ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
Ταμένος «για όλου του κόσμου το καλό»
Αναφορά στο διεθνές συνέδριο που οργάνωσε το Μουσείο Μπενάκη για τον Γ. Ρίτσο
Δε θα μπορούσε να συμβεί αλλιώς: Οι ιδέες, τα οράματα, οι αγώνες, τα πάθη του και το έργο του απαρασάλευτα κομμουνιστή Ρίτσου μένουν «βράχος» ακλόνητος, ενιαίος και αδιαίρετος, να διαψεύδει οποιαδήποτε προσπάθεια μείωσης, «αποχρωματισμού», αμαύρωσης, αποσιώπησης και λησμόνησής του, όπως αποδείχτηκε και στο συνέδριο του Μουσείου Μπενάκη. Ενα συνέδριο, που εκπλήρωσε το Μουσείο Μπενάκη ως οφειλόμενο χρέος του απέναντι στην Φαλίτσα και στην Ερη Ρίτσου για τη δωρεά του πολύπλευρα πολύτιμου Αρχείου Ρίτσου. Ενα συνέδριο, με αδιάλειπτα παρούσα την Ερη Ρίτσου, από όπου σύσσωμος ο αστικός Τύπος έλαμψε διά της απουσίας του, συνεχίζοντας τη μακρόχρονη αποσιώπηση του ποιητή και του έργου του. Ενα συνέδριο με πολλές, γόνιμες για την περαιτέρω μελέτη του πολυσχιδούς έργου του Ρίτσου, εισηγήσεις Ελλήνων και ξένων μελετητών και μεταφραστών του. Αλλά, όπως ήταν αναμενόμενο, υπήρξαν και «αναμασήματα» - φανερά ή κρυφά - μηδενιστικών απόψεων κριτικών της αστικής τάξης, τύπου Αν. Καραντώνη. Απόψεις άκρου υποκειμενισμού, περιθωριοποίησης του ιστορικο-πολιτικού και ανάδειξης μόνο του «ερωτικού» Ρίτσου. Αισθήματα μειονεξίας, μικροψυχίας, προπαντός αντίθεσης με την κομμουνιστική «ταυτότητα» του Ρίτσου, επόμενα και με το μεγαλύτερο, αν όχι με όλο το έργο του. Αξιοσημείωτο είναι και το ότι οι περισσότεροι από τους εκφράσαντες τέτοιες απόψεις απείχαν από την καταληκτήρια εκδήλωση-συναυλία προς τιμήν του ποιητή. Οπως αξιοσημείωτες είναι και οι πληροφορίες μας ότι στην πρόταση του Μουσείου, προς την τιμητική και οργανωτική επιτροπή του συνεδρίου, να συμμετέχει ως ομιλητής ένας εκπρόσωπος του ΚΚΕ, καταλληλότατος μάλιστα, κάποιοι αντέδρασαν έντονα.
Θαυμαστές, επικριτές και «μαθητές»
Από πλευράς του Μουσείου Μπενάκη την εισηγητική ομιλία έκανε ο Δημήτρης Αρβανιτάκης υπογραμμίζοντας: «Ο Ρίτσος συνέδεσε ρητά και αναπόσπαστα τον εαυτό του, τον κόσμο του, τη γλώσσα του και τη σιωπή του με το όραμα της κομμουνιστικής επανάστασης, με το ιδανικό της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Αν αυτό το ξεχάσουμε, είναι σαν να μελετάμε τον Κάλβο έξω από την Ελληνική Επανάσταση, τον Καβάφη έξω από την Αλεξάνδρεια, τον Μαγιακόφσκι έξω από την Οχτωβριανή Επανάσταση». Αξιες αναφοράς είναι και οι παρακάτω επισημάνσεις: «Σήμερα που ο κόσμος έχει αλλάξει, πώς και τι διαβάζουμε από το έργο του; Μήπως χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε ξανά τα κεντρικά ζητήματα του έργου του; Μήπως η αδυναμία να πλησιάσουμε κάποιες πτυχές του έργου του πρέπει να αποδοθεί και σε ανεπάρκεια του σημερινού μας βλέμματος; Ο Ρίτσος ερωτεύτηκε την πραγματικότητα. Μπορεί ο ρυθμός της ζωής να έχει αλλάξει, αλλά τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει τον "υπόγειο ρυθμό των πραγμάτων", το ποτάμι του γίγνεσθαι, που είναι ο κόσμος. Ο Ρίτσος ερωτεύτηκε την επανάσταση. Μόχθησε για μιαν άλλη δόμηση της πραγματικότητας, ταυτίστηκε με την κομμουνιστική Αριστερά και δεν αρνήθηκε -κάθε άλλο - να γίνει ο βάρδος ενός λαού που αγωνιζόταν για την αναίρεση αυτού του κόσμου, το σπάσιμο των Συμπληγάδων (...) Ο Ρίτσος έσπασε την αλήθεια του σε πολλά πρόσωπα και πολλά προσωπεία για να κυκλώσει το τέρας, να γίνει χίλιες φωνές και να πει "είμαι άνθρωπος και τίποτα το ανθρώπινο δεν μου είναι ξένο"».
«Αντιριτσόφιλο» ή «ριτσόφιλο»;
Προεδρεύοντας «τραπεζιού» με ποιητές, ο Νάσος Βαγενάς έθεσε ως θέματα της συζήτησης την «πολυγραφία», τη «φλυαρία» και το πώς βλέπουν την ποίηση του Ρίτσου. Κατά τον Χάρη Βλαβιανό,«πολιτική και ποίηση, το μόνο κοινό που έχουν είναι το γράμμα "π". Και το μόνο καλό πολιτικό ποίημα του Ρίτσου είναι ο "Ορέστης"». Κατά τον Νάσο Βαγενά, «ο Ρίτσος, όπως ο Πικάσο, έκανε χιλιάδες έργα φλύαρα, αλλά και κάποια καλά μικρά ποιήματα». Η Τζένη Μαστοράκη, θαυμάστρια του ακαταπόνητου «εργάτη» Ρίτσου, αποκάλεσε «ιδεολογική της συνείδηση» τις «Γειτονιές του κόσμου», που «θα ήταν καλύτερες αν έλειπαν τα 9/10» και «βαθιά πολιτικό ποίημα» την «Κυρά των αμπελιών». Μόνη επιχειρηματολογημένη και υπερασπιστική, προσκομίζουσα νέα στοιχεία προσέγγισης της ποίησης του Ρίτσου, σ' αυτή τη συνεδρία, ήταν η άποψη τουΔημήτρη Κοσμόπουλου: «Ο Ρίτσος δίνει υπέροχες απαντήσεις στα ερωτήματα της Αριστεράς. Θεωρεί την ποίηση διαδικασία αναπνοής και κοινωνικό γεγονός. Στην πολυγραφία του και στις πολλαπλές γραφές όλων των έργων του αναγνωρίζεις τον πολύ μεγάλο ποιητή και τον καθόλου εύκολο με τον εαυτό του. Η πολιτική της ποίησης του Ρίτσου έχει την αφιλοκέρδεια της πολιτικής συμπεριφοράς της Αριστεράς».
Παρόμοια με τα παραπάνω επικριτικά χαρακτηριστικά είχαν και άλλες εισηγήσεις: Κατά τον Γιώργο Κεχαγιόγλου, η ποίηση του Ρίτσου, με το πολιτικό της χαρακτήρα, δεν προσκόμισε τίποτα στη νεοτερική ελληνική ποίηση και κατά τον Μιχάλη Πιερή «τίποτα» στην αφιερωμένη στην Κύπρο ποίηση. Ο Αλέξανδρος Αργυρίου «λησμόνησε» ότι ο ίδιος μόνο μια φορά στο παρελθόν, και αυτή αρνητικά, ασχολήθηκε με έργο του Ρίτσου, «θυμήθηκε» μόνο τις «επικριτικές», «προλεταρίζουσες» συστάσεις της πρώιμης αριστερής κριτικής (Αλεξάνδρα Αλαφούζου, Μάρκος Αυγέρης), μίλησε για «ομηρία» του Ρίτσου, χαρακτήρισε «σημαντικό» θεωρητικό κείμενο του Ρίτσου μόνο το δοκίμιο για τον Μαγιακόφσκι, ενώ τα άλλα «δογματισμό, πειθαρχούντα στην κομματική γραμμή» και πρότεινε «να γίνουν μελέτες» με επιλογή μεμονωμένων λέξεων του Ρίτσου. ΟΕυριπίδης Γαραντούδης επανέφερε τις καραντωνικής προέλευσης επιθέσεις περί «παλαμισμού, καρυωτακισμού, σικελιανισμού» του Ρίτσου, χαρακτήρισε «ατυχή την προσπάθειά του να θεωρηθεί νεοτερικός ποιητής» και αναγνώρισε μιαν «αύρα του νεοτερισμού» μόνο στις «Μαρτυρίες». Ο Αρης Μαραγκόπουλος - αποκαλύπτοντας την ιδεολογική του αλλαγή, μίλησε περί «ειδικού μαρτυρολογίου» από την «αριστερή βία που άσκησαν οι κομματικοί μηχανισμοί σε λογοτέχνες» και επιχείρησε να εμφανίσει ως «ιδιωτικό το αριστερό όραμα του Ρίτσου» και τα ποιήματά του «παραβατικά απέναντι στις αγκυλώσεις και τις μικρότητες»! Ο Παντελής Μπουκάλας, θεωρώντας, βέβαια, τον Ρίτσο σπουδαίο ποιητή, μίλησε για «ιδεολογική χρήση και κατάχρηση των υψηλότονων ποιημάτων "ηρωικού" και "μαρτυρικού" περιεχομένου», με αποτέλεσμα την «παραγνώριση του χαμηλόφωνου λυρισμού του» και τόνισε ότι «η ανάγνωση του Ρίτσου οφείλει να γίνει πια με κριτήρια της λογοτεχνίας και όχι της ιδεολογίας», ότι «άλλαξε η αντίληψή μας για την πολιτική ποίηση, που πλέον κρίνεται ανυπόληπτη». Στον «ερωτικό» και μόνο Ρίτσο προτείνει να στραφούμε ο Δ. Μαρωνίτης.
«Τέταρτη» και πρώτη ...διάσταση
Αντιδρώντας σ' αυτή τη μονομέρεια ο Αγγελος Δεληβοριάς, εξέφρασε, με ταραχή και συγκίνηση (στις 29/9 το βράδυ), τα «χίλια ευχαριστώ» του στην ηθοποιό Μάνια Παπαδημητρίου, η οποία επέλεξε και απήγγειλε θαυμάσια και πολιτικά ποιήματα (από τον «Πέτρινο Χρόνο», το «Πέτρες, Επαναλήψεις, Κιγκλίδωμα», κ.ά). Ο Α. Δεληβοριάς, εξηγώντας την ταραγμένη συγκίνησή του, είπε: «Πολύς λόγος έγινε εδώ για την "Τέταρτη Διάσταση", αλλά όχι για την πρώτη, τη μεγάλη του Ρίτσου».
Την πρώτη ...διάσταση του -τεράστιου ποσοτικά και ποιοτικά, «στρατευμένου», μαχόμενου με το λαό - έργου του αλλά και του ανθρώπου Ρίτσου πρόβαλαν πολλοί άλλοι. Οι «μαρτυρίες» από τη γνωριμία τους με τον ποιητή τωνΚώστα Καζάκου, Γιάννη Κοντού, Ασπασίας Παπαθανασίου και των συνεξορίστων του Τίτου Πατρίκιουκαι Γιάννη Στεφανίδη. Οι ξένοι μεταφραστές και μελετητές του έργου του, οι οποίοι ανέδειξαν τη μεγάλη ανταπόκριση που γνωρίζει το έργο του Ρίτσου στο εξωτερικό. Επρόκειτο για τους Ιταλούς Μάριο Βίτι,Βιτσέντσο Ρότολο (στην Ιταλία ο Ρίτσος εδώ και χρόνια αποτελεί «τη μεγαλύτερη ποιητική σχολή»). Τους Αγγλους Πίτερ Μπίαν και Αμι Μιμς (έξοχη η συγκριτολογική μελέτη της για τα κοινά στοιχεία στο «Εικονοστάσι» του Ρίτσου και στον «Οδυσσέα» του Τζόις). Τον Αμερικανό Ντέιβιντ Ρικς. Την ΤουρκάλαΓερτρούδη Ντουρουσόι. Το ζεύγος των Σέρβων Ξένια και Ιβάν Καντάνσκι.
Στην πατρίδα του, όμως, και μετά θάνατον «σκυλιά του δαγκώνουν το χέρι», γιατί «χιλιάδες χιλιόμετρα» περπάτησε «χωρίς ψωμί, χωρίς νερό, πάνω σε πέτρες κι αγκάθια» για να φέρει στο λαό της «ψωμί, νερό και τριαντάφυλλα». Γιατί από εκείνον μένει «ένα γλυκύτατο χαμόγελο που αδιάκοπα θα λέει "ναι" και πάλι "ναι" / σ' όλες τις προαιώνιες διαψευσμένες ελπίδες»...
Αριστούλα ΕΛΛΗΝΟΥΔΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου