Η «Εκάβη» είναι θύμα και θύτης
Συζήτηση με τον σκηνοθέτη Σπύρο Ευαγγελάτο
«Είχα την τύχη» - ομολογεί ο Σπύρος Ευαγγελάτος - «να έχω σκηνοθετήσει όσο κανένας άλλος συνάδελφός μου, στην Επίδαυρο. Με την "Εκάβη" είναι τριάντα δύο χρόνια φέτος. Με το εθνικό θέατρο μέχρι το 1977, που έγινα διευθυντής του ΚΘΒΕ, από το '78 μέχρι το '80 με το ΚΘΒΕ, και από το '80 μέχρι σήμερα με το "Αμφιθέατρο"».
Σαράντα χρόνια θέατρο
- Σε μια τέτοια πορεία τι είχε και έχει μεγαλύτερη σημασία για σας;
«Βεβαίως μεγάλη σημασία έχει η απήχηση της δουλιάς σου στον κόσμο, αλλά και μεγάλη σημασία έχει η αυτοκριτική που ασκείς στον εαυτό σου. Εχει πει μια μεγάλη κουβέντα ο Πικάσο: "αδύνατον ένας καλλιτέχνης να μη μιμείται κάτι, αλλοίμονο στον καλλιτέχνη που μιμείται τον εαυτό του". Η δική μου προσπάθεια, στο μέτρο που το πέτυχα, ήταν όσο μπορώ να ξεπεράσω λύσεις που έχω δώσει και να προσπαθήσω να προσεγγίσω την ιδιαιτερότητα του κάθε έργου. Κι αυτό που λένε "το πρόβλημα του αρχαίου δράματος"... Δεν είναι ένα το πρόβλημα. Είναι εντελώς άλλη η κατεύθυνση των προβλημάτων στα έργα του Αισχύλου, του Ευριπίδη ή του Σοφοκλή, αλλά και μεταξύ των έργων του ίδιου συγγραφέα. Δηλαδή τι σχέση έχει η "Εκάβη" με τον "Ιωνα" - ένα ηρωικό δράμα - ή με την "Ελένη"; Τι σχέση έχει η "Ιφιγένεια εν Ταύροις" με τις "Βάκχες"; Για μένα ο αγώνας είναι με τέτοια έργα του αρχαιοελληνικού δραματολογίου, ή και με άλλα κλασικά, όπως είναι ο Σαίξπηρ, πώς μπορείς - κατά την κρίση σου βέβαια - να μεταφέρεις με μια σύγχρονη αισθητική, μεγαλύτερο μέρος των νοημάτων των έργων στο σύγχρονο κοινό».
Τριάντα δύο χρόνια, λοιπόν, για τον Σπύρο Ευαγγελάτο, φέτος, στην Επίδαυρο, με την «Εκάβη» που παρουσιάστηκε την προηγούμενη βδομάδα, ενώ την Πέμπτη θα παρουσιαστεί στην Πάτρα. Η «Εκάβη» ανήκει στον κύκλο των τραγωδιών του Ευριπίδη που αντλούν το μύθο τους από τις ιστορίες των ηττημένων του Τρωικού Πολέμου. Βασισμένος στα πάθη τους, ο μεγάλος τραγικός ποιητής γράφει τα έργα αυτά, ενώ ο Πελοποννησιακός Πόλεμος είναι σε εξέλιξη, η Ελλάδα έχει ματοκυλιστεί και δεν υπάρχουν παρά μόνο ηττημένοι. Η Εκάβη, δούλα η ίδια, ζει το φόνο και των δύο της παιδιών, της Πολυξένης και του Πολύδωρου. Για να εκδικηθεί, καταστρώνει σχέδιο να τυφλώσει το φονιά - Πολυμήστορα, βασιλιά της Θράκης, και να σκοτώσει τα παιδιά του. Ετσι, «θα κόψει το χέρι που σήκωσε χέρι». Η τραγικότερη για κάποιους μορφή του παγκόσμιου θεάτρου, η μάνα - Εκάβη, φτάνει στη λύτρωση.
Αντιπολεμική κραυγή
Πρόκειται, λέει ο Σπύρος Ευαγγελάτος, για «μια τραγική αντιπολεμική κραυγή. Είναι μια σύγχρονη τραγωδία και φοβάμαι ότι θα παραμείνει σύγχρονη μέχρι το τέλος της ανθρωπότητας. Η Εκάβη είναι θύμα και θύτης. Είναι από τα φοβερότερα έργα του Ευριπίδη. Θέτει κάποια ερωτηματικά ως προς την προσέγγισή του, τα οποία σε μια βιαστική ανάγνωση ενός ανθρώπου που δεν έχει σχέση με το θέατρο, μπορεί να διαφύγουν. Τρία παραδείγματα: Πρώτο, σχετικά με την Εκάβη. Οταν εμφανίζεται, όταν της κουβαλάνε το πτώμα του γιου της του Πολύδωρου, αρχίζει να βογκάει, να φωνάζει, όπως είναι φυσικό και όταν έρχεται ο Αγαμέμνων και λέει γιατί δε θέλει να θάψει την Πολυξένη, την κόρη της που θυσιάσανε, η Εκάβη μέσα σε πέντε έξι ατάκες, απότομα, αλλάζει και περνάει σε σοφιστικότατο μονόλογο, για να πείσει τον Αγαμέμνονα να κάνει τα στραβά μάτια να σκοτώσει τον δολοφόνο του παιδιού της. Η μετάβαση αυτή από το στάδιο του θρήνου της, του φοβερού ανθρώπινου πόνου, προς το λογικά οργανωμένο λόγο, είναι ένα πρόβλημα και ένα στοίχημα και για τον σκηνοθέτη και τον ηθοποιό. Δεύτερο παράδειγμα με την Πολυξένη. Τη φωνάζει η μάνα της όταν έχει μάθει ότι θα τη σκοτώσουν και η αντίδρασή της είναι "μάνα τι έπαθες εσύ" και όχι εγώ. "Ερμη μου μάνα τι έπαθες εσύ", της λέει ξανά και ξανά. Και μετά όταν έρχεται και ο Οδυσσέας, ανακαλύπτεις - τουλάχιστον όπως το "διαβάζουμε" εμείς -, ότι αυτή είναι ταμένη του θανάτου απ' την αρχή και ότι είναι απούσα. Βεβαίως, στον αποχαιρετισμό σπαράζει στην αγκαλιά της μάνας της, επειδή τη χάνει και λυπάται όμως πως θα μείνει μόνη της. Και ένα τρίτο: Ο Πολυμήστορας, ο βασιλιάς της Θράκης και δολοφόνος του Πολύδωρου. Τον παρασέρνει μέσα στη σκηνή και η Εκάβη δολοφονεί τα παιδιά του και τυφλώνει εκείνον. Αρχίζει τότε να ουρλιάζει, να σπαράζει, να θέλει να την εκδικηθεί, να τη σκοτώσει... Ερχεται ο Αγαμέμνων και ξαφνικά αρχίζει να αφηγείται το τι έπαθε ως εξάγγελος, ενώ πριν από λίγο εσπάραζε. Πάλι τίθεται το ερώτημα πώς γίνεται αυτή η μετάβαση. Πράγματα πρακτικά αλλά που προσδιορίζουν το ύφος μιας παράστασης».
Είναι η πρώτη φορά που σκηνοθετεί «Εκάβη» ο Σπύρος Ευαγγελάτος. Εχει σκηνοθετήσει δύο φορές «Τρωάδες» αλλά ποτέ στην Ελλάδα. Ηταν η πρώτη του σκηνοθεσία στη Βιέννη και στη Ζυρίχη. Εχει ανεβάσει και τις επτά σωζόμενες τραγωδίες του Αισχύλου, τις τέσσερις από αυτές, δύο φορές, τον «Προμηθέα» και την «Ορέστεια». Τέσσερις από τις επτά του Σοφοκλή και από τα δέκα οκτώ του Ευριπίδη, αν βάλουμε και τον «Ρήσσο» -επειδή είναι αμφισβητούμενο - και την «Υψιπύλη», γίνονται είκοσι, έχει σκηνοθετήσει δέκα τρεις ή δεκατέσσερις. Πέντε από τον Αριστοφάνη και έναν Σενέκα.
Ο ίδιος δεν μπορεί να πει αν αγαπά κάποιον περισσότερο, απλά «Αισθάνομαι» - λέει - «δυνατότερη την αναμέτρηση με τον Αισχύλο - αν και μπορεί να ηχεί φιλόδοξο αυτό που λέω. Αλλά είναι αυτό το αδάμαστο υλικό, όπως εκείνη η "Ορέστεια" που περικλείει μια πολιτειακή έκρηξη με μεταφυσική αγωνία, που σε προκαλεί».
Η παράσταση ανεβαίνει σε μετάφραση - σκηνοθεσία Σπύρου Α. Ευαγγελάτου, σκηνικά - κοστούμια Αγνής Ντούτση, μουσική Γιώργου Κουρουπού. Τους ρόλους ερμηνεύουν: Δέσποινα Μπεμπεδέλη (Εκάβη), Σπύρος Μαρκόπουλος (Φάντασμα του Πολύδωρου), Λήδα Τασοπούλου (Πολυξένη), Θανάσης Κουρλαμπάς (Οδυσσεύς), Γιάννης Ροζάκης (Ταλθύβιος), Γιώργος Κροντήρης (Αγαμέμνων), Κώστας Αθανασόπουλος (Πολυμήστωρ). Κορυφαίες - Χορός: Ανδρομάχη Γεωργίου, Γεωργία Ανέστη, Στέλλα Κρούσκα, Μαρία Ζερβού, Λένα Μαραβέα, Σοφία Φαραζή, Αθηνά Μπερδέκα.
Σοφία ΑΔΑΜΙΔΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου