ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ «ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΑ»
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ «ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΤΑΞΗΣ ΣΤΗΝ ΑΓΓΛΙΑ»
Το βιβλίο αυτό που το παρουσιάζουμε ξανά στο γερμανικό κοινό, βγήκε για πρώτη φορά το καλοκαίρι του 1845. Τόσο στα θετικά του, όσο και στα αρνητικά του έχει τη σφραγίδα της νεότητας του συγγραφέα. Τότε ήμουνα εικοσιτεσσάρων χρόνων. Σήμερα είμαι τρεις φορές μεγαλύτερος και, όταν ξαναδιαβάζω αυτή τη νεανική μου εργασία, βρίσκω ότι δεν έχω κανένα λόγο να ντρέπομαι γι' αυτήν. Γι' αυτό λοιπόν δε σκέφτομαι με κανένα τρόπο να σβήσω αυτή τη σφραγίδα της νεανικής εργασίας. Την παρουσιάζω και πάλι χωρίς αλλαγές στον αναγνώστη. Διατύπωσα μονάχα με περισσότερη σαφήνεια μερικά όχι ολότελα καθαρά σημεία και κάπου κάπου πρόσθεσα από καμιά νέα, σύντομη υποσημείωση, βάζοντας και τη χρονολογία (1892).
Για την τύχη αυτού του βιβλίου αναφέρω μόνο ότι το 1885 βγήκε στη Νέα Υόρκη σε αγγλική μετάφραση (από την κα Φλόρενς Κέλεϊ-Βισνεβέτσκι) και ότι η μετάφραση αυτή ξαναεκδόθηκε στο Λονδίνο το 1892 από τους Σβαν Ζόνενσαϊν και Σία. Ο πρόλογος για την αμερικάνικη έκδοση αποτελεί τη βάση για τον πρόλογο της αγγλικής, κι αυτός πάλι χρησιμεύει σαν βάση για τούτον το γερμανικό πρόλογο. Η σύγχρονη μεγάλη βιομηχανία εξισώνει σε τέτοιο τεράστιο βαθμό τις οικονομικές συνθήκες όλων των χωρών που αγκάλιασε, που είναι ζήτημα αν έχω να πω τίποτα άλλο στο Γερμανό αναγνώστη από ό,τι είπα στον Αμερικανό και στον Αγγλο.
Η κατάσταση που περιγράφεται σ' αυτό το βιβλίο ανήκει σήμερα - τουλάχιστο σχετικά με την Αγγλία - στο μεγαλύτερό της μέρος, στο παρελθόν. Υπάρχει ένας νόμος της σύγχρονης πολιτικής οικονομίας - αν και τα αναγνωρισμένα εγχειρίδια δεν τον αναφέρουν ρητά - ότι, όσο περισσότερο αναπτύσσεται η κεφαλαιοκρατική παραγωγή, τόσο λιγότερο μπορεί να καταφεύγει στις μικροαπάτες και τις μικροκατεργαριές που χαρακτηρίζουν τα προηγούμενα στάδια της ανάπτυξής της. Οι μικροπρεπείς πονηριές του Πολωνοεβραίου, του εκπροσώπου του ευρωπαϊκού εμπορίου στη χαμηλότερη βαθμίδα του, τα ίδια αυτά τεχνάσματα που στην πατρίδα του του προσφέρουν τόσο καλές υπηρεσίες και που εφαρμόζονται εκεί γενικά, τον αφήνουν στα κρύα του λουτρού μόλις έρθει στο Αμβούργο ή στο Βερολίνο. Το ίδιο κι ο παραγγελιοδόχος, εβραίος ή χριστιανός, που έρχεται από το Βερολίνο ή το Αμβούργο στο χρηματιστήριο του Μάντσεστερ, διαπίστωνε, τουλάχιστο πριν λίγο καιρό ακόμα, ότι αν ήθελε να αγοράσει φτηνά νήματα ή υφάσματα θα έπρεπε πριν απ' όλα να παρατήσει εκείνα τα κάπως εκλεπτυσμένα, μα πάντα άθλια τεχνάσματα και κόλπα που στην πατρίδα του περνούσαν σαν το άκρον άωτον του εμπορικού δαιμονίου. Φυσικά φαίνεται ότι και στη Γερμανία ακόμα, μαζί με την πρόοδο της μεγάλης βιομηχανίας, έχουν αλλάξει πολλά. Ιδιαίτερα από τον καιρό της γερμανικής βιομηχανικής πανωλεθρίας στην έκθεση της Φιλαδέλφειας1 φαίνεται να 'χει κακοφημιστεί ακόμα και το παλιό απλοϊκό γερμανικό αξίωμα ότι μόνο ευχαρίστηση μπορεί να προκαλεί στους ανθρώπους όταν τους στέλνουμε πρώτα καλά δείγματα και ύστερα κακό εμπόρευμα! Και πραγματικά, αυτά τα κόλπα κι αυτά τα τεχνάσματα δε συμφέρουν πια σε μια μεγάλη αγορά, όπου ο χρόνος είναι χρήμα και όπου αναπτύσσεται κάποιο ύψος εμπορικής ηθικής, όχι από έρωτα στην αρετή, μα απλούστατα για να μη χάνουν ανώφελα χρόνο και κόπο. Κι ακριβώς το ίδιο έγινε στην Αγγλία, στις σχέσεις του εργοστασιάρχη με τους εργάτες του.
Το ξαναζωντάνεμα των εργασιών ύστερα από την κρίση του 1847 ήταν η απαρχή μιας νέας βιομηχανικής εποχής. Η κατάργηση των νόμων για τα σιτηρά και οι παραπέρα δημοσιονομικές μεταρρυθμίσεις που αναγκαστικά προέκυψαν από την κατάργηση αυτή, έδωσαν στη βιομηχανία και στο εμπόριο της Αγγλίας όλη την ποθητή ελευθερία κίνησης. Ακολούθησε αμέσως η ανακάλυψη των χρυσοφόρων κοιτασμάτων στην Καλιφόρνια και Αυστραλία. Οι αποικιακές αγορές ανέπτυσσαν σε όλο και μεγαλύτερο βαθμό την ικανότητά τους να απορροφούν αγγλικά βιομηχανικά προϊόντα. Ο μηχανοκίνητος αργαλειός του Λάνκασιρ εξαφάνισε μια για πάντα από το πρόσωπο της Γης εκατομμύρια Ινδούς υφαντουργούς που εργάζονταν με χειροκίνητο αργαλειό. Η Κίνα μετατρεπόταν όλο και περισσότερο σε ανοιχτή αγορά. Γρηγορότερα όμως απ' όλες τις άλλες χώρες αναπτυσσόταν η Αμερική, που αναπτυσσόταν με ταχύτητα πρωτοφανή, και γι' αυτήν ακόμα τη χώρα των γιγάντιων προόδων. Και η Αμερική, ας μην το ξεχνάμε αυτό, δεν ήταν τότε παρά μονάχα μια αποικιακή αγορά, και μάλιστα η πιο μεγάλη απ' όλες, δηλαδή μια χώρα που προμήθευε ακατέργαστα προϊόντα και που έπαιρνε απ' το εξωτερικό - στην προκειμένη περίπτωση απ' την Αγγλία - βιομηχανικά προϊόντα.
Σε όλα αυτά προστέθηκε ακόμα και το γεγονός ότι τα νέα συγκοινωνιακά μέσα που εμφανίστηκαν στο τέλος της προηγούμενης περιόδου - οι σιδηρόδρομοι και τα υπερωκεάνια ατμόπλοια - γενικεύτηκαν τώρα σε διεθνή κλίμακα κι έτσι δημιούργησαν πραγματικά αυτό που ως τότε υπήρχε μόνο σαν σπέρμα: Την παγκόσμια αγορά. Αυτή η παγκόσμια αγορά αποτελούνταν τότε ακόμα από έναν αριθμό χώρες που ήταν κυρίως ή αποκλειστικά αγροτικές και που συγκεντρώνονταν γύρω από ένα μεγάλο βιομηχανικό κέντρο: Την Αγγλία. Η Αγγλία κατανάλωνε το μεγαλύτερο μέρος των ακατέργαστων προϊόντων τους, που πλεόναζαν και τους κάλυπτε σε αντάλλαγμα το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών τους σε βιομηχανικά προϊόντα. Δεν είναι λοιπόν εκπληκτικό ότι η βιομηχανική πρόοδος της Αγγλίας ήταν κολοσσιαία και πρωτάκουστη, τόσο που το επίπεδο του 1844 μας φαίνεται σήμερα, συγκριτικά, ασήμαντο και σχεδόν πρωτόγονο.
Στο βαθμό όμως που συντελούνταν αυτή η πρόοδος, στον ίδιο βαθμό και η μεγάλη βιομηχανία γινόταν φαινομενικά ηθική. Δε συνέφερνε πια ο συναγωνισμός του ενός εργοστασιάρχη με τον άλλο, με μικροκλεψιές σε βάρος των εργατών. Οι δουλειές αναπτύχθηκαν τόσο, που ξεπέρασαν τα όρια τόσο άθλιων μεθόδων κέρδους. Ο εκατομμυριούχος εργοστασιάρχης είχε σπουδαιότερες ασχολίες από το να χάνει τον καιρό του με τέτοια μικροπρεπή κόλπα. Αυτά ίσως να άξιζαν τον κόπο το πολύ πολύ για τους φουκαράδες μικροεπιχειρηματίες που ήταν υποχρεωμένοι να κυνηγούν και τη δεκάρα, αν δεν ήθελαν να υποκύψουν στο συναγωνισμό. Ετσι εξαφανίστηκε από τις εργοστασιακές περιοχές το σύστημα της αμοιβής του εργάτη σε είδος (truck-system), ψηφίστηκαν ο νόμος για το δεκάωρο και μια ολόκληρη σειρά μικρότερες μεταρρυθμίσεις. Ολα αυτά ήταν πράγματα που χτυπούσαν κατάμουτρα το πνεύμα του ελεύθερου εμπορίου και του αχαλίνωτου συναγωνισμού, που όμως άλλο τόσο έδιναν ακόμα μεγαλύτερη υπεροχή στον γίγαντα κεφαλαιούχο, στο συναγωνισμό του με τους λιγότερο ευνοημένους από την τύχη συναδέλφους του.
Παρακάτω. Οσο μεγαλύτερη ήταν μια βιομηχανική επιχείρηση, όσο μεγαλύτερος ήταν ο αριθμός των εργατών της, τόσο μεγαλύτερη ήταν και η ζημιά και οι επιχειρησιακές δυσκολίες σε κάθε σύγκρουση με τους εργάτες. Γι' αυτό με το πέρασμα του χρόνου άρχισε να επικρατεί ένα καινούριο πνεύμα στους εργοστασιάρχες, και ιδιαίτερα στους πιο μεγάλους. Εμαθαν ν' αποφεύγουν τους ανώφελους καυγάδες, έμαθαν να συμβιβάζονται με την ύπαρξη και τη δύναμη των εργατικών συνδικάτων (trade-unions) και τέλος ακόμα, ανακάλυψαν στις απεργίες ένα αποτελεσματικό μέσο να πραγματοποιούν τους δικούς τους σκοπούς - φτάνει μόνο οι απεργίες να κηρύχνονταν την κατάλληλη στιγμή. Ετσι τα πράγματα έφτασαν στο σημείο, οι πιο μεγάλοι εργοστασιάρχες, που προηγούμενα ήταν οι αρχηγοί στον αγώνα ενάντια στην εργατική τάξη, να γίνουν τώρα οι πρώτοι που έκαναν έκκληση για την ειρήνη και την αρμονία. Και αυτά για πολύ βάσιμους λόγους.
Ολες αυτές οι παραχωρήσεις στη δικαιοσύνη και τη φιλανθρωπία ήταν στην πραγματικότητα μόνο μέσα για να επιταχύνουν τη συγκέντρωση του κεφαλαίου στα χέρια λίγων και να τσακίσουν τους μικρότερους ανταγωνιστές τους, που δεν μπορούσαν να ζούνε χωρίς τέτοια έκτακτα κέρδη. Γι' αυτούς τους λίγους οι μικροί δευτερεύοντες εκβιασμοί των περασμένων χρόνων δεν έχασαν μόνο κάθε σημασία, αλλά στέκονταν εμπόδιο στις επιχειρήσεις μεγάλης κλίμακας. Κι έτσι άρκεσε μονάχα η ανάπτυξη της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, τουλάχιστο στους ηγετικούς βιομηχανικούς κλάδους - γιατί στους κλάδους που έχουν μικρότερη σημασία δε συμβαίνει καθόλου αυτό - για να παραμερίσει όλες εκείνες τις μικροενοχλήσεις που στα παλιότερα χρόνια χειροτέρευαν τη μοίρα του εργάτη. Κι έτσι προβάλλει όλο και περισσότερο στο προσκήνιο το μεγάλο βασικό γεγονός, ότι η αιτία της αθλιότητας της εργατικής τάξης δεν πρέπει να αναζητηθεί σε κείνα τα μικρά δεινά, αλλά στο ίδιο το κεφαλαιοκρατικό σύστημα. Ο εργάτης πουλά στον κεφαλαιοκράτη την εργατική του δύναμη για ένα ορισμένο ημερήσιο χρηματικό ποσό. Υστερα από δουλειά λίγων ωρών ο εργάτης έχει αναπαραγάγει την αξία αυτού του ποσού. Ομως, το συμβόλαιο εργασίας που έκλεισε λέει ότι πρέπει τώρα να εξακολουθήσει να δουλεύει μια σειρά ώρες ακόμα για να συμπληρώσει την εργάσιμη μέρα του. Η αξία λοιπόν που παράγει ο εργάτης σ' αυτές τις πρόσθετες ώρες της υπερεργασίας είναι υπεραξία, που δε στοιχίζει τίποτα στον κεφαλαιοκράτη, μα που ωστόσο κυλά στην τσέπη του. Αυτή είναι η βάση του συστήματος που χωρίζει ολοένα και περισσότερο την πολιτισμένη κοινωνία, από τη μια μεριά σε μερικούς λιγοστούς Ρότσιλντ και Βάντερμπιλτ, τους κατόχους όλων των μέσων παραγωγής και συντήρησης, κι απ' την άλλη, σε μια τεράστια μάζα μισθωτούς εργάτες που δεν κατέχουν τίποτα άλλο εκτός από την εργατική τους δύναμη. Και ότι το αποτέλεσμα αυτό δεν οφείλεται σε τούτο ή σε κείνο το δευτερεύον κακό, αλλά μονάχα στο ίδιο το σύστημα - το γεγονός αυτό έγινε σήμερα φανερό με την ανάπτυξη του καπιταλισμού στην Αγγλία.
Παρακάτω. Οι απανωτές επιδημίες της χολέρας, του τύφου, της ευλογιάς και άλλων ασθενειών έπεισαν το Βρετανό αστό για την επείγουσα ανάγκη να εξυγιάνει τις πόλεις του, αν δε θέλει να πέσει, κι αυτός κι η οικογένειά του, θύμα αυτών των ασθενειών. Γι' αυτό τα πιο χτυπητά κακά που περιγράφονται σ' αυτό το βιβλίο έχουν σήμερα εξαλειφθεί ή έγιναν τουλάχιστο λιγότερο φανερά. Εφαρμόστηκε ή καλυτέρεψε το σύστημα των υπονόμων, ανοίχτηκαν πλατιοί δρόμοι σε πολλές από τις χειρότερες ανάμεσα στις «κακές συνοικίες». Η «μικρή Ιρλανδία»2 εξαφανίστηκε. Σε λίγο έρχεται η σειρά για τα «Seven Dials»3. Μα τι σημασία έχει αυτό; Ολόκληρες συνοικίες που το 1844 ακόμα μπορούσα να τις περιγράφω σχεδόν σαν ειδυλλιακές, τώρα με το μεγάλωμα των πόλεων, ξέπεσαν στην ίδια κατάσταση της παρακμής και της αθλιότητας, έγιναν ακατοίκητες. Βέβαια, τα γουρούνια και τους σωρούς των σκουπιδιών δεν τους ανέχονται πια. Η αστική τάξη έχει κάνει παραπέρα προόδους στην τέχνη να κρύβει τη δυστυχία της εργατικής τάξης. Οτι, όμως, σχετικά με τις εργατικές κατοικίες δεν έχει γίνει καμιά ουσιαστική πρόοδος, το αποδείχνει με το παραπάνω η έκθεση της βασιλικής επιτροπής «on the housing of the poor»4 το 1885. Το ίδιο και για όλα τα άλλα. Οι αστυνομικές διατάξεις έχουν γίνει πυκνές σαν τα βατόμουρα. Οι διατάξεις αυτές μπορούν να περιφράξουν την αθλιότητα των εργατών, δεν μπορούν όμως να την εξαλείψουν.
Ενώ όμως η Αγγλία αναπτύχθηκε παραπέρα και ξεπέρασε πια το νεανικό στάδιο της κεφαλαιοκρατικής εκμετάλλευσης που έχω περιγράψει, άλλες χώρες μόλις τώρα το έχουν φτάσει. Η Γαλλία, η Γερμανία και, πρωτ' απ' όλες η Αμερική, είναι οι απειλητικοί αντίπαλοι, που, όπως πρόβλεψα το 1844, σπάζουν όλο και περισσότερο το βιομηχανικό μονοπώλιο της Αγγλίας. Η βιομηχανία τους είναι νεαρή σε σύγκριση με την αγγλική, αναπτύσσεται όμως με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα απ' αυτήν κι έχει φτάσει σήμερα περίπου στην ίδια βαθμίδα ανάπτυξης που βρισκόταν η αγγλική το 1844. Σχετικά με την Αμερική, η σύγκριση είναι ιδιαίτερα χτυπητή. Βέβαια το εξωτερικό περιβάλλον είναι πολύ διαφορετικό για την αμερικανική εργατική τάξη, δρουν όμως οι ίδιοι οικονομικοί νόμοι και τα αποτελέσματα αν δεν είναι από κάθε άποψη ταυτόσημα, πρέπει ωστόσο να ανήκουν στην ίδια κατηγορία. Γι' αυτό βλέπουμε να διεξάγονται στην Αμερική οι ίδιοι αγώνες για μικρότερη, καθορισμένη με νόμο, εργάσιμη μέρα, ιδιαίτερα για τις γυναίκες και τα παιδιά στα εργοστάσια. Βλέπουμε το σύστημα πληρωμής των εργατών σε είδος να βρίσκεται εκεί σε πλέρια άνθιση και το σύστημα των cottages5 στην ύπαιθρο να το εκμεταλλεύονται οι κεφαλαιοκράτες επιχειρηματίες (bosses) και οι εκπρόσωποί τους σαν μέσο κυριαρχίας πάνω στους εργάτες. Οταν το 1866 έλαβα τις αμερικάνικες εφημερίδες με τις περιγραφές για τη μεγάλη απεργία των μεταλλωρύχων της Πενσυλβανίας στην περιφέρεια της Κόνελσβιλ, μου φάνηκε σαν να διάβαζα τη δικιά μου περιγραφή για την απεργία των ανθρακωρύχων στη βόρεια Αγγλία το 1844. Η ίδια εξαπάτηση των εργατών στο ζύγι και στα μέτρα, το ίδιο σύστημα πληρωμής σε είδος, η ίδια προσπάθεια να σπάσουν την αντίσταση των ανθρακωρύχων με το τελευταίο συντριφτικό μέσο των κεφαλαιοκρατών: την έξωση των εργατών από τις κατοικίες τους που ανήκουν στην επιχείρηση.
Δεν προσπάθησα, ούτε εδώ ούτε στην αγγλική έκδοση να προσαρμόσω το βιβλίο στη σημερινή κατάσταση πραγμάτων, δηλ. ν' απαριθμήσω μια-μια τις μεταβολές που έγιναν από το 1844. Κι αυτό για δυο λόγους. Πρώτα, θα έπρεπε να διπλασιάσω τον όγκο του βιβλίου, και δεύτερο, ο πρώτος τόμος του «Κεφαλαίου» του Μαρξ δίνει μια λεπτομερειακή περιγραφή της κατάστασης της βρετανικής εργατικής τάξης για την περίοδο του 1865 περίπου, δηλ. για την περίοδο που η βρετανική βιομηχανική ευημερία έφτασε στο απώγειό της. Θα έπρεπε λοιπόν να επαναλάβω όσα είπε ο Μαρξ.
Δεν χρειάζεται βέβαια να σημειώσω ότι η γενική θεωρητική άποψη του βιβλίου αυτού -από φιλοσοφική, οικονομική και πολιτική άποψη- σε καμιά περίπτωση δε συμπέφτει ακριβώς με τη σημερινή μου άποψη. Το 1844 δεν υπήρχε ακόμα ο σύγχρονος διεθνής σοσιαλισμός, που από τότε, προπάντων και σχεδόν αποκλειστικά χάρη στις εργασίες του Μαρξ, αναπτύχθηκε σε επιστήμη. Το βιβλίο μου αντιπροσωπεύει μόνο μια από τις φάσεις της εμβρυακής του εξέλιξης. Κι όπως το ανθρώπινο έμβρυο στα πρώτα του στάδια αναπαράγει ακόμα τα βραγχιακά τόξα των προγόνων μας, των ψαριών, έτσι και το βιβλίο αυτό προδίδει παντού τα ίχνη της καταγωγής του σύγχρονου σοσιαλισμού από έναν από τους προγόνους του - από τη γερμανική κλασική φιλοσοφία. Ετσι, δίνεται μεγάλη βαρύτητα -ιδιαίτερα στο τέλος στον ισχυρισμό ότι ο κομμουνισμός δεν είναι μια απλή κομματική θεωρία της εργατικής τάξης, μα μια θεωρία που τελικός σκοπός της είναι η απελευθέρωση ολόκληρης της κοινωνίας, μαζί και των κεφαλαιοκρατών, από τα στενά πλαίσια των σημερινών σχέσεων. Με την αφηρημένη έννοια ο ισχυρισμός αυτός είναι σωστός, στην πράξη όμως είναι συνήθως χειρότερος από άχρηστος. Οσο oι ιδιοχτήτριες τάξεις όχι μόνο δε νιώθουν οι ίδιες την ανάγκη ν' απελευθερωθούν, μα κι αντιστέκονται με όλες τις δυνάμεις τους στην απελευθέρωση της εργατικής τάξης, η εργατική τάξη θα είναι αναγκασμένη ν' αρχίσει και να πραγματοποιήσει μόνη της την κοινωνική ανατροπή. Και οι Γάλλοι αστοί του 1789 διακήρυξαν την απελευθέρωση της αστικής τάξης σαν χειραφέτηση ολόκληρου του ανθρώπινου γένους. Η αριστοκρατία και ο κλήρος όμως δεν ήθελαν να το παραδεχτούν αυτό. Ο ισχυρισμός αυτός -αν και σχετικά με τη φεουδαρχία αποτελούσε τότε μιαν αδιάψευστη, αφηρημένη ιστορική αλήθεια- εκφυλίστηκε σύντομα σε καθαρά συναισθηματική φρασεολογία και εξατμίστηκε ολότελα στη φωτιά του επαναστατικού αγώνα. Και σήμερα υπάρχουν επίσης αρκετοί άνθρωποι που από το ύψος της δήθεν αμερόληπτης άποψής τους κηρύχνουν στους εργάτες ένα σοσιαλισμό που έχει αρθεί πάνω απ' όλες τις ταξικές αντιθέσεις και τους ταξικούς αγώνες. Αυτοί όμως είναι, είτε αρχάριοι που έχουν ακόμα πάρα πολλά να μάθουν, είτε οι χειρότεροι εχθροί των εργατών, λύκοι με προβιά.
Στο κείμενο η κυκλική περίοδος των μεγάλων βιομηχανικών κρίσεων υπολογίζεται σε πέντε χρόνια. Αυτός ήταν ο προσδιορισμός του χρόνου που έβγαινε κατά τα φαινόμενα από την πορεία των γεγονότων από το 1825 ως τα 1642. Η ιστορία όμως της βιομηχανίας από τα 1842 ως τα 1864 απόδειξε ότι η πραγματική περίοδος είναι δεκάχρονη, ότι οι ενδιάμεσες κρίσεις είχαν δευτερεύοντα χαρακτήρα και από το 1842 και δω εξαφανίζονται όλο και περισσότερο. Υστερα από το 1868 η κατάσταση έχει πάλι αλλάξει. Γι' αυτό θα μιλήσουμε παρακάτω.
Δε μου πέρασε από το νου να διαγράψω από το κείμενο τις πολλές προφητείες και ιδιαίτερα την προφητεία για μιαν επικείμενη κοινωνική επανάσταση στην Αγγλία, όπως μου την ενέπνευσε τότε ο νεανικός μου ζήλος. Δεν έχω κανένα λόγο να παραστήσω την εργασία μου και τον εαυτό μου καλύτερους απ' ό,τι ήμασταν τότε. Το παράξενο δεν είναι ότι τόσο πολλές προφητείες δε βγήκαν σωστές, αλλά ότι τόσο πολλές επαληθεύτηκαν, και ότι η κρίσιμη κατάσταση της αγγλικής βιομηχανίας, σαν συνέπεια του ηπειρωτικού και ιδίως του αμερικάνικου συναγωνισμού, που την είχα προβλέψει τότε, αν και είναι αλήθεια για ένα πάρα πολύ κοντινό μέλλον, έγινε από τότε πραγματικότητα. Σχετικά με το σημείο αυτό είμαι υποχρεωμένος να εναρμονίσω το βιβλίο με τη σημερινή κατάσταση των πραγμάτων. Το κάνω αυτό αναδημοσιεύοντας εδώ ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα του Λονδίνου «Commonweal» της 1ης του Μάρτη 1865 στα αγγλικά και στη «Νόιε Τσάιτ» του Ιούνη, του ίδιου χρόνου (τεύχος 6) στα γερμανικά.
«Πριν σαράντα χρόνια η Αγγλία βρισκόταν μπροστά σε μια κρίση που, όπως φαινόταν, μόνον η βία ήταν σε θέση να τη λύσει. Η τεράστια και γοργή ανάπτυξη της βιομηχανίας είχε ξεπεράσει πολύ την επέκταση των αγορών του εξωτερικού και την αύξηση της ζήτησης. Κάθε δέκα χρόνια η πορεία της παραγωγής διακοβόταν βίαια από μια γενική εμπορική κρίση που, ύστερα από μια μακρόχρονη περίοδο χρόνιας ύφεσης, την ακολουθούσαν λίγα χρόνια ευημερίας, για να καταλήξει ξανά σε πυρετώδικη υπερπαραγωγή και τελικά σε νέα κατάρρευση. Η τάξη των κεφαλαιοκρατών φώναζε και ζητούσε ελεύθερο το εμπόριο των σιτηρών και απειλούσε ότι θα το αποσπάσει με τη βία, στέλνοντας τον πεινασμένο πληθυσμό των πόλεων πίσω στις αγροτικές περιοχές απ' όπου ήρθε. Ομως, όπως έλεγε ο Τζον Μπράιτ: "θα τον έστελνε πίσω όχι σαν φουκαράδες που ζητιανεύουν ψωμί, μα σαν στρατό που σταθμεύει σε εχθρικό έδαφος". Οι εργατικές μάζες των πόλεων διεκδικούσαν το μερτικό τους στην πολιτική εξουσία - το Λαϊκό Χάρτη. Τις υποστήριζε η πλειοψηφία των μικροαστών και η μοναδική διαφορά ανάμεσά τους ήταν αν ο Χάρτης έπρεπε να επιβληθεί με τη βία ή με το νόμο. Τότε ήρθε η εμπορική κρίση του 1847 και η πείνα στην Ιρλανδία και μαζί τους η προοπτική για μιαν επανάσταση.
Η Γαλλική Επανάσταση του 1848 έσωσε την αγγλική αστική τάξη. Οι σοσιαλιστικές διακηρύξεις των νικητών Γάλλων εργατών τρόμαξαν τους Αγγλους μικροαστούς και αποδιοργάνωσαν το κίνημα των Αγγλων εργατών που κυλούσε μέσα σε στενότερα, αλλά πιο άμεσα πραχτικά πλαίσια και ακριβώς τη στιγμή αυτή που ο χαρτισμός έμελλε να αναπτύξει όλη τη δύναμή του, κατάρευσε εσωτερικά, προτού ακόμα καταρρεύσει εξωτερικά, στις 10 του Απρίλη του 1848. Η πολιτική δράση της εργατικής τάξης απωθήθηκε στο περιθώριο. H τάξη των κεφαλαιοκρατών είχε νικήσει σ' όλη τη γραμμή.
Η κοινοβουλευτική μεταρρύθμιση του 1831, ήταν η νίκη ολόκληρης της τάξης των κεφαλαιοκρατών ενάντια στην αριστοκρατία των γαιοκτημόνων. Η κατάργηση των δασμών στα σιτηρά ήταν νίκη των βιομηχάνων κεφαλαιοκρατών όχι μόνο ενάντια στη μεγάλη γαιοκτησία, αλλά και ενάντια στις ομάδες των κεφαλαιοκρατών που τα συμφέροντά τους λίγο - πολύ ταυτίζονταν ή συνδέονταν με τα συμφέροντα των γαιοκτημόνων: τραπεζίτες, χρηματιστές, εισοδηματίες κτλ. Ελεύθερο εμπόριο σήμαινε αναδιοργάνωση ολόκληρης της εσωτερικής και εξωτερικής δημοσιονομικής και εμπορικής πολιτικής της Αγγλίας σύμφωνα με τα συμφέροντα των βιομηχάνων κεφαλαιοκρατών, της τάξης που τώρα εκπροσωπούσε το έθνος. Κι η τάξη αυτή καταπιάστηκε στα σοβαρά με τη δουλειά. Κάθε εμπόδιο στη βιομηχανική παραγωγή απομακρυνόταν αδυσώπητα. Το δασμολόγιο και ολόκληρο το φορολογικό σύστημα ανατράπηκαν. Ολα υποτάχθηκαν σ' έναν και μόνο σκοπό, μα σ' ένα σκοπό ύψιστης σημασίας για το βιομήχανο κεφαλαιοκράτη: στο σκοπό να φτηνύνουν όλες οι πρώτες ύλες κι ιδιαίτερα όλα τα μέσα συντήρησης για την εργατική τάξη, στο σκοπό να παράγουν πρώτες ύλες, να συγκρατήσουν σε χαμηλά επίπεδα, αν όχι ακόμα και να κατεβάσουν το μισθό εργασίας. Η Αγγλία έπρεπε να γίνει το "εργαστήρι του κόσμου". Ολες οι άλλες χώρες έπρεπε να γίνουν για την Αγγλία ό,τι ήταν κιόλας η Ιρλανδία - αγορές για τα βιομηχανικά της προϊόντα, πηγές πρώτων υλών και τροφίμων γι' αυτήν. Η Αγγλία, το μεγάλο βιομηχανικό κέντρο ενός γεωργικού κόσμου, μ' ένα ολοένα αυξανόμενο αριθμό από δορυφόρους που παράγουν σιτηρά και μπαμπάκι και που περιστρέφονται γύρω από το βιομηχανικό ήλιο. Τι θαυμάσια προοπτική!
Οι βιομήχανοι κεφαλαιοκράτες καταπιάστηκαν με την πραγματοποίηση αυτού του μεγάλου σκοπού τους με το ρωμαλέο και υγιή τους νου και με την περιφρόνηση των πατροπαράδοτων αρχών, που πάντα τους έκαναν να ξεχωρίζουν από τους πιο Φιλισταίους ανταγωνιστές τους στην ηπειρωτική Ευρώπη. Ο χαρτισμός ξεψυχούσε. Η καινούργια βιομηχανική άνθιση, που ήταν η φυσική και σχεδόν αυτονόητη, ύστερα από το ολοκληρωτικό ξεπέρασμα της κρίσης του 1847, αποδόθηκε αποκλειστικά στην ελευθερία του εμπορίου. Σαν συνέπεια αυτών των δυο περιστατικών η αγγλική εργατική τάξη έγινε πολιτικά η ουρά του "μεγάλου κόμματος των φιλελευθέρων", που το καθοδηγούσαν οι εργοστασιάρχες. Αυτό το κερδισμένο πια πλεονέχτημα έπρεπε τώρα να διαιωνιστεί. Κι από τη ζωηρή αντιπολίτευση των χαρτιστών, όχι ενάντια στην ελευθερία του εμπορίου, αλλά ενάντια στη μετατροπή της ελευθερίας του εμπορίου σε μοναδικό ζωτικό ζήτημα του έθνους, κατάλαβαν οι εργοστασιάρχες και το καταλάβαιναν κάθε μέρα και καλύτερα, ότι η αστική τάξη δε θα μπορέσει ποτέ να καταχτήσει την πλέρια κοινωνική και πολιτική κυριαρχία πάνω στο έθνος, χωρίς τη βοήθεια της εργατικής τάξης. Ετσι άλλαξε σιγά - σιγά η αμοιβαία στάση των δυο τάξεων. Τους νόμους για τα εργοστάσια που κάποτες ήταν το φόβητρο των εργοστασιαρχών, όχι μόνο τους τηρούσαν τώρα πρόθυμα, μα και λίγο - πολύ τους επέχτειναν σ' ολόκληρη τη βιομηχανία. Τα εργοστασιακά σωματεία (τρέιντ-γιούνιονς), που πριν λίγο ακόμα τα δυσφημούσαν σαν έργα του διαβόλου, τα καλόπιαναν τώρα και τα προστάτευαν oι εργοστασιάρχες σαν πέρα για πέρα δικαιολογημένους θεσμούς και σα χρήσιμο μέσο για τη διάδοση υγιών οικονομικών θεωριών μέσα στους εργάτες. Ακόμα και τις απεργίες, που πριν από το 1848 είχαν κηρυχτεί σε διωγμό, τώρα τις έβρισκαν καμιά φορά πολύ χρήσιμες, ιδιαίτερα όταν τις προκαλούσαν οι ίδιοι οι κύριοι εργοστασιάρχες στην κατάλληλη στιγμή. Από τους νόμους που είχαν στερήσει από τον εργάτη τα ίσα δικαιώματα απέναντι στον εργοδότη του, καταργήθηκαν τουλάχιστο εκείνοι που προκαλούσαν περισσότερο την αγανάχτηση. Κι ο άλλοτε τόσο τρομερός Λαϊκός Χάρτης έγινε τώρα στα κύριά του σημεία το πολιτικό πρόγραμμα των ίδιων εκείνων εργοστασιαρχών που τον είχαν αντιπολιτευθεί ως τελευταία. Η κατάργηση του εκλογικού τιμήματος και η καθιέρωση της μυστικής ψηφοφορίας κατοχυρώθηκαν με νόμο. Οι κοινοβουλευτικές μεταρρυθμίσεις του 1867 και του 1884 πλησιάζουν κιόλας πολύ στο γενικό δικαίωμα ψήφου, τουλάχιστο όπως υπάρχει σήμερα στη Γερμανία. Το νομοσχέδιο για τις εκλογικές περιφέρειες, που συζητά τώρα η βουλή, δημιουργεί ίσες εκλογικές περιφέρειες, στο σύνολό τους τουλάχιστο όχι πιο άνισες απ' ό,τι είναι στη Γαλλία ή στη Γερμανία. Η αποζημίωση των βουλευτών και η ελάττωση της διάρκειας των εντολών, χωρίς βέβαια να πρόκειται ακόμα για κοινοβούλια που εκλέγονται κάθε χρόνο, προβλέπονται σαν αναμφισβήτητες καταχτήσεις για το κοντινό μέλλον. Και όμως λένε μερικοί ότι ο χαρτισμός πέθανε.
Η επανάσταση του 1848, όπως και πολλές προηγούμενές της, είχε μια παράξενη μοίρα. Οι ίδιοι άνθρωποι που την τσάκισαν, έγιναν, όπως συνήθιζε να λέει ο Καρλ Μαρξ οι εκτελεστές της διαθήκης της. Ο Λουδοβίκος Ναπολέων υποχρεώθηκε να δημιουργήσει, μιαν ενιαία και ανεξάρτητη Ιταλία, ο Βίσμαρκ υποχρεώθηκε να προκαλέσει, με τον τρόπο του, μιαν ανατροπή στη Γερμανία και να ξαναδόσει στην Ουγγαρία μιαν ορισμένη ανεξαρτησία, και οι Αγγλοι εργοστασιάρχες το καλύτερο που έχουν να κάνουν είναι να δόσουν στο Λαϊκό Χάρτη ισχή νόμου.
Τα αποτελέσματα αυτής της κυριαρχίας των βιομηχάνων κεφαλαιοκρατών ήταν για την Αγγλία, στην αρχή καταπληκτικά. Οι δουλειές ξαναζωντάνεψαν και επεκτάθηκαν σε βαθμό πρωτοφανή ακόμα και γι' αυτό το λίκνο της σύγχρονης βιομηχανίας.
Ολα τα προηγούμενα τεράστια δημιουργήματα του ατμού και της μηχανής έγιναν μηδέν σε σύγκριση με την τεράστια ανάπτυξη της παραγωγής στην εικοσαετία 1850-1870, με τους καταθλιπτικούς αριθμούς των εξαγωγών και εισαγωγών, του πλούτου που συσσωρευόταν στα χέρια των κεφαλαιοκρατών και της ανθρώπινης εργατικής δύναμης που συγκεντρωνόταν σε γιγάντιες πόλεις. Την πρόοδο τη διέκοβε βέβαια, όπως και πριν, μια κρίση που επαναλαβαινόταν κάθε δέκα χρόνια, λχ το 1857 και το 1866. Μα οι υποτροπές αυτές θεωρούνταν τώρα σαν φυσικά, αναπόφευκτα γεγονότα, που πρέπει κανείς να τα υποστεί, που όμως τελικά ξανάμπαιναν στο σωστό δρόμο.
Και η κατάσταση της εργατικής τάξης στο διάστημα αυτής της περιόδου; Προσωρινά σημειώθηκε, μια καλυτέρευση ακόμα και για την πλατιά μάζα. Αυτή όμως η καλυτέρευση έπεφτε κάθε φορά ξανά στο παλιό επίπεδο με τη συρροή του μεγάλου πλήθους της άνεργης εφεδρείας, με το συνεχή εκτοπισμό εργατών από νέες μηχανές και με τη μετανάστευση των εργατών γης, που κι αυτούς τους εκτόπιζαν τώρα ολοένα και περισσότερο οι μηχανές.
«Σταθερή άνοδο βρίσκουμε μόνο σε δυο προστατευόμενα τμήματα της εργατικής τάξης. Απ' αυτά το πρώτο είναι οι εργοστασιακοί εργάτες. Ο καθορισμός με νόμο μιας τουλάχιστον σχετικά λογικής, κανονικής εργάσιμης ημέρας προς όφελός τους, αποκατάστησε σχετικά τη σωματική τους διάπλαση και τους έδωσε μιαν ηθική υπεροχή, που δυνάμωσε ακόμα με την τοπική συγκέντρωσή τους. Η κατάστασή τους είναι αναμφίβολα καλύτερη απ' ό,τι ήταν πριν απ' το 1848. Η καλύτερη απόδειξη γι' αυτό είναι το ότι από δέκα απεργίες που κάνουν, οι εννιά προκαλούνται από τους ίδιους τους εργοστασιάρχες και προς το δικό τους το συμφέρον, σαν μοναδικό μέσο για να περιορίζουν την παραγωγή. Δε θα πείσετε ποτέ τους εργοστασιάρχες να συμφωνήσουν όλοι να δουλεύουν λιγότερο χρόνο κι ας μένουν όσο θέλουν απούλητα τα προϊόντα τους. Βάλτε όμως τους εργάτες ν' απεργήσουν, και οι κεφαλαιοκράτες κλείνουν όλοι, ως τον τελευταίο, τα εργοστάσιά τους.
»Δεύτερο, τα μεγάλα τρέιντ-γιούνιονς. Είναι οι οργανώσεις των εργατικών κλάδων, όπου χρησιμοποιείται ή πάντως επικρατεί μόνον η εργασία ενήλικων αντρών. Εδώ ούτε ο συναγωνισμός της γυναικείας και της παιδικής εργασίας, ούτε ο συναγωνισμός της μηχανής δεν κατάφεραν ως τώρα να σπάσουν την οργανωμένη τους δύναμη. Οι οργανώσεις των μηχανουργών, των μαραγκών και επιπλοποιών και των οικοδόμων είναι η καθεμιά τους μια τέτοια δύναμη που μπορεί, όπως λ.χ. κάνουν οι οικοδόμοι, να αντισταθεί με επιτυχία ακόμα και στη χρησιμοποίηση μηχανών. Η κατάστασή τους αναμφισβήτητα έχει καλυτερέψει σημαντικά από το 1848. Η καλύτερη απόδειξη γι' αυτό είναι ότι από 15 και πάνω χρόνια όχι μόνον οι εργοδότες τους ήταν ευχαριστημένοι μ' αυτούς αλλά και oι ίδιοι ήταν εξαιρετικά ευχαριστημένοι με τους εργοδότες τους. Αποτελούν μιαν αριστοκρατία μέσα στην εργατική τάξη. Κατάφεραν ν' αποσπάσουν μια σχετικά άνετη κατάσταση και αυτή την κατάσταση τη δέχονται σαν οριστική. Είναι οι υποδειγματικοί εργάτες των κυρίων Λεόνε Λεβί και Τζίφφεν (καθώς και του καλοκάγαθου Λούγιο Μπρεντάνο) και είναι πραγματικά πολύ συμπαθητικοί, βολικοί άνθρωποι για κάθε λογικό κεφαλαιοκράτη ξεχωριστά και για την τάξη των κεφαλαιοκρατών στο σύνολό της.
»Οσο όμως για τις μεγάλες μάζες των εργατών, το επίπεδο της αθλιότητας και της αβεβαιότητας της ύπαρξής τους βρίσκεται σήμερα το ίδιο χαμηλά, αν όχι χαμηλότερα από κάθε άλλη φορά. Το Ηστ-Εντ (ανατολικό άκρο) του Λονδίνου είναι ένας βάλτος που όλο και απλώνεται, ένας βάλτος από μόνιμη αθλιότητα και απόγνωση, από πείνα σε περίοδο ανεργίας, από φυσική και ηθική ταπείνωση σε περίοδο εργασίας. Το ίδιο συμβαίνει και σ' όλες τις άλλες μεγαλουπόλεις, με μόνη εξαίρεση την προνομιούχα εργατική μειοψηφία, το ίδιο και στις μικρότερες πόλεις και τις αγροτικές περιφέρειες. Ο νόμος που περιορίζει την αξία της εργατικής δύναμης στην τιμή των αναγκαίων για τη συντήρηση του εργάτη μέσων κι ο άλλος νόμος που, κατά κανόνα, κατεβάζει τη μέση τιμή της στο κατώτατο όριο αυτών των μέσων συντήρησης, oι δυο αυτοί νόμοι ενεργούν πάνω της με την ακαταμάχητη δύναμη μιας αυτόματης μηχανής που την συνθλίβει ανάμεσα στις ρόδες της.
»Αυτή ήταν λοιπόν η κατάσταση που δημιουργήθηκε από την πολιτική της ελευθερίας του εμπορίου το 1847 και από την εικοσάχρονη κυριαρχία των βιομηχάνων κεφαλαιοκρατών. Τότε όμως σημειώθηκε μια στροφή. Την κρίση του 1866 την ακολούθησε, γύρω στα 1875, πραγματικά μια λιγόχρονη κι ελαφριά αναζωογόνηση των εργασιών, που δε βάσταξε όμως πολύ. Είναι αλήθεια ότι την εποχή που έπρεπε να έρθει η επόμενη κρίση, το 1877 ή το 1878, δεν περάσαμε καμιάν ολοκληρωμένη κρίση, από το 1876 όμως ζούμε μέσα σε μια χρόνια κατάσταση αποτελμάτωσης όλων των βασικών βιομηχανικών κλάδων. Και δεν έρχεται ούτε η ολοκληρωμένη κρίση, ούτε η πολυπόθητη εποχή της άνθησης των εργασιών, που νομίζουμε ότι τη δικαιούμασταν τόσο πριν, όσο και μετά το κραχ. Μια θανάσιμη πίεση, ένας χρόνιος κορεσμός όλων των αγορών για όλες τις δουλειές, αυτή είναι η κατάσταση που περνάμε εδώ και δέκα σχεδόν χρόνια. Από πού προέρχεται αυτό;
» Η θεωρία της ελευθερίας του εμπορίου είχε για βάση της τη μόνη προϋπόθεση ότι η Αγγλία έπρεπε να γίνει το μοναδικό μεγάλο βιομηχανικό κέντρο ενός γεωργικού κόσμου. Τα γεγονότα όμως διάψευσαν ολότελα αυτή την προϋπόθεση. Οι όροι της σύγχρονης βιομηχανίας, ο ατμός και οι μηχανές, μπορούν να δημιουργήσουν παντού όπου υπάρχει καύσιμη ύλη, ιδιαίτερα κάρβουνο, και κάρβουνο έχουν εκτός από την Αγγλία κι άλλες χώρες: η Γαλλία, το Βέλγιο, η Γερμανία, η Αμερική, ακόμα και η Ρωσία. Και οι άνθρωποι αυτών των χωρών δεν είχαν τη γνώμη ότι είναι συμφέρον τους να μετατραπούν σε πεινασμένους Ιρλανδούς νοικιαστές, μόνο και μόνο για να δοξαστούν και να πλουτίσουν περισσότερο οι Αγγλοι κεφαλαιοκράτες. Φτιάξαν δικά τους εργοστάσια και άρχισαν να παράγουν όχι μόνο για τον εαυτό τους, αλλά και για τον υπόλοιπο κόσμο, και η συνέπεια είναι ότι το βιομηχανικό μονοπώλιο, που σχεδόν έναν ολόκληρο αιώνα το κατείχε η Αγγλία, έχει τώρα σπάσει ανεπανόρθωτα.
» Μα το βιομηχανικό μονοπώλιο της Αγγλίας είναι ο άξονας του σημερινού αγγλικού κοινωνικού συστήματος. Ακόμα και τον καιρό που υπήρχε αυτό το μονοπώλιο, οι αγορές δεν μπορούσαν να συμβαδίζουν με την αναπτυσσόμενη παραγωγικότητα της αγγλικής βιομηχανίας. Το αποτέλεσμα ήταν οι κρίσεις που επαναλαβαίνονταν κάθε δέκα χρόνια. Ενώ τώρα οι νέες αγορές γίνονται μέρα με τη μέρα πιο σπάνιες, τόσο πολύ, που ακόμα και στους μαύρους του Κογκό θέλουν να επιβάλουν τον πολιτισμό που τρέχει από τα τσίτια του Μάντσεστερ, τα τσουκάλια του Στάφορντσιρ και τα μετάλλινα είδη του Μπίρμινχαμ. Ποια θα είναι η συνέπεια όταν τα ηπειρωτικά, και ιδιαίτερα τα αμερικάνικα εμπορεύματα θα ξεχύνονται σε όλο και μεγαλύτερες μάζες, όταν η μερίδα του λέοντος στον εφοδιασμό του κόσμου, που πέφτει τώρα ακόμα στα αγγλικά εργοστάσια, θα ζαρώνει από χρόνο σε χρόνο; Απάντησε εσύ ελεύθερο εμπόριο, εσύ που είσαι πανάκεια για όλα!
»Δεν είμαι ο πρώτος που το τονίζει αυτό. Στα 1883 κιόλας, στη συνέλευση της Βρετανικής Εταιρείας, στο Σάουθπορτ, ο κύριος Ινγκλις Πάλγκρεϊβ, πρόεδρος του οικονομικού τμήματος, είπε ξεκάθαρα ότι οι μέρες των μεγάλων κερδών στην Αγγλία πέρασαν πια κι ότι διακόπηκε η παραπέρα ανάπτυξη διαφόρων μεγάλων βιομηχανικών κλάδων. Θα μπορούσε σχεδόν να πει κανείς ότι η Αγγλία πάει να περάσει σε μια κατάσταση στασιμότητας.
»Πού θα καταλήξουν όμως όλα αυτά; Η κεφαλαιοκρατική παραγωγή δεν μπορεί να μένει στάσιμη. Πρέπει να αυξαίνει και να επεκτείνεται ή πρέπει να πεθάνει. Από τώρα κιόλας, ο περιορισμός της μερίδας του λέοντος της Αγγλίας στον εφοδιασμό της παγκόσμιας αγοράς, σημαίνει στασιμότητα, αθλιότητα, πλεόνασμα κεφαλαίων από τη μια, πλεόνασμα εργατών απ' την άλλη. Τι θα γίνει πια όταν σταματήσει ολότελα η αύξηση της χρονιάτικης παραγωγής; Εδώ βρίσκεται η αχίλλεια φτέρνα της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής. Ορος της ύπαρξής της είναι η ανάγκη μιας συνεχούς επέκτασης κι αυτή η συνεχής επέκταση γίνεται τώρα αδύνατη. Η κεφαλαιοκρατική παραγωγή καταλήγει σε αδιέξοδο. Κάθε χρόνος που περνά φέρνει την Αγγλία πιο κοντά στο πρόβλημα: 'Η το έθνος θα γίνει συντρίμμια ή η κεφαλαιοκρατική παραγωγή. Ποιο απ' τα δυο πρέπει να καταστραφεί;
»Και η εργατική τάξη; Αν ακόμα και μέσα στις συνθήκες της πρωτόφαντης επέκτασης του εμπορίου και της βιομηχανίας, από το 1848 ως το 1868, υποχρεωνόταν να ζει μέσα σε τέτοια αθλιότητα, αν ακόμα και τότε η μεγάλη μάζα της, στην καλύτερη περίπτωση, γνώρισε μόνο μια πρόσκαιρη καλυτέρευση της θέσης της, ενώ μόνο μια μικρή προνομιούχα προστατευόμενη μειοψηφία είχε μόνιμα οφέλη, τι θα συμβεί όταν αυτή η θαμβωτική περίοδος τελειώσει οριστικά, όταν η τωρινή καταθλιπτική στασιμότητα όχι μόνο ενταθεί, μα και όταν αυτή η οξυμένη κατάσταση θανάσιμης πίεσης γίνει η μόνιμη, η ομαλή κατάσταση της αγγλικής βιομηχανίας;
» Η αλήθεια είναι τούτη: Οσον καιρό διαρκούσε το βιομηχανικό μονοπώλιο της Αγγλίας, η αγγλική εργατική τάξη συμμετείχε ως έναν ορισμένο βαθμό στα οφέλη αυτού του μονοπωλίου. Τα οφέλη αυτά μοιράζονταν πολύ άνισα ανάμεσα στους εργάτες. Η προνομιούχα μειοψηφία τσέπωνε το μεγαλύτερο μέρος, αλλά ακόμα και η μεγάλη μάζα έπαιρνε, τουλάχιστον πότε-πότε και παροδικά, το μερτικό της. Και αυτή είναι η αιτία που, από τότε που έσβησε ο οουενισμός, δεν είχαμε στην Αγγλία άλλο σοσιαλισμό. Με την κατάρρευση του μονοπωλίου, η αγγλική εργατική τάξη θα χάσει αυτή την προνομιούχα θέση. Μια μέρα ολόκληρη η εργατική τάξη, χωρίς να εξαιρείται και η προνομιούχα και ηγετική μειοψηφία, θα βρεθεί στο ίδιο επίπεδο που βρίσκονται και οι εργάτες των άλλων χωρών. Και αυτή είναι η αιτία που στην Αγγλία θα παρουσιαστεί πάλι ο σοσιαλισμός».
Αυτά έγραφα στο άρθρο του 1885. Στον αγγλικό πρόλογο της 11 του Γενάρη 1892 συνέχιζα:
«Μόνον λίγα έχω να προσθέσω σ' αυτή την περιγραφή της κατάστασης, όπως την έβλεπα το 1885. Είναι περιττό να πω ότι σήμερα "έχουμε πραγματικά πάλι σοσιαλισμό στην Αγγλία" και μάλιστα σε μαζική κλίμακα: σοσιαλισμό κάθε απόχρωσης, σοσιαλισμό συνειδητό και μη συνειδητό, σοσιαλισμό στον πεζό λόγο και σε στίχους, σοσιαλισμό της εργατικής τάξης και σοσιαλισμό της μεσαίας τάξης. Γιατί στ' αλήθεια αυτή η φρικαλεότητα των φρικαλεοτήτων, ο σοσιαλισμός, δεν έγινε μόνο αξιοσέβαστος, μα φόρεσε κιόλας κοσμική αμφίεση και τριγυρνά αμέριμνος στα σαλόνια. Αυτό αποδείχνει γι' άλλη μια φορά πόσο αγιάτρευτα ασταθής είναι ο τρομερός δεσπότης της "καλής κοινωνίας": η κοινή γνώμη της μεσαίας τάξης, και δικαιολογεί γι' άλλη μια φορά την περιφρόνηση που τρέφαμε πάντα γι' αυτή την κοινή γνώμη εμείς οι σοσιαλιστές της περασμένης γενιάς. Κατά τα άλλα όμως δεν έχουμε κανένα λόγο να παραπονιόμαστε για το καινούριο αυτό σύμπτωμα.
»Αυτό που εγώ το θεωρώ πολύ πιο σπουδαίο απ' αυτή τη στιγμιαία μόδα να κάνουν τον καμπόσο μέσα στους αστικούς κύκλους με μιαν αραιωμένη διάλυση σοσιαλισμού, και πιο σπουδαίο ακόμα κι από την πρόοδο που σημείωσε ο σοσιαλισμός στην Αγγλία γενικά, είναι το ξαναξύπνημα του Ηστ-Εντ του Λονδίνου. Αυτό το απέραντο στρατόπεδο της αθλιότητας δεν είναι πια ο στάσιμος βάλτος που ήταν πριν έξι ακόμα χρόνια. Το Ηστ-Εντ έχει αποτινάξει την απαθή απόγνωσή του, ξαναγύρισε στη ζωή κι έγινε η πατρίδα του "νέου γιουνιονισμού", δηλαδή της οργάνωσης της μεγάλης μάζας των "ανειδίκευτων" εργατών. Αυτή η οργάνωση μπορεί σε πολλά να πάρει τη μορφή των παλιών συνδικάτων των "ειδικευμένων" εργατών, ωστόσο ο χαρακτήρας της είναι ουσιαστικά διαφορετικός. Τα παλιά συνδικάτα διατηρούν τις παραδόσεις της εποχής που ιδρύθηκαν. Θεωρούν το μισθωτό σύστημα σαν ένα γεγονός που είναι μια για πάντα δοσμένο και οριστικό και που στην καλύτερη περίπτωση μπορούν να το απαλύνουν προς το συμφέρον των μελών τους. Τα νέα συνδικάτα αντίθετα ιδρύθηκαν σε μιαν εποχή που η πίστη στην αιωνιότητα του μισθωτού συστήματος είχε κιόλας κλονιστεί γερά. Οι ιδρυτές και καθοδηγητές τους ήταν είτε συνειδητοί σοσιαλιστές, είτε σοσιαλιστές από συναισθηματισμό. Οι μάζες που συνέρρευσαν σ' αυτά και που σ' αυτές στηρίζεται η δύναμή τους, ήταν άξεστες και εγκαταλειμμένες, που η αριστοκρατία της εργατικής τάξης τις κοιτούσε με περιφρόνηση. Εχουν όμως αυτό το απροσμέτρητο πλεονέκτημα: Οι διαθέσεις τους είναι ακόμα παρθένο έδαφος, είναι ολότελα απαλλαγμένες από τις κληρονομημένες "σεβαστές" αστικές προλήψεις που ζαλίζουν τα κεφάλια των πιο προνομιούχων "παλιών γιουνιονιστών". Κι έτσι βλέπουμε τώρα ότι αυτά τα νέα συνδικάτα παίρνουν στα χέρια τους την καθοδήγηση του εργατικού κινήματος γενικά και ολοένα και περισσότερο ρυμουλκούν τα πλούσια και περήφανα "παλιά" συνδικάτα.
»Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι άνθρωποι του Ηστ-Εντ έχουν κάνει κολοσσιαίες γκάφες. Το ίδιο όμως έκαναν και οι προκάτοχοί τους, το ίδιο κάνουν ακόμα και σήμερα οι δογματιστές σοσιαλιστές που γελούν μαζί τους. Τίποτα δεν μπορεί να διδάξει τόσο γρήγορα μια μεγάλη τάξη, όπως και ένα μεγάλο έθνος, όσο οι συνέπειες των δικών τους λαθών. Και παρά τα πιθανά λάθη στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον το ξύπνημα του Ηστ-Εντ του Λονδίνου παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα και τα πιο καρποφόρα γεγονότα αυτού του fin de siecle6 και είμαι ευχαριστημένος και περήφανος που το έζησα».
Από τότε που έγραψα τα παραπάνω, δηλαδή πριν έξι μήνες ,το αγγλικό εργατικό κίνημα έκανε πάλι ένα μεγάλο βήμα προς τα μπρος. Οι κοινοβουλευτικές εκλογές, που έγιναν πριν μερικές μέρες, έδειξαν καθαρά στα δυο επίσημα κόμματα, στους συντηρητικούς και στους φιλελεύθερους, ότι από δω και μπρος πρέπει να λογαριάζουν και με ένα τρίτο κόμμα, με το εργατικό κόμμα. Αυτό το εργατικό κόμμα μόλις τώρα διαμορφώνεται. Τα στοιχεία του καταγίνονται ακόμα να αποτινάξουν τις κάθε λογής προλήψεις που κληρονόμησαν - αστικές, παλαιογιουνιονιστικές, ακόμα και δογματικο-σοσιαλιστικές - για να μπορέσουν να συναντηθούν τελικά πάνω σ' ένα κοινό για όλους έδαφος. Και όμως το ένστιχτο που τους σπρώχνει να ενωθούν ήταν τώρα κιόλας τόσο δυνατό, που έδωσε εκλογικά αποτελέσματα πρωτάκουστα για την Αγγλία. Στο Λονδίνο εκτίθενται δυο εργάτες στις εκλογές, και μάλιστα ανοιχτά σαν "σοσιαλιστές". Οι φιλελεύθεροι δεν τολμούν ν' αντιπαραθέσουν έναν απ' τους δικούς τους και οι δυο σοσιαλιστές εκλέγονται με συντριπτική κι αναπάντεχη πλειοψηφία. Στο Μίντελσμπρο εκτίθεται ένας εργατικός υποψήφιος ενάντια σ' ένα φιλελεύθερο και σ' ένα συντηρητικό και εκλέγεται ο εργατικός. Οι νέοι εργατικοί υποψήφιοι, αντίθετα, που έκλεισαν συμμαχία με τους φιλελεύθερους απέτυχαν όλοι ανεπανόρθωτα εκτός από έναν. Από τους παλιούς λεγόμενους εργατικούς αντιπροσώπους, δηλαδή από τους ανθρώπους που τους συγχωρούν την εργατική τους ιδιότητα γιατί κι οι ίδιοι θα 'θελαν ευχαρίστως να την πνίξουν μέσα στον ωκεανό του φιλελευθερισμού τους, απέτυχε ο πιο σημαντικός αντιπρόσωπος του παλιού γιουνιονισμού, ο Χένρυ Μπρόντχερστ, και απέτυχε παταγώδικα γιατί τάχθηκε ενάντια στο οχτάωρο. Σε δυο εκλογικές περιφέρειες της Γλασκώβης, σε μια του Σάλφορντ κι ακόμα σε πολλές άλλες, εκτέθηκαν ανεξάρτητοι εργατικοί υποψήφιοι ενάντια σε υποψήφιους και των δυο παλιών κομμάτων. Νικήθηκαν, μα νικήθηκαν κι οι φιλελεύθεροι υποψήφιοι. Κοντολογίς, σε μια σειρά εκλογικές περιφέρειες μεγάλων πόλεων και βιομηχανικών κέντρων, οι εργάτες έκοψαν αποφασιστικά κάθε δεσμό με τα δυο παλιά κόμματα και σημείωσαν έτσι άμεσες ή έμμεσες επιτυχίες, τέτοιες που δεν είχαν ποτέ σημειώσει σε προηγούμενες εκλογές. Και η χαρά των εργατών γι' αυτό είναι απερίγραπτη. Για πρώτη φορά είδαν κι ένιωσαν τι μπορούν να κάνουν όταν χρησιμοποιούν το εκλογικό τους δικαίωμα προς το συμφέρον της τάξης τους. Εσπασε η πρόληψη για το «μεγάλο κόμμα των φιλελευθέρων», που εξουσίαζε τους Αγγλους εργάτες σαράντα σχεδόν χρόνια. Είδαν με χτυπητά παραδείγματα ότι αυτοί, oι εργάτες, είναι η αποφασιστική δύναμη στην Αγγλία, φτάνει μόνο να θέλουν και να ξέρουν τι θέλουν. Και οι εκλογές του 1892 ήταν η αρχή της γνώσης και της θέλησης. Για τα υπόλοιπα, θα φροντίσει το ηπειρωτικό εργατικό κίνημα. Οι Γερμανοί και οι Γάλλοι που αντιπροσωπεύονται κιόλας τόσο πλούσια στα κοινοβούλια και στα τοπικά συμβούλια, θα διατηρήσουν με νέες νίκες το πνεύμα της άμιλλας στους Αγγλους. Κι όταν σ' ένα όχι μακρινό μέλλον αποδειχθεί ότι το νέο αυτό κοινοβούλιο δεν μπορεί να κάνει τίποτα με τον κύριο Γλάδστον και ότι ο κύριος Γλάδστον δεν μπορεί να μείνει στην εξουσία μ' αυτό το κοινοβούλιο, τότε το αγγλικό εργατικό κόμμα θα είναι κιόλας αρκετά συγκροτημένο για να βάλει μια για πάντα τέλος στο παιχνίδι της κούνιας των δυο παλιών κομμάτων, που διαδέχονται το ένα το άλλο στην κυβέρνηση και που έτσι ακριβώς διαιωνίζουν την αστική κυριαρχία.
Λονδίνο, 21 του Ιούλη 1892
Φ. Ενγκελς
Σημειώσεις:
1. Στη Φιλαδέλφεια των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής έγινε το 1876 μια διεθνής βιομηχανική έκθεση (Σημ. Σύντ.).
2. Μια από τις πιο άθλιες εργατικές συνοικίες στο Μάντσεστερ στα 1840-50. (Σημ. Σύντ.).
3. Τα «Εφτά ρολόγια», εργατική συνοικία στο κέντρο του Λονδίνου (Σημ. Σύντ.).
4. Για τις κατοικίες των φτωχών (Σημ. Σύντ.).
5. Cottage (αγγλική λέξη): Μικρό εξοχικό σπίτι (Σημ. Μετ.).
6. Τέλος του αιώνα (Σημ. Συντ.).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου