29 ΙΟΥΛΙΟΥ 1938
Το Κίνημα των Χανίων κατά της Μεταξικής Δικτατορίας
«Προς την Α. Μ. τον Βασιλέα
Προς τας ενόπλους δυνάμεις
Προς τον ελληνικό λαό
Στρατός και λαός αδελφωμένοι κατέλυσαν αρχάς λαομισήτου τυραννίας εκπροσωπούμενης υπό του στρατηγού Μεταξά. Ανακτήσας ελευθερίας αυτού απευθύνεται προς την Α. Μ. τον Βασιλέα και ζητεί την άμεσον απομάκρυνσιν της τυραννικής Κυβερνήσεως Μεταξά, την αποκατάστασιν του κράτους του νόμου και των λαϊκών ελευθεριών και τον σχηματισμόν Κυβερνήσεως Εθνικής Σωτηρίας εκ των αρίστων Ελλήνων, αδιακρίτως πολιτικών παρατάξεων, προς αντιμετώπισιν των αμεσοτάτων εσωτερικών και εξωτερικών κινδύνων, τους οποίους διατρέχει η χώρα μας και διά την δημιουργίαν μιας νέας Ελλάδος, πράγματι ηνωμένης ψυχικώς και ικανής να αντιμετωπίση με σθένος και φρόνησιν τας δυσκόλους στιγμάς, που διέρχεται η ανθρωπότης. Με αδελφικόν χαιρετισμόν προς τας ενόπλους δυνάμεις και ολόκληρον τον λαόν. Ζήτω Ο Βασιλεύς, ζήτω η Ελλάς.
Η Επαναστατική Επιτροπή:
Μητσοτάκης, Βολουδάκης, Μουντάκης, Παΐζης, Μάντακας στρατιωτικός διοικητής».
Το διάγγελμα αυτό περιείχε δύο στοιχεία άκρως σημαντικά που αντέφασκαν κραυγαλέα μεταξύ τους, όχι στη βάση της γνώσης των πραγμάτων που αποκτήσαμε εκ των υστέρων από την ιστορία αλλά με τη γνώση που είχαν οι άνθρωποι εκείνης της εποχής ζώντας την ιστορία την ώρα που εξελισσόταν ως γεγονός. Από τη μια μεριά το διάγγελμα ανακοίνωνε την πραγματοποίηση ενός γενικού λαϊκού ξεσηκωμού στην πόλη των Χανίων εναντίον της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου κι από την άλλη εναπόθετε την πραγματοποίηση των πολιτικών στόχων αυτού του κινήματος, που ήταν η αλλαγή της πολιτικής κατάστασης στη χώρα, στον κύριο στυλοβάτη του δικτατορικού καθεστώτος, τον Βασιλιά Γεώργιο τον Β΄.
Η επιβολή της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου
Η Δικτατορία του Μεταξά επιβλήθηκε, τυπικά, στις 4 Αυγούστου του 1936. Ουσιαστικά, όμως, είχε αρχίσει η επιβολή της πολύ νωρίτερα με την ανοχή του αστικού πολιτικού κόσμου, στην ενεργό στήριξη του Παλατιού και φυσικά της κυρίαρχης τάξης. Ο δικτάτορας ουδέποτε είχε κρύψει την προτίμησή του στο δικτατορικό τρόπο διακυβέρνησης, ενώ ήταν γνωστός οπαδός των φασιστικών καθεστώτων που εκείνη την περίοδο κυριαρχούσαν σε Ιταλία, Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σε συνέντευξή του, για παράδειγμα, στην εφημερίδα «Καθημερινή»2 το Γενάρη του 1934, ο Μεταξάς είχε, μεταξύ άλλων, υπογραμμίσει: «Το κοινοβουλευτικόν σύστημα είναι εν απολύτω αδυναμία να ανταποκριθή εις τα νέα προβλήματα, τα οποία εδημιούργησεν η ζωή των λαών ...το πρόβλημα δεν είναι πώς θα μείνωμεν εις τον κοινοβουλευτισμόν, αλλά διά ποίας θύρας θα εξέλθωμεν εξ αυτού. Διά της θύρας του κομμουνισμού ή διά της θύρας του εθνικού κράτους».
Παρ' όλα αυτά, οι θιασώτες του αστικού κοινοβουλευτισμού δεν έπραξαν τίποτα για να του κλείσουν το δρόμο, όταν ακόμη ήταν νωρίς. Ετσι, όταν στις 5 Μάρτη του 1936 ο Βασιλιάς Γεώργιος ο Β΄ έκανε τον Ι. Μεταξά υπουργό Στρατιωτικών στην κυβέρνηση Δεμερτζή, πολλοί ήταν αυτοί που νόμισαν - κι ακόμη περισσότεροι αυτοί που διέδωσαν - πως ο μονάρχης παρενέβαινε δυναμικά για να αποφύγει μια δικτατορία. Φαινομενικά έτσι είχαν τα πράγματα, αφού το πρωί της ίδιας ημέρας - και φυσικά πριν υπουργοποιηθεί ο Μεταξάς - πραγματοποιήθηκε στο υπουργείο Στρατιωτικών σύσκεψη της ανώτατης ηγεσίας των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας με θέμα την κήρυξη δικτατορίας. Μάλιστα, μετά τη σύσκεψη ο - μέχρι εκείνη τη στιγμή - υπουργός στρατιωτικών Αλ. Παπάγος πήγε στα ανάκτορα και ζήτησε από το Βασιλιά να παύσει την κυβέρνηση Δεμερτζή και να ορίσει νέα, εξωκοινοβουλευτική της εμπιστοσύνης των ανακτόρων και των ενόπλων δυνάμεων3. Την εξέλιξη αυτή ο Ε. Βενιζέλος, σε επιστολή που έστειλε από το Παρίσι στο φίλο του Λουκά Ρούφο, στις 9/3/1936, σχολίαζε ως εξής: «Δεν είναι ανάγκη να σου είπω πόσον ζωηρά είναι η χαρά μου, διότι ο Βασιλεύς απεφάσισε να πατάξη επί τέλους τας διηνεκείς επεμβάσεις των στρατιωτικών παραγόντων, απομακρύνας από την κυβέρνησιν, μετά την τελευταίαν αυθάδειάν των, τον Παπάγον και Πλατήν, και αναθέσας το Υπουργείον των Στρατιωτικών εις τον Μεταξάν. Με την ενέργειάν του αυτήν ο Βασιλεύς απέκτησε πάλιν ακέραιον το κύρος του, τόσον απαραίτητον διά την αποκατάστασιν της ψυχικής ενότητος του Ελληνικού λαού και την οριστικήν επάνοδον της Χώρας εις κανονικόν πολιτικόν βίον... Από μέσα από την καρδιά μου αναφωνώ: Ζήτω ο Βασιλεύς!»4
Η ακρίβεια με την οποία η εφημερίδα του ΚΚΕ εκτίμησε τα γεγονότα και πρόβλεψε όσα θα επακολουθούσαν είναι ομολογουμένως καταπληκτική. Δύο, περίπου, μήνες αργότερα, στις 27 Απρίλη 1936, ο Μεταξάς αντικατέστησε τον αποθανόντα Δεμερτζή στη θέση του πρωθυπουργού και η κυβέρνηση που σχημάτισε πήρε την ψήφο εμπιστοσύνης όλου, σχεδόν, του αστικού πολιτικού κόσμου. Στη συνέχεια, τρεις μέρες μετά την ψήφο εμπιστοσύνης, η Βουλή διέκοψε τις εργασίες της μέχρι το τέλος Σεπτέμβρη, αφού προηγούμενος έδωσε στη μεταξική κυβέρνηση το δικαίωμα να εκδίδει διατάγματα. Ετσι εγκαθιδρύθηκε στη χώρα ένα ιδιότυπο καθεστώς που αργότερα πολύ εύστοχα ονομάστηκε «καθεστώς της 3 1/2 Αυγούστου»6. Η ολοκλήρωση της πορείας προς τη φασιστική δικτατορία ήρθε στις 4 Αυγούστου του 1936 όταν στις 8 το βράδυ ο Μεταξάς, έχοντας πλήρη κάλυψη από τα ανάκτορα, συγκάλεσε υπουργικό συμβούλιο και ζήτησε από τους υπουργούς του να υπογράψουν δύο διατάγματα7 όπου με το πρώτο διάταγμα αναστέλλονταν η ισχύς βασικών άρθρων του Συντάγματος και με το δεύτερο διαλυόταν η βουλή. Ως βασική αιτία για την επιβολή της δικτατορίας προβαλλόταν - τι άλλο; - ο λεγόμενος κομμουνιστικός κίνδυνος!!!
Το καθεστώς και οι αντιλήψεις για την αντιδικτατορική πάλη
Από τα δύο μεγάλα αστικά κόμματα, το δεξιό «Λαϊκό» και το κεντρώο «Φιλελεύθερο», η δικτατορία δεν ένιωσε καμία απειλή. Η αντιδικτατορική δράση του ελληνικού λαού εκδηλώθηκε ποικιλόμορφα από την πρώτη στιγμή. Εργαζόμενοι και νεολαία, με όσα μέσα διέθεταν, εκδήλωναν την αντίθεσή τους στο καθεστώς με κάθε ευκαιρία. Ομως, αν και ο στόχος ήταν κοινός, δηλαδή να πέσει η δικτατορία - οι κατευθύνσεις που ακολουθούσαν οι λαϊκές οργανώσεις και το ΚΚΕ, από τη μία, και οι αστικές αντιδικτατορικές δυνάμεις, από την άλλη, ήταν διαμετρικά αντίθετες. Το ΚΚΕ, το οποίο προωθούσε την κοινή αντιδικτατορική δράση όλων των πολιτικών δυνάμεων και οργανώσεων που ήταν αντίθετες με το καθεστώς της 4ης Αυγούστου, επιδίωκε την ανατροπή του μέσα από την οργάνωση και δράση του λαού. Αντίθετα, τα αστικά αντιδικτατορικά κόμματα και οι ηγέτες τους δεν ήθελαν το λαό στο προσκήνιο, επιδιώκοντας την πτώση της δικτατορίας είτε με πρωτοβουλία του βασιλιά, είτε με κάποιο στρατιωτικό κίνημα. Επρόκειτο για επιδιώξεις, που, στο βαθμό που συνοδεύονταν από ειλικρινείς προθέσεις, δεν μπορούσαν παρά να οδηγήσουν σε αδιέξοδο και, φυσικά, στην ισχυροποίηση της δικτατορίας. Την πραγματικότητα αυτή υπογράμμιζε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο το ΠΓ της ΚΕ του κόμματος σε απόφασή του το Δεκέμβρη του 1936, όπου έλεγε11: «Ολη η πείρα του δικτατορικού τετραμήνου απέδειξε πως τα διαβήματα των αρχηγών στην Αυλή όταν γίνονται εν αγνοία και χωρίς την κινητοποίηση των λαϊκών μαζών αποβαίνουνε μάταια. Ολη η πείρα του φασιστικού τετραμήνου απέδειξε πως η πολιτική της άρνησης του κοινού αντιδικτατορικού λαϊκού μετώπου που ακολούθησαν ως τώρα τα κόμματα, ενίσχυσε και ενισχύει, στήριξε και στηρίζει τη φασιστική δικτατορία».
Ετσι είχαν τα πράγματα. Δύο ριζικά διαφορετικές αντιλήψεις αναφορικά με τον τρόπο και τις μεθόδους αντίδρασης γινόταν προσπάθεια να συνενωθούν για την επίτευξη του κοινού στόχου. Η συνένωση αυτή έγινε κατορθωτή σε τοπικό επίπεδο με την προετοιμασία και την εκδήλωση του κινήματος στα Χανιά της Κρήτης. Ας δούμε πώς:
Η προετοιμασία του κινήματος στα Χανιά
Η Κρήτη λόγω των αγωνιστικών παραδόσεων του λαού της, ο οποίος στη μεγάλη του πλειοψηφία είχε δημοκρατικά - αντιμοναρχικά αισθήματα, κάθε άλλο παρά φιλικά διακείμενη ήταν προς το καθεστώς της 4ης Αυγούστου. Την πραγματικότητα αυτή αντιλαμβανόταν πολύ καλά ο δικτάτορας, ο οποίος στις 7 Νοέμβρη 1936 επισκέφτηκε το νησί και μίλησε στα Χανιά με έκδηλη την αγωνία να βρει ένα πλαίσιο επαφής με τους Κρητικούς. «Σήμερα - είπε13 - βλέπω την Κρήτη διά πρώτην φοράν. Εγώ, καλά ή κακά, ευρέθην εις μία μεγάλην αντίθεσιν με τον πολιτικόν άνδρα, τον μεγάλο συμπολίτη σας... Δεν ενόμισα λοιπόν πως θα ήτο ευπρεπές δι' εμέ, και θα ήτο ανευλάβεια διά εσάς να έλθω εδώ διά να σας εκδηλώσω την αντίθεσή μου προς τον μεγάλο συμπολίτη σας και ενόμισα ότι αυτό έπρεπε να το αποφύγω. Επειτα οι καιροί άλλαξαν. Η μοίρα των ανθρώπων έδωκε και αυτή τα αποτελέσματά της. Αλλά ούτε και τότε ενόμισα πως ήτο καιρός να έλθω να σας ιδώ, διότι ήθελα να έλθω εδώ πέρα άγγελος ειρήνης, ήθελα να έλθω κήρυξ εθνικής ομονοίας, ήθελα να έλθω άγγελος καταπαύσεως των παθών. Επήλθεν η 4η Αυγούστου. Μετά τη 4η Αυγούστου όλοι οι Ελληνες επήραμε ένα μεγάλο σφουγγάρι και εσβήσαμε του παρελθόντος όλα τα πάθη και τα μίση. Και είπα, τώρα ημπορώ να μεταβώ εις Κρήτην. Τώρα κανένας από τους υπερήφανους Κρήτας δεν ημπορεί να παρεξηγήση τον ερχομό μου».
Μέσα στο 1937 η αντιδικτατορική δράση στην Κρήτη και ιδιαίτερα στα Χανιά αναπτύσσεται σημαντικά. Η ενότητα δράσης, κομμουνιστών και άλλων δημοκρατών εδραιώνεται, ενώ υπάρχουν επαφές με αντιδικτατορικές επιτροπές της Αθήνας. Σιγά σιγά σχηματίζεται η πεποίθηση ότι στην Κρήτη μπορεί να ξεκινήσει αντιδικτατορική εξέγερση, η οποία θα αποτελέσει το έναυσμα για να ξεσηκωθεί ενάντια στο καθεστώς ολόκληρη η Ελλάδα. Το Πάσχα του 1938 κατέβηκε στα Χανιά ο Αριστομένης Μητσοτάκης, παλιός πολιτευτής Χανίων και ανιψιός του Ελευθερίου Βενιζέλου. Είχε διατελέσει υπουργός στην κυβέρνηση Παπαναστασίου και από πολύ νωρίς είχε έρθει σε διαφωνία με τον Βενιζέλο. Είχε εκπροσωπήσει το Νομό Χανίων στη Γερουσία και στη Βουλή. Γενικά, ήταν άνθρωπος με επιρροή.
Ο Μητσοτάκης ζήτησε να δει εκπροσώπους της «Φιλικής Εταιρείας», όπως και έγινε. Εκεί μετέφερε μια ειδυλλιακή εικόνα της κατάστασης, δηλώνοντας ότι κόμματα και δημοκρατικές οργανώσεις στην Αθήνα ήταν έτοιμα για δυναμική αναμέτρηση με τη δικτατορία. Στη συνέχεια, ο Μητσοτάκης θα συναντηθεί και με άλλους παράγοντες της πόλης των Χανίων. Στις συναντήσεις αυτές, η κατάληξη είναι πως πρέπει να εκδηλωθεί κίνημα στην πόλη εναντίον της δικτατορίας. «Τον Απρίλη του 1938 - γράφει στα απομνημονεύματά του ο Μάρκος Βαφειάδης που εκείνο το διάστημα είχε αναλάβει την καθοδήγηση της ΚΟ Κρήτης του ΚΚΕ - πραγματοποιήθηκε σύσκεψη στα Χανιά με τη συμμετοχή του Αρ. Μητσοτάκη, αρχηγού της "αριστεράς" των Φιλελευθέρων, Ιωάν. Μουντάκη Δημάρχου Χανίων και του αντιπροσώπου της ΚΟ Κρήτης Μ. Βαφειάδη... Η σύσκεψη διαπιστώνει την ανάγκη συντονισμού του λαϊκού αντιδικτατορικού αγώνα και, με προτεραιότητα τον ένοπλο, αποφασίζει και υπογράφει συμφωνία που θα περιλάβει τους εξής όρους: 1) Ανατροπή της δικτατορίας. 2) Σχηματισμός αντιδικτατορικής κυβέρνησης απ' όλα τα κόμματα της Βουλής που διέλυσε η δικτατορία και εκλογές με αναλογική. 3) Επαναφορά των απότακτων δημοκρατικών αξιωματικών, κατάργηση του ιδιωνύμου, του θεσμού της εξορίας, των αντιδημοκρατικών νόμων της δικτατορίας».17
Ο Μητσοτάκης αναγκάστηκε να γυρίσει στην Αθήνα, αφού οι κινήσεις του είχαν γίνει αντιληπτές από την Ασφάλεια, αλλά ξαναγύρισε στα Χανιά τον Ιούλη του 1938. Στο μεσοδιάστημα, η προετοιμασία της εξέγερσης δε σταμάτησε. Ετσι, με την επιστροφή του, τα πάντα συνέκλιναν στις τελικές προετοιμασίες, ενώ εκείνος διαβεβαίωνε ότι στην Αθήνα γίνονταν ανάλογες προετοιμασίες και θα εκδηλωνόταν εξέγερση και εκεί. Γράφει Ο Βαγγέλης Χατζηαγγελής για όσα ακολούθησαν μετά την επιστροφή του Αρ. Μητσοτάκη: «Συναντηθήκαμε δυο τρεις φορές παίρνοντας πάντα τα μέτρα μας, συζητούσαμε, ετοιμαζόμαστε για τη μεγάλη μέρα που θα μας στελνόταν το σύνθημα από την Αθήνα. Μέρες γιομάτες πυρετό, κίνηση, όνειρα, ερωτήματα, ανησυχία, αν θα φανούμε αντάξιοι των στιγμών»18.
Συζητήσεις στην Αθήνα γίνονταν, αλλά η εικόνα δεν ήταν αυτή που παρουσίαζε ο Αρ. Μητσοτάκης στους συνομιλητές του. Οπως γράφει ο Γρ. Δαφνής, την ιδέα της κρητικής εξέγερσης είχε συλλάβει ο στρατηγός Αχ. Πρωτοσύγγελος. «Το σχέδιόν του ήτο απλούν: Ολαι αι φρουραί της Κρήτης, στηριζόμεναι εις τον κρητικόν λαόν, θα προέβαινον εις την δήλωσιν ότι ηρνούντο να υπακούουν πλέον εις την κυβέρνησιν Μεταξά και θα εζήτουν από τον βασιλέα να την αντικαταστήση. Εάν ο βασιλεύς, εν τη επιθυμία του να αποφύγη εκστρατεία κατά της Κρήτης, συγκατάνευε, τότε το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα θα είχε επιτευχθή. Εάν, αντιθέτως, ο βασιλεύς εξουσιοδότει τον Μεταξάν να χτυπήση τους Κρήτας, τότε ούτοι θα έπρεπε να κρατήσουν μερικάς ημέρας, ώστε εν τω μεταξύ να δοθή η δυνατότης κινητοποιήσεως των επί της Ηπειρωτικής Ελλάδος αντιδικτατορικών δυνάμεων». Ειδικά για την Αθήνα - πάντα κατά τα γραφόμενα του Δαφνή - το σχέδιο Πρωτοσύγγελου προέβλεπε ανατίναξη των εγκαταστάσεων της Ηλεκτρικής Εταιρείας, κατάληψη του ραδιοσταθμού, συλλήψεις ηγετικών στελεχών της δικτατορίας όπως του υφυπουργού Ασφαλείας Κ. Μανιαδάκη κλπ. «Το σχέδιο τούτο - καταλήγει ο Δαφνής - εγνώριζε και είχεν υιοθετήσει ο Αριστομ. Μητσοτάκης, εις τον οποίον ανετέθη η ηγεσία της εξεγέρσεως εις την Κρήτην»19. Στην ουσία δηλαδή, επρόκειτο για ένα σχέδιο καταδικασμένο σε αποτυχία, αφού στηριζόταν εξ ολοκλήρου σε μια εξέγερση που θα γινόταν μόνο στην Κρήτη, ενώ η εξέγερση στην υπόλοιπη Ελλάδα βασιζόταν στην πιθανότητα η Κρήτη - εφόσον δεχόταν την επίθεση των δυνάμεων της δικτατορίας - να αντέξει. Αν ληφθεί υπόψη ότι η εξέγερση περιορίστηκε στα Χανιά και δεν επεκτάθηκε στην Κρήτη, κι αν σε αυτό το στοιχείο προστεθεί ότι για την υπόλοιπη Ελλάδα δε φαίνεται να υπήρξαν προετοιμασίες για εξέγερση, τότε γίνεται αντιληπτό πως το κίνημα των Χανίων ήταν καταδικασμένο πριν ακόμη ξεκινήσει, ότι θυσιάστηκε στο βωμό των φρούδων ελπίδων που έτρεφαν οι αστοί αντίπαλοι της δικτατορίας, οι οποίοι περίμεναν κάποια αντίδραση κατά της 4ης Αυγούστου από τον Γεώργιο τον Β`.
Εν πάση περιπτώσει, ας δούμε πώς εκδηλώθηκε η εξέγερση των Χανίων:
Η εξέγερση ξεσπάει και ...καταρρέει
Η εξέγερση ορίστηκε να γίνει τις πρώτες πρωινές ώρες της 29ης Ιουλίου 1938. Μία ημέρα πριν, στις 28 Ιουλίου και ώρα 11 το πρωί, συγκλήθηκε σύσκεψη στο ιατρείο του δημάρχου της Πόλης Ιωάννη Μουντάκη. Μόνο που αυτό που έγινε εκεί δεν ήταν σύσκεψη συνωμοτών που ετοιμάζουν εξέγερση, αλλά πανηγύρι. Γράφει ο Βαγγέλης Χατζηαγγελής20: «Πήγαμε δύο από τη Φιλική Εταιρεία. Περιμέναμε σύσκεψη της Επαναστατικής Επιτροπής και βρήκαμε σύναξη στελεχών. Ο Μητσοτάκης που τις τελευταίες μέρες είχε πάρει τα μέτρα του για ν' αποφύγει τη σύλληψη, έστειλε τους αντιπροσώπους του. Αντιπροσώπους έστειλαν και οι βενιζελικοί. Ηταν κι ο αντιπρόσωπος της κομμουνιστικής οργάνωσης Χανίων. Ολοι - όλοι καμιά δεκαπενταριά... Κανένα μέτρο προφύλαξης. Πειράγματα, αστεία, φωνές. Μερικοί περίεργοι από τα γειτονικά μαγαζιά - το ιατρείο βρισκόταν στο κέντρο της παλιάς πόλης κοντά στην πλατεία της Σπλάντζιας - ήρθαν να ρωτήσουν τι συμβαίνει. Η κίνηση ασυνήθιστη, η πόρτα ανοιχτή, ένας τοίχος μας χώριζε από το δρόμο. "Ο δήμαρχος βαφτίζει" ήταν η απάντηση. Οι περίεργοι δεν έμειναν ικανοποιημένοι, έλεγαν κανένα χωρατό, χαμογελούσαν πονηρά, έφευγαν. Ενας είπε: "Καλά κρασιά". Αλλος: "Η ώρα η καλή"».
Μέσα σε τέτοιες και άλλες παρόμοιες συνθήκες η εξέγερση ξεκίνησε περί τις 2 το πρωί της 29ης Ιουλίου. Οι εξεγερμένοι κατέλυσαν τις αρχές. Κατέλαβαν τη Γενική Διοίκηση, τη Μεραρχία, το Σύνταγμα Χανίων, το Τηλεγραφείο, τον ασύρματο και άλλες υπηρεσίες. Ο Γενικός Διοικητής Κρήτης Πότης Σφακιανάκης, ο διοικητής της Μεραρχίας και άλλοι ανώτεροι υπάλληλοι και αξιωματικοί συνελήφθησαν21. Στην πραγματικότητα, βέβαια, οι συλλήψεις και τα μέτρα που λήφθηκαν για την προφύλαξη της εξέγερσης από τους εχθρούς της εν πολλοίς ήταν αστεία. Γράφει ο Χατζηαγγελής22: «Δεν πήραμε στοιχειώδη μέτρα προφύλαξης και ασφάλειας. Υστερα από την κατάληψη των αρχών και τη σύλληψη των πολιτικών και στρατιωτικών εκπροσώπων της δικτατορίας, δεν αφοπλίσαμε τη χωροφυλακή. Παντού μπήκαν ένοπλοι επαναστάτες, παντού κάποιος χωροφύλακας χαμογελούσε "κι εμείς μαζί σας - προσχωρούμε", παντού κάποιος βενιζελικός παράγοντας βρισκόταν από μηχανής θεός ν' αποτρέψει τον αφοπλισμό, την απομάκρυνση, την αντικατάσταση από τον επαναστατημένο λαό, που είχε την ευθύνη για την τάξη. Δεν αφοπλίστηκε ολοκληρωτικά ο στρατός, δεν εγκαταστάθηκε από την πρώτη στιγμή στους στρατώνες λαός, να γίνει λόχος, τάγμα, να στήσει καζάνι, να πάρει παλάσκες και γυλιό. Δεν απομονώθηκε η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία. Ο υπουργός Σφακιανάκης οδηγήθηκε από ενόπλους στο σπίτι του. Μπορεί να βρέθηκε και κάποιος που να του ζήτησε συγνώμη για την ενόχληση. Κάποιος έπεισε τους ενόπλους να μείνουν στο σπίτι του να τον φυλάνε μήπως και τον πειράξει κανείς. Του άφησαν και το τηλέφωνο να τηλεφωνήσει στους φίλους του στα Χανιά, στην Αθήνα, στο Ηράκλειο πως χαίρει άκρας υγείας και να μην ανησυχούν».
Το πρωί της 29ης Ιουλίου βρίσκει το λαό των Χανίων στους δρόμους. Επικρατεί επαναστατικός ενθουσιασμός. Στις 11π.μ. γίνεται λαϊκή συγκέντρωση στην Πλατεία Σιντριβανιού. Παρά τον ενθουσιασμό υπάρχει και ο σκεπτικισμός για το τι μέλλει γενέσθαι. Ναι μεν στα Χανιά η εξέγερση έχει πετύχει, αλλά από πουθενά δεν υπάρχει πληροφορία ότι κάτι αντίστοιχο επιχειρήθηκε και στην υπόλοιπη Κρήτη. Οι ομιλητές με πρώτο τον Μητσοτάκη επιβεβαιώνουν πως το κίνημα των Χανίων είναι μοναδικό στο νησί, αλλά αναμένεται να υπάρξει μίμηση και στις άλλες πόλεις. Το μούδιασμα του λαού ήταν αναπόφευκτο. Και σαν να μην έφτανε αυτό, προς το τέλος του συλλαλητηρίου δύο αεροπλάνα ρίχνουν στην πόλη μια προκήρυξη του Δικτάτορα Μεταξά ο οποίος δήλωνε αποφασισμένος να πατάξει «τους στασιαστάς διά παντός μέσου», ενημερώνοντας ταυτοχρόνως ότι «παντού της Ελλάδος επικρατεί απόλυτος τάξις και ησυχία»23.
Σε λίγο άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Ο Σφακιανάκης - όπως έπρεπε να αναμένεται - είχε ενημερώσει και κινητοποιήσει τις αρχές. Εναντίον των εξεγερμένων κινήθηκαν ισχυρές δυνάμεις καταστολής (στρατός, ναυτικό, αστυνομία). Η αντίδραση άρχισε να εξορμά από τη Σχολή Χωροφυλακής. Περίπολοι γέμισαν τους δρόμους και άρχιζαν να αφοπλίζουν τους ένοπλους επαναστάτες όπου τους έβρισκαν. Αντίσταση ουσιαστική από τους τελευταίους δεν υπήρχε, γιατί δεν είχε προβλεφτεί κάτι τέτοιο. Στα γραφεία της Μεραρχίας η Χωροφυλακή συνέλαβε τον Εμ. Μάντακα, ο οποίος ουσιαστικά ούτε που περίμενε μια τέτοια εξέλιξη. Κατάφεραν όμως να τον απελευθερώσουν λίγο αργότερα οι συγχωριανοί του.
Στις 12.50 το μεσημέρι ο Σφακιανάκης τηλεγραφούσε στην Κυβέρνηση: «Η Γενική Διοίκησις, το Σύνταγμα και τα λοιπά δημόσια καταστήματα ανακατελήφθησαν. Οι στασιασταί διελύθησαν». Το απόγευμα της ίδιας ημέρας μέσω ραδιοφώνου ολόκληρη η Ελλάδα άκουγε ανακοίνωση του υφυπουργείου Τύπου με την οποία αναγγελλόταν η πλήρης καταστολή του κινήματος.
Στις 31 Ιουλίου ο Μεταξάς έγραφε στο ημερολόγιό του24: «Και πρώτα στάσις Χανίων. Παρ' ολίγον, αν εξετείνετο, να μου εματαίωνε όλα. Από πού προήλθε; Από όλα φαίνονται δύο πράγματα: Οτι η διοίκησίς μας εις Χανιά ήταν αποκοιμισμένη και ότι ο κόσμος εις την περιφέρεια Χανίων δεν είναι φίλος μας... Εματαιώθη αμέσως. Γιατί; Ελλειψις υποστηρίξεως; Απογοήτευσις;».
Μετά την επικράτηση του καθεστώτος στα Χανιά, η Δικτατορία εξαπέλυσε άγριο διωγμό εναντίον όσων είχαν τολμήσει να την αμφισβητήσουν. Συλλήψεις, διώξεις, βασανισμοί είναι το μόνιμο μοτίβο. Ταυτόχρονα, στήνονται έκτακτα στρατοδικεία και εκατοντάδες πολιτών παραπέμφθηκαν με την κατηγορία ότι διέγειραν εμφύλιο πόλεμο, αποπειράθηκαν να συλλάβουν στρατιωτικούς, είχαν σκοπό να προκαλέσουν ανθρωποκτονίες, τραυμάτισαν χωροφύλακες, αφαίρεσαν όπλα κ.ο.κ. Οι κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν σε βαριές ποινές, άλλοι ερήμην διότι είχαν διαφύγει στα βουνά κι άλλοι παρόντες που μετά την καταδίκη τους οδηγήθηκαν στις φυλακές. Ερήμην σε θάνατο καταδικάστηκαν οι Αρ. Μητσοτάκης, Ι. Μουντάκης, Μαν. Βολουδάκης και Εμ. Μπακλατζής. Ο στρατιωτικός διοικητής της εξέγερσης Εμ. Μάντακας καταδικάστηκε ερήμην σε ισόβια δεσμά και ερήμην σε 20 χρόνια κάθειρξη ο Βαγγέλης Χατζηαγγελής. Οι συλληφθέντες, που καταδικάστηκαν σε διάφορες ποινές, γέμισαν τις φυλακές του Ιντζεδίν, της Αίγινας, των Τρικάλων, της Πύλου, της Κέρκυρας25. Περίπου τρεις μήνες αργότερα, οι αστοί ηγέτες του κινήματος (Μητσοτάκης και λοιποί), αλλά και άλλοι καταδιωκόμενοι, με την ανοχή της δικτατορίας - που έβρισκε προτιμότερη μια τέτοια λύση - διέφυγαν στα ιταλοκρατούμενα Δωδεκάνησα κι από εκεί στην Κύπρο. Ο Μάντακας έμεινε καταδιωκόμενος στα βουνά ως την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, ενώ στο μεσοδιάστημα το καθεστώς τού αρνήθηκε χορήγηση αμνηστίας.
Τις διώξεις σε βάρος των αγωνιστών του κινήματος των Χανίων κατήγγειλε τότε το παράνομο ΚΚΕ με Προκήρυξη του Πολιτικού Γραφείου της Κεντρικής Επιτροπής του, όπου ανάμεσα σε άλλα υπογραμμιζόταν26: «Εκτακτα στρατοδικεία στήθηκαν που αποφασίζουν ομαδικές θανατικές καταδίκες και κατάσχουν περιουσίες. Η εκδικητική λύσσα της δικτατορίας είναι αφάνταστη. Η ηρωική Κρήτη δοκιμάζει σήμερα διώξεις, εξευτελισμούς και λεηλασίες χειρότερες από εκείνες της Τουρκοκρατίας... Καλούμε τον ελληνικό λαό, τις ένοπλες δυνάμεις και τη νέα γενιά να σταματήσουν το εκδικητικό και αιματοβαμμένο χέρι της δικτατορίας. Να εκφράσουν έμπρακτα και ενεργά την αλληλεγγύη τους προς το απελευθερωτικό κίνημα της Κρήτης».
Αντί επιλόγου: Εκτιμήσεις του ΚΚΕ για το κίνημα των Χανίων
Λίγες ημέρες μετά την εξέγερση στα Χανιά και την καταστολή της, ο παράνομος «Ριζοσπάστης» της 20ής Αυγούστου 1938 έγραφε: «Το κίνημα των Χανίων δείχνει το βάθος και το πλάτος του λαϊκού μίσους κατά της δικτατορίας, δείχνει το δρόμο και τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να απαλλαχθή η χώρα απ' τον αντιλαϊκό και αντεθνικό ζυγό της δικτατορίας και σαν τέτοιο πρέπει να χαιρετιστεί και να επιδοκιμαστεί από όλο το λαό και το στρατό της Ελλάδας. Αλλά ταυτόχρονα το κίνημα αυτό δείχνει κοντά στ' άλλα και δύο βασικές αδυναμίες που υπήρχαν και υπάρχουν μέσα στο αντιδικτατορικό κίνημα του τόπου μας. Το κίνημα αυτό ήταν απομονωμένο, δεν είχε καμιά επαφή και συνοχή με το αντιδικτατορικό κίνημα της υπόλοιπης Ελλάδας, παρόλο που οι ίδιες διαθέσεις υπάρχουν παντού. Το κίνημα των Χανίων στηρίχθηκε πάνω σε λίγα εξοπλισμένα πρόσωπα της εμπιστοσύνης των παραγόντων και έγινε εν αγνοία του Κρητικού λαού. Ετσι εξηγείται η μη επέκτασή του σ' όλη την Κρήτη και η γρήγορη κατάπνιξή του απ' τις στρατιωτικές και ναυτικές δυνάμεις που εξαπέστειλε αμέσως η δικτατορία στην Κρήτη. Αν το κίνημα των Χανίων στηριζόταν πάνω στη δύναμη του Κρητικού λαού και ξέσπαζε ταυτόχρονα με μια παρόμοια δράση έστω μόνον των βασικών κέντρων της υπόλοιπης Ελλάδας σήμερα δε θα υπήρχε δικτατορία... Αλλά αυτό που έγινε στην Κρήτη δεν είναι τυχαίο. Είναι το φυσικό αποτέλεσμα της νοοτροπίας μιας σειράς σοβαρών αρχηγών και παραγόντων του αντιδικτατορικού κινήματος που αρνούνται την ενιαία αντιδικτατορική δράση και ιδιαίτερα αρνούνται τη συμμετοχή του λαού σε μια ανοιχτή πάλη κατά της δικτατορίας».
Το επόμενο διάστημα το ΚΚΕ προχώρησε σε βαθύτερη ανάλυση του κινήματος των Χανίων. Σε μία απόφαση του ΠΓ της ΚΕ του, που δεν είναι ευρύτερα γνωστή, αλλά έχει έρθει στο φως της δημοσιότητας μαζί με άλλα έγγραφα της Κομμουνιστικής Διεθνούς αναφέρεται27: «Το γεγονός ότι η αντιδικτατορική εξέγερση των Χανίων δεν επεκτάθηκε και δεν πέτυχε να καταφέρει το τελειωτικό πλήγμα στη μισητή δικτατορία, οφείλεται προπαντός στις ταλαντώσεις και στην αναποφασιστικότητα μερικών αρχηγών και ηγετών των μεγάλων πολιτικών κομμάτων και σε μια σειρά σοβαρών σφαλμάτων που διαπράχθηκαν τόσο κατά την προετοιμασία, όσο και κατά τη διεξαγωγή της αντιδικτατορικής εξέγερσης. Μια σειρά αρχηγών και ηγετών των μεγάλων πολιτικών κομμάτων, φοβούμενοι τη συμμετοχή του λαού στην αντιδικτατορική πάλη, βασίζονταν στην "καλή" θέληση του βασιλιά και ενάντια στη θέληση του λαού και των μαζών των ίδιων τους των κομμάτων επεδίωξαν την τυπική αλλαγή της σημερινής κατάστασης χωρίς λαϊκές υποχωρήσεις στις λαϊκές μάζες. Γι' αυτό και αναβάλλουν τη συσπείρωση και το συντονισμό της δράσης όλων των αντιδικτατορικών δυνάμεων της χώρας και ιδιαίτερα αναβάλλουν τη συνεργασία με το λαό και τα αντιδικτατορικά του όργανα. Η στάση τους αυτή αποτέλεσε το κύριο εμπόδιο για την ανάπτυξη του αντιδικτατορικού μας κινήματος γενικά και ειδικότερα για την ανάπτυξη της αντιδικτατορικής εξέγερσης της Κρήτης.
Το ίδιο νοσηρό πνεύμα επικρατούσε και στην πλειονότητα των οργανωτών της εξέγερσης των Χανίων. Τη στιγμή που σ' όλη την Κρήτη υπήρχαν εξίσου ευνοϊκές συνθήκες με αυτές των Χανίων, δεν επιχειρήθηκε σχεδόν τίποτε για την προετοιμασία της εξέγερσης σ' ολόκληρη την Κρήτη. Οι Αρχές της δικτατορίας καταργήθηκαν στα Χανιά, χωρίς όμως να εγκαθιδρυθεί στη θέση τους καμία επαναστατική εξουσία. Η Χωροφυλακή, οι φασίστες και όλοι οι εκπρόσωποι της δικτατορίας αφέθηκαν να κυκλοφορούν ελεύθεροι. Ο στρατός ούτε χρησιμοποιήθηκε ούτε και αντικαταστάθηκε από κάποια οργανωμένη ένοπλη λαϊκή δύναμη. Ο λαός δε χρησιμοποιήθηκε καθόλου. Τη στιγμή που οι ολιγάριθμοι ένοπλοι στασιαστές κατέλυαν την εξουσία της δικτατορίας και όταν χρειαζόταν η πλέον αποφασιστική επαναστατική δραστηριότητα για τη διασφάλιση και την επέκταση της επαναστατικής εξουσίας σ' όλη την Κρήτη, η καθοδηγούσα επαναστατική επιτροπή ανάλωνε χρόνο σε συζητήσεις και διαφωνίες και το καλύτερο που περίμενε η πλειονότητα ήταν η καθαίρεση του Μεταξά από το βασιλιά - ο οποίος είναι συμμέτοχος της δικτατορίας και το κυριότερο έρεισμά της - και παραιτούνταν από οποιαδήποτε επαναστατική δραστηριότητα και ιδιαίτερα από τη συμμετοχή του λαού σε αυτήν. Τα ολιγάριθμα μέλη της επιτροπής τα οποία δε συμφώνησαν με αυτή την τακτική υποτάχθηκαν εν ονόματι της διατήρησης της ενότητας... Η καθοδήγηση της Κομματικής μας Οργάνωσης έχασε την επιρροή της εξαιτίας των ταλαντεύσεων και της αναποφασιστικότητας της πλειοψηφίας της επαναστατικής επιτροπής. Προσπαθούσε περισσότερο να μεταπείσει τους αμφιταλαντευόμενους να υιοθετήσουν συνεπή επαναστατική στάση και λιγότερο να προετοιμάσει και να οργανώσει τη συμμετοχή του Κρητικού λαού. Εδινε μεγαλύτερη σημασία στην τυπική πλειοψηφία της επιτροπής και λιγότερη στη βούληση του λαού και στα μέλη εκείνα της επιτροπής που ήθελαν να βαδίσουν μπροστά με πίστη και συνέπεια... Η πολύτιμη πείρα της αντιδικτατορικής εξέγερσης των Χανίων πρέπει να μελετηθεί από το Κόμμα μας και απ' όλο τον ελληνικό λαό και να χρησιμοποιηθεί στον λαϊκο-στρατιωτικό αντιδικτατορικό αγώνα για την τελική διάλυση της αντιλαϊκής και αντεθνικής δικτατορίας».
Παραπομπές
1. Σπ. Λιναρδάτου: «Η 4η Αυγούστου», Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1967, σελ. 315.
2. «Καθημερινή», 6/1/1934.
3. Σπ. Λιναρδάτου: «Πώς εφτάσαμε στην 4η Αυγούστου», εκδόσεις Θεμέλιο 1965, σελ. 178.
4. «Ελεύθερο Βήμα» 18/3/1936.
5. «Ριζοσπάστης» 6/3/1936.
6. Φοίβου Γρηγοριάδη: «Ιστορία της Σύγχρονης Ελλάδας 1909- 1940», εκδόσεις Κ. Καπόπουλος, τόμος 4ος, σελ. 141 κ.ε.
7. «Ημερολόγιο Ι. Μεταξά», εκδόσεις Γκοβόστη, τόμος 4ος, σελ. 222-225.
8. «Ιστορία Ελληνικού Εθνους», Εκδοτική Αθηνών, τόμος ΙΕ, σελ. 335-338.
9. Γ. Ανδρικόπουλου: «Οι ρίζες του ελληνικού φασισμού», εκδόσεις Διογένης, σελ 25.
10. «Ημερολόγιο Ι. Μεταξά», εκδόσεις Γκοβόστη, τόμος 4ος, σελ. 202.
11. «Το ΚΚΕ - Επίσημα κείμενα», εκδόσεις Σ.Ε., τόμος Δ΄ σελ. 407.
12. «Ημερολόγιο Ι. Μεταξά», εκδόσεις Γκοβόστη, τόμος 4ος, σελ. 292.
13. Ιωάννου Μεταξά: «Λόγοι και σκέψεις», εκδόσεις Γκοβόστη, τόμος Α΄, σελ. 99-100.
14. Βαγγέλη Χατζηαγγελή: «Βαγγέλης Κτιστάκης», Χανιά 1964, σελ. 16-33.
15. Ο Μαριακάκης εκτελέστηκε την Πρωτομαγιά του '44 με τους 200 στην Καισαριανή.
16. Σπ. Λιναρδάτου: «Η 4η Αυγούστου», Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1967, σελ. 234-237.
17. Μάρκου Βαφειάδη: «Απομνημονεύματα», εκδόσεις Δίφρος, τόμος 1ος, σελ. 276.
18. Βαγγέλη Χατζηαγγελή: «Το αντιδικτατορικό κίνημα της Κρήτης - Χρονικό», Χανιά 1965, σελ. 52.
19. (20) Γρ. Δαφνή: «Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων», εκδόσεις Ικαρος 1955, τόμος Β΄, σελ. 458-459.
20. Βαγγέλη Χατζηαγγελή: «Το αντιδικτατορικό κίνημα της Κρήτης - Χρονικό», Χανιά 1965, σελ. 55.
21. «Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 332.
22. Βαγγέλη Χατζηαγγελή, στο ίδιο, σελ. 73.
23. Θεόδωρος Λυμπερίου: «Το Κομμουνιστικό Κίνημα στην Ελλάδα», εκδόσεις Παπαζήση, τόμος Α΄, σελ. 204-205.
24. «Ημερολόγιο Ι. Μεταξά», εκδόσεις Γκοβόστη, τόμος 4ος, σελ. 306.
25. Σπ. Λιναρδάτου: «Η 4η Αυγούστου», Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις, 1967, σελ. 234-325.
26. (27) «Το ΚΚΕ - Επίσημα κείμενα», εκδόσεις Σ.Ε., τόμος Δ΄ σελ. 450-451.
27. «1931-1944 Φάκελος Ελλάς - Τα αρχεία των μυστικών σοβιετικών υπηρεσιών», Εκδόσεις Νέα Σύνορα - Α.Α. Λιβάνη, σελ. 53-56.
Γιώργος ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου