ΖΑΚΥΝΘΙΝΕΣ «ΟΜΙΛΙΕΣ»
Αγαπημένη διασκέδαση των ανθρώπων του μόχθου
Η θεατρική ζωή, στα Επτάνησα, όπως και η νεοελληνική ποίηση βρήκε τα πρώτα της φυτώρια. Το θέατρο γεννήθηκε σαν ένα ολότελα ερασιτεχνικό φαινόμενο με δύο μορφές - όπως επισημαίνει ο Αλέξης Σολομός στο Θεατρικό Λεξικό - «την αριστοκρατική, που αφορά παραστάσεις μέσα στα μέγαρα των αρχοντάδων από πλανόδιους ιταλιάνικους θιάσους ή ντόπιους φιλότεχνους και τηλαϊκή, που ταυτίζεται με το έθιμο του υπαίθριου θεατρικού δρώμενου όπως είναι οι Ζακυνθινές Ομιλίες. Δύο είναι οι βασικές ξένες επιδράσεις: η ιταλική και η κρητική, με τη στιχουργία, τη γλώσσα και το ηθογραφικό της αίσθημα. Μετά το πάρσιμο της Κρήτης απ' τους Τούρκους (1669), οι Εφτανησιώτες γίνονται οι επίσημοι σκευοφύλακες και διάδοχοι της κρητικής λογοτεχνικής παράδοσης και πολλά από τα ποιητικά και θεατρικά της προϊόντα επιζούνε στην Κέρκυρα, στην Κεφαλονιά και ιδιαίτερα στη Ζάκυνθο, χάρη στους διανοούμενους αριστοκράτες και στους κεφάτους ποπολάρους». Στους τελευταίους μάλιστα οφείλονται και οι περίφημες «Ομιλίες».
Πρόκειται για ένα ιδιότυπο είδος διδασκαλίας θεατρικών έργων, που συναντάμε στη Ζάκυνθο. Οι «Ομιλίες» είναι υπαίθριες παραστάσεις που κάνουν απλοί άνθρωποι του λαού, κυρίως, αλλά όχι μόνο, κατά την περίοδο του καρναβαλιού για «ξεφάντωμα των φίλων». Το λαϊκό αυτό θέατρο αναπτύχθηκε στο νησί σχεδόν παράλληλα με το λόγιο θέατρο και ήταν ίσως η πιο αγαπημένη διασκέδαση των ανθρώπων του μόχθου.
... «Κριτάδες μου, σας προσκυνώ, εδώ είμαι να μιλήσω, το δίκιο του Αλέξιου να σας επαραστήσω. Είναι μεγάλο άδικο, μεγάλη αδικία, και πρέπει να 'βγει ελεύθερος για τούτη την αιτία»...
... «Γυρεύω αδελφέ την ψείρα μου που 'μαι πτωχός να ζήσω. Μα σα σε πνίγουν αδελφέ θες και να μην μιλήσω; Τη σήμερον αν δε μιλείς σε κάνουνε Οβραίο. Το πώς τον εφοβήθηκες γκιούστο τον βρωμονέο...».
Ξεφάντωμα των φίλων
Ακόμη και σήμερα είναι δύσκολο να προσδιοριστεί με σιγουριά η καταγωγή τους. Οι διάφορες γνώμες που κατά καιρούς διατυπώνονται, παραμένουν απλές εικασίες. Η επιρροή τους από την Κομέντια ντελ άρτε, είναι πολύ πιθανή. Το μόνο σίγουρο πάντως είναι ότι οι «Ομιλίες» παίζονται στη Ζάκυνθο από τα μέσα περίπου του 17ου αιώνα. Οι παλιότεροι μελετητές στήριζαν αυτή την άποψη σε μια μαρτυρία του Γαήτα που έλεγε ότι οι «Ομιλίες» «Ερωφίλη», «Θυσία του Αβραάμ» και «Γαϊδουροκαβάλα» παίζονταν στο νησί από την εποχή της Βενετοκρατίας.
Στις «Ομιλίες» έπαιζαν πάντα ερασιτέχνες ηθοποιοί: Γεωργοί, έμποροι, τεχνίτες. Στο τέλος κάθε παράστασης γύριζε κάποιος με δίσκο και μάζευε χρήματα τα οποία μοιράζονταν μεταξύ τους. Μερικοί μάλιστα γίνονταν τελικά «επαγγελματίες», όπως ο Μυλωνόπουλος, ο οποίος είχε μανία με τις «Ομιλίες» και τις έπαιζε κάθε χρόνο στα πλαίσια του Καρναβαλιού.
Στις παραστάσεις έπαιρναν μέρος μόνο άνδρες που υποδύονταν και τους γυναικείους ρόλους. Ο Διονύσιος Ρώμας περιγράφει ένα απρόοπτο περιστατικό: «Θυμάμαι εγώ ο ίδιος» - έγραφε- «μιαν "ομιλία" που παρακολούθησα παιδί, εδώ και κάπου πενήντα χρόνια. Ηταν ο "Κρίνος και η Ανθία" κατά την οποία το παλικάρι κλέβει τη βασιλοπούλα και καταλήγει στο Κριτήριο. Με αγωνία περιμένει η Ανθία τριγυρισμένη από την Αυλή της. Λες και τη βλέπω την καημένη ν' αγανακτεί για τη θανατική καταδίκη του αγαπημένου της και μουντζώνοντας να σκούζει: "Τον Κρίνο εδικάσατε; Ορσεεε τσοι δικαστάδες!!!". Συγχρόνως, όμως, η απότομη κίνηση του φασκελώματος παραμέρισε λίγο τη μάσκα και λάμψανε στο φως του ήλιου οι αρειμάνιες ξανθές... μουστάκες της».
«Ομιλίες» με έντονο κοινωνικό περιεχόμενο
Αρχικά οι λαϊκοί θίασοι χρησιμοποιούσαν στο ρεπερτόριό τους έργα του Κρητικού Θεάτρου, όπως τον «Ερωτόκριτο», τη «Θυσία του Αβραάμ», την«Ερωφίλη». Με τον καιρό άρχισε να δημιουργείται καθαρά ζακυνθινό ρεπερτόριο. Από τις πρώτες «Ομιλίες» που γνωρίζουμε είναι:«Γαϊδουροκαβάλα», «Κεφαλονίτες», «Αλέξης και η Χρυσαυγή», «Τα πάθη του Απολλωνίου εν Ταύρω», «Ο Κρίνος και η Ανθία», «Ο Γάμος του Κοντογιαννάκη μετά της Αγγελικής Μότζη». Στα 1790 ο Δημήτρης Γουζέλης, σε ηλικία μόλις 16 χρόνων, έγραψε τον περίφημο «Χάση». Πέντε χρόνια αργότερα διόρθωσε την κωμωδία του έτσι ώστε να μπορεί να παίζονται σκηνές σαν «Ομιλίες». Με τον «Χάση» οι Ομιλίες παίρνουν καθαρά ζακυνθινό χαρακτήρα. Δεν έχουμε πια υποθέσεις με βασιλιάδες και βασιλοπούλες. Στο «Χάση» παρουσιάζεται ένας αντιπροσωπευτικός τύπος Ζακυνθινού ψευτοπαλικαρά, πολυλογά και καυχησιάρη. Αλλά και «Οι Γιαννιώτες», η «Κωμωδία των Ψευτογιατρών» που γράφτηκαν το 1745 από το Σαβόγια Ρούσμελη, όπως και το «Ιντερμέδιο της Κυράς Ελιάς Ρουφιάνας και Μηλιάς Κορασίδας» του ίδιου συγγραφέα, αντλούν το περιεχόμενό τους από τη Ζάκυνθο του καιρού τους. Το πρώτο μάλιστα έργο, με έντονο κοινωνικό περιεχόμενο, στρέφεται εναντίον των ψευτογιατρών, μιας ολόκληρης τάξης που αποτελούσαν μάστιγα για την κοινωνία εκείνης της εποχής.
«Το Ζακυνθινό Λαϊκό Θέατρο» - γράφει στην εισαγωγή του Α` Τόμου με «Ομιλίες», των εκδόσεων «Θέατρο Αβούρη», ο Διονύσιος Φλεμοτόμος - «αντιστάθηκε στη φθορά του χρόνου και άντεξε γιατί ήταν αληθινό, μια και βγήκε κατευθείαν μέσα από την ψυχή των απλών ανθρώπων που το δημιούργησαν». Και επισημαίνει ο Δ. Φλεμοτόμος, την ανάγκη να παρουσιάζονται οι «Ομιλίες» και σήμερα στο φυσικό τους τόπο, τους δρόμους και τις πλατείες και ότι θα ήταν σφάλμα να ανέβουν στη σκηνή με προβολείς και μικρόφωνα. «Η προσαρμογή της Ομιλίας» - λέει - «σε σύγχρονη θεατρική και αισθητική, είναι ασέβεια και επιπολαιότητα και θα καταστρέψει σίγουρα μια μορφή έκφρασης που ξέρει καλά να κάνει και χωρίς αυτά».
Κατά καιρούς πάντως, γίνεται προσπάθεια να παρουσιάζονται και σύγχρονες «Ομιλίες», πέρα από την παρουσίαση των παλιών «Ομιλιών». Πολλοί πιστεύουν ότι ναι μεν πρέπει να καταγραφούν πριν χαθούν όλα τα παλιά κείμενα, αλλά συγχρόνως να ενισχυθεί με κάποιο τρόπο η διάθεση να παραχθούν καινούρια. Αλλωστε οι «Ομιλίες» σχολίαζαν καταστάσεις και γεγονότα της εποχής τους. Για να μη μιλάμε για αναβίωση των «Ομιλιών», καλό είναι να συνεχιστούν αυτές καταγράφοντας σύγχρονα ζητήματα.
Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου