«Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους»
Φ. Ενγκελς
ICON
|
Ο Μόργκαν που πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ανάμεσα στους ιροκέζους, που και σήμερα ακόμα είναι εγκαταστημένοι στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης και που τον υιοθέτησε μια από τις φυλές τους (η φυλή των σενέκα), βρήκε να ισχύει σ' αυτούς ένα σύστημα συγγένειας που βρισκόταν σε αντίφαση με τις πραγματικές τους οικογενειακές σχέσεις. Επικρατούσε σ' αυτούς εκείνος ο ευκολοδιάλυτος κι από τις δύο πλευρές γάμος, που ο Μόργκαν τον ονομάζει «ζευγαρωτή οικογένεια». Οι απόγονοι ενός τέτοιου συζυγικού ζευγαριού ήταν λοιπόν γνωστοί σ' όλο τον κόσμο και αναγνωρισμένοι απ' όλους. Δεν μπορούσε να υπάρχει καμιά αμφιβολία για τον ποιον έπρεπε να ονομάζουν πατέρα, μητέρα, γιο, κόρη, αδερφή. Ομως η πραγματική χρήση αυτών των εκφράσεων αντιφάσκει σ' αυτό. Ο ιροκέζος δε λέει μονάχα τα παιδιά του, μα και τα παιδιά των αδερφών του γιους και κόρες του, και τα παιδιά αυτά τόνε λένε πατέρα. Τα παιδιά των αδερφάδων του, αντίθετα, τα λέει ανεψιούς και ανεψιές και αυτά τόνε λένε θείο. Αντίστροφα, η ιροκέζα, πλάι στα δικά της παιδιά, λέει γιους της και κόρες της τα παιδιά των αδερφάδων της και αυτά την λένε μητέρα. Τα παιδιά των αδερφών της, αντίθετα, τα λέει ανεψιούς κι ανεψιές, κι η ίδια λέγεται θεία τους. Επίσης τα παιδιά δύο αδερφών ονομάζονται μεταξύ τους αδερφοί και αδερφές, το ίδιο και τα παιδιά των αδερφάδων. Τα παιδιά όμως μιας γυναίκας και τα παιδιά του αδερφού της, αντίθετα, ονομάζονται μεταξύ τους ξαδέρφια και ξαδέρφες. Κι αυτά δεν είναι απλά κενά ονόματα, μα εκφράσεις για αντιλήψεις που πραγματικά ισχύουν για τον κοντινό και το μακρινό συγγενή, για την ισότητα και την ανισότητα της αιματοσυγγένειας. Και οι αντιλήψεις αυτές χρησιμεύουν για βάση ενός ολότελα επεξεργασμένου συστήματος συγγένειας, που είναι σε θέση να εκφράσει πολλές εκατοντάδες διαφορετικές σχέσεις συγγένειας ενός και μόνον ατόμου. Κάτι παραπάνω. Το σύστημα τούτο δεν ισχύει μονάχα πέρα για πέρα σ' όλους τους Ινδιάνους της Αμερικής (ως τώρα δε βρέθηκε καμιά εξαίρεση), μα ισχύει επίσης σχεδόν αμετάβλητο στους πρώτους κατοίκους των Ινδιών, στις δραβιδικές φυλές στο Ντεκάν, και στις φυλές των γκάουρα στο Ινδοστάν. Οι εκφράσεις για τη συγγένεια των Νοτιοϊνδών ταμίλων και σενέκα - ιροκέζων στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης συμπέφτουν και σήμερα, για πάνω από διακόσιες διαφορετικές σχέσεις συγγένειας. Και σ' αυτές επίσης τις ινδικές φυλές, όπως και σ' όλους τους Ινδιάνους της Αμερικής οι σχέσεις συγγένειας που πηγάζουν από τη σημερινή μορφή της οικογένειας, βρίσκονται σε αντίφαση με το σύστημα συγγένειας.
Από μια κατώτερη σε μια ανώτερη μορφή
Fernando Garcia - Oscar Sola
|
«Και - προσθέτει ο Μαρξ - το ίδιο συμβαίνει με τα πολιτικά, τα νομικά, τα θρησκευτικά, τα φιλοσοφικά συστήματα γενικά»3. Ενώ η οικογένεια ζει και εξελίσσεται, το σύστημα συγγένειας αποστεώνεται, κι ενώ το σύστημα συγγένειας εξακολουθεί να υπάρχει με τη δύναμη της συνήθειας, η οικογένεια αναπτύσσεται και ξεφεύγει από τα πλαίσιά του. Με την ίδια σιγουριά όμως που ο Κυβιέ μπόρεσε να συμπεράνει από τα μαρσίπια οστά ενός σκελετού που βρέθηκε κοντά στο Παρίσι, ότι αυτά ανήκαν σ' ένα μαρσιποφόρο ζώο και ότι εκεί ζούσαν κάποτε μαρσιποφόρα που έχουν πια εξαφανιστεί, με την ίδια σιγουριά μπορούμε να συμπεράνουμε από ένα ιστορικά κληρονομημένο σύστημα συγγένειας ότι έχει υπάρξει η αντίστοιχή του μορφή οικογένειας που έχει πια εξαφανιστεί.
Τα συστήματα συγγένειας και οι μορφές της οικογένειας, που μόλις αναφέραμε, διαφέρουν από τα συστήματα και τις μορφές που επικρατούνε τώρα, στο ότι κάθε παιδί έχει πολλούς πατεράδες και πολλές μητέρες. Στο αμερικάνικο σύστημα συγγένειας που σ' αυτό αντιστοιχεί η οικογένεια της Χαβάης, ο αδερφός και η αδερφή δεν μπορούν να 'ναι πατέρας και μητέρα του ίδιου παιδιού, το σύστημα συγγένειας όμως της Χαβάης προϋποθέτει μιαν οικογένεια όπου αυτό, αντίθετα, αποτελούσε τον κανόνα. Μεταφερόμαστε εδώ σε μια σειρά από οικογενειακές μορφές που αντιφάσκουν άμεσα με τις μορφές που ως τώρα θεωρούσαμε συνήθως ότι ισχύουν αποκλειστικά. Η πατροπαράδοτη αντίληψη ξέρει μονάχα τη μονογαμία και, πλάι σ' αυτή, την πολυγαμία ενός άντρα, το πολύ - πολύ ακόμα και την πολυανδρία μιας γυναίκας, και αποσιωπά εδώ, όπως αρμόζει στον ηθικολόγο φιλισταίο, ότι η πράξη σιωπηρά, μα ανενόχλητα, ξεπερνά τα όρια αυτά που βάζει η επίσημη κοινωνία. Η μελέτη της προϊστορίας, μας παρουσιάζει ωστόσο καταστάσεις, όπου οι άντρες ζουν σε πολυγαμία και οι γυναίκες τους σύγχρονα σε πολυανδρία, και γι' αυτό τα κοινά παιδιά τα θεωρούν ότι ανήκουν σ' όλους από κοινού, καταστάσεις που κι αυτές με τη σειρά τους περνάνε από μιαν ολόκληρη σειρά αλλαγές ώσπου να διαλυθούν τελικά μέσα στη μονογαμία. Αυτές οι αλλαγές είναι τέτοιου είδους, που ο κύκλος που περιλαβαίνει ο κοινός γαμήλιος δεσμός και που αρχικά ήταν πολύ ευρύς, στενεύει όλο και πιότερο, ώσπου τέλος αφήνει μονάχα το ατομικό ζευγάρι, που επικρατεί σήμερα.
Κατά το Μόργκαν, απ' αυτή την πρωτόγονη κατάσταση των χωρίς κανόνα σχέσεων αναπτύχθηκε πιθανώς πολύ νωρίς:
Πρώτες βαθμίδες
2) Η ζευγαρωτή οικογένεια. Ακόμα και μέσα στον ομαδικό γάμο, ή και πιο μπροστά, γινόταν ένα είδος ζευγάρωμα για σύντομο ή μακρύ χρονικό διάστημα. Ο άντρας είχε μια κύρια γυναίκα (δεν μπορούμε ακόμα να πούμε ευνοούμενη), ανάμεσα στις πολλές γυναίκες, κι ήταν γι' αυτήν ο κυριότερος σύζυγος ανάμεσα στους άλλους. Το γεγονός αυτό μπέρδεψε όχι λίγο τους ιεραπόστολους που στον ομαδικό γάμο βλέπουν πότε κοινοκτημοσύνη γυναικών χωρίς κανόνα, πότε αυθαίρετη μοιχεία. Ομως ένα τέτοιο ζευγάρωμα έπρεπε να στερεώνεται όλο και περισσότερο με τη συνήθεια όσο διαμορφωνόταν το γένος και όσο γίνονταν πιο πολυάριθμες οι κατηγορίες των «αδερφών» και των «αδελφάδων» που ανάμεσά τους ήταν τώρα αδύνατος ο γάμος. Η ώθηση που έδωσε το γένος στην απαγόρευση του γάμου ανάμεσα σε συγγενείς από αίμα οδήγησε ακόμα πιο πέρα. Ετσι βρίσκουμε, ότι στους ιροκέζους και στους περισσότερους άλλους Ινδιάνους που βρίσκονται στην κατώτερη βαθμίδα της βαρβαρότητας, απαγορεύεται ο γάμος ανάμεσα σ' όλους τους συγγενείς που αριθμεί το σύστημά τους, και τα είδη αυτών των συγγενών είναι πολλές εκατοντάδες. Με το αυξανόμενο αυτό μπλέξιμο των απαγορεύσεων γίνονταν όλο και πιο αδύνατοι οι ομαδικοί γάμοι. Οι γάμοι αυτοί παραμερίστηκαν από τη ζευγαρωτή οικογένεια.
Στη βαθμίδα αυτή ένας άντρας ζει με μια γυναίκα, έτσι όμως που η πολυγαμία και η ευκαιριακή απιστία να μένει δικαίωμα των αντρών, έστω κι αν η πρώτη για οικονομικούς λόγους παρουσιάζεται σπάνια, ενώ από τη γυναίκα συνήθως απαιτούν αυστηρή πίστη στη διάρκεια της κοινής ζωής και η μοιχεία της τιμωρείται σκληρά. Ο γαμήλιος δεσμός όμως είναι ευκολοδιάλυτος και από τις δυο μεριές, και τα παιδιά ανήκουν, όπως και πρώτα, μονάχα στη μητέρα.
Eurokinissi
|
«Οι γάμοι ανάμεσα σε μη αιματοσυγγενικά γένη δημιούργησαν μια φυσικά και πνευματικά δυνατότερη ράτσα. Δυο φυλές που πρόκοβαν, ανακατεύονταν, και τα καινούρια κρανία και οι εγκέφαλοι ευρύνονταν φυσιολογικά ώσπου περιλάβαιναν τις ικανότητες και των δυο»!7.
Ετσι ήταν επόμενο, οι φυλές που εφάρμοζαν το σύστημα των γενών ν' αποχτήσουν υπεροχή απέναντι στις καθυστερημένες ή να τις παρασύρουν με το παράδειγμά τους.
Η εξέλιξη της οικογένειας στην προϊστορική εποχή αποτελείται έτσι από ένα συνεχές στένεμα του κύκλου, που πρώτα περιλάβαινε ολόκληρη τη φυλή, του κύκλου που μέσα στα πλαίσιά του ζούνε σε γαμήλια κοινότητα τα δυο γένη. Με τον συνεχή αποκλεισμό πρώτα των κοντινότερων, ύστερα όλο και πιο μακρινών, στο τέλος ακόμα και των εξ αγχιστείας συγγενών, γίνεται αδύνατος τελικά οποιοσδήποτε ομαδικός γάμος και μένει ουσιαστικά το ένα, για ένα διάστημα ακόμα χαλαρά συνδεμένο ζευγάρι, το μόριο που με τη διάλυσή του παύει γενικά ο γάμος. Απ' αυτό κιόλας το γεγονός φαίνεται πόσο λίγη σχέση έχει ο ατομικός σεξουαλικός έρωτας, στη σημερινή έννοια της λέξης, με την ανάπτυξη του ατομικού γάμου.
(...)
Η ζευγαρωτή οικογένεια πολύ αδύνατη και πολύ άστατη η ίδια για να προκαλέσει την ανάγκη ενός δικού της νοικοκυριού ή και για να το κάνει μονάχα επιθυμητό, δε διαλύει καθόλου το κομμουνιστικό νοικοκυριό που κληρονομήθηκε από παλιά. Κομμουνιστικό νοικοκυριό όμως θα πει κυριαρχία των γυναικών στο σπίτι καθώς και αποκλειστική αναγνώριση μιας πραγματικής μητέρας, επειδή ήταν αδύνατο να γνωρίζουν με βεβαιότητα τον πραγματικό πατέρα, θα πει μεγάλος σεβασμός των γυναικών, δηλ. των μητέρων. Είναι μια από τις πιο παράλογες αντιλήψεις, που μας κληροδότησαν οι διαφωτιστές του XVIII αιώνα, η αντίληψη ότι η γυναίκα στις αρχές της κοινωνίας ήταν τάχα σκλάβα του άντρα. Η γυναίκα σ' όλους τους άγριους και σ' όλους τους βάρβαρους της κατώτερης και μέσης, εν μέρει ακόμα και της ανώτερης βαθμίδας, κατέχει μια θέση όχι μονάχα λεύτερη μα και πολύ σεβαστή...
(...)
Αφήνουμε τώρα την Αμερική, το κλασικό έδαφος της ζευγαρωτής οικογένειας. Καμιά ένδειξη δε μας επιτρέπει να συμπεράνουμε ότι εκεί είχε αναπτυχθεί μια ανώτερη μορφή οικογένειας, ότι εκεί πριν από την ανακάλυψη και την κατάχτησή της υπήρξε ποτέ σταθερή μονογαμία. Διαφορετικά ήταν τα πράγματα στον παλιό κόσμο.
Εδώ το ημέρωμα των οικιακών ζώων και η συντήρηση κοπαδιών αναπτύξανε μιαν άγνωστη ως τώρα πηγή πλούτου και δημιουργήσανε ολότελα νέες κοινωνικές σχέσεις. Ως την κατώτερη βαθμίδα της βαρβαρότητας, τον μόνιμο πλούτο τον αποτελούσαν σχεδόν μονάχα το σπίτι, τα ρούχα, τα ακατέργαστα κοσμήματα και τα εργαλεία για την απόχτηση και την ετοιμασία της τροφής: βάρκα, όπλα και πολύ απλά οικιακά σκεύη. Την τροφή έπρεπε να την κερδίζουν μέρα με τη μέρα. Τώρα με τις αγέλες τα άλογα, τις καμήλες, τα γαϊδούρια, τα βόδια, τα πρόβατα, τα γίδια και τα γουρούνια, οι ποιμενικοί λαοί που όλο και προχωρούσαν - οι άριοι στην Ινδική Πεντοποταμία και στην περιοχή του Γάγγη, καθώς και στις τότε ακόμα πολύ πιο πλούσιες σε νερό στέπες του Οξου και του Ιαξάρτη, οι σημίτες στον Ευφράτη και στον Τίγρη - απόχτησαν μια περιουσία που χρειαζόταν μονάχα επίβλεψη και στοιχειώδη περιποίηση για ν' αναπαράγεται σ' όλο και μεγαλύτερο αριθμό και ν' αποδίνει την πιο άφθονη τροφή σε γάλα και κρέας. Ολα τα προηγούμενα μέσα εξεύρεσης τροφής πέρασαν σε δεύτερη μοίρα. Το κυνήγι, που ήταν πρώτα απαραίτητο, έγινε τώρα πολυτέλεια.
Σε ποιον ανήκε όμως αυτός ο νέος πλούτος; Αρχικά ανήκε αναμφισβήτητα στο γένος. Ομως από νωρίς ακόμα θα πρέπει να 'χει αναπτυχθεί η ατομική ιδιοκτησία στα κοπάδια.
Ατομική ιδιοκτησία
(...)
Μόλις τα πλούτη αυτά πέρασαν στην ατομική ιδιοκτησία των ξεχωριστών οικογενειών8 και πλήθυναν γρήγορα, έδωσαν πολύ γερό χτύπημα στην κοινωνία που βασιζόταν στο ζευγαρωτό γάμο και στο μητριαρχικό γένος. Ο ζευγαρωτός γάμος είχε μπάσει ένα καινούριο στοιχείο στην οικογένεια. Δίπλα στην πραγματική μητέρα έβαλε τον βεβαιωμένο πραγματικό πατέρα, που πιθανόν να ήταν ακόμα γνησιότερος από πολλούς σημερινούς «πατεράδες». Σύμφωνα με τον τοτινό καταμερισμό της εργασίας στην οικογένεια, στο μερτικό του άντρα έπεφτε η εξεύρεση της τροφής και τα αναγκαία για την εξεύρεσή της μέσα εργασίας, επομένως και η ιδιοκτησία των τελευταίων. Τά 'παιρνε μαζί του σε περίπτωση χωρισμού, όπως η γυναίκα κρατούσε τα οικιακά της σκεύη. Σύμφωνα λοιπόν με το έθιμο της τοτινής κοινωνίας, ο άντρας ήταν επίσης ιδιοκτήτης της καινούριας πηγής τροφών, των ζώων, και αργότερα του νέου μέσου εργασίας, των δούλων...
Ο άντρας πήρε το πηδάλιο και στο σπίτι, η γυναίκα ταπεινώθηκε, υποδουλώθηκε, έγινε σκλάβα των ορέξεών του και απλό εργαλείο για την παραγωγή παιδιών. Την ταπεινωμένη αυτή θέση της γυναίκας, όπως προβάλλει ανοιχτά ιδίως στους Ελληνες της ηρωικής και ακόμα περισσότερο της κλασικής εποχής, σιγά-σιγά την εξωράισαν υποκριτικά και ακόμα πού και πού της δώσανε πιο απαλή μορφή, καθόλου όμως δεν την κατάργησαν.
Η πρώτη επίδραση της μονοκρατορίας των αντρών - που είχε πια θεμελιωθεί, φαίνεται στην ενδιάμεση μορφή της πατριαρχικής οικογένειας που εμφανίζεται τώρα.
(...)
3) Η μονογαμική οικογένεια. Γεννιέται, όπως το δείξαμε, από ζευγαρωτή οικογένεια, στο πέρασμα από τη μεσαία στην ανώτερη βαθμίδα της βαρβαρότητας. Η οριστική της νίκη είναι ένα από τα γνωρίσματα του πολιτισμού που αρχίζει. Βασίζεται στην κυριαρχία του άντρα, με ρητό σκοπό τη γέννηση παιδιών που η πατρότητά τους να είναι αδιαφιλονίκητη, και η πατρότητα αυτή απαιτείται, γιατί αυτά τα παιδιά θα γίνουν μια μέρα οι άμεσοι κληρονόμοι της πατρικής περιουσίας. Διακρίνεται από το ζευγαρωτό γάμο με την πολύ μεγαλύτερη σταθερότητα του γαμήλιου δεσμού, που τώρα πια δε λύνεται με αμοιβαία συναίνεση. Τώρα, κατά κανόνα, μονάχα ο άντρας μπορεί να τον λύσει και να διώξει τη γυναίκα του. Και σήμερα ακόμα τουλάχιστο το έθιμο του εξασφαλίζει το δικαίωμα της συζυγικής απιστίας (ο ναπολεόντειος κώδικας του το αναγνωρίζει ρητά, εφόσον δε φέρνει την παλλακίδα στο συζυγικό σπίτι)9, και το εξασκεί όλο και περισσότερο, όσο προχωρεί η κοινωνική εξέλιξη. Αν θυμηθεί η γυναίκα την παλιά σεξουαλική πράξη και θελήσει να την ξαναζωντανέψει, τιμωρείται τόσο αυστηρά όσο ποτέ άλλοτε.
Την καινούργια οικογενειακή μορφή τη συναντούμε με όλη την αυστηρότητά της στους Ελληνες. Ενώ, όπως παρατηρεί ο Μαρξ10, η θέση της θεάς στη μυθολογία μας δείχνει μια προηγούμενη περίοδο, όπου οι γυναίκες είχαν ακόμα μια πιο λεύτερη, πιο σεβαστή θέση, στην ηρωική εποχή βρίσκουμε κιόλας τη γυναίκα ταπεινωμένη από την κυριαρχία του άντρα και από το συναγωνισμό που της κάνουν οι δούλες. Ας διαβάσει κανείς στην Οδύσσεια πώς ο Τηλέμαχος μαλώνει και βάζει στη θέση της τη μητέρα του11. Στον Ομηρο οι αιχμαλωτισμένες νέες γυναίκες προορίζονται για τη σαρκική απόλαυση των νικητών. Οι στρατιωτικοί αρχηγοί, με τη σειρά και κατά βαθμό, διαλέγουν για τον εαυτό τους τις ωραιότερες. Οπως είναι γνωστό, η Ιλιάδα στρέφεται γύρω από τη διαμάχη ανάμεσα στον Αχιλλέα και στον Αγαμέμνονα για μια τέτοια δούλη. Για κάθε σημαντικό ομηρικό ήρωα αναφέρεται η αιχμαλωτισμένη στον πόλεμο κοπέλα που μοιράζεται μαζί του τη σκηνή και το κρεβάτι του. Τα κορίτσια αυτά τα παίρνουν επίσης μαζί τους στην πατρίδα και στο συζυγικό σπίτι, όπως κάνει στον Αισχύλο ο Αγαμέμνονας με την Κασσάνδρα12. Οι γιοι που γεννιούνται από τέτοιες δούλες παίρνουν ένα μικρό μερτικό από την πατρική κληρονομιά και θεωρούνται εντελώς ελεύθεροι. Ο Τεύκρος είναι τέτοιος εξώγαμος γιος του Τελαμώνα και έχει το δικαίωμα να φέρει το όνομα του πατέρα του. Από τη σύζυγο απαιτούν να τα δέχεται όλα αυτά, η ίδια όμως να μένει αυστηρά αγνή και πιστή στο σύζυγο. Είναι αλήθεια ότι την Ελληνίδα γυναίκα της ηρωικής εποχής την εχτιμούν περισσότερο από τη γυναίκα της πολιτισμένης περιόδου, μα ωστόσο, για τον άντρα είναι τελικά μονάχα η μητέρα των νόμιμων παιδιών του, που θα τον κληρονομήσουν, η ανώτερή του οικονόμος και η προϊσταμένη στις δούλες, που μπορεί κατά το κέφι του να τις κάνει, και τις κάνει, παλλακίδες του. Το γεγονός ότι υπήρχε η δουλεία πλάι στη μονογαμία, ότι υπήρχαν οι νεαρές όμορφες σκλάβες που ανήκαν σώμα και ψυχή στον άντρα, δίνει μια κι εξαρχής στη μονογαμία τον ειδικό χαρακτήρα της, ότι δηλ. είναι μονογαμία μόνο για τη γυναίκα, όχι όμως και για τον άντρα. Και αυτόν το χαρακτήρα τον έχει ακόμα και σήμερα.
(...)
Αυτή ήταν η καταγωγή της μονογαμίας, όσο μπορούμε να την παρακολουθήσουμε στον πιο πολιτισμένο και τον περισσότερο αναπτυγμένο λαό της αρχαιότητας. Δεν ήταν καθόλου καρπός του ατομικού σεξουαλικού έρωτα, που δεν έχει καμιά σχέση μ' αυτόν, αφού οι γάμοι, όπως και πρώτα, έμειναν συμβατικοί γάμοι. Ηταν η πρώτη μορφή οικογένειας που δε στηριζόταν σε φυσικούς μα σε οικονομικούς όρους, δηλ. στη νίκη της ατομικής ιδιοχτησίας πάνω στην αρχική φυσική κοινή ιδιοχτησία. Η κυριαρχία του άντρα στην οικογένεια και η παραγωγή παιδιών, που να μπορούν να είναι μονάχα δικά του, και που προορίζονταν να κληρονομούν τα πλούτη του, αυτοί μονάχα ήταν οι αποκλειστικοί σκοποί της μονογαμίας, που οι Ελληνες τους έκφραζαν απερίφραστα. Κατά τα άλλα τους ήταν βάρος, καθήκον απέναντι στους θεούς, στο κράτος και στους προγόνους τους που έπρεπε ακριβώς να το εκτελούν.
Η πρώτη ταξική αντίθεση
Ετσι η μονογαμία καθόλου δε μπαίνει στην ιστορία σα συμφιλίωση του άντρα και της γυναίκας, και πολύ λιγότερο σαν η ανώτατη μορφή της. Αντίθετα. Εμφανίζεται σαν υποδούλωση του ενός φύλου από το άλλο, σαν κήρυξη πολέμου ανάμεσα στα δυο φύλα, πολέμου άγνωστου σ' όλη την προϊστορία. Σε ένα παλιό ανέκδοτο χειρόγραφο που γράψαμε ο Μαρξ και γω το 1846, βρίσκω τα παρακάτω: «Ο πρώτος καταμερισμός της εργασίας είναι ο καταμερισμός ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα για την παραγωγή παιδιών»13. Και σήμερα μπορώ να προστέσω: Η πρώτη ταξική αντίθεση που εμφανίζεται στην ιστορία συμπέφτει με την ανάπτυξη του ανταγωνισμού του άντρα και της γυναίκας στη μονογαμία και η πρώτη ταξική καταπίεση με την καταπίεση του γυναικείου φύλου από το αντρικό. Η μονογαμία ήταν μια μεγάλη ιστορική πρόοδος, ταυτόχρονα όμως, πλάι στη δουλεία και τον ατομικό πλούτο, εγκαινίασε την εποχή που κρατά ως τα σήμερα και όπου κάθε πρόοδος είναι μαζί και μια σχετική πισωδρόμηση, όπου η προκοπή και η ανάπτυξη του ενός κατορθώνεται με τον πόνο και την καταπίεση του αλλουνού. Η μονογαμία είναι η κυτταρική μορφή της πολιτισμένης κοινωνίας όπου μπορούμε κιόλας να μελετήσουμε τη φύση των αντιθέσεων και αντιφάσεων που αναπτύσσονται πλέρια μέσα της.
(...)
Αν όμως από όλες τις γνωστές μορφές της οικογένειας η μονογαμία είναι η μορφή που μ' αυτή μονάχα μπορούσε ν' αναπτυχθεί ο νεότερος σεξουαλικός έρωτας, αυτό δε σημαίνει ότι αποκλειστικά, ή έστω και κυρίως σ' αυτήν αναπτύχθηκε σαν έρωτας ανάμεσα στους συζύγους. Ολόκληρη η φύση της σταθερής μονογαμίας κάτω από την κυριαρχία του άντρα το αποκλείει αυτό. Σ' όλες τις τάξεις που έδρασαν ιστορικά, δηλ. σ' όλες τις κυρίαρχες τάξεις, το συνοικέσιο έμεινε ό,τι ήταν από τον καιρό του ζευγαρωτού γάμου, υπόθεση συναλλαγής που την ταχτοποιούσαν οι γονείς.
(...)
Και για όλους τους γάμους συναλλαγής ισχύουν τα λόγια του Φουριέ: «Οπως στη γραμματική δυο αρνήσεις κάνουν μια κατάφαση, έτσι και στη γαμήλια ηθική δυο πορνείες περνάνε για μια αρετή»14.Ο έρωτας για τη γυναίκα γίνεται και μπορεί να γίνει πραγματικός κανόνας μονάχα στις καταπιεζόμενες τάξεις, δηλ. σήμερα στο προλεταριάτο - αδιάφορο αν η σχέση αυτή είναι επισημοποιημένη, είτε όχι. Εδώ όμως έχουν παραμεριστεί όλες οι βάσεις της κλασικής μονογαμίας. Εδώ λείπει κάθε ιδιοχτησία, που για τη διατήρηση και την κληροδότησή της δημιουργήθηκε ακριβώς η μονογαμία και η κυριαρχία του άντρα, εδώ συνεπώς λείπει επίσης κάθε παρότρυνση, για να επιβληθεί η κυριαρχία του άντρα. Κάτι ακόμα, λείπουν και τα μέσα. Το αστικό δίκαιο, που προστατεύει αυτή την κυριαρχία, υπάρχει μόνο για τους πλούσιους και για τις σχέσεις τους με τους προλετάριους. Στοιχίζει λεφτά και γι' αυτό, εξ αιτίας της φτώχειας, δεν παίζει κανένα ρόλο στις σχέσεις του εργάτη με τη γυναίκα του. Εδώ αποφασίζουν εντελώς άλλες προσωπικές και κοινωνικές συνθήκες. Και χώρια απ' αυτό, από τότε που η μεγάλη βιομηχανία μετάθεσε τη γυναίκα από το σπίτι στην αγορά της εργασίας και στο εργοστάσιο, και που αρκετά συχνά την κάνει προστάτρια της οικογένειας, αφαιρέθηκε κάθε έδαφος για το τελευταίο υπόλειμμα της κυριαρχίας του άντρα στο προλεταριακό σπίτι, εκτός ίσως από ένα μέρος της βαναυσότητας απέναντι στις γυναίκες που έχει ριζώσει από τον καιρό της εισαγωγής της μονογαμίας. Ετσι, η οικογένεια του προλετάριου δεν είναι πια μονογαμική με την αυστηρή έννοια, ακόμα και στην περίπτωση της πιο θερμής αγάπης και της σταθερότερης πίστης και των δυο, και παρ' όλη την ενδεχόμενη εκκλησιαστική και κοσμική ευλογία. Γι' αυτό και οι αιώνιοι συνοδοί της μονογαμίας, ο εταιρισμός και η μοιχεία, παίζουν εδώ μηδαμινό σχεδόν ρόλο. Η γυναίκα έχει ουσιαστικά ξαναποχτήσει το δικαίωμα του διαζυγίου, και όταν δε μπορούν να συνεννοηθούν ο άντρας και η γυναίκα προτιμούν να τραβήξει ο καθένας το δρόμο του. Κοντολογίς, ο προλεταριακός γάμος είναι μονογαμικός στην ετυμολογική έννοια της λέξης, καθόλου όμως στην ιστορική της έννοια15.
(...)
Τα πράματα δεν είναι καλύτερα σχετικά με τη νομική ισοτιμία του άντρα και της γυναίκας στο γάμο. Η νομική ανισότητα των δυο, που την κληρονομήσαμε από προηγούμενες κοινωνικές καταστάσεις, δεν είναι η αιτία, μα το αποτέλεσμα της οικονομικής καταπίεσης της γυναίκας. Στο παλιό κομμουνιστικό νοικοκυριό, που περιλάβαινε πολλά αντρόγυνα με τα παιδιά τους, η διεύθυνση του νοικοκυριού, που είχε ανατεθεί στις γυναίκες, ήταν εξίσου δημόσιο, κοινωνικά αναγκαίο λειτούργημα όπως και η εξεύρεση μέσων διατροφής από τους άντρες. Με την πατριαρχική οικογένεια, και ακόμα περισσότερο με τη μονογαμική ξεχωριστή οικογένεια άλλαξαν τα πράγματα. Η διοίκηση του νοικοκυριού έχασε το δημόσιο χαρακτήρα της. Επαψε να ενδιαφέρει την κοινωνία. Εγινε ιδιωτική υπηρεσία. Η γυναίκα, παραμερισμένη από τη συμμετοχή στην κοινωνική παραγωγή, έγινε η πρώτη υπηρέτρια. Μονάχα η μεγάλη βιομηχανία της εποχής μας της άνοιξε ξανά το δρόμο προς την κοινωνική παραγωγή - και πάλι μόνο στην προλετάρισσα.
(...)
Τρεις μορφές γάμου στα τρία στάδια της ανθρώπινης εξέλιξης
Εχουμε επομένως τρεις κύριες μορφές του γάμου, που στις γενικές γραμμές αντιστοιχούν στα τρία κύρια στάδια της ανθρώπινης εξέλιξης. Για την άγρια κατάσταση τον ομαδικό γάμο, για τη βαρβαρότητα το ζευγαρωτό γάμο, για τον πολιτισμό τη μονογαμία συμπληρωμένη με τη μοιχεία και την πορνεία. Ανάμεσα στο ζευγαρωτό γάμο και στη μονογαμία μπαίνει, στην ανώτερη βαθμίδα της βαρβαρότητας, η κυριαρχία των αντρών πάνω στις δούλες και η πολυγαμία.
Οπως απόδειξε όλη η περιγραφή μας, η πρόοδος, που φανερώνεται σ' αυτή τη σειρά, συνδέεται με την ιδιομορφία ότι από τις γυναίκες όλο και περισσότερο αφαιρείται η σεξουαλική ελευθερία του ομαδικού γάμου, όχι όμως και από τους άντρες. Και πραγματικά, εξακολουθεί και σήμερα ακόμα να υπάρχει ουσιαστικά ο ομαδικός γάμος για τους άντρες. Εκείνο που στη γυναίκα είναι έγκλημα και συνεπάγεται βαριές νομικές και κοινωνικές συνέπειες, θεωρείται για τον άντρα τιμητικό ή, στη χειρότερη περίπτωση, ελαφρό ηθικό ψεγάδι, που το 'χει κανείς μ' ευχαρίστηση. Οσο περισσότερο όμως στην εποχή μας ο πατροπαράδοτος εταιρισμός μεταμορφώνεται από την κεφαλαιοκρατική εμπορευματική παραγωγή και προσαρμόζεται σ' αυτήν, όσο περισσότερο μετατρέπεται σε απροκάλυπτη πορνεία, τόσο περισσότερο με την επίδρασή του διαφθείρει. Και μάλιστα διαφθείρει τους άντρες πολύ περισσότερο από τις γυναίκες. Η πορνεία εξευτελίζει μονάχα τις δυστυχισμένες εκείνες γυναίκες που ξέπεσαν σ' αυτήν, κι αυτές ακόμα όχι ως το βαθμό που συνήθως νομίζουμε. Αντίθετα, εξευτελίζει το χαρακτήρα ολόκληρου του αντρικού κόσμου. Ιδιαίτερα, ένας αρραβώνας που παρατείνεται πολύ, στις εννιά από τις δέκα περιπτώσεις, αποτελεί πραγματική προπαίδεια για τη συζυγική απιστία.
Τώρα τραβάμε προς μια κοινωνική ανατροπή όπου οι ως τώρα οικονομικές βάσεις της μονογαμίας θα εξαφανιστούν με την ίδια βεβαιότητα που θα εξαφανιστούν και οι βάσεις του συμπληρώματός της, της πορνείας. Η μονογαμία αναπτύχθηκε από τη συγκέντρωση μεγάλου πλούτου στα χέρια ενός - και μάλιστα στα χέρια ενός άντρα - και από την ανάγκη να κληρονομηθούν αυτά τα πλούτη από τα παιδιά αυτού του άντρα και κανενός αλλουνού. Γι' αυτό ήταν αναγκαία η μονογαμία της γυναίκας και όχι του άντρα, έτσι που αυτή η μονογαμία της γυναίκας δεν εμπόδιζε καθόλου την ανοιχτή ή σκεπασμένη πολυγαμία του άντρα. Η επικείμενη όμως κοινωνική ανατροπή, με τη μετατροπή τουλάχιστο του άπειρα μεγαλύτερου μέρους από τον μόνιμο κληρονομήσιμο πλούτο - των μέσων παραγωγής - σε κοινωνική ιδιοχτησία, θα περιορίσει στο ελάχιστο όλη τούτη την έγνοια για την κληρονομιά. Αφού λοιπόν η μονογαμία γεννήθηκε από οικονομικά αίτια, θα εξαφανιστεί λοιπόν όταν εξαφανιστούν αυτά τα αίτια;
Θα μπορούσε κανείς με το δίκιο του ν' απαντήσει ότι όχι μόνο δε θα εξαφανιστεί, αλλά αντίθετα μόνο τότε θα πραγματοποιηθεί πλέρια. Γιατί με τη μετατροπή των μέσων παραγωγής σε κοινωνική ιδιοχτησία εξαφανίζεται και η μισθωτή εργασία, το προλεταριάτο, επομένως και η ανάγκη για έναν ορισμένο - που θα μπορούσε κανείς να τον υπολογίσει στατιστικά - αριθμό γυναικών να εκδίδονται για χρήματα. Η πορνεία εξαφανίζεται, η μονογαμία αντί να χαθεί γίνεται επιτέλους πραγματικότητα - και για τους άντρες.
Οπωσδήποτε λοιπόν θ' αλλάξει πολύ η κατάσταση των αντρών. Αλλάζει όμως σημαντικά και η κατάσταση των γυναικών, όλων των γυναικών. Με το πέρασμα των μέσων παραγωγής σε κοινή ιδιοχτησία παύει η ατομική οικογένεια να είναι η οικονομική μονάδα της κοινωνίας. Το ατομικό νοικοκυριό μετατρέπεται σε κοινωνικό λειτούργημα. Η περιποίηση και ανατροφή των παιδιών γίνεται δημόσια υπόθεση. Η κοινωνία φροντίζει ίσα για όλα τα παιδιά, είτε είναι παιδιά νόμιμου γάμου είτε νόθα. Ετσι λείπει η έγνοια για τις «συνέπειες», που σήμερα αποτελεί το κυριότερο κοινωνικό - ηθικό και οικονομικό - στοιχείο, που εμποδίζει ένα κορίτσι να δοθεί ανεπιφύλαχτα στον αγαπημένο της άντρα. Μήπως αυτό δε θα αποτελεί αρκετή αιτία για να αναπτυχθούν σιγά - σιγά πιο ανυπόκριτες σεξουαλικές σχέσεις και μαζί μια πιο χαλαρή κοινή γνώμη για την παρθενική τιμή και τη γυναικεία ντροπή; Και τέλος, μήπως δεν είδαμε ότι στο σύγχρονο κόσμο η μονογαμία και η πορνεία είναι βέβαια αντιθέσεις, μα αχώριστες αντιθέσεις, πόλοι, της ίδιας κοινωνικής κατάστασης; Μπορεί η πορνεία να εξαφανιστεί χωρίς να σύρει μαζί της στην άβυσσο και τη μονογαμία;
Εδώ μπαίνει σε ενέργεια ένα καινούργιο στοιχείο, ένα στοιχείο που τον καιρό που διαμορφωνόταν η μονογαμία βρισκόταν το πολύ-πολύ σε εμβρυακή κατάσταση: Ο ατομικός έρωτας.
Πριν από το Μεσαίωνα δε μπορεί να γίνεται λόγος για ατομικόν έρωτα. Οτι η προσωπική ομορφιά, η στενή συναναστροφή, οι κοινές κλίσεις, κτλ. ξυπνούσαν σε ανθρώπους διαφορετικού φύλου την επιθυμία για σεξουαλικές σχέσεις, ότι τόσο στους άντρες, όσο και στις γυναίκες, δεν ήταν τελείως αδιάφορο με ποιον θα είχαν αυτές τις στενότερες σχέσεις, αυτό είναι αυτονόητο. Απ' αυτό όμως ως το δικό μας έρωτα υπάρχει άπειρα μεγάλη απόσταση. Σ' όλη την αρχαιότητα κλείνονται οι γάμοι από τους γονείς για τους ενδιαφερόμενους και αυτοί το δέχονται ήσυχα. Η ελάχιστη συζυγική αγάπη που γνωρίζει η αρχαιότητα δεν είναι καθόλου υποκειμενική κλίση, μα αντικειμενικό χρέος, όχι βάση, μα συνάρτηση του γάμου. Ερωτικοί δεσμοί, με σύγχρονη έννοια, στην αρχαιότητα παρουσιάζονται μονάχα έξω από την επίσημη κοινωνία. Οι βοσκοί, που τις χαρές και τους καημούς του έρωτά τους μας τους τραγουδούν ο Θεόκριτος και ο Μόσχος, ο Δάφνις και η Χλόη του Λόγγου16είναι αποκλειστικά όλοι δούλοι που δε συμμετέχουν καθόλου στο κράτος, στη σφαίρα ζωής του ελεύθερου πολίτη. Εκτός όμως από τους δούλους μονάχα σαν προϊόντα αποσύνθεσης του παλιού κόσμου που έδυε, βρίσκουμε ερωτικές περιπέτειες, και με γυναίκες που επίσης βρίσκονται έξω από την επίσημη κοινωνία, με εταίρες, δηλ. με ξένες ή απελεύθερες: Στην Αθήνα αρχίζοντας από την παραμονή της δύσης της, στη Ρώμη την εποχή της αυτοκρατορίας. Αν παρουσιαζόταν πραγματικά έρωτας ανάμεσα σε ελεύθερους πολίτες και πολίτισσες, αυτό γινόταν μόνο με τη μοιχεία. Και του κλασικού ερωτικού ποιητή της αρχαιότητας, του γέρου Ανακρέοντα, του ήταν τόσο αδιάφορος ο έρωτας με τη δική μας έννοια, που αδιαφορούσε ακόμα και για το φύλο του αγαπώμενου προσώπου.
Η δική μας σεξουαλική αγάπη διακρίνεται ουσιαστικά από την απλή σεξουαλική επιθυμία, τον έρωτα, των αρχαίων. Πρώτα, προϋποθέτει το αγαπημένο πρόσωπο να ανταποκρίνεται στην αγάπη. Και σ' αυτό το σημείο η γυναίκα είναι ίση με τον άντρα, ενώ στον αρχαίο έρωτα καθόλου δεν τη ρωτούσαν πάντα. Δεύτερο, η σεξουαλική αγάπη έχει ένα βαθμό έντασης και διάρκειας, που κάνει να φαίνεται και στα δυο μέρη η στέρηση και ο χωρισμός μεγάλη, αν όχι η μεγαλύτερη συμφορά. Για να έχει ο ένας τον άλλον, διακινδυνεύουν, παίζουν ακόμα και τη ζωή τους, πράγμα που στην αρχαιότητα παρουσιαζόταν το πολύ - πολύ στη μοιχεία. Και τέλος, αναπτύσσεται ένα καινούργιο ηθικό μέτρο για να κρίνουν τις σεξουαλικές σχέσεις, δε ρωτούνε μονάχα: ήταν γαμήλιες ή όχι, μα και: ήταν προϊόν αμοιβαίας αγάπης; ή όχι; Είναι αυτονόητο ότι η τύχη αυτού του νέου μέτρου στη φεουδαρχική και αστική πράξη δεν είναι καλύτερη από την τύχη όλων των άλλων μέτρων της ηθικής - δεν το υπολογίζουν. Μα και δεν του φέρονται και χειρότερα απ' τ' άλλα. Το αναγνωρίζουν ακριβώς όπως και τ' άλλα - στη θεωρία, στο χαρτί. Και για την ώρα δε μπορεί να ζητά περισσότερα.
Ο Μεσαίωνας ξαναρχίζει από κει όπου σταμάτησε η αρχαιότητα τα πρώτα βήματα της σεξουαλικής αγάπης, δηλ. απ' τη μοιχεία. Περιγράψαμε κιόλας τον ιπποτικό έρωτα που δημιούργησε τα τραγούδια της αυγής. Από την αγάπη αυτήν, που πάει να χαλάσει το γάμο, ως τον έρωτα που θα τον θεμελιώσει, υπάρχει ακόμα πολύς δρόμος που δεν τον πέρασαν ποτέ ολοκληρωτικά οι ιππότες. Κι αν περάσουμε από τους ελαφρόμυαλους ρωμανικούς λαούς στους ενάρετους Γερμανούς, βρίσκουμε στο έπος των Νιμπελούγκεν ότι η Κρημχίλδη, αν και στα κρυφά δεν αγαπά λιγότερο τον Ζίγκφριντ απ' ό,τι την αγαπά αυτός, ωστόσο όμως στην ειδοποίηση του Γκούντερ ότι την έχει υποσχεθεί με όρκο σ' έναν ιππότη, που δεν τον ονομάζει, απαντά απλώς:
«Δεν είναι ανάγκη να με παρακαλάτε. Οπως με διατάξετε, έτσι θα είμαι πάντα. Αφέντη, αυτόν που μου δίνετε άντρα θα τον αρραβωνιαστώ ευχαρίστως».17
Δεν της περνά ποτέ από το μυαλό ότι μπορεί εδώ να παρθεί καθόλου υπόψη η αγάπη της. Ο Γκούντερ ζητά την Μπρουνχίλδη, ο Ετσελ την Κρημχίλδη, χωρίς να τις έχουν δει ποτέ. Το ίδιο στην «Γκούτρουν»18 ο Σίγκεμπαντ της Ιρλανδίας ζητά τη Νορβηγέζα Ούτε, ο Χέτελ φον Χέγκελινγκεν την Χίλντε της Ιρλανδίας, τέλος ο Ζίγκφριντ του Μόρλαντ, ο Χάρτμουτ της Ορμανίας και ο Χέρβιγκ της Ζηλανδίας την Γκούτρουν. Και μονάχα εδώ παρουσιάζεται το γεγονός ότι αποφασίζει θεληματικά η Γκούτρουν να πάρει το Χέρβιγκ. Κατά κανόνα, τη νύφη του νεαρού πρίγκιπα τη διαλέγουν οι γονείς του, αν ζουν ακόμα, αλλιώς τη διαλέγει ο ίδιος με τη συμβολή των μεγάλων τιμαριούχων, που σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ο λόγος τους έχει μεγάλη βαρύτητα. Και δεν μπορεί να γίνει καθόλου διαφορετικά. Για τον ιππότη ή το βαρώνο, όπως και για τον ίδιο τον άρχοντα της χώρας, ο γάμος είναι πολιτική πράξη, μια ευκαιρία να μεγαλώσει την εξουσία του με νέες συμμαχίες. Αυτό που αποφασίζει είναι το συμφέρον του οίκου και όχι η επιθυμία του ατόμου. Πώς μπορούσε λοιπόν κάτω απ' αυτούς τους όρους να λέει ο έρωτας την τελευταία λέξη στο ζήτημα του γάμου;
Δε γινόταν διαφορετικά και με το συντεχνιακό αστό των μεσαιωνικών πόλεων. Ακριβώς, τα προνόμια που τον προστάτευαν, οι κωδικοποιημένες συντεχνιακές διατάξεις, τα τεχνητά σύνορα που τον χώριζαν νομικά εδώ από τις άλλες συντεχνίες, εκεί από τους ίδιους τους συντρόφους της συντεχνίας του, και από την άλλη, από τους καλφάδες και τους μαθητευόμενους, στένευαν κιόλας αρκετά τον κύκλο απ' όπου μπορούσε να διαλέξει μια ταιριαστή σύζυγο. Και το ζήτημα, ποια ανάμεσά τους ήταν πιο ταιριαστή, αυτό, μέσα σε τούτο το περίπλοκο σύστημα, το αποφάσιζε χωρίς άλλο όχι η ατομική του επιθυμία, μα το οικογενειακό συμφέρον.
Ετσι λοιπόν, στην άπειρη πλειοψηφία των περιπτώσεων ο γάμος έμεινε ως το τέλος του μεσαίωνα ό,τι ήταν από την αρχή, υπόθεση που δεν αποφασιζόταν από τους ενδιαφερόμενους. Στην αρχή, όταν γεννιόταν κανείς, ήταν κιόλας παντρεμένος με μια ολόκληρη ομάδα του άλλου φύλου. Στις κατοπινές μορφές του ομαδικού γάμου επικρατούσε πιθανώς μια παρόμοια σχέση, μόνο που η ομάδα στένευε όλο και περισσότερο. Στο ζευγαρωτό γάμο είναι κανόνας οι μητέρες να συμφωνούν τους γάμους των παιδιών τους. Και δω επίσης αποφασίζουν οι υπολογισμοί για νέους συγγενικούς δεσμούς, που πρέπει να εξασφαλίσουν μια πιο στερεή θέση για το νεαρό ζευγάρι στο γένος και στη φυλή. Κι όταν με την επικράτηση της ατομικής ιδιοκτησίας απέναντι στην κοινή ιδιοκτησία και με το ενδιαφέρον για την κληρονομιά κυριάρχησε το πατρικό δίκαιο και η μονογαμία, τότε πια ο γάμος εξαρτήθηκε για καλά από οικονομικούς υπολογισμούς. Η μορφή του γάμου εξαγοράς εξαφανίζεται, στην ουσία όμως εξακολουθεί να εφαρμόζεται σ' όλο και μεγαλύτερο βαθμό, έτσι που όχι μόνο η γυναίκα, αλλά κι ο άντρας αποχτά μια τιμή - όχι ανάλογα με τις προσωπικές του ιδιότητες, μα ανάλογα με την περιουσία του. Οτι η αμοιβαία κλίση των ενδιαφερομένων θα 'πρεπε να 'ναι ο επικρατέστερος λόγος του γάμου, αυτό από την αρχή κιόλας ήταν στην πράξη κάτι το πρωτάκουστο για τις κυρίαρχες τάξεις. Κάτι τέτοιο γινόταν το πολύ - πολύ στα μυθιστορήματα ή στις καταπιεζόμενες τάξεις που δε λογαριάζονταν.
Το «ελεύθερο συμβόλαιο»
Αυτή ήταν η κατάσταση που βρήκε η κεφαλαιοκρατική παραγωγή όταν από την εποχή των γεωγραφικών ανακαλύψεων, με το παγκόσμιο εμπόριο και τη μανιφακτούρα, ετοιμαζόταν για την κοσμοκρατορία, θα νόμιζε κανείς ότι ο τρόπος αυτός του γάμου θα της ταίριαζε εξαιρετικά, και πραγματικά έτσι ήταν. Κι ωστόσο - η ειρωνεία της παγκόσμιας ιστορίας είναι ανεξάντλητη - η κεφαλαιοκρατική παραγωγή έμελλε να προκαλέσει το αποφασιστικό ρήγμα σ' αυτόν. Μετατρέποντας όλα τα πράγματα σ' εμπορεύματα, διέλυσε όλες τις κληρονομημένες πατροπαράδοτες σχέσεις, και στη θέση του κληρονομημένου εθίμου του ιστορικού δικαιώματος, έβαλε την αγορά και την πούληση, το «ελεύθερο» συμβόλαιο. Ο Αγγλος νομικός Χ.Σ. Μέιν πίστεψε ότι έκανε μια σπουδαιότατη ανακάλυψη λέγοντας ότι η πρόοδός μας απέναντι στις περασμένες εποχές συνίσταται στο ότι έχουμε φτάσει from status contract, από κληρονομικά παραδομένες σε ελεύθερα συμφωνημένες σχέσεις,19πράγμα που στο βαθμό που είναι σωστό αναφερόταν κιόλας στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο.20Για τη σύναψη όμως συμβολαίων χρειάζονται άνθρωποι που να μπορούν να διαθέτουν ελεύθερα τα άτομά τους, τις πράξεις τους και την ιδιοκτησία τους, που είναι ισότιμοι ο ένας απέναντι στον άλλο. Και μια από τις κύριες δουλιές της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής ήταν ακριβώς να δημιουργήσει αυτούς τους «ελεύθερους» και «ίσους» ανθρώπους. Κι αν στην αρχή αυτό γινόταν ακόμα μόνο με μισοσυνειδητό κι επιπλέον με θρησκευτικά ντυμένο τρόπο, ήταν όμως αυστηρά καθορισμένο από τη λουθηρανική και καλβινιστική μεταρρύθμιση ότι ο άνθρωπος τότε μόνο είναι πλέρια υπεύθυνος για τις πράξεις του, όταν τις έχει κάνει με απόλυτη ελευθερία βούλησης, και ότι είναι ηθικό χρέος η αντίσταση σε κάθε βία που θέλει να επιβάλει ανήθικες πράξεις. Πώς όμως ταίριαζαν αυτά με τον τρόπο που γίνονταν μέχρι σήμερα οι γάμοι; Ο γάμος κατά την αστική αντίληψη ήταν συμβόλαιο, νομική υπόθεση, και μάλιστα η σπουδαιότερη απ' όλες τις υποθέσεις, γιατί διέθετε για όλη τους τη ζωή το σώμα και το πνεύμα δύο ανθρώπων. Βέβαια, τυπικά το συμβόλαιο κλεινότανε τότε εθελοντικά, χωρίς τη συγκατάθεση των ενδιαφερομένων δε γινόταν. Ξέρανε όμως πάρα πολύ καλά πως κατορθωνόταν η συγκατάθεση αυτή και ποιοι πραγματικά συμφωνούσαν για το γάμο. Αν όμως για όλα τ' άλλα τα συμβόλαια χρειαζόταν πραγματικά ελεύθερη απόφαση, γιατί όχι και για τούτο; Δεν είχαν τάχα και οι δύο νέοι που θα ζευγαρώνονταν το δικαίωμα να διαθέσουν ελεύθερα τον εαυτό τους, το κορμί τους και τα όργανα τους; Δεν είχε γίνει μήπως του συρμού ο έρωτας με τον ιπποτισμό, και μήπως μπρος στον ιπποτικό έρωτα της μοιχείας, δεν ήταν η αγάπη των συζύγων η σωστή αστική μορφή; Μα αν ήταν καθήκον των συζύγων ν' αγαπά ο ένας τον άλλο, δεν ήταν το ίδιο επίσης χρέος των αγαπημένων να παντρεύονται μεταξύ τους και όχι με κανένα άλλον; Δεν έστεκε τάχα πιο ψηλά αυτό το δικαίωμα των αγαπημένων απ' το δικαίωμα των γονιών, των συγγενών και των άλλων πατροπαράδοτων μεσιτάδων και προξενητάδων; Και μια και το δικαίωμα της ελεύθερης ατομικής εκλογής έμπαινε ανενόχλητα στην εκκλησία και στη θρησκεία, πώς ήταν δυνατόν να σταματήσει μπρος στην αβάσταχτη απαίτηση της παλαιότερης γενιάς να διαθέτει το κορμί, την ψυχή, την περιουσία, την ευτυχία και τη δυστυχία της νεότερης;
Τα προβλήματα αυτά ήταν φυσικό να μπουν σε μια εποχή που χαλάρωναν όλοι οι παλιοί δεσμοί της κοινωνίας και κλονίζονταν όλες οι κληρονομημένες παραστάσεις. Ο κόσμος έγινε με μιας σχεδόν δέκα φορές πιο μεγάλος. Αντίς για ένα τεταρτημόριο ενός ημισφαιρίου, όλη η γήινη σφαίρα βρισκόταν τώρα μπροστά στα μάτια των δυτικοευρωπαίων που βιάστηκαν να πάρουν στην κατοχή τους και τα άλλα εφτά τεταρτημόρια. Κι όπως πέσανε τα παλιά στενά όρια της πατρίδας, έτσι πέσανε και οι χιλιόχρονοι φραγμοί του πατροπαράδοτου μεσαιωνικού τρόπου σκέψης. Στον άνθρωπο ανοιγόταν τόσο προς τον εσωτερικό του όσο και τον εξωτερικό του κόσμο ένας άπειρα ευρύτερος ορίζοντας. Τι αξία είχε η φήμη της τιμιότητας, τι αξία είχε το τιμημένο συντεχνιακό προνόμιο, που κληροδοτούνταν από γενεά σε γενεά, για το νέο που τον καλούν τα πλούτη των Ινδιών, τα χρυσωρυχεία και τα αργυρωρυχεία του Μεξικού και του Ποτόζι; Ηταν η εποχή του περιπλανώμενου ιπποτισμού της αστικής τάξης. Είχε κι αυτή το ρομαντισμό της και τα ερωτικά της ονειροπολήματα, μα πάνω σε αστική βάση και σε τελευταία ανάλυση με αστικούς σκοπούς.
Ετσι συνέβη λοιπόν η αστική τάξη που ανέβαινε, κυρίως στις προτεσταντικές χώρες, όπου συγκλονίστηκε περισσότερο το καθεστώς που υπήρχε, ν' αναγνωρίζει όλο και περισσότερο την ελευθερία του συμβολαίου και για το γάμο και να την εφαρμόζει με τον τρόπο που περιγράψαμε παραπάνω. Ο γάμος έμεινε ταξικός γάμος, μα μέσα στα πλαίσια της τάξης παραχωρήθηκε στους συμβαλλόμενους ένας ορισμένος βαθμός ελευθερίας στην εκλογή. Και στο χαρτί, στη θεωρία της ηθικής, καθώς και στην ποιητική περιγραφή, τίποτα δεν ήταν πιο ατράνταχτα θεμελιωμένο, όσο η ανηθικότητα κάθε γάμου που δε βασίζεται σε αμοιβαίο έρωτα και σε πραγματικά ελεύθερη συμφωνία των συζύγων. Κοντολογίς, ο γάμος από έρωτα διακηρύχτηκε δικαίωμα του ανθρώπου και μάλιστα όχι μόνο droit de l' homme21 μα σαν εξαίρεση και droit de la femme22.
Ομως αυτό το δικαίωμα του ανθρώπου διαφέρει σ' ένα σημείο από όλα τα άλλα λεγόμενα δικαιώματα του ανθρώπου. Ενώ τα άλλα στην πράξη περιορίζονταν στην κυρίαρχη τάξη, στην αστική τάξη, και για την καταπιεζόμενη τάξη, για το προλεταριάτο, εκμηδενίζονταν άμεσα ή έμμεσα, εδώ για άλλη μια φορά εκδηλώνεται η ειρωνεία της ιστορίας. Η κυρίαρχη τάξη εξακολουθεί να κυριαρχείται από τις γνωστές οικονομικές επιδράσεις κι έτσι μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις έχει να παρουσιάσει γάμους που έγιναν πραγματικά ελεύθερα, ενώ όπως είδαμε, οι τέτοιοι γάμοι είναι κανόνας στην εκμεταλλευόμενη τάξη.
Η πλέρια ελευθερία στη σύναψη του γάμου μπορεί λοιπόν τότε μονάχα να πραγματοποιηθεί γενικά, όταν η κατάργηση της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής και των σχέσεων ιδιοκτησίας που δημιούργησε βγάλει από τη μέση όλους τους δευτερεύοντες οικονομικούς λόγους που και τώρα ακόμα επιδρούν τόσο πολύ στην εκλογή συζύγου. Τότε πια δε μένει κανένα άλλο κίνητρο από την αμοιβαία κλίση.
Και επειδή ο σεξουαλικός έρωτας από τη φύση του είναι αποκλειστικός - αν και αυτή η αποκλειστικότητα πραγματοποιείται σήμερα πέρα για πέρα μονάχα στη γυναίκα - ο γάμος που βασίζεται στον έρωτα είναι από τη φύση του μονογαμικός. Είδαμε πόσο δίκιο είχε ο Μπαχόφεν που θεωρούσε την πρόοδο από τον ομαδικό στον ατομικό γάμο κυρίως σαν έργο των γυναικών. Στο ενεργητικό των αντρών μπαίνει μόνον η πρόοδος από το ζευγαρωτό γάμο στη μονογαμία. Και η πρόοδος αυτή σήμαινε ιστορικά την ουσιαστική χειροτέρευση της θέσης της γυναίκας και διευκόλυνση της απιστίας των ανδρών. Οταν λοιπόν λείψουν και οι οικονομικοί λόγοι, που έκαναν τις γυναίκες να δέχονται αυτή την από συνήθεια απιστία των ανδρών - η έγνοια για την ύπαρξη τους, κι ακόμα περισσότερο η έγνοια για το μέλλον των παιδιών - τότε η ισοτιμία της γυναίκας που θα επιτευχθεί μ' αυτό τον τρόπο, κρίνοντας απ' όλη την πείρα που έχουμε ως τώρα, μάλλον θα συντελέσει σε άπειρα πιο μεγάλο βαθμό, να γίνουν οι άντρες πραγματικά μονογαμικοί, παρά να γίνουν οι γυναίκες πολυανδρικές.
Αυτά όμως που θα χάσει οπωσδήποτε η μονογαμία είναι όλα τα χαρακτηριστικά που απόχτησε με την προέλευσή της από τις σχέσεις ιδιοκτησίας, και τα χαρακτηριστικά αυτά είναι πρώτα η κυριαρχία του άντρα, και δεύτερο το αδιάλυτο του γάμου. Η κυριαρχία του άντρα στο γάμο είναι απλή συνέπεια της οικονομικής του κυριαρχίας και πέφτει αυτόματα μαζί της. Το αδιάλυτο του γάμου είναι εν μέρει συνέπεια της οικονομικής κατάστασης, μέσα στην οποία αναπτύχθηκε η μονογαμία, εν μέρει παράδοση από την εποχή που δεν καταλάβαιναν καλά ακόμα τη σχέση αυτή της οικονομικής κατάστασης με τη μονογαμία και την υπερέβαλαν θρησκευτικά. Σήμερα έχει κιόλας σπάσει από χίλιες μεριές. Αν είναι ηθικός μονάχα ο γάμος που βασίζεται στην αγάπη, το ίδιο παραμένει ηθικός μονάχα ο γάμος που εξακολουθεί να υπάρχει η αγάπη. Η διάρκεια όμως του ατομικού έρωτα διαφέρει πολύ από άτομο σε άτομο, ιδίως στους άντρες, κι ένα ουσιαστικό σταμάτημα της κλίσης, ή το παραμέρισμά της από μια καινούρια φλογερή αγάπη, κάνει ευεργετικό το χωρισμό, τόσο για τα δύο μέρη, όσο και για την κοινωνία. Πρέπει μόνο ν' απαλλαγούν οι άνθρωποι από την ανάγκη να τσαλαβουτούν μέσα από την άχρηστη λάσπη μιας δίκης διαζυγίου.
Μια γενιά χωρίς χωρίς εκμετάλλευση...
Αυτό λοιπόν που μπορούμε σήμερα να υποθέσουμε για τη ρύθμιση των σεξουαλικών σχέσεων ύστερα από το επικείμενο σάρωμα της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, έχει κυρίως αρνητικό χαρακτήρα, περιορίζεται συνήθως σε ό,τι πρόκειται να λείψει. Τι όμως θα προστεθεί; Αυτό θα κριθεί όταν αντρωθεί μια νέα γενιά, μια γενιά από άντρες, που ποτέ στη ζωή τους δε θα έχουν βρεθεί στην ανάγκη ν' αγοράσουν με λεφτά ή με άλλα κοινωνικά μέσα το δόσιμο μιας γυναίκας, και μια γενιά από γυναίκες, που ποτέ δε θα έχουν βρεθεί στην ανάγκη να δοθούν σ' έναν άντρα για κανένα άλλο λόγο εκτός από την αληθινή αγάπη, ούτε ν' αρνηθούν το δόσιμο τους στον αγαπημένο τους από το φόβο μπρος στις οικονομικές συνέπειες. Οταν θα υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι, θα γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια αυτά που πιστεύουμε σήμερα ότι θα πρέπει να κάνουν, θα φτιάξουν τη δική τους ζωή και τη δική τους αντίστοιχη κοινή γνώμη για τις πράξεις του καθενός και - τελεία και παύλα.
Ας γυρίσουμε ωστόσο στον Μόργκαν από τον οποίο απομακρυνθήκαμε αρκετά. Η ιστορική έρευνα των κοινωνικών θεσμών που αναπτύχθηκαν στη διάρκεια της εποχής του πολιτισμού, ξεπερνά τα πλαίσια του βιβλίου του. Γι' αυτό η μοίρα της μονογαμίας σ' αυτό το χρονικό διάστημα τον απασχολεί πολύ λίγο. Κι αυτός βλέπει στην πιο πέρα διαμόρφωση της μονογαμικής οικογένειας μια πρόοδο, ένα ζύγωμα προς την πλέρια ισοτιμία των φύλων, χωρίς όμως να θεωρεί φτασμένο το σκοπό αυτό. Ομως, λέει, «όταν παραδεχτούμε το γεγονός, ότι η οικογένεια πέρασε τέσσερις διαδοχικές μορφές και βρίσκεται τώρα σε μια πέμπτη, τότε γεννιέται το ερώτημα, αν αυτή η μορφή μπορεί να 'ναι μόνιμη στο μέλλον. Η μόνη δυνατή απάντηση είναι ότι θα πρέπει να προχωρεί όπως προχωρεί η κοινωνία, ν' αλλάζει στο βαθμό που αλλάζει η κοινωνία, ακριβώς όπως γινόταν τώρα. Είναι δημιούργημα του κοινωνικού συστήματος και θα αντικαθρεφτίζει την κατάσταση της διαμόρφωσής του. Και μια που η μονογαμική οικογένεια καλυτέρεψε από την αρχή του πολιτισμού, και πολύ αισθητά στη νεότερη εποχή, μπορεί κανείς τουλάχιστο να υποθέσει ότι είναι ικανή για πιο πέρα τελειοποίηση ώσπου να φτάσουμε στην ισότητα των δύο φύλων. Αν στο μακρινό μέλλον η μονογαμική οικογένεια δε θα 'ναι σε θέση να εκπληρώσει τις απαιτήσεις της κοινωνίας, είναι αδύνατο να πει κανείς από τα πριν τι είδους θα 'ναι η διάδοχός της».
Φ. Ενγκελς, Η καταγωγή της οικογένειας, της ατομικής ιδιοκτησίας και του κράτους, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή, σελ. 87.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
1. Δουλεύοντας την πρώτη έκδοση του έργου του, ο Ενγκελς χρησιμοποίησε τα παρακάτω βιβλία του Μακ Λέναν: «Primitive Marriage. An Inquiry into the Origin of the Form of Capture in Marriage Ceremonies». Edinburgh, 1865 («Πρωτόγονος γάμος. Μελέτη για την προέλευση του εθίμου της απαγωγής, στις γαμήλιες τελετουργίες». Εδιμβούργο, 1865)· «Studies in Ancient History comprising a Reprint of "Primitive Marriage. An Inquiry into the Origin of the Form of Capture in Marriage Ceremonies"», London, 1815 («Δοκίμια αρχαίας ιστορίας, όπου καταχωρείται το κείμενο του βιβλίου «Πρωτόγονος γάμος. Μελέτη για την προέλευση του εθίμου της απαγωγής στις γαμήλιες τελετουργίες», Λονδίνο, 1876)· κατά την προετοιμασία της τέταρτης έκδοσης (1891), ο Ενγκελς πήρε επίσης υπόψη του το τελευταίο βιβλίο του Μακ Λέναν (1891), που κυκλοφόρησε στο Λονδίνο και τη Νέα Υόρκη, το 1886, σε νέα έκδοση.
2. L.Η. Morgan. «Ancient Sosiety», London, 1877, ρ. 435-131.
3. Κ. Μαρξ. «Περίληψη του βιβλίου του Λιούις Χ. Μόργκαν: «Αρχαία κοινωνία» (βλ. «Αρχείο Μαρξ, και Ενγκελς», ρωσ. έκδ., τόμ. IX, σελ. 21).
4. Πρόκειται για το βιβλίο: J.J. Bachofen. «Das Muttcrrecht. Eine Untersuehung uber die Gynaikokratie der alien Welt maeh ihrer religiosen und rechtlichen Natur». Stuttgart, 1861 (Ι.Γ. Μπόχοφεν. «To μητρικό δίκαιο. Μελέτη της γυναικοκρατίας του αρχαίου κόσμου με βάση τη θρησκευτική και νομική του φύση». Στουτγάρδη, 1861).
5. Πόσο λίγο ο Μπάχοφεν καταλάβαινε τι είχε ανακαλύψει, ή μάλλον τι είχε μαντέψει, το αποδείχνει το γεγονός ότι χαρακτηρίζει αυτή την πρωτόγονη κατάσταση σαν εταιρισμό. Οι Ελληνες όταν εισήγαγαν τη λέξη εταιρισμός, εννοούσαν μ' αυτήν τις σχέσεις αντρών ανύπαντρων, ή αντρών που ζούσαν σε μονογαμία με ανύπαντρες γυναίκες. Ο εταιρισμός προϋποθέτει πάντα μια ορισμένη μορφή γάμου, που έξω απ' αυτόν υπάρχει αυτή η σχέση και περικλείνει κιόλας, τουλάχιστο σαν δυνατότητα, την πορνεία. Με άλλη έννοια δε χρησιμοποιήθηκε ποτέ η λέξη, και μ' αυτή την έννοια τη μεταχειρίζομαι και εγώ μαζί με τον Μόργκαν. Τις εξαιρετικά σπουδαίες ανακαλύψεις του Μπάχοφεν τις μυστικοποιούν παντού απίστευτα, ξεκινώντας από την αυταπάτη του, ότι οι ιστορικά δημιουργημένες σχέσεις ανάμεσα στον άντρα και τη γυναίκα πηγάζουν από τις κάθε φορά θρησκευτικές παραστάσεις των ανθρώπων και όχι από τις πραγματικές συνθήκες της ζωής τους.
6. Σ' ένα του γράμμα που το 'γραψε την άνοιξη του 1882*, ο Μαρξ εκφράζεται με τις πιο έντονες εκφράσεις για την ολοκληρωτική παραποίηση της πρωτόγονης εποχής στο βαγνερικό κείμενο των «Νιμπελούγκεν». «Ακούστηκε ποτέ ο αδερφός να αγκαλιάζει σαν σύζυγο την αδερφή;»**. Σ' αυτούς τους «θεούς της ασέλγειας» του Βάγνερ, που ακολουθώντας το συρμό κάνουν τις ερωτοδουλειές τους πιο πικάντικα με λιγάκι αιμομειξία, απαντά ο Μαρξ: «Στην πρωτόγονη εποχή η αδερφή ήταν σύζυγος και αυτό ήταν ηθικό». (Σημείωση του Ενγκελς). Ενας Γάλλος φίλος και θαυμαστής του Βάγνερ δε συμφωνεί μ' αυτή τη σημείωση, και παρατηρεί ότι στην παλιότερη κιόλας «Εντα»*, απ' όπου ξεκινά ο Βάγνερ στην «Εγκισντρέκα», ο Λόκι μαλώνει τη Φρέγια με τα λόγια: «Μπρος στους θεούς αγκάλιασες τον αδερφό σου». Ο γάμος μεταξύ αδερφών απαγορευόταν λοιπόν τάχα από τότες. Η «Εγκισντρέκα» είναι έκφραση μιας εποχής, όπου είχε σπάσει ολότελα η πίστη στους παλιούς μύθους. Είναι μια σάτιρα των θεών εντελώς κατά τον τρόπο του Λουκιανού. Αν ο Λόκι σαν Μεφιστοφελής μαλώνει γι' αυτό τη Φρέγια, αυτό μάλλον στρέφεται ενάντια στον Βάγνερ. Ο Λόκι λίγους στίχους πιο κάτω λέει ακόμα στον Νιέρντρ: «Με την αδελφή σου έφτιαξες έναν (τέτοιο) γιο» (vidh systur thinni gazlu slikan mog)****. Ο Νιέρντρ δεν είναι βέβαια άζος, μα βάνος, και λέει στην Ινγκλίνγκα-Ζάγγα, ότι ο γάμος μεταξύ αδερφών συνηθίζεται στη χώρα των Βανών, πράγμα που δε συμβαίνει στους όζους. Αυτό τάχα σημαίνει, ότι οι βάνοι είναι παλιότεροι θεοί από τους όζους (Ασοι και βάνοι, δύο ομάδες θεών της σκανδιναβικής μυθολογίας). Οπωσδήποτε ο Νιέρντρ ζει ανάμεσα στους όζους σαν όμοιός τους και έτσι η «Εγκισντρέκα» είναι μάλλον απόδειξη ότι τον καιρό που δημιουργούνταν οι νορβηγικοί μύθοι για τους θεούς δεν προκαλούσε φρίκη, τουλάχιστον ανάμεσα σε θεούς ο γάμος των αδελφών. Αν θέλαμε να δικαιολογήσουμε τον Βάγνερ, θα 'ταν ίσως καλύτερο αντί για την «Εντα» να επικαλεστούμε τον Γκαίτε που στην μπαλάντα του θεού και της μπαγιαντέρας κάνει ένα ανάλογο λάθος σχετικά με τη θρησκευτική έκδοση των γυναικών και την παρομοιάζει πάρα πολύ με τη νεότερη πορνεία. (Σημείωση του Ενγκελς στην τέταρτη έκδοση).
* Αυτό το γράμμα του Μαρξ δεν έφτασε ως εμάς. Ο Ενγκελς μιλάει γι' αυτό σε γράμμα του προς τον Κάουτσκι, με ημερομηνία 11 του Απρίλη 1884.
** Πρόκειται για το κείμενο της μελοδραματικής τετραλογίας του Ρ. Βάγνερ «Το Δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν», που γράφτηκε από τον ίδιο το μουσικοσυνθέτη με βάση το σκανδιναβικό έπος «Εδδα» και το γερμανικό έπος «Τραγούδι για τους Νιμπελούνγκεν». Βλ. R. Wagner. «Der Ring Nibelungen, etster Tag, die Walkure», sweiter Aufzug (P. Βάγνερ «To Δαχτυλίδι των Νιμπελούνγκεν, μέρα πρώτη, Βαλκυρία», πράξη δεύτερη).
*** Η Εντα (Edda) είναι συλλογή νορβηγικών μυθολογικών ασμάτων. Οι άζοι και οι βάνοι είναι θεοί της βορειοευρωπαϊκής μυθολογίας. Η Ινγκλίνγκα-Ζάγγα είναι ο θρύλος των σκανδιναβών βασιλιάδων Ινγκλίνγκα (Σημ. μετ.).
**** Οταν μιλάει για Γάλλο φίλο και θαυμαστή του Βάγνερ ο Ενγκελς έχει υπόψη του το Γάλλο σοσιαλιστή Σαρλ Μπονιέ.
7. Βλ. L. Η. Morgan «Ancient Society», London, 1877, σελ. 459. Ο Ενγκελς παραθέτει το απόσπασμα αυτό όπως το έχει γράψει ο Μαρξ (βλ. «Αρχείο Μαρξ και Ενγκελς», τομ. IX, σελ. 28).
8. Οι λέξεις «των ξεχωριστών οικογενειών» προστέθηκαν από τον Ενγκελς στην έκδοση του 1891 (Σύντ.).
9. Πρόκειται για το άρθρο 230 του αστικού κώδικα, που ψηφίστηκε περίοδο του Ναπολέοντα, στα 1804.
10. Βλ. Κ. Μαρξ. «Περίληψη του βιβλίου του Λιούις Χ. Μόργκαν "Η αρχαία κοινωνία"» («Αρχείο Μαρξ και Ενγκελς», τομ. IX, σελ. 32).
11. Ομήρου «Οδύσσεια», ραψωδία Α'.
12. Αισχύλου. «Ορέστεια». «Αγαμέμνων».
13. Ο Ενγκελς παραθέτει μια ιδέα που έχει διατυπωθεί στην εργασία των Μαρξ και Ενγκελς «Η γερμανική ιδεολογία» (βλ. Κ. Μαρξ και Φ. Ενγκελς. Απ., τομ. 3, σελ. 30).
14. Ο Ενγκελς παραφράζει εδώ ένα μέρος από το έργο του Σ. Φουριέ. «Theorie de l' unite universelle», vol III, 2-me ed. Oeuvres completes, t. IV, Paris 1841, p. 120 (Σ. Φουριέ. «Η θεωρία της παγκόσμιας ενότητας», τομ. III, 2η έκδ. Απαντα, τομ. Χ, Παρίσι, 1841, σελ. 120). Η πρώτη έκδοση του έργου αυτού βγήκε με τον τίτλο: «Traite de l' association domestique agricole». T. I-II, Paris - London, 1822. («Πραγματεία περί του υπηρετικού και αγροτικού συνδέσμου». Τόμοι Ι, II, Παρίσι - Λονδίνο, 1822).
15. Ολόκληρο το παρακάτω κείμενο αυτού του κεφαλαίου, εκτός απ' την τελευταία παράγραφο που αρχίζει με τις λέξεις: «Ας γυρίσουμε ωστόσο στον Μόργκαν...» προστέθηκε από τον Ενγκελς στην έκδοση του 1891 (Σύντ.).
16. Δάφνης, και Χλόη, ήρωες αρχαίου ελληνικού μυθιστορήματος -2ος-3ος αιώνας. Για το συγγραφέα του Λόγγο δεν υπάρχει καμιά πληροφορία.
17. Βλ. «Τραγούδι για τους Νιμπελούνγκεν», άσμα δέκατο.
18. «Χουντρούν» (και «Κουντρούν») - μεσαιωνικό γερμανικό έπος του 18ου αιώνα.
19. H.S Maine. «Ancient Law: its Connection with the Early History of Society, and its Relation to Modern Ideas» (Χ. Σ. Μέιν. «Αρχαίο δίκαιο: δεσμοί του με την πρώτη ιστορία της κοινωνίας και η σχέση του με τη σύγχρονη έννοια του δικαίου»). Η πρώτη έκδοση της εργασίας αυτής έγινε στο Λονδίνο το 1861. Για το μέρος που αναφέρει ο Ενγκελς βλ. σελ. 190 της έκδοσης αυτής.
20. Βλ. Κ. Μαρξ και Φ. Ενγκλες. «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού κόμματος», κεφ. πρώτο.
21. Δικαίωμα του άντρα (στα γαλλικά σημαίνει και δικαίωμα του ανθρώπου) (Σύντ.).
22. Δικαίωμα της γυναίκας (Σύντ.).
ΠΑΡΟΜΟΙΑ ΘΕΜΑΤΑ
7/3/2010
-- Η προέλευση του «γυναικείου ζητήματος»
13/8/2006
-- Πρόλογος στην τέταρτη έκδοση του 1891
31/8/2003
-- Πόσους πατέρες είναι καλό να έχει ένα παιδί;
31/12/2000
-- Σχετικά με το γυναικείο ζήτημα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου