Η πρώτη ρωσική επανάσταση του 1905
Β. Ι. Λένιν1
«Μεγαλειότατε - Εμείς οι εργαζόμενοι και κάτοικοι της Πετρουπόλεως, οι γυναίκες, τα παιδιά μας και οι αβοήθητοι γέροι γονείς μας προστρέχουμε σε Σας, Μεγαλειότατε, για να ζητήσουμε αλήθεια, δικαιοσύνη και προστασία. Μας κατήντησαν ζητιάνους. Καταπιεζόμαστε. Βρισκόμαστε στα πρόθυρα του θανάτου... Εχει έρθει για μας η στιγμή όπου ο θάνατος θα ήταν καλύτερος από την παράταση των αβάσταχτων βασάνων μας. Σταματήσαμε την εργασία και είπαμε στους αφέντες μας ότι δε θα ξαναρχίσωμε αν δε δεχτούν τα αιτήματά μας. Λίγα πράγματα ζητούμε: Να μειωθεί η εργάσιμη ημέρα σε οκτώ ώρες, να καθιερωθεί σαν ελάχιστο ημερομίσθιο το ένα ρούβλι και να καταργηθούν οι υπερωρίες... Κρατικοί λειτουργοί έχουν οδηγήσει τη χώρα σε πλήρη καταστροφή και την έχουν περιπλέξει σ' έναν επαίσχυντο πόλεμο. Εμείς οι εργαζόμενοι δεν έχουμε τον παραμικρό λόγο πάνω στο πώς ξοδεύονται τα τεράστια ποσά που συγκεντρώνονται χάρη σε μας από τη φορολογία μας...
Μ' αυτά τα λόγια, που εμπεριέχονταν σ' ένα μακροσκελές υπόμνημα, οι εργάτες και οι κάτοικοι της Πετρούπολης σκόπευαν να συγκινήσουν τον Τσάρο Νικόλαο Β` και να τον κάνουν να σκύψει πάνω στα πρόβλημά τους για να δώσει λύση. Ηταν Κυριακή 9/22 Γενάρη του 1905, όταν περίπου 200 χιλιάδες εργάτες και κάτοικοι της ρωσικής πρωτεύουσας, με επικεφαλής τους έναν ιερέα, άνθρωπο της αστυνομίας3, τον πατέρα - Γκαπόν, ξεκίνησαν από τις εργατικές συνοικίες της πόλης για τα χειμερινά ανάκτορα. Η πομπή ήταν απολύτως ειρηνική. «Ολόκληρες οικογένειες - γράφει ο Ντέιβιντ Φλόιντ4 - έλαβαν μέρος στη διαδήλωση και πολλοί κουβαλούσαν εικονίσματα ή πορτρέτα του τσάρου, του "πατερούλη" του ρωσικού λαού. Καθώς προχωρούσαν μέσα από τους δρόμους της πόλεως, οι φάλαγγες έψαλλαν χαρούμενα, όχι επαναστατικά τραγούδια, αλλά και θρησκευτικούς ύμνους και κυρίως τον ύμνο "Ο θεός σώζοι τον τσάρο". Κανείς δεν κρατούσε όπλα και κανείς δε ζητούσε φασαρίες, ακόμη δε λιγότερο απ' όλους ο νεαρός ιερεύς της Ορθόδοξης εκκλησίας πατήρ Γεώργιος Γκαπόν. Δεν ήταν επαναστάτης, αλλά ο οργανωτής της Ενώσεως των Ρώσων Εργατών Εργοστασίων, που είχε την έγκριση και την υποστήριξη της αστυνομίας και που απέβλεπε μάλλον στο να ελέγχει, παρά να εξάπτει τα πάθη του αυξανόμενου βιομηχανικού προλεταριάτου. Κι όμως, η εκδήλωση δεν ήταν απολύτως εορταστική. Υπήρχε ένα σημαντικό υπόστρωμα πικρίας. Τον πυρήνα της διαδηλώσεως αποτελούσαν εργάτες απεργοί από τα μεγάλα μηχανουργεία Πουτίλοβ. Η ενέργειά των ήταν αντιπροσωπευτική του όλου κλίματος της χώρας, που κόχλαζε από δυσαρέσκεια - δυσαρέσκεια για τα ημερομίσθια και τις συνθήκες εργασίας σε μια βιομηχανία που αναπτυσσόταν γρήγορα, για το αυξανόμενο βάρος της φορολογίας, για τη διεξαγωγή του πολέμου με την Ιαπωνία και για την έλλειψη πολιτικών δικαιωμάτων και μέσων πολιτικής εκφράσεως και δράσεως».
Πώς, όμως, τούτοι οι άνθρωποι έφτασαν στην απόγνωση; Και, το σημαντικότερο, πως άνθρωποι, με την τόσο αντιφατική συγκρότηση και τις τόσο μεγάλες αυταπάτες, που πίστευαν ακόμη στον τσάρο, έφτασαν στο σημείο να βγουν αποφασισμένοι στους δρόμους; Τυπικά αν δει κανείς το ζήτημα, αιτία ήταν μια σύγκρουση, στις αρχές Γενάρη του 1905, στο εργοστάσιο Πουτίλοβ, όπου τρεις εργάτες απολύθηκαν απ' αφορμή μιας λογομαχίας με έναν αρχιτεχνίτη, γεγονός που προκάλεσε αναβρασμό και απεργιακές κινητοποιήσεις σ' ολόκληρη τη ρωσική πρωτεύουσα. Τα βαθύτερα, όμως, αίτια των εξελίξεων που ακολούθησαν ήταν άλλα και δεν μπορούν να αναζητηθούν πουθενά αλλού, παρά μόνο στις συνθήκες ζωής των εργαζόμενων μαζών της Ρωσίας.
Η κατάσταση των λαϊκών τάξεων μπρος στην επανάσταση
Η Ρωσία ύστερα από την κατάργηση της δουλείας (1863) πέρασε μια βιομηχανική επανάσταση, που, μέσα σε 20 χρόνια, από το 1887 έως το 1908, οδήγησε σε διπλασιασμό των βιομηχανικών της εργατών (από 1.300.00 έφτασαν τα 2.700.00). Ομως, η εργατική τάξη, που ήταν συγκεντρωμένη κυρίως στο κέντρο της χώρας, ζούσε κάτω από εξαιρετικά ελεεινές, οικονομικές και κοινωνικές, συνθήκες. Ο Α. Λέτζνερ γράφει χαρακτηριστικά6: «Οι Ρώσοι εργάτες ζούσαν κάτω από άθλιες συνθήκες. Κοιμόντουσαν πάνω σε τραπέζια και πολλές πολλές οικογένειες στο ίδιο δωμάτιο. Καθώς τα περισσότερα κτίρια ήταν ιδιοκτησία των εργοστασιαρχών, μια πειθαρχία στρατώνα εβασίλευε (τους απαγορεύανε να δέχονται επισκέψεις ύστερα από ορισμένη ώρα). Στη φάμπρικα και στο εργοστάσιο, ο εργάτης ήταν στη διάθεση του πάτρωνα. Τα πρόστιμα έπεφταν βροχή. Εκτεθειμένος στην παλιανθρωπιά των αρχιτεχνιτών, εξακολουθητικά κάτω από την απειλή να διωχτεί για το παραμικρότερο λάθος, κάτω από την αυστηρή επιτήρηση των πληρωμένων κατασκόπων και των ευνοουμένων του εργοδότη, δεν προστατευόταν από κανένα νόμο στη δουλιά του. Τον καιρό που οι εργοδότες ήταν οργανωμένοι σε γερές ενώσεις, οι εργάτες δεν μπορούσαν να 'χουν ένα συνδικάτο, και επομένως ούτε λόγος για πολιτικές ελευθερίες ακόμη και τις πιο στοιχειώδεις».
Σε καμία άλλη μεγάλη ευρωπαϊκή χώρα δεν υπήρχαν τόσο εξόφθαλμες κοινωνικές αντιθέσεις όπως στη Ρωσία. «Η Ρωσία εκείνης της περιόδου - αναφέρουν οι Σοβιετικοί ιστορικοί8 - διέθετε από τη μια μεριά σύγχρονες, καλοφωτισμένες πόλεις με τεράστια εργοστάσια και πολυτελείς κατοικίες τραπεζιτών και εργοστασιαρχών, και μικρά απομακρυσμένα χωριά, όπου οι άνθρωποι φορούσαν ξυλοπάπουτσα και ρούχα που ύφαιναν μόνοι τους, καλλιεργώντας τη γη με απαρχαιωμένα άροτρα, θερίζοντας με τα χέρια τα σπαρτά και παραδίδοντας σχεδόν τα μισά από τα προϊόντα τους στους γαιοκτήμονες. Το μονοπωλιακό κεφάλαιο όχι μόνο προτιμούσε να μην παρεμβαίνει σ' αυτά τα κατάλοιπα της φεουδαρχίας και της δουλοπαροικίας, αλλά και για να εξασφαλίζει όσο γινόταν μεγαλύτερα κέρδη φρόντιζε να κάνει το κάθε τι για να τα διατηρεί, ώστε να μην εξαφανιστούν. Η γενική καθυστέρηση της χώρας κι η εξαντλητική φτώχεια του κυριότερου όγκου του πληθυσμού πρόσφερε ακόμη περισσότερες δυνατότητες για την εντατικοποιημένη εκμετάλλευση του εργαζόμενου λαού. Οι λαϊκές μάζες υπόφεραν όχι μόνο σαν αποτέλεσμα της καπιταλιστικής καταπίεσης, αλλά κι από την αυθαίρετη μεταχείριση από μέρους των γαιοκτημόνων και του δεσποτικού τσαρικού κρατικού μηχανισμού. Ολα αυτά οδήγησαν σε μιαν αυξανόμενη ένταση μέσα στην πολιτική ατμόσφαιρα».
Η καπιταλιστική κρίση και η επανάσταση
Για να έχουμε μια όσο το δυνατόν πιο ολοκληρωμένη εικόνα των επαναστατικών διεργασιών που συντελούνται στη Ρωσία κατά την περίοδο που εξετάζουμε, οφείλουμε να σημειώσουμε πως ακριβώς σ' αυτήν την περίοδο συντελούνται ιστορικής σημασίας αλλαγές σ' ολόκληρο το καπιταλιστικό σύστημα, το οποίο περνάει στο μονοπωλιακό του στάδιο. Αναλυτικότερα, το προτσές μετασχηματισμού του παλιού καπιταλισμού του ελεύθερου ανταγωνισμού σε μονοπωλιακό καπιταλισμό - ιμπεριαλισμό ολοκληρώθηκε προς τα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα. Ιδιαίτερη ώθηση σ' αυτήν την εξέλιξη έδωσε η ανάπτυξη της τεχνικής και των επιστημών και σε συνδυασμό μ' αυτό η παγκόσμια οικονομική κρίση στα 1900-1903, που επιτάχυνε τη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση του κεφαλαίου, κατέστρεψε μια σειρά καπιταλιστικές επιχειρήσεις ενδυναμώνοντας άλλες, ενίσχυσε το ρόλο των μονοπωλίων, άπλωσε και δυνάμωσε την κυριαρχία τους, με αποτέλεσμα να παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην οικονομία μιας σειράς καπιταλιστικών χωρών, αλλά και διεθνώς.
Η οικονομική κρίση στα 1900-1903 τράνταξε ολόκληρο το σύστημα του ρωσικού καπιταλισμού. Η κρίση ξέσπασε στην ελαφριά βιομηχανία, αλλά με μεγαλύτερη δύναμη χτύπησε τους καινούριους κλάδους της βαριάς βιομηχανίας. Οι μισές περίπου υψικάμινοι και το 45% περίπου από όλα τα φρέατα πετρελαίου σταμάτησαν να λειτουργούν. Εκεί όπου η παραγωγή έπεσε πιο πολύ, ήταν οι κλάδοι της βαριάς βιομηχανίας που κατασκεύαζαν σιδηροδρομικές γραμμές, ατμάμαξες και βαγόνια. Με την κρίση, η ανεργία εξαπλώθηκε, οι συνθήκες εργασίας των εργατών χειροτέρευσαν και πολλοί μικροί και μεσαίοι επιχειρηματίες καταστράφηκαν. Ταυτόχρονα, αυξήθηκε η συγκέντρωση της παραγωγής και δυνάμωσαν οι μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες πλέον αποκτούσαν μονοπωλιακό χαρακτήρα. «Η περίοδος αυτή - γράφουν οι Σοβιετικοί ιστορικοί10 - χαρακτηρίζεται από την ίδρυση μονοπωλιακών συγκροτημάτων, προπάντων με τη μορφή των συνδικάτων. Στις αρχές του 20ού αιώνα τα μονοπώλια ήταν λίγα (τριάντα περίπου). Ωστόσο, αν και όχι αμέσως, τα μονοπώλια αυτά στερεώθηκαν στους κυριότερους κλάδους της βαριάς βιομηχανίας κι έπαιρναν σιγά σιγά στα χέρια τους τις σπουδαιότερες πηγές πρώτων υλών και καυσίμων.
Οι εξελίξεις αυτές στη Ρωσία, η κοινωνικοοικονομική κρίση και το πέρασμα στον μονοπωλιακό καπιταλισμό, σε συνδυασμό με τις άθλιες συνθήκες μέσα στις οποίες ζούσαν οι λαϊκές τάξεις, χωρίς αμφιβολία ευνοούσαν τις επαναστατικές ζυμώσεις. Ειδικότερα, η πολυπλοκότητα του κοινωνικού οικοδομήματος και ο τρόπος αντανάκλασής του στο εποικοδόμημα, δηλαδή ο νεαρός μονοπωλιακός καπιταλισμός ανακατεμένος με επιβιώσεις της δουλοπαροικίας, με αστυνομικές αυθαιρεσίες και το δεσποτισμό της τσαρικής απολυταρχίας, ήταν μια αποφασιστική ιδιομορφία του κοινωνικού συστήματος της Ρωσίας εκείνης της εποχής, που έφερνε την επανάσταση στην ημερήσια διάταξη. Το πιο άμεσο ιστορικό καθήκον ήταν η ανατροπή του τσαρισμού και της τσιφλικάδικης γαιοκτησίας. Απ' αυτήν την άποψη, ο χαρακτήρας της επανάστασης ήταν αστικός. Ομως, επειδή το χαρακτήρα μιας επανάστασης δεν τον καθορίζουν οι άμεσοι στόχοι της, αλλά ο προορισμός, που κι αυτός με τη σειρά του καθορίζεται από το ποια τάξη ηγείται της επανάστασης, η επικείμενη ρωσική επανάσταση στις αρχές του 20ού αιώνα ξεπερνούσε τα όρια μιας αστικής επανάστασης, δεδομένου ότι στη χώρα υπήρχε ώριμο προλεταριάτο να ηγηθεί του επαναστατικού αγώνα. Την ωριμότητα του προλεταριάτου υπογράμμιζε το γεγονός ότι είχε καταφέρει - μέσα από δυσκολίες και παλινωδίες - να δημιουργήσει το δικό του επαναστατικό κόμμα.
Η εργατική τάξη, το κόμμα της και η Επανάσταση
Η ίδρυση μαρξιστικού κόμματος στη Ρωσία είχε προετοιμαστεί απ' όλη την προηγούμενη περίοδο ανάπτυξης του εργατικού κινήματος, από την ανάπτυξη του ρεύματος του μαρξισμού στη χώρα και, φυσικά, από το γεγονός ότι οι Ρώσοι μαρξιστές είχαν καταφέρει αποφασιστικά να διαχωριστούν από τους ιδεολογικούς τους αντιπάλους και να αναπτύξουν τη μαρξιστική θεωρία στο έδαφος της ρωσικής ιδιομορφίας. Η «Οργάνωση για της απελευθέρωση της δουλιάς του Πλεχάνοφ», η «Ενωση αγώνα για την απελευθέρωση της εργατικής τάξης» του Λένιν, άλλες επαναστατικές κινήσεις που εμπνέονταν από το μαρξισμό, το μαρξιστικό φιλοσοφικό έργο του Πλεχάνοφ και η θεωρητική εργασία του Λένιν πάνω στα ζητήματα της ρωσικής πραγματικότητας και της ανάγκης να δημιουργηθεί επαναστατική - μαρξιστική πολιτική οργάνωση της εργατικής τάξης, η έκδοση της εφημερίδας ΙΣΚΡΑ και η ανάπτυξη οργανωμένης πρακτικής δράσης μέσα στις λαϊκές μάζες, ήταν σημαντικοί σταθμοί και πρωτοβουλίες, που προετοίμασαν την ίδρυση μαρξιστικού ρωσικού κόμματος. Κορυφαίος σταθμός στην πορεία συγκρότησης αυτού του κόμματος ήταν το δεύτερο συνέδριο του Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού κόμματος, που έγινε τον Ιούλιο - Αύγουστο του 1903 και είχε ως αποτέλεσμα το διαχωρισμό της επαναστατικής - μπολσεβίκικης από τη ρεφορμιστική - μενσεβικική τάση μέσα στο εργατικό κίνημα.
Ολες αυτές οι εξελίξεις δε συντελούνταν ασφαλώς σε συνθήκες αδράνειας των μαζών, αλλά μέσα σε συνθήκες έντονης, κλιμακούμενης δράσης. Σ' ένα κείμενό του, γραμμένο το Φλεβάρη του 1905, ο Λένιν κάνει μια σύντομη, αλλά πολύ σημαντική ανασκόπηση της πορείας που είχε διανύσει το ρωσικό εργατικό κίνημα για να φτάσει στο επαναστατικό ξέσπασμα του 1905. «Για να εκτιμήσουμε σωστά - γράφει ο Λένιν11 - τις επαναστατικές μέρες, πρέπει να ρίξουμε ένα γενικό βλέμμα στη νεότερη ιστορία του εργατικού μας κινήματος. Πριν από 20 σχεδόν χρόνια, το 1885, έγιναν οι πρώτες μεγάλες εργατικές απεργίες στην κεντρική βιομηχανική περιοχή στο εργοστάσιο Μορόζοφ και σε άλλα. Τότε ο Κατκόφ έγραψε για το εργατικό ζήτημα που εμφανίστηκε στη Ρωσία. Και με τι καταπληκτική ταχύτητα αναπτύχθηκε το προλεταριάτο, περνώντας από την οικονομική πάλη στις πολιτικές διαδηλώσεις και από τις διαδηλώσεις στην επαναστατική έφοδο. Ας θυμηθούμε τα κυριότερα ορόσημα του δρόμου που έχει διανυθεί. 1885: Μαζικές απεργίες με μηδαμινή συμμετοχή εντελώς μεμονωμένων σοσιαλιστών που δεν τους συνένωνε καμία οργάνωση... Η κυβέρνηση προβαίνει σε οικονομικές παραχωρήσεις. 1891: Συμμετοχή των εργατών της Πετρούπολης σε διαδήλωση κατά την κηδεία του Σελγκουνόφ, πολιτικοί λόγοι στην πρωτομαγιάτική συγκέντρωση της Πετρούπολης. Μπροστά μας έχουμε μια σοσιαλδημοκρατική εκδήλωση πρωτοπόρων εργατών, χωρίς να υπάρχει μαζικό κίνημα. 1896: Απεργία μερικών δεκάδων χιλιάδων εργατών στην Πετρούπολη. Μαζικό κίνημα και έναρξη ζύμωσης στους δρόμους, με τη συμμετοχή πια σοσιαλδημοκρατικής οργάνωσης... Η κυβέρνηση προβαίνει ξανά σε οικονομικές παραχωρήσεις. Το απεργιακό κίνημα έχει γερές βάσεις σε όλη τη Ρωσία. Σύσσωμη η επαναστατική διανόηση γίνεται σοσιαλδημοκρατική. Ιδρύεται το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. 1901: Ο εργάτης έρχεται σε βοήθεια του φοιτητή. Αρχίζει ένα κίνημα διαδηλώσεων. Το προλεταριάτο κατεβαίνει στους δρόμους με το σύνθημα: Κάτω η απολυταρχία! Η ριζοσπαστική διανόηση χωρίζεται οριστικά σε φιλελεύθερη, επαναστατική - αστική και σοσιαλδημοκρατική. Η συμμετοχή των οργανώσεων της επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας στις διαδηλώσεις γίνεται όλο και πιο πλατιά, δραστήρια και άμεση. 1902: Η τεράστια απεργία του Ροστόβ μετατρέπεται σε επιβλητική διαδήλωση. Το πολιτικό κίνημα του προλεταριάτου δεν είναι πια προσκολλημένο στο κίνημα των διανοουμένων, των φοιτητών, αλλά ξεπετιέται μόνο του άμεσα από την απεργία. Η συμμετοχή της οργανωμένης επαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας είναι ακόμα πιο δραστήρια. Το προλεταριάτο κατακτά για τον εαυτό του και για τους επαναστάτες σοσιαλδημοκράτες της δικής του επιτροπής την ελευθερία των μαζικών συγκεντρώσεων στους δρόμους. Για πρώτη φορά, το προλεταριάτο αντιπαραθέτει τον εαυτό του σαν τάξη σε όλες τις άλλες τάξεις και στην τσαρική κυβέρνηση.
1903: Οι απεργίες συγχωνεύονται ξανά με την πολιτική διαδήλωση, αλλά σε ακόμα πλατύτερη βάση. Οι απεργίες αγκαλιάζουν ολόκληρη περιοχή... Νιώθει κανείς πως βρισκόμαστε σε παραμονές οδοφραγμάτων... Οι παραμονές, όμως, αποδείχνονται σχετικά μακρόχρονες, λες και για να μας μάθουν ότι οι ισχυρές τάξεις συγκεντρώνουν κάποτε τις δυνάμεις τους επί μήνες και χρόνια λες και για να δοκιμάσουν τους λιγόπιστους διανοούμενους που πρόσκεινται στη Σοσιαλδημοκρατία... Ηρθε το 1905...».
Οντως, έτσι είχαν τα πράγματα. Η συγκέντρωση δυνάμεων στο μπλοκ της επανάστασης ήταν μακροχρόνια. Για την τελική, όμως, προετοιμασία της ρωσικής επανάστασης του 1905, χρειαζόταν μια πανεθνική κρίση, που θα όξυνε στο έπακρο όλες τις κοινωνικές αντιθέσεις. Την κρίση αυτή έφερε ο ρωσο-ιαπωνικός πόλεμος, που ξέσπασε το Γενάρη του 1904 στην Απω Ανατολή και, προπαντός, η ήττα του τσαρικού στρατού σ' αυτόν τον πόλεμο.
Ας επανέλθουμε, όμως, τώρα στη διαδήλωση της 9/22 Γενάρη του 1905 προς τα χειμερινά ανάκτορα. Κι ας δούμε πώς κλιμακώθηκε αυτή η επανάσταση.
Από τη «Ματωμένη Κυριακή» στη δεκεμβριανή ένοπλη εξέγερση
Είναι γεγονός πως οι μπολσεβίκοι, που συμμετείχαν ενεργά στη διαδήλωση, αντιτάχθηκαν στον τρόπο που την είχε οργανώσει ο παπα - Γκαμπόν και στους σκοπούς που αυτός είχε, προειδοποιώντας τους εργάτες της ρωσικής πρωτεύουσας για όσα έμελλε να συμβούν. «Δεν πρέπει να παρακαλούμε τον τσάρο - έγραφαν στην προκήρυξή τους12 -, δεν πρέπει να ταπεινωνόμαστε μπροστά στον άσπονδο εχθρό μας, αλλά να τον γκρεμίσουμε από το θρόνο... Η απελευθέρωση των εργατών μπορεί να είναι έργο μόνο των ίδιων των εργατών. Μην περιμένετε την ελευθερία ούτε από τους παπάδες, ούτε από τους τσάρους». Οι εξελίξεις δικαίωσαν το μπολσεβίκικο κόμμα. Η διαδήλωση αιματοκυλήθηκε από το στρατό και την αστυνομία. Περισσότεροι από χίλιοι διαδηλωτές έπεσαν νεκροί, ενώ χιλιάδες άλλοι τραυματίστηκαν. Η μέρα εκείνη έμεινε στην Ιστορία ως «η ματωμένη Κυριακή» της ρωσικής εργατικής τάξης, αλλά και ως η αρχή της ρωσικής επανάστασης. Ολοι αυτοί, που κρατούσαν τις εικόνες, τους σταυρούς, τα καντήλια και τις φωτογραφίες του τσάρου, τώρα, ύστερα από το μακελειό, τα ποδοπατούσαν. «Είχαμε την πεποίθηση - έγραφε ένας διαδηλωτής οπαδός του Γκαμπόν13 - πως ήρθε το τέλος του τσάρου και του Θεού... Γέροι, που λίγες ώρες πριν ήταν πιστοί, ποδοπατούσαν τις εικόνες του τσάρου και τα εικονίσματα. Οι πιο μανιώδεις ήταν εκείνοι που πριν έκαιγαν διαρκώς καντήλι μπροστά στα εικονίσματα». Ο Λένιν είχε απόλυτα δίκιο, όταν, σχολιάζοντας τα γεγονότα, έγραφε14: «Η εργατική τάξη πήρε ένα μεγάλο μάθημα εμφυλίου πολέμου. Η επαναστατική διαπαιδαγώγηση του προλεταριάτου προχώρησε μέσα σε μια μέρα τόσο όσο δε θα μπορούσε να προχωρήσει μέσα σε μήνες και χρόνια μιας άχαρης, συνηθισμένης κακομοίρικης ζωής. Το σύνθημα του ηρωικού προλεταριάτου της Πετρούπολης: "Ελευθερία ή θάνατος!" αντιλαλεί τώρα σ' όλη τη Ρωσία».
Μετά τη «Ματωμένη Κυριακή», η επανάσταση απλώθηκε σ' ολόκληρη τη Ρωσία. Συγκεκριμένα, μετά από μια σύντομη υποχώρηση, το Μάη του 1905, η επανάσταση γνώρισε νέα κορύφωση. Οι υφαντουργοί εργάτες που απέργησαν στο Ιβάνοβο - Βοζνεσένσκ εξέλεξαν μια ειδική επιτροπή ή Σοβιέτ που ηγούνταν της απεργίας. Το Σοβιέτ αυτό, καθώς και άλλα που δημιουργήθηκαν σε πολλές άλλες πόλεις ήταν από τα πρώτα σοβιέτ αντιπροσώπων των εργατών. Τον Ιούνιο το πλήρωμα του θωρηκτού ΠΟΤΕΜΚΙΝ στασίασε και η σημαία της επανάστασης υψώθηκε πάνω σ' αυτό.
Η επανάσταση γνώρισε νέα κορύφωση τον Οκτώβρη του 1905 και τα Σοβιέτ εξαπλώθηκαν σε όλα τα βιομηχανικά κέντρα. Αποκορύφωμα όλης της επαναστατικής ορμής ήταν η ένοπλη εξέγερση των εργατών της Μόσχας, το Δεκέμβρη του ίδιου έτους. Συγκεκριμένα:
Στις 3 (16) Δεκέμβρη του 1905, το Σοβιέτ της Πετρούπολης, μαζί με τις άλλες επαναστατικές οργανώσεις της πόλης, δημοσίευσε ένα «Οικονομικό Μανιφέστο», με το οποίο καλούσε τον πληθυσμό της χώρας να μην πληρώνει φόρους, να ζητήσει να του επιστραφούν οι καταθέσεις του στα ταμιευτήρια και να του πληρώσουν το μεροκάματο σε χρυσό. Οι εφημερίδες που δημοσίευσαν το μανιφέστο - ανάμεσά τους και η μπολσεβίκικη εφημερίδα «Νόβαγια Ζιν» - κατασχέθηκαν από τα όργανα του τσαρισμού και τα μέλη του Σοβιέτ συνελήφθησαν15. «Αν έπιανε το επαναστατικό αυτό σύνθημα - γράφουν οι Σοβιετικοί ιστορικοί16 - ο τσαρισμός, που στο τέλος του 1905 βρισκόταν στο χείλος της οικονομικής χρεοκοπίας, ήταν δυνατόν να πάθει μεγάλη ζημιά».
Μετά τις συλλήψεις στην Πετρούπολη, η αντεπανάσταση, νιώθοντας πιο ισχυρή στη ρωσική πρωτεύουσα, έστρεψε τη βία της στο επαναστατημένο λαϊκό πλήθος. Ετσι, εκ των πραγμάτων, κέντρο της επανάστασης έγινε η Μόσχα.
Στις 5 (18) Δεκέμβρη το Σοβιέτ της Μόσχας, ύστερα από πρόταση των Μπολσεβίκων, πήρε απόφαση να κηρύξει γενική πολιτική απεργία, με σκοπό να τη μετατρέψει στη συνέχεια σε εξέγερση.
Στις 7 (20) Δεκέμβρη άρχισε η γενική πολιτική απεργία, που, όμως, δεν μπόρεσε να επεκταθεί σε ολόκληρη τη χώρα και δεν κατάφερε να βρει αρκετή υποστήριξη στην Πετρούπολη, όπου η αντεπανάσταση είχε ήδη λάβει τα μέτρα της. Ο σιδηρόδρομος που συνέδεε τις δύο πόλεις έμεινε στα χέρια της τσαρικής κυβέρνησης, η οποία μπορούσε να μεταφέρει από την πρωτεύουσα της χώρας έως τη Μόσχα τις στρατιωτικές δυνάμεις που χρειαζόταν για να νικήσει τις επαναστατημένες μάζες. Ηταν φανερό πως οι δυνατότητες επιτυχίας της εξέγερσης μειώνονταν δραματικά. Παρ' όλα αυτά η εξέγερση έγινε. Στις 9 (22) του Δεκέμβρη στήθηκαν στη Μόσχα τα πρώτα οδοφράγματα που σε λίγο γέμισαν την πόλη απ' άκρη σ' άκρη.
«Το προλεταριάτο της Μόσχας - αναφέρεται σε μια παλιότερη έκδοση της ιστορίας του Μπολσεβίκικου κόμματος17 - αρχίζοντας την εξέγερση, είχε δική του μαχητική οργάνωση - χίλιους περίπου ένοπλους που οι περισσότεροι από τους μισούς ήταν μπολσεβίκοι. Επίσης, υπήρχαν μαχητικά αποσπάσματα σε πολλές φάμπρικες της Μόσχας. Συνολικά, οι εξεγερμένοι είχαν στα μαχητικά αποσπάσματά τους περίπου δύο χιλιάδες άνδρες. Οι εργάτες λογάριαζαν να εξουδετερώσουν τη φρουρά, να αποσπάσουν ένα μέρος της και να το πάρουν μαζί τους».
Αντί επιλόγου
Η μοσχοβίτικη εξέγερση κράτησε εννέα ολόκληρες μέρες και οι χιλιάδες εξεγερμένοι Μοσχοβίτες εργάτες μάχονταν ηρωικά, αναγκάζοντας την τσαρική κυβέρνηση να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα εναντίον τους. Συγκεκριμένα, έθεσε σε δράση το πυροβολικό και συγκέντρωσε στρατεύματα που ξεπερνούσαν κατά πολύ τις δυνάμεις των επαναστατών, αλλά μπόρεσε να πετύχει το σκοπό της μόνον όταν μετέφερε στρατεύματα από την Πετρούπολη, το Τβερ και τη Δυτική περιοχή. Οι πιο σκληρές μάχες ανάμεσα στους επαναστατημένους εργάτες της Μόσχας και στα τσαρικά στρατεύματα δόθηκαν στη συνοικία Κράσναγια - Πρέσνια, που αποτελούσε και το κέντρο των εξεγερμένων. «Εκεί - γράφουν οι Σοβιετικοί ιστορικοί18 - είχαν συγκεντρωθεί τα καλύτερα ένοπλα τμήματα των εργατών. Οι εργάτες πολέμησαν με αυτοθυσία». Ομως, «η Κράσναγια Πρέσνια τσακίστηκε με τη φωτιά και το σίδερο, πνίγηκε στο αίμα, κοκκίνισε από τις φλόγες της πυρκαγιάς που άναψε το πυροβολικό»19.
Εκτός της Μόσχας, ένοπλες εξεγέρσεις σημειώθηκαν στο Κρασνογιάρσκ, στο Μοτοβίλιχα, στο Νοβοροσίσκ, στο Σόρμοβο, στη Σεβαστούπολη, στην Κροστάνδη. Επίσης στην ένοπλη πάλη προσέφυγαν και οι καταπιεζόμενοι λαοί της Ρωσίας. Εξεγέρσεις σημειώθηκαν στη Γεωργία, στην Ουκρανία, στη Λετονία και στη Φινλανδία. Ολες αυτές οι εξεγέρσεις είχαν την ίδια τύχη με την εξέγερση της Μόσχας. Αλλά η επανάσταση δεν ηττήθηκε αμέσως. Η αντεπανάσταση χρειάστηκε περί τα δύο χρόνια για να εδραιώσει την κυριαρχία της, πράγμα που έγινε στις 3 Ιουνίου του 1907 με τη διάλυση της 2ης Δούμας και όλων των επαναστατικών λαϊκών οργάνων.
Η ιστορική σημασία της επανάστασης υπήρξε τεράστια. Ο Λένιν τη συμπυκνώνει μεγαλοφυώς στα παρακάτω20:
«Χρόνια της επανάστασης 1905-1907. Ολες οι τάξεις εμφανίζονται ανοιχτά. Ολες οι απόψεις σχετικά με το πρόγραμμα και την τακτική ελέγχονται με τη δράση των μαζών. Ο απεργιακός αγώνας παίρνει πρωτοφανέρωτο στον κόσμο πλάτος και οξύτητα. Η οικονομική απεργία μετεξελίσσεται σε πολιτική και η πολιτική σε εξέγερση. Δοκιμάζονται στην πράξη οι σχέσεις ανάμεσα στο προλεταριάτο που καθοδηγεί και στην καθοδηγούμενη, ταλαντευόμενη ασταθή αγροτιά. Μέσα στην αυθόρμητη ανάπτυξη του αγώνα γεννιέται η σοβιετική μορφή οργάνωσης... Η εναλλαγή των κοινοβουλευτικών μορφών πάλης με τις μη κοινοβουλευτικές, της τακτικής της αποχής από το Κοινοβούλιο με την τακτική της συμμετοχής στο Κοινοβούλιο, των νόμιμων μορφών πάλης με τις παράνομες, καθώς και η αλληλεξάρτηση και η σύνδεσή τους - όλα αυτά τα χαρακτηρίζει ένας καταπληκτικός πλούτος περιεχομένου. Κάθε μήνας αυτής της περιόδου ισοδυναμούσε, από την άποψη της εκμάθησης των βάσεων της πολιτικής επιστήμης - και από τις μάζες, και από τους αρχηγούς, και από τις τάξεις, και από τα κόμματα - με ένα χρόνο "ειρηνικής" "συνταγματικής" ανάπτυξης. Χωρίς τη "γενική δοκιμή" του 1905, θα ήταν αδύνατη η νίκη της Οχτωβριανής Επανάστασης του 1917».
Παραπομπές:
1 Β. Ι. Λένιν: «Διάλεξη για την επανάσταση του 1905», εκδόσεις ΣΕ, «Απαντα», τόμος 30, σελ. 314
2 Ντέιβιντ Φλόιντ: «Η Επανάσταση του 1905», Παρνέλ: «Ιστορία του 20ού αιώνος», εκδόσεις «ΧΡΥΣΟΣ ΤΥΠΟΣ», τόμος Α`, σελ. 89
3 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Ζ1, σελ. 449
4 Ντέιβιντ Φλόιντ: «Η Επανάσταση του 1905», Παρνέλ: «Ιστορία του 20ού αιώνος», εκδόσεις «ΧΡΥΣΟΣ ΤΥΠΟΣ», τόμος Α` σελ. 89
5 Α. Λέντζερ: «Η επανάσταση του 1905», σειρά: «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ», Μάης 1930, εκδόσεις «Γκοβόστη», σελ. 11-12
6 Α. Λέντζερ, στο ίδιο, σελ. 4
7 Β. Ι. Λένιν: «Το εργατικό κόμμα και η αγροτιά», «Απαντα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 4, σελ. 438
8 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια ιστορία» (σύντομη), εκδόσεις «ΠΛΑΝΗΤΗΣ», τόμος β`, σελ. 249-250
9 Β. Ι. Λένιν: «Πολιτικές σημειώσεις», «Απαντα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 16, σελ. 439
10 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Ζ1, σελ. 440-441
11 Β. Ι. Λένιν: «Τα πρώτα διδάγματα», «Απαντα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 9, σελ. 253-254
12 «Ιστορία του ΚΚΣΕ», Εκδόσεις ΣΕ σελ. 87
13 Α. Λέντζερ, στο ίδιο, σελ. 12
14 Β. Ι. Λένιν: «Η έναρξη της επανάστασης στη Ρωσία», Απαντα, έκδοση ΣΕ, τόμος 9, σελ. 202-203.
15 «Ιστορία των Επαναστάσεων», εκδόσεις «ΑΚΜΗ», τόμος III, «Οι Σοσιαλιστικές Επαναστάσεις», σελ. 79
16 Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ: «Παγκόσμια Ιστορία», εκδόσεις «Μέλισσα», τόμος Ζ1, σελ. 470
17 Ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης (Μπολσεβίκων), εκδόσεις «ΤΑ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ», Αθήνα 1945, τόμος Α`, σελ. 90
18 «Ιστορία του ΚΚΣΕ», Εκδόσεις ΣΕ σελ. 109
19 Ιστορία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης (Μπολσεβίκων), εκδόσεις «ΤΑ ΝΕΑ ΒΙΒΛΙΑ», Αθήνα 1945, τόμος Α`, σελ. 91
20 Β. Ι. Λένιν: «Ο αριστερισμός παιδική αρρώστια του Κομμουνισμού», εκδόσεις ΣΕ, «Απαντα», τόμος 41, σελ. 9
Γιώργο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου