιμετωπίσει την κρίση του Κόμματος, αυτή εκδηλώθηκε με μεγαλύτερη ένταση την επομένη του Συνεδρίου. Ετσι πολύ σύντομα το ΚΚΕ θα οδηγούνταν σε νέες συνεδριακές διαδικασίες.
1. Του συνεδρίου είχαν προηγηθεί δύο πραξικοπήματα με όλες τις σχετικές επιπτώσεις: η δικτατορία του Πάγκαλου και η ανατροπή της από τον Γ. Κονδύλη.
2. «Το ΚΚΕ από το 1918 έως το 1931», έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, Αθήνα 1947, τόμος β', σελ. 36.
3. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 160.
4. Στο ίδιο, σελ. 161.
5. Γιώργης Κατσούλης, «Ιστορία του ΚΚΕ», εκδόσεις «Λιβάνη» τόμος Γ΄, σελ. 17-18.
6. Δ. Λιβιεράτου: «Κοινωνικοί αγώνες στην Ελλάδα 1923- 1927», εκδόσεις ΚΟΜΜΟΥΝΑ, σελ. 122-124.
7. Γ. Ανδρικόπουλου: «Η Δημοκρατία του Μεσοπολέμου», εκδόσεις «Φυτράκης», σελ. 27.
8. Τ. Βουρνά: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1909- 1940», εκδόσεις «Τολίδη», σελ. 330-331.
9. «Ελεύθερος Τύπος» 18/6/1925 και «Αρχείον Θεόδωρου Πάγκαλου», εκδόσεις «Κέδρος» 1973, τόμος Α', σελ. 409-410.
10. «Το ΚΚΕ - επίσημα Κείμενα», εκδόσεις Σ.Ε., τόμος β', σελ. 43-47 και «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 166.
11. Γρ. Δαφνή: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», εκδόσεις «Ικαρος» 1955, τόμος Α', σελ. 280.
12. Αλέξανδρου Μαζαράκη-Αινιάνος: «Απομνημονεύματα», εκδόσεις «Ικαρος» 1948, σελ. 340.
13. Λ. Σπαή: «Πενήντα χρόνια στρατιώτης», Αθήναι 1970, σελ. 184.
14. Σεραφείμ Μάξιμου: «Κοινοβούλιο ή δικτατορία;», εκδόσεις «Στοχαστής», σελ. 113.
15. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 167-168 και Γρ. Δαφνή στο ίδιο, σελ. 292-293.
16. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 171-172.
17. Ν. Αλιβιζάτου: «Πολιτικοί Θεσμοί σε Κρίση 1922-1974», εκδόσεις «Θεμέλιο», σελ. 380-381.
18. Η αλληλογραφία του Κόμματος με τον Πουλιόπουλο δημοσιεύτηκε εκείνη την εποχή στο «Ριζοσπάστη» και αναδημοσιεύτηκε το 1947 στην έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ «Το ΚΚΕ από το 1918 έως το 1931», Αθήνα 1947, τόμος β', σελ. 25-34.
19. Δ. Λιβιεράτου: «Κοινωνικοί αγώνες στην Ελλάδα 1927- 1931», εκδόσεις ΚΟΜΜΟΥΝΑ, σελ. 41-42.
20. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις Σ.Ε., σελ. 187.
21. Αλέκος Κουτσούκαλης: «Η πρώτη δεκαετία του ΚΚΕ», εκδόσεις «Γνώση», σελ. 189.
22. Το ΚΚΕ. Επίσημα κε{ίμενα, τόμος δεύτερος, σελ. 204-207.
23. Στο ίδιο, σελ. 208-209.
Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
5/12/2004
-- Το 4o Τακτικό Συνέδριο του ΚΚΕ
21/11/2004
-- Από το ΣΕΚΕ στο ΚΚΕ
25/8/2002
-- Η ανατροπή της δικτατορίας του Πάγκαλου
30/6/2002
-- Η παγκαλική δικτατορία
17/6/2001
-- Η δικτατορία του Πάγκαλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου