Πώς η χώρα μας οδηγήθηκε στον ΔΟΕ
Οπως έχουμε προαναφέρει, η δημοσιονομική πολιτική των κυβερνήσεων Τρικούπη οδήγησε στο μεγάλο εξωτερικό δανεισμό της χώρας, στην οικονομική της χρεοκοπία και στο Διεθνή Οικονομικό της Ελεγχο από το ξένο κεφάλαιο. Ο εκσυγχρονισμός - έστω και κουτσουρεμένος - που επιχειρήθηκε εκ των πραγμάτων δεν μπορούσε να χρηματοδοτηθεί από εσωτερικούς πόρους με την οικονομική καθυστέρηση που υπήρχε. Ούτε βεβαίως η αστική τάξη ήταν διατεθειμένη να παραιτηθεί των κερδοσκοπικών της επιδιώξεων και να χρηματοδοτήσει ανορθωτικές προσπάθειες που θα τη βοηθούσαν προοπτικά. Ετσι το κόστος του όποιου εκσυγχρονισμού ρίχτηκε ουσιαστικά στις πλάτες του λαού, ο οποίος πλήρωσε εξ ολοκλήρου τα σπασμένα της δασμολογικής πολιτικής του Τρικούπη, που έπληττε τη λαϊκή κατανάλωση, της φορολογικής πολιτικής του (σημειωτέον ότι οι έμμεσοι φόροι που το 1871 αντιπροσώπευαν το 39% των συνολικών φορολογικών εσόδων, έφτασαν στα 1895 να αντιπροσωπεύουν το 64,5%, ενώ η φορολογία του κεφαλαίου ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτη) και των δανείων που σύναψε.
Τα δάνεια
Από το 1879 έως το 1893 η Ελλάδα σύναψε 9 δάνεια από το εξωτερικό, εκ των οποίων τα 8 ήταν επίτευγμα των κυβερνήσεων του Τρικούπη. Ουσιαστικά επρόκειτο για ένα δάνειο κάθε ενάμιση χρόνο. Το ονομαστικό ποσό αυτών των δανείων έφτασε συνολικά τα 640 εκατομμύρια χρυσά φράγκα. Δεδομένου όμως ότι η τιμή εκδόσεως ήταν κατά μέσο όρο 72,68%, στη χώρα έφτασαν τα 465,2 εκατομμύρια. Η διαφορά αυτή ανάμεσα στην τιμή έκδοσης και στην ονομαστική τιμή των δανείων ήταν όντως πολύ μεγάλη. Υψηλός ήταν επίσης και ο ονομαστικός τόκος δανειοδότησης και ο πραγματικός ακόμη υψηλότερος. Πάντως με μέσο τόκο 5% και μέσο ποσοστό χρεολυτικών πληρωμών 0,5%, η Ελλάδα μέσα σε μια δεκαετία είχε επιστρέψει στους δανειστές της αυτά που πραγματικά είχε δανειστεί. Εντούτοις στο τέλος της δεκαετίας αυτής το χρωστούμενο κεφάλαιο είχε μειωθεί ελάχιστα (μόλις 5%). Πρέπει ακόμη να σημειωθεί ότι οι τόκοι και τα χρεολύσια έφταναν τα 40 εκατομμύρια δρχ. το χρόνο.
Οι συστηματικοί δανειστές της Ελλάδας, που κατά κανόνα αγόραζαν ελληνικά χρεόγραφα εκδιδόμενα σε ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, ήταν οι οίκοι "Hampro" του Λονδίνου, το "Comptoir d' Escompt" του Παρισιού (με υποδιοικητή τον φίλο του Συγγρού Α. Βλαστό) και η "National bank Fur Deutschland" του Βερολίνου, με τους οποίους είχαν στενότατες σχέσεις και συνεργασία οι Ελληνες κεφαλαιούχοι. Ενα σεβαστό επίσης ποσό δανείων καλυπτόταν από Ελληνες κεφαλαιούχους του εσωτερικού και του εξωτερικού. Ξεχωριστό ρόλο σ' αυτή την υπόθεση είχε παίξει ο Α. Συγγρός, που μέσω της τράπεζάς του, της Ηπειροθεσσαλίας, αλλά και της Τράπεζας Κωνσταντινουπόλεως διευκόλυνε Ελληνες που επιθυμούσαν να αγοράσουν ελληνικά χρεόγραφα. Μελετητές του θέματος υπολογίζουν ότι σε χέρια Ελλήνων κεφαλαιούχων βρίσκονταν χρεόγραφα που αντιπροσώπευαν από το 15% έως το 30% του συνολικού ποσού των δανείων που έλαβε η χώρα.
Σημαντικός όμως ήταν και ο εσωτερικός δανεισμός του ελληνικού κράτους, που αντιπροσώπευε το ποσό των 211 εκατομμυρίων δρχ. και ήταν ίσος με τις δαπάνες δύο προϋπολογισμών του κράτους.
Με δεδομένο ότι έως το 1879 η Ελλάδα αποκλειόταν από τα χρηματιστήρια της Ευρώπης (λόγω του μη διακανονισμού των δανείων της ανεξαρτησίας και των δύο πτωχεύσεών της, το 1826 και το 1843) και λαμβανομένου υπόψιν της οικονομικής της καθυστέρησης και της μόνιμα ετοιμόρροπης δημοσιονομικής της κατάστασης, προκαλεί με μια πρώτη ματιά έκπληξη το γεγονός πως οι ευρωπαϊκοί χρηματιστηριακοί κύκλοι της άνοιξαν τις πόρτες, προχώρησαν σε διακανονισμό των παλιών της χρεών και τη δάνειζαν με εκπληκτική προθυμία. Στην πραγματικότητα βεβαίως το φαινόμενο δεν είναι καθόλου περίεργο, αφού σε κείνες τις συνθήκες κρίσης του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος χώρες σαν την Ελλάδα, με καθυστερημένες κοινωνικοοικονομικές δομές, ήταν ιδανικές για ανάπτυξη κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων. Αξίζει να σημειωθεί ότι την εποχή εκείνη που τα επιτόκια στην Ευρώπη ήταν κάτω από 2%, στην Ελλάδα έφταναν το 8% με 9%. Ακόμη οι όροι του δανεισμού ήταν τέτοιοι που οι Ευρωπαίοι κεφαλαιούχοι και Ελληνες συνάδελφοί τους μπορούσαν σε σύντομο χρονικό διάστημα - μιας δεκαετία το πολύ - να πάρουν πίσω τα κεφάλαιά τους, που έδωσαν σε δάνεια και από εκεί και πέρα να εισπράττουν καθαρό κέρδος, ξεζουμίζοντας τον ελληνικό λαό.
Ο Διεθνής Οικονομικός έλεγχος
Η παγκόσμια καπιταλιστική οικονομική κρίση, σε συνδυασμό με τη χαμηλή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων στην Ελλάδα, την κερδοσκοπία του κεφαλαίου σε βάρος του ελληνικού λαού, την οικονομικοπολιτική εξάρτηση, την οποία ενέτεινε ο υπέρογκος δανεισμός ήταν οι βασικοί παράγοντες που οδήγησαν στην τρίτη κατά σειρά πτώχευση της χώρας, το 1893, και στη συνέχεια στην επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου. Ο έλεγχος αυτός από παλιά αποτελούσε αίτημα των κεφαλαιούχων δανειστών της χώρας και πραγματοποιήθηκε, όπως το ώριμο φρούτο πέφτει από το δέντρο, ως αποτέλεσμα της ήττας της Ελλάδας στον πόλεμο με την Τουρκία (1897), αφού αυτός ο πόλεμος ήταν ό,τι χρειαζόταν για να καμφθούν οι εσωτερικές αντιδράσεις στην ξένη απροκάλυπτη επικυριαρχία. Για τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897 έχουν γραφεί πολλά. Εχει χαρακτηριστεί ως πόλεμος - φιάσκο που προετοιμάστηκε από τη Γερμανία και τις άλλες μεγάλες δυνάμεις, σε συνεργασία με το ελληνικό παλάτι, με προεξοφλημένη την ήττα της Ελλάδας, για να επιβληθεί ο Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα. Η προσέγγιση αυτή ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα, γεγονός που αποδεικνύεται περίτρανα, αν ρίξει κανείς μια ματιά στις εξελίξεις που οδήγησαν στην ελληνοτουρκική σύρραξη, αλλά και σ' αυτές που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκειά της, καθώς και σ' ό,τι επακολούθησε μετά την ήττα, σε συνδυασμό με τη συμπεριφορά των μεγάλων δυνάμεων. Η Ελλάδα πάντως με διακοίνωσή της από τις 29 Απριλίου/11 Μαϊου 1897 εναπέθεσε τις τύχες της στις μεγάλες δυνάμεις της εποχής (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία, Γερμανία, Ιταλία και Αυστρία), από τις οποίες και ζήτησε να μεσολαβήσουν για τη σύναψη ανακωχής και ειρήνης με την Τουρκία. Κι αυτές ανταποκρίθηκαν κατά τον τρόπο που νόμιζαν. Πατώντας πάνω στην ήττα της χώρας, την υποχρέωσαν να πληρώσει πολεμική αποζημίωση στην Τουρκία ύψους 4 εκατομμυρίων τουρκικών λιρών (95 εκατομμύρια χρυσά φράγκα), ποσό που μόνο μέσω δανεισμού μπορούσε να εξευρεθεί. Υστερα, ως "καλοί φιλέλληνες" προθυμοποιήθηκαν να παραχωρήσουν αυτό το δάνειο με αντάλλαγμα το Διεθνή Οικονομικό Ελεγχο της χώρας μας. Ετσι στην προκαταρκτική συνθήκη ειρήνης που ετοίμασαν (6/18 Σεπτεμβρίου 1897) στο άρθρο 2, όρισαν τα εξής: "Ο σχετικός διά την διευκόλυνσιν της ταχείας πληρωμής της αποζημιώσεως διακανονισμός θέλει γίνη τη συναινέσει των Δυνάμεων κατά τρόπον μη θίγοντα κεκτημένα δικαιώματα των παλαιών δανειστών της Ελλάδας, κατόχων ομολογιών του ελληνικού δημοσίου χρέους. Προς τον σκοπόν τούτον θέλει ιδρυθή εν Αθήναις Διεθνής Επιτροπή εξ αντιπροσώπων των μεσολαβησασών δυνάμεων. Η ελληνική κυβέρνησις θέλει επιτύχη την ψήφισιν νόμου εγκριθέντος προηγουμένως υπό των Δυνάμεων κανονίζοντος την λειτουργίαν της Επιτροπής και δυνάμει του οποίου η είσπραξις και διάθεσις προσόδων επαρκών διά την υπηρεσίαν του Δανείου της πολεμικής αποζημιώσεως και των άλλων εθνικών χρεών θα τεθή υπό τον απόλυτον έλεγχον της Επιτροπής" ("Ιστορία του Ελληνικού Εθνους", Εκδοτική Αθηνών, τόμος ΙΔ, σελ. 164).
Τον Οκτώβρη του ίδιου έτους έφτασαν στην Αθήνα οι απεσταλμένοι των μεγάλων δυνάμεων για τις σχετικές διαπραγματεύσεις και στις 21/2/1898 ψηφίστηκε από την Ελληνική Βουλή ο νόμος που προέβλεπε η προαναφερόμενη συμφωνία (Νόμος ΒΦΙΘ), ο οποίος τέθηκε σε ισχύ από τις 28/4/1898. Η επίσημη ονομασία του οργανισμού για τον έλεγχο αρχικά ήταν Διεθνής Επιτροπή Ελέγχου. Ενα χρόνο μετά, όμως, υπήρξε μετονομασία επί το... ευπρεπέστερον και ο οργανισμός αποκλήθηκε Διεθνής Οικονομική Επιτροπή. Στην ιστορία όμως, αλλά και στη συνείδηση του ελληνικού λαού τα αρχικά ΔΟΕ καταγράφηκαν ως Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος.
Βάσει του παραπάνω νόμου, η Ελλάδα παραχώρησε στο ΔΟΕ τις εξής πηγές εσόδων: Τα μονοπώλια άλατος, πετρελαίου, σπίρτων, παιγνιοχάρτων, σιγαρόχαρτου, Ναξίας σμύριδος. Σε περίπτωση δε που δεν αρκούσαν αυτές οι πηγές εσόδων, στο ΔΟΕ εκχωρούνταν και οι ακόλουθες: Δασμοί των τελωνείων Λαυρίου, Πατρών, Βόλου και Κέρκυρας. Τέλος στο ΔΟΕ δόθηκε επίσης και η εποπτεία των δημοσίων υπηρεσιών που ήταν αρμόδιες για την είσπραξη των εκχωρηθέντων εσόδων. Ετσι οι προσλήψεις, οι απολύσεις, οι μεταθέσεις και οι προαγωγές των υπαλλήλων αυτών των υπηρεσιών ήταν κάτω από την έγκριση του ΔΟΕ.
Μόλις ρυθμίστηκε το ζήτημα του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου, οι μεγάλες δυνάμεις έδωσαν την έγκρισή τους και η Ελλάδα μπόρεσε να συνάψει δάνειο 170 εκατομμυρίων φράγκων που χρησιμοποιήθηκαν για την κάλυψη της πολεμικής αποζημίωσης προς την Τουρκία, για την κάλυψη του ελλείμματος της χώρας και για την εξόφληση του κυμαινόμενου χρέους σε χρυσό. Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι ο Διεθνής Οικονομικός Ελεγχος της χώρας κράτησε σχεδόν μισό αιώνα, ως τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι παλιότερες γενιές σίγουρα θυμούνται την ένδειξη ΔΟΕ στα σπίρτα τουλάχιστον. Οι νεότερες γενιές απλώς μαθαίνουν. Αναμφίβολα όμως, μεγαλύτερη αξία έχει όλοι μαζί, είτε από πείρα, είτε από γνώση, είτε και από τα δύο μαζί, να βγάζουμε τα κατάλληλα συμπεράσματα για το παρόν και το μέλλον. Κι αν σε ορισμένους από μας η ιστορία του τότε μας δημιουργεί συνειρμούς που σχετίζονται με το σήμερα, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ιστορία στα όρια του ίδιου κοινωνικού συστήματος επαναλαμβάνεται είτε σαν τραγωδία είτε σαν φάρσα, ενώ σε κάθε περίπτωση η επανάληψή της αποτελεί δράμα γι' αυτούς που καλούνται να πληρώσουν το λογαριασμό. Κι αυτοί δεν είναι άλλοι από τη μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία.
Τα κείμενα έγραψε ο Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
8/12/1996
-- Η επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου
8/12/1996
-- Η επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου
8/12/1996
-- Το ιστορικό του "δυστυχώς, επτωχεύσαμεν"
8/12/1996
-- Το ιστορικό του "δυστυχώς, επτωχεύσαμεν"
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου