6 Φεβ 2012

ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ Νέα αύξηση κερδών 65% το 1995



ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΤΡΑΠΕΖΕΣ
Νέα αύξηση κερδών 65% το 1995
Καθαρά κέρδη 183 δισ. δραχμές παρουσίασαν την προηγούμενη χρονιά 19 κερδοφόρες εμπορικές τράπεζες. Δύο μόνο ιδιωτικές τράπεζες, η Πίστεως και η Εργασίας, παρουσίασαν κέρδη 88,3 δισ. δραχμές ή το 48% των συνολικών κερδών
Η τρελή κούρσα των κερδών των εμπορικών τραπεζών συνεχίστηκε και το 1995. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρίας ICAP, που δόθηκαν χτες στη δημοσιότητα, 25 ελληνικές εμπορικές τράπεζες αύξησαν τα κέρδη τους το 1995 κατά 65,3% ως προς το 1994, γεγονός που καταδεικνύει τις συνέπειες της πολύμορφης και πολύπλευρης πολιτικής λιτότητας. Τη στιγμή που τα όρια φτώχειας απλώνονται απειλητικά σε όλο και περισσότερα κοινωνικά στρώματα, μια χούφτα επιχειρήσεων και τραπεζών κυριολεκτικά θησαυρίζουν.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ICAP, τα καθαρά κέρδη των 25 εμπορικών τραπεζών αυξήθηκαν από 101 δισ. δραχμές το 1994 σε 167,3 δισ. δραχμές το 1995. Τα αποτελέσματα αυτά προκύπτουν στο σύνολο των κερδοφόρων και των ζημιογόνων τραπεζών. Αν αφαιρέσουμε τις τελευταίες, οι εναπομείνασες 19 παρουσίασαν το 1995 καθαρά κέρδη 183,6 δισ. δραχμές έναντι 180,5 δισ. δραχμών το 1994. Η ποσοστιαία μεταβολή των κερδών στην προκειμένη περίπτωση δεν είναι βέβαια εντυπωσιακή. Εντυπωσιακή, αντίθετα, είναι η σταθεροποίηση της μάζας των κερδών σε υψηλά επίπεδα, αν λάβουμε υπόψη ότι από το 1990, την πρώτη χρονιά εφαρμογής του προγράμματος λιτότητας, η αύξηση των τραπεζικών κερδών είναι τεράστια. Να υπενθυμίσουμε μόνο ότι το ποσοστό αύξησης των κερδών το 1994 ως προς το 1993 ήταν 411%!!
Από τα στοιχεία προκύπτει, επίσης, η συσσώρευση κερδών στα χέρια λίγων μόνο τραπεζών. Οι δύο μεγαλύτερες ιδιωτικές εμπορικές τράπεζες, η Πίστεως και η Εργασίας, παρουσίασαν καθαρά κέρδη 50,8 δισ. δραχμές η πρώτη (η περισσότερο κερδοφόρα τράπεζα) και 37,5 δισ. δραχμές η δεύτερη (τρίτη στη γενική κατάταξη). Και οι δύο μαζί παρουσίασαν καθαρά κέρδη 88,3 δισ. δραχμές ή το 52,9% των συνολικών κερδών των 25 τραπεζών, ενώ συγκρινόμενες ως προς τις 19 κερδοφόρες τράπεζες κατείχαν το 48,1% των συνολικών κερδών.
Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι η πολιτική "απελευθέρωσης" του τραπεζικού συστήματος που ξεκίνησε από το 1986 η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και η επέκταση των δραστηριοτήτων στις νέες κερδοσκοπικές δραστηριότητες των παραγωγών προϊόντων (παράλληλα με τη διατήρηση των παλαιότερων μορφών κερδοσκοπίας) ωφέλησε κυρίως τις ιδιωτικές τράπεζες. Ο βαθμός εκμετάλλευσης των εργαζομένων στις δύο αυτές ιδιωτικές τράπεζες υπήρξε εντυπωσιακός σε σχέση με τις υπό δημόσιο χαρακτήρα τράπεζες. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ICAP, o μέσος όρος των κερδών ανά εργαζόμενο στην Πίστεως και την Εργασίας ανήλθε το 1995 σε 14,4 εκατ. δραχμές, έναντι 3 εκατ. δραχμών που παρουσίασαν η Εθνική, η Εμπορική και η Ιονική.
Ποσοστά αυξήσεων, σημαντικά υψηλότερα από τον πληθωρισμό του 1995, παρουσίασαν, τόσο οι καταθέσεις, όσο και οι χορηγήσεις.
Οι μεν καταθέσεις στις 25 τράπεζες ανήλθαν το 1995 στα 18,4 τρισ. δραχμές, έναντι 15,8 τρισ. δραχμών το 1994 ή ποσοστό αύξησης 16,6%, ενώ την περίοδο '94/'93 το ποσοστό αύξησης των καταθέσεων ήταν 8,4%.
Οι χορηγήσεις ανήλθαν σε 8,64 τρισ. δραχμές και παρουσίασαν αύξηση 19% ως προς το 1994, μιας και είχαν ανέλθει τότε στα 7,26 τρισ. δραχμές.
Τόσο η αύξηση των καταθέσεων, αλλά κυρίως η αύξηση των χορηγήσεων καταδεικνύει την αύξηση του ειδικού βάρους των τραπεζών στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

TOP READ