Η πρώτη δίκη του Νίκου Μπελογιάννη
Νίκος Μπελογιάννης1
Στις 19 Οκτωβρίου του 1951, στις 5 το απόγευμα, στο Εκτακτο Στρατοδικείο Αθηνών που συνεδρίαζε στη μεγάλη αίθουσα του Εφετείου, στην οδό Σανταρόζα, άρχισε η πρώτη δίκη του Ν. Μπελογιάννη για παραβίαση του Α.Ν. 509/1947. Συγκατηγορούμενοί του, με την ίδια κατηγορία, ήταν 92 ακόμη σύντροφοί του κι ανάμεσά τους η Ελλη Ιωαννίδου, ο δημοσιογράφος Στάθης Δρομάζος, ο Στ. Γραμμένος, ο Ν. Σολωμός κ.ά.
Η αίθουσα ήταν γεμάτη από αστυνομικούς με πολιτικά, που οι περισσότεροι απ' αυτούς ήταν μάρτυρες κατηγορίας, αλλά λίγοι γνώριζαν κάτι το αυθεντικό για τους κατηγορούμενους. Οι πιο πολλοί τούς είχαν δει, μάλλον, από φωτογραφίες2.
Πρόεδρος του δικαστηρίου ήταν ο αντισυνταγματάρχης της Στρατιωτικής Δικαιοσύνης Ανδρέας Σταυρόπουλος και μέλη ο ταγματάρχης Ν. Κομιανός, ο μετέπειτα δικτάτορας, ταγματάρχης, Γεώργιος Παπαδόπουλος, ο ταγματάρχης Γ. Κοράκης και ο λοχαγός Θ. Κυριακόπουλος. Βασιλικός επίτροπος ήταν ο ταγματάρχης Απ. Καρκατζής και γραμματέας του δικαστηρίου ο υπολοχαγός Τσούμας3.
Η δίκη ξεκίνησε με την ανάγνωση των ονομάτων των κατηγορουμένων και την απαγγελία του κατηγορητηρίου από τον πρόεδρο. Εν συνεχεία, ακολούθησε η ανάγνωση του καταλόγου των μαρτύρων κατηγορίας, που έφταναν τους 153, εκ των οποίων πάνω από 30 ήταν απόντες. Συνολικά, τα πρόσωπα της δίκης πλησίαζαν τα 500, γεγονός που οδηγούσε στην εκτίμηση πως επρόκειτο πιθανότατα για την πολυπληθέστερη δίκη, που είχε γίνει ως τότε στην Ελλάδα4. Ας δούμε, όμως, εν συντομία πώς φτάσαμε ως αυτήν.
Η σύλληψη του Ν. Μπελογιάννη
Στην απόφαση της 6ης Ολομέλειας της ΚΕ του, που έγινε τον Οκτώβρη του 1949, υπογραμμιζόταν πως το Κόμμα έπρεπε να συνδυάζει την παράνομη και νόμιμη δουλιά και για το λόγο αυτό όφειλε να δημιουργήσει ένα γερό παράνομο κομματικό μηχανισμό, αλλά και να αξιοποιεί όλες τις νόμιμες δυνατότητες που υπήρχαν. «Χωρίς αναβολή - συνέχιζε η απόφαση5 - το Κόμμα πρέπει να προετοιμάσει και να στείλει στις μεγάλες πόλεις ολόκληρη σειρά κομματικά στελέχη για το δυνάμωμα και την αναδιοργάνωση των τοπικών οργανώσεων και για την εξασφάλιση της εφαρμογής της καινούριας γραμμής». Στο πλαίσιο αυτών των αποφάσεων, λοιπόν, αλλά και των αναγκών που αντικειμενικά υπήρχαν για να συνεχίσει το Κόμμα να υπάρχει και να δρα, οργανώθηκε και η αποστολή του Ν. Μπελογιάννη στην Ελλάδα.
Η σύλληψη του Μπελογιάννη έγινε στις 20 Δεκεμβρίου του 1950, αλλά η Ασφάλεια έδωσε στη δημοσιότητα το γεγονός μισό μήνα αργότερα, στις 5 Ιανουαρίου 1951. Μια μέρα πριν, με απόφαση του Συμβουλίου Εφετών, κλείστηκε ο «Δημοκρατικός», η πρώτη νόμιμη αριστερή εφημερίδα, που βγήκε μετά τον Εμφύλιο με την αμέριστη στήριξη του ΚΚΕ, για να καλύψει το κενό της έλλειψης νόμιμου κομματικού Τύπου. Τις επόμενες μέρες ανακοινώθηκαν οι συλλήψεις και άλλων κομμουνιστών και λίγους μήνες αργότερα οργανώθηκε και πραγματοποιήθηκε η πρώτη δίκη του Ν. Μπελογιάννη και 92 ακόμη συντρόφων του.
Δίκη σκοπιμότητας
Το ότι η δίκη ήταν σκηνοθετημένη, εξυπηρετούσε τις πολιτικές σκοπιμότητες του μετεμφυλιακού καθεστώτος και του ξένου παράγοντα και βασιζόταν σε προειλημμένες αποφάσεις, σήμερα δεν υπάρχει κανείς που να το αμφισβητεί. Διχογνωμία υπάρχει, όσον αφορά στο βαθμό εμπλοκής σ' αυτήν τη σκηνοθεσία της τότε κυβέρνησης του Κέντρου υπό τον Ν. Πλαστήρα. Ορισμένοι συγγραφείς που ασχολήθηκαν με την υπόθεση Μπελογιάννη, στην προσπάθειά τους να μετριάσουν ή ακόμη και να εξαφανίσουν τις ευθύνες που είχε η κυβέρνηση Πλαστήρα, θέλησαν να εμφανίσουν τη δίκη ως δημιούργημα της παραστρατιωτικής και αμερικανοκίνητης οργάνωσης του ΙΔΕΑ, προσπαθώντας, με αυτόν τον τρόπο, να ρίξουν το σύνολο των ευθυνών για τη διεξαγωγή της στο παρακράτος και στον ξένο παράγοντα.
«Η παρουσία του Γ. Παπαδόπουλου στα μέλη του Στρατοδικείου - γράφει ο Π. Παρασκευόπουλος7 - δημιουργεί σήμερα την υπόνοια ότι η σύνθεση του δικαστηρίου ήταν επιλεγμένη από την ηγεσία του ΙΔΕΑ. Κι όπως θα φανεί πιο κάτω, αυτό δεν έγινε για να εξασφαλισθεί η μεγαλύτερη δυνατή ποινή... Η σύνθεση του δικαστηρίου έχει σχέση με τη μάχη που θα δοθεί για την αναβολή της δίκης», που, σύμφωνα με τη γνώμη του συγγραφέα, επιδίωκε τάχα η κυβέρνηση Πλαστήρα, ενώ ήθελε να αποτρέψει ο ΙΔΕΑ και όσοι βρίσκονταν πίσω από αυτόν. Με τον Παρασκευόπουλο συμφωνεί και ο Τ. Βουρνάς8. Εχουν, όμως, βάση αλήθειας αυτοί οι ισχυρισμοί; Ανεξαρτήτως του ρόλου που έπαιζαν ο ΙΔΕΑ και ο ξένος παράγοντας - που ήταν ρόλος πρωταγωνιστικός - η ιστορική αλήθεια για τις προθέσεις της κυβέρνησης Πλαστήρα είναι εντελώς διαφορετική, απ' ό,τι την παρουσιάζουν οι προαναφερόμενοι ιστοριογράφοι.
Ο τότε υπουργός Εθνικής Αμυνας, ναύαρχος Σακελλαρίου, είχε παραδεχτεί στη Βουλή πως η κυβέρνηση Πλαστήρα επιδίωξε μια διακοπή της δίκης για λόγους σκοπιμότητας και όχι από δημοκρατισμό ή γιατί έτρεφε αισθήματα συμπάθειας προς τους κατηγορούμενους. «Επειδή η εθνική αντιπροσωπεία μας η ευρισκόμενη τότε εις Ουάσιγκτον - είχε πει ο Σακελλαρίου9 - θα υφίστατο ίσως την επίθεση του σλαβικού μπλοκ, διότι μετά την πάροδον δύο ετών από την καταστολήν της ανταρσίας εξακολουθούμε να έχουμε λειτουργούντα τα έκτακτα στρατοδικεία, η κυβέρνησις εξέφρασε την επιθυμίαν, προς αποφυγήν της επιθέσεως αυτής, εάν υπήρχε δυνατότης να διακοπή η δίκη αυτή».
Η δήλωση αυτή δεν επιδέχεται παρερμηνείες, όσον αφορά στις προθέσεις της κυβέρνησης Πλαστήρα σχετικά με τη δίκη. Υπάρχουν, όμως, επιπλέον στοιχεία, που φανερώνουν ότι η κυβέρνηση εκείνη υπήρξε ένας από τους βασικούς σκηνοθέτες της αντικομμουνιστικής αυτής δικαστικής δίωξης. Το βασικότερο απ' όλα αφορά στην επιλογή του προέδρου του δικαστηρίου αντισυνταγματάρχη Α. Σταυρόπουλου.
Ο Σταυρόπουλος είχε μπει σε αυτεπάγγελτο αποστρατεία από τον Αύγουστο του 1951 με Βασιλικό Διάταγμα της 28/8/1951. Ετσι, δεν μπορούσε να τεθεί επικεφαλής του δικαστηρίου, ούτε καν να συμμετάσχει στη σύνθεσή του. Η κυβέρνηση Πλαστήρα όμως, είτε γιατί η ίδια το επιθυμούσε είτε γιατί εκτελούσε πειθήνια τις εντολές άλλων, ξανάφερε τον Σταυρόπουλο στην ενεργό δράση, με διάταγμα της 29/10/1951 που δημοσιεύτηκε τρεις ημέρες αργότερα, και τον έβαλε να προΐσταται του δικαστηρίου. Αυτός όμως, ως πρόεδρος του έκτακτου στρατοδικείου, είχε αρχίζει να δικάζει τον Μπελογιάννη και τους συντρόφους του από τις 19 Οκτωβρίου, όταν ήταν ακόμη εκτός υπηρεσίας10, δηλαδή δέκα ημέρες πριν επανέλθει στην ενεργό δράση. Το γεγονός αυτό είναι ενδεικτικό, τόσο για τις ευθύνες της κυβέρνησης Πλαστήρα, όσο και για την ποιότητα της δίκης.
Δώδεκα εις θάνατον
Παρά τους σχεδιασμούς και τις επιδιώξεις του καθεστώτος, στη δίκη, οι όροι αντιστράφηκαν και οι κατηγορούμενοι έγιναν κατήγοροι του απάνθρωπου ξενοκίνητου μετεμφυλιακού καθεστώτος. Ξεχωριστή στιγμή, η ώρα της απολογίας του Ν. Μπελογιάννη11. «Πολλοί απ' τους συγκατηγορούμενούς μου - είπε - εξέφρασαν την απορία γιατί βρίσκονται εδώ. Εγώ τέτοια απορία δεν εκφράζω. Είμαι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και ακριβώς για την ιδιότητά μου αυτή δικάζομαι, γιατί το κόμμα μου παλεύει και χαράζει το δρόμο της Ειρήνης, της Ανεξαρτησίας και της Ελευθερίας. Στο πρόσωπό μου δικάζεται η πολιτική του ΚΚΕ».
Η απολογία εξελίχθηκε σε ποταμό, που δεν άφησε τίποτα στο πέρασμά του από την αντικομμουνιστική προπαγάνδα του καθεστώτος. Εντυπωσιακό, μάλιστα, ήταν το σημείο εκείνο της απολογίας, όπου ο Μπελογιάννης συνέτριψε όλο το προπαγανδιστικό οικοδόμημα περί ξενοκίνητου ΚΚΕ. «Θα έλεγα - είπε - ότι "δε μιλάνε για σχοινί στο σπίτι του κρεμασμένου", γιατί ο κόσμος το 'χει τούμπανο τι ρόλο παίζουν οι Αμερικανοί στην Ελλάδα. Και εδώ μέσα αποδείχτηκε ο ρόλος τους, ακόμη και στις ανακρίσεις της Ασφάλειας12. Οι κομμουνιστές δεν είναι όργανα των ξένων. Ο κομμουνισμός είναι πανανθρώπινο ιδανικό και παγκόσμιο κίνημα. Ξεκίνησε μια φούχτα τον καιρό του Μαρξ, έφτασε σήμερα τα 800 εκατομμύρια και αύριο θα απλωθεί σε όλον τον κόσμο. Μπορεί ποτέ όργανα των ξένων να δημιουργήσουν ένα τέτοιο μεγαλειώδες κίνημα; Ποιος ξένος πράκτορας δίνει με τέτοια απλοχεριά τη ζωή του, όπως τη δίνουν χιλιάδες κομμουνιστές; Οι θυσίες αυτές μόνο με τις θυσίες των πρώτων χριστιανών μπορεί να συγκριθούν. Αλλά και πάλι υπάρχει μια διαφορά, ότι ενώ οι χριστιανοί δέχονταν το μαρτύριο και το θάνατο, ελπίζοντας να κληρονομήσουν τη βασιλεία των ουρανών, οι κομμουνιστές δίνουν τη ζωή τους μην ελπίζοντας σε τίποτα. Τη δίνουν για ν' ανατείλει στην ανθρωπότητα ένα καλύτερο, ευτυχισμένο αύριο, που αυτοί δε θα το ζήσουν. Ποιο όργανο των ξένων μπορεί να προσφέρει τη ζωή του σ' έναν τέτοιο μεγάλο σκοπό;».
Οπως ήταν φυσικό, η απολογία του Μπελογιάννη εξόργισε το κατεστημένο και πρώτα απ' όλους τους εντολοδόχους του δικαστές. Το σχόλιο του προέδρου του δικαστηρίου με το τέλος της απολογίας ήταν μη αναμενόμενο, μα πάνω απ' όλα αποκαλυπτικό. «Το δικαστήριο τούτο - είπε απευθυνόμενος στον κομμουνιστή ηγέτη - θα προχωρήση και θα εκδώση απόφασιν τέτοια, που θα αποτελέση μάθημα δι' εκείνους, οι οποίοι εδοκίμασαν να σε προστατεύσουν, οσονδήποτε ψηλά και αν ευρίσκωνται ούτοι». Ετσι και έγινε.
Στις 16 Νοεμβρίου 1951, στις 3 το πρωί, το δικαστήριο ανακοίνωσε την απόφασή του. Δώδεκα από τους κατηγορουμένους καταδικάζονταν σε θάνατο. Ηταν ο Ν. Μπελογιάννης, η Ε. Ιωαννίδου, ο Στ. Γραμμένος, ο Δ. Καλοφωλιάς, η Θ. Γεωργιάδου, η Αφρ. Μανιάτη, ο Αθ. Κανελλόπουλος, ο Δ. Κανελλόπουλος, ο Π. Παπανικολάου, ο Στ. Δρομάζος, η Καλ. Παπαδοπούλου και η Λ. Κόττου. Ακόμη, άλλοι 15 κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν σε ποινές, που κυμαίνονταν από ισόβια δεσμά έως και τριετή φυλάκιση με αναστολή.
Οι θανατικές, βέβαια, καταδίκες δεν εκτελέστηκαν. Ηταν καταδίκες που στηρίζονταν στον Α.Ν. 509 και αφορούσαν αποκλειστικά στις πολιτικές πεποιθήσεις των καταδικασμένων. Το καθεστώς ήθελε να αποφύγει μια διεθνή καταδίκη για διάπραξη πολιτικών εγκλημάτων. Ηθελε, όμως, να σπείρει και την τρομοκρατία με τις κάννες των όπλων του εκτελεστικού αποσπάσματος. Ετσι, κατασκευάστηκε μια δεύτερη δίκη, όπου ο Μπελογιάννης και οι σύντροφοί του σύρθηκαν να δικαστούν με την αισχρή κατηγορία του κατασκόπου.
1 Απόσπασμα από γράμμα του Ν. Μπελογιάννη προς την εφημερίδα «Προοδευτική Αλλαγή», με ημερομηνία 29/2/1952.
2 Μ. Βίτιν: «Νίκος Μπελογιάννης», Αθήνα 1974, σελ. 78.
3 Τ. Βουρνά: «Υπόθεση Μπελογιάννη», εκδόσεις «Τολίδη», σελ. 26.
4 «Μπελογιάννης - Η δίκη της αλήθειας», εκδοτικό «ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ», σελ. 11.
5 Ολόκληρη η απόφαση της 6ης Ολομέλειας: «Το ΚΚΕ - Επίσημα Κείμενα», εκδόσεις ΣΕ, τόμος 7ος, σελ. 13-18.
6 Στ. Κασιμάτη: «Οι Παράνομοι», εκδόσεις «ΦΙΛΙΣΤΩΡ», σελ. 177.
7 Π. Παρασκευόπουλου: «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο», εκδόσεις «Κάκτος», σελ. 58-71.
8 Τ. Βουρνά: «Υπόθεση Μπελογιάννη», εκδόσεις «Τολίδη», σελ. 26-27.
9 Σπ. Λιναρδάτου: «Από τον εμφύλιο στη χούντα», εκδόσεις «Παπαζήση», τόμος Α`, σελ. 319 και Π. Παρασκευόπουλου, στο ίδιο, σελ. 68.
10 «Μπελογιάννης - Η δίκη της αλήθειας», εκδοτικό «ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ», σελ. 12.
11 Ολόκληρη η απολογία, «Μπελογιάννης - Η δίκη της αλήθειας», εκδοτικό «ΝΕΑ ΕΛΛΑΔΑ», σελ. 86-93.
12 Εδώ ο Μπελογιάννης αναφέρεται στο γεγονός ότι τις ανακρίσεις των κατηγορουμένων η Ασφάλεια τις έκανε υπό την καθοδήγηση του Αμερικανού Ρ. Ντρίσκαλ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου